Τα κοινωνικά κινήματα είναι
συλλογικές αμφισβητήσεις (challenges) από ανθρώπους που έχουν κοινούς σκοπούς και
αλληλεγγύη μεταξύ τους και βρίσκονται σε κατάσταση διαρκούς αλληλεπίδρασης με
το κράτος, τις δημόσιες και ιδιωτικές αρχές και τις σχετικές ελίτ.[1]
Τα κοινωνικά κινήματα είναι
εμπειρικώς αόριστα φαινόμενα και είναι δύσκολη η εννοιολογική τους σύλληψη. Εν
τούτοις καταγράφονται τρία κριτήρια ορισμού τους: α) η κρίσιμη σχέση τους με
την κοινωνική αλλαγή την οποία σκοπεύουν να προωθήσουν ή να αντισταθούν σ’
αυτή, β) η γενική χρήση μη θεσμοποιημένων μέσων από τους συμμετέχοντες και γ) η
πολιτική συνάφεια των προσανατολισμένων προς την διαμαρτυρία ενεργειών τους.
Έπρεπε να απορριφθεί η πρώιμη και αποκλειστική ταύτιση της έννοιας με τα
προλεταριακά κινήματα στη βιομηχανική κοινωνία και να κατανοηθεί ευκρινώς η
διαφοροποίηση των κοινωνικών κινημάτων από άλλες μορφές συλλογικής συμπεριφοράς
προτού το θέμα αναπτυχθεί σε αυτοτελές πεδίο. Μια νέα προσέγγιση για τα
κοινωνικά κινήματα αναδύθηκε στο ξεκίνημα της ταραχώδους δεκαετίας του ’60. Ενώ
οι μελετητές της συλλογικής συμπεριφοράς επέμεναν στο θέμα των αδικιών, των
πεποιθήσεων (με υπαινιγμούς για ανορθολογικότητα), και γενικά σε ψυχολογικές
διαστάσεις, η αποκαλούμενη θεωρία «κινητοποίησης πόρων» έδωσε έμφαση στην
οργάνωση, στα συμφέροντα και την ορθολογικότητα των συμμετεχόντων παίζοντας
έτσι σημαντικό ρόλο στον τονισμό του πολιτικού πλαισίου και της συνάφειας των
κοινωνικών κινημάτων. Σήμερα το κεντρικό θέμα των καιρών μοιάζει να βρίσκεται
σε συστηματικές απόπειρες για πολυδιάστατη σύνθεση που να ενσωματώνει
οργανώσεις κινητοποίησης, πολιτικές ευκαιρίες, και διαδικασίες διαμόρφωσης
πλαισίων (‘framing’). Αν και η συνάρθρωση διακριτών διαστάσεων δεν αποτελεί εύκολο καθήκον, η
επιδιωκόμενη σύνθεση φαίνεται ότι βρίσκεται σε εξέλιξη. Αλλά ας δούμε πιο
αναλυτικά τις θεωρίες για τα κοινωνικά κινήματα.
Κάθε κίνημα βιώνει τους δικούς του
«κύκλους διαμαρτυρίας» που σημαίνει ότι η δράση του ακολουθεί μια κυκλική
πορεία από την ένταση και την αύξηση της μαζικότητας ως την εσωστρέφεια και τη
μείωση της μαζικότητας ανάλογα με τη συγκυρία και τις υποκειμενικές δυνατότητές
του. Τα κινήματα έχουν την τάση να εξαπολύουν νέα κύματα συλλογικών αγώνων και
σε άλλες περιόδους να εκφράζουν μια σιωπηλή, λανθάνουσα διαμαρτυρία.[2]
[1] Βλ. Tarrow S.
(1994) Power in Movement: Social Movements, Collective Action and Politics.
New York : Cambridge University Press, σελ. 4.
[2] Βλ. Tarrow S.
(1991) Struggles, Politics and Reform:
Collective Action, Social Movements and Cycles of Protest, Ithaca
NY , Cornell
University Press
Συνεχίζεται...
Θανάσης Τσακίρης
No comments:
Post a Comment