Showing posts with label Κομματικό σύστημα. Show all posts
Showing posts with label Κομματικό σύστημα. Show all posts

Monday, March 02, 2020

ΗΠΑ: Λίνκολν-εμφύλιος πόλεμος-εκβιομηχάνιση-εργατικη-τάξη (του Θανάση Τσακίρη)


To 1860 εκλέχτηκε πρόεδρος ο Ρεπουμπλικανός Αβραάμ Λίνκολν. Οι Δημοκρατικοί κατέβηκαν με δύο ψηφοδέλτια, το Βόρειο και το Νότιο και, βεβαίως, έχασαν το παιχνίδι και σε λίγο έγιναν υπαίτιοι (“War Democrats”) ενός από τους χειρότερους εμφυλίους πολέμους της παγκόσμιας ιστορίας. “War Democrats” από το Βορρά στήριξαν τον Λίνκολν. Υπήρξαν, βέβαια, Δημοκρατικοί που εναντιώθηκαν στον πόλεμο.[1] Αντιπολίτευση αντιμετώπισε και μέσα από το κόμμα του από τους «Ριζοσπάστες Ρεπουμπλικάνους» που απαιτούσαν να αναλάβει το Κογκρέσο την ευθύνη του πολέμου, να καταργηθεί εδώ και τώρα η δουλεία και να ανασυγκροτηθεί πολιτική ο νότος μετά τη λήξη του πολέμου. Για να αντιμετωπίσει την αμφισβήτηση, ο Λίνκολν διεύρυνε το κόμμα του με τους “War Democrats” και το μετονόμασε σε Union Party (Κόμμα της Ένωσης). Κι όμως, στις εκλογές του 1864 οι “War Democrats” κατέβασαν δικό τους υποψήφιο κόντρα στον Λίνκολν αλλά μάταια. Μετά τη δολοφονία του Λίνκολν, την Προεδρία ανέλαβε ο προερχόμενος από τους “War Democrats” Αντιπρόεδρος Άντριου Τζάκσον αλλά αντιμετώπισε σκληρή αντιπολίτευση από τους «Ριζοσπάστες Ρεπουμπλικανούς» που πέτυχαν να υπερψηφιστεί πρόταση μομφής εναντίον του αλλά απέτυχαν να πείσουν τους γερουσιαστές.



Με την επιστροφή των Νοτίων πολιτειών στην Ομοσπονδία το Δημοκρατικό Κόμμα ξανάγινε «αξιωματική αντιπολίτευση». Ο ήρωας του πολέμου στρατηγός Οδυσσέας Γκραντ ηγήθηκε των Ρεπουμπλικάνων και παρέμεινε Πρόεδρος για δύο θητείες (1868 και 1872). Έτσι, λοιπόν, το τέλος του πολέμου βρήκε τους Ρεπουμπλικανούς νικητές και τις ΗΠΑ μια διαφορετική χώρα. Τυπικά η δουλεία καταργήθηκε στις 6 Δεκεμβρίου 1865 με την 13η Τροποποίηση του Συντάγματος ενώ η μόνη εξαίρεση που διατηρήθηκε αφορούσε την περίπτωση διάπραξης εγκλήματος, κάτι που προκαλούσε αρνητικές ερμηνείες και προβλήματα. Και για να μη νομίζουμε πως επρόκειτο για μια απλή διαδικασία, η τροποποίηση έπρεπε να εγκριθεί από τα πολιτειακά νομοθετικά σώματα. Και ποια ήταν η Πολιτεία που τελευταία κατάργησε και τυπικά τη δουλεία μόλις το 1995; Η Πολιτεία του Μισισίπι!!!

Η ανασυγκρότηση των υποδομών έδωσε δουλειά σε πολύ κόσμο και, κυρίως, έδωσε νέα ορμή στην καπιταλιστική εκβιομηχάνιση καθώς η χώρα θα συνεχιζόταν να επεκτείνεται προς τη Δύση και χρειαζόταν νέους σιδηροδρόμους, νέα εργοστάσια και νέες αγροτικές και κτηνοτροφικές εκτάσεις που θα ετίθεντο υπό την εκμετάλλευση των μεγάλων αγροβιομηχανικών επιχειρήσεων. Μέσα σε αυτό το κοινωνικο-οικονομικό πλαίσιο θα γιγαντώνονταν τα πολιτικά κόμματα και θα άλλαζε ο πολιτικός τους προσανατολισμός καθώς οι Ρεπουμπλικανοί θα γίνονταν το κόμμα των βιομηχανικών και χρηματιστικών κύκλων της αστικής τάξης ενώ το Δημοκρατικό θα ψηφιζόταν από τους «χαμένους» της διαδικασίας της εκβιομηχάνισης αγρότες και εργάτες. Οι Ρεπουμπλικάνοι εξελίχθηκαν σε ένα άκρως εθνοκεντρικό κόμμα επιβάλλοντας αντιμεταναστευτική πολιτική και νομοθεσία με αποτέλεσμα οι Δημοκρατικοί να ψηφίζονται και από τους μετανάστες που ζούσαν στις μεγάλες πόλεις. Η σύγκρουση των δύο κομμάτων ήταν σφοδρή. Ο συσχετισμός δυνάμεων έγερνε πότε από τη μία και πότε από την άλλη πλευρά. Οι ανάγκες της πανεθνικής πολιτικής σύγκρουσης είχε ως αποτέλεσμα την οικοδόμηση μαζικών οργανώσεων (machines) από τα κόμματα, που, εκτός των άλλων, αποσκοπούσαν και στην πολιτική ενσωμάτωση των νέων πληθυσμών που προέρχονταν από τις νέες πολιτείες και κτήσεις καθώς και των εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών που συνέρρεαν από όλο τον κόσμο και, κυρίως, από την Ευρώπη. Όμως, όπως παρατήρησε ο Ρόμπερτ Μίκελς, «όποιος μιλά για οργάνωση μιλά για ολιγαρχία», δηλαδή σε κάθε πολιτική οργάνωση (κόμμα ή συνδικάτο) όσο και αν θεωρείται δημοκρατική δημιουργούνται ηγετικές γραφειοκρατικές ολιγαρχίες.[2] Έτσι εξελίχθηκαν στη φάση αυτή τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα. Παράλληλα, οι μηχανισμοί ανέπτυξαν τεράστια δίκτυα πελατειακών σχέσεων (“machine politics”). «Ο μηχανισμός και οι ηγέτες ήθελαν πολιτική δύναμη κι εξουσία. Η πολιτική εξουσία οδηγούσε σε προσωπικό πλούτο. Για να αποκτηθούν δύναμη κι εξουσία οι μηχανισμοί χρειάζονταν τον έλεγχο των δημοσίων αξιωμάτων οπότε όριζαν ποιοι θα ήταν οι υποψήφιοι και τους εξασφάλιζαν πιστές και προβλέψιμες ψήφους. Σε αντάλλαγμα, η αντιπαροχή του μηχανισμού ήταν η προσφορά σε προσωπική βάση υπηρεσιών και χειροπιαστών υλικών ανταμοιβών σε εκείνους που τον υποστήριζαν.»[3]

Επειδή, όπως τονίσαμε, οι μηχανισμοί είχαν συχνά ανάγκη από άφθονο χρήμα, διαφθορά επικρατούσε στις πόλεις όπου δημόσια αξιώματα έφερναν εκτός από τη δόξα και τον πλούτο. Έτσι οι εκλεγμένοι αξιωματούχοι και οι κομματικοί στρατοί τους νόθευαν τις εκλογικές διαδικασίες («μπούκωναν» τις κάλπες με ψηφοδέλτια δικά τους, διπλοψήφιζαν και τριπλοψήφιζαν) και τρομοκρατούσαν  ανοιχτά τους αντίπαλούς τους. Προεκλογικά βοηθούσαν τους μετανάστες, έδιναν δουλειές και άλλες παροχές στους φτωχούς για να τους πάρουν τις ψήφους κι αυτοί λόγω έλλειψης κράτους πρόνοιας υπέκυπταν στους εκβιασμούς. Αυτά τα συμπτώματα «άρρωστης δημοκρατίας» δεν έχουν εξαλειφθεί, παρ’ όλο που πολλοί θεωρούν ότι κράτησαν ως τη δεκαετία 1950-1960. Η κατάσταση στην πόλη του Σικάγο είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική και είναι πρώτη στην πολιτική διαφθορά. Οι εργάτες και οι αγρότες ένοιωθαν αποκλεισμένοι από τις πολιτικές και κοινωνικο-οικονομικές εξελίξεις και είχαν την αίσθηση ότι οι κοινότητές τους δεν όριζαν οι ίδιες τις τύχες τους αλλά η παγκόσμια αγορά, οι κερδοσκόποι του χρηματοπιστωτικού συστήματος και οι άπληστοι βιομηχανικοί καπιταλιστές (robber barons).[4] Όταν εκδηλώθηκε η πρώτη μεγάλη οικονομική κρίση το κομματικό σύστημα άρχιζε να τρίζει επικίνδυνα. Μεταξύ 1870 και 1896 οι αγρότες των μεσοδυτικών, δυτικών και νότιων πολιτειών δημιούργησαν οργανώσεις εκπροσώπησης των συλλογικών συμφερόντων τους. Το Greenback Party που υποστήριζε το αίτημα έκδοσης χάρτινου χρήματος και το αγροτικό κίνημα Granger που αγωνιζόταν εναντίον των μονοπωλίων των σιδηροδρόμων και προωθούσε την ιδέα των αγροτικών μεταφορικών συνεταιρισμών και ταχυδρομείων κατέβασαν κοινούς υποψηφίους στις εκλογές (1876, 1880, 1884). Όμως, τη μεγάλη απειλή για τα δύο μεγάλα κόμματα την αντιμετώπισαν όταν το 1892 το Κόμμα του Λαού (Peoples Party ή Populists) με υποψήφιο πρόεδρο τον Τζέιμς Γουήβερ πήρε  8% και εξέλεξε 22 εκλογείς στο Εκλεκτορικό Κολέγιο, 6 κυβερνήτες και αρκετούς δημάρχους μικρών πόλεων. Οι Δημοκρατικοί εξέλεξαν Πρόεδρο τον Γκρόουβερ Κλήβελαντ και κατέκτησαν την πλειοψηφία στο Κογκρέσο. Όμως, ο Κλήβελαντ ήταν ανοιχτά άνθρωπος των βιομηχάνων και των τραπεζιτών. Έτσι, υπεράσπισε με νύχια και με δόντια το «χρυσό κανόνα» αρνούμενος σθεναρά να υιοθετήσει την πρόταση των αγροτών, των εργατών και των μικρεμπόρων και μικροβιοτεχνών. Έτσι, χειροτέρεψε η οικονομική κατάσταση, κατέρρευσαν τράπεζες, χρεοκόπησαν επιχειρήσεις, μειώθηκε η βιομηχανική παραγωγή, εκατοντάδες χιλιάδες έμειναν άνεργοι. Επί 30 χρόνια οι Δημοκρατικοί θα αντιμετωπίζονταν από τα λαϊκά στρώματα ως το κόμμα που πρόδωσε τις ελπίδες τους και έφερε φτώχεια και μιζέρια. Το 1894 οι Ρεπουμπλικάνοι επανάκτησαν την πλειοψηφία στο Κογκρέσο και η αυτοπεποίθηση των Δημοκρατικών έπεσε στο ναδίρ. Στη συνδιάσκεψη του 1896 ένας πρώην βουλευτής από τη Νεμπράσκα έκανε την εμφάνισή του και με το λόγο του ξεσήκωσε το παθιασμένο χειροκρότημα της πλειοψηφίας των Δημοκρατικών συνέδρων. Ο Γουίλιαμ Τζένινγκς Μπράιαν επιτέθηκε στους υποστηρικτές του «χρυσού κανόνα» λέγοντας: «Δεν θα σταυρώσετε την ανθρωπότητα πάνω σε ένα χρυσό σταυρό.» Οι σύνεδροι κατενθουσιασμένοι υπερψήφισαν την υποψηφιότητά του. Το Δημοκρατικό Κόμμα τάχθηκε με τα εκατομμύρια των εργατών και αγροτών και γενικότερα με τη «φτωχολογιά». Το «Κόμμα του Λαού» στη δική του συνδιάσκεψη που έλαβε χώρα μερικές μέρες αργότερα τάχθηκε και αυτό υπέρ του Μπράιαν. Όμως, η ρητορική του Μπράιαν ξέφυγε από το πλαίσιο «τάξη εναντίον τάξη» και έγινε «ύπαιθρος εναντίον πόλεων», με αποτέλεσμα οι Ρεπουμπλικανοί με τον Γουίλιαμ ΜακΚίνεϋ, που τον χρηματοδοτούσαν φανερά και ξεδιάντροπα οι κεφαλαιοκράτες,να καταφέρουν να κερδίσουν τον κόσμο των εργαζομένων των πόλεων με το επιχείρημα ότι μόνο με την ανάπτυξη των μεγάλων επιχειρήσεων των πόλεων θα μπορέσουν να κρατήσουν τις δουλειές τους, και τους υποσχέθηκαν να επιβάλλουν υψηλούς βιομηχανικούς δασμούς στις εισαγωγές. Έτσι έχασαν οι Δημοκρατικοί και οι «Λαϊκιστές» έσβησαν ως κόμμα.


[1] Τους έμεινε η ονομασία Copperhead (αγκιστρόδους)  που τους είχαν αποδώσει οι Ρεπουμπλικάνοι γιατί, τάχα, μου χτυπούσαν χωρίς να τους καταλαβαίνουν όπως κάνει το συγκεκριμένο φίδι σε αντίθεση με τον κροταλία.
[2] Βλ. Michels Robert (1915) Political Parties: A Sociological Study of the Oligarchical Tendencies of Modern Democracy. London: Jarrold & sons.
[3] Βλ. Crotty William (1994) “Urban Political Machines” in L. Sandt Maisel and William G.Shade (eds.) Parties and Politics in American History, New York, NY: Garland, σελ. 134-135.
[4] Josephson Matthew (1962) The Robber Barons: The Great American Capitalists, 1861- 1901
New York, NY: Harcourt, Brace & World. Αποκαλούνται, έτσι, επειδή ακόμη και με αθέμιτες πρακτικές καταλάμβαναν την πρώτη θέση στην αγορά και λειτουργούσαν ως μονοπώλια και θύμιζαν τους μικροφεουδάρχες και τους αρχιεπισκόπους στις περιοχές του Ρήνου ποταμού στο 12ο-13ο αιώνα που σταματούσαν με την απειλή βίας τα πλοία, έβαζαν σιδερένιες αλυσίδες από τη μία όχθη στην άλλη και απαιτούσαν φόρους διέλευσης χωρίς κανένα δικαίωμα (στα γερμανικά Raubritter).


Θανάσης Τσακίρης

Monday, February 24, 2020

Δημοκρατικοί- Ρεπουμπλικάνοι: Το δεύτερο κομματικό σύστημα των ΗΠΑ (του Θαν. Τσακίρη)


Το 1824 μια νέα γενιά ηγετών εμφανίστηκε στα τότε κόμματα. Στο μεταξύ είχαν εκλείψει οι Φεντεραλιστές και είχαν κυριαρχήσει οι Ρεπουμπλικανοί. Η θεματολογία των εκλογών δεν χαρακτηριζόταν πια από τα έντονα προβλήματα και οι συγκρούσεις μεταξύ Βρετανόφιλων και Γαλλόφιλων (ουσιαστικά εκπροσωπούσαν καπιταλιστές που είχαν αντίστοιχους εμπορικούς προσανατολισμούς και εκφράστηκαν με τις αντίστοιχες στοιχίσεις στις πολεμικές συρράξεις των δύο μεγάλων δυνάμεων της Δυτικής Ευρώπης). Νικητής από τους νεώτερους Ρεπουμπλικανούς (μόνο από αυτούς ήταν οι 4 υποψήφιοι) αναδείχθηκε ο Άντριου Τζάκσον από την Πολιτεία Τεννεσή.



Οι υποστηρικτές του Τζάκσον άρχισαν να διαμορφώνουν το σύγχρονο Δημοκρατικό Κόμμα. Κατά τη διάρκεια της εποχής αυτής, η ψηφοφορία επεκτάθηκε σε  όλους τους ενηλίκους λευκούς άνδρες. Η θητεία του χαρακτηρίστηκε από την οικοδόμηση ενός «πελατειακού κράτους». Eπίσης προώθησε την εκτελεστική σε βάρος της νομοθετικής λειτουργίας Το δεύτερο  κομματικό σύστημα χαρακτηρίστηκε από τα ραγδαία αυξανόμενα επίπεδα ενδιαφέροντος των ψηφοφόρων, που άρχισε το 1828, όπως φαίνεται από την προσέλευση στις συγκεντρώσεις, τις παραταξιακης εφημερίδες και τους υψηλούς βαθμούς προσωπικής πίστης στα κόμματα. [1]

Σύμφωνα με έναν εξέχοντα ιστορικό είναι δίκαιο να δηλώσει κανείς ότι ο Τζάκσον εισήγαγε το ‘σύστημα των λαφύρων ’στο επίπεδο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και ποτέ του δεν το μετάνιωσε.[2] Η πολιτική λογική του για τη στελέχωση της κυβέρνησης και του κρατικού μηχανισμού ήταν τόσο απλή όσο των ανθρώπων των δυτικών συνόρων: «Τα καθήκοντα όλων των δημοσίων λειτουργών είναι (…) τόσο σαφή κι απλά που άνθρωποι με εξυπνάδα μπορούν μετά χαράς αυτοπροταθούν για να αναλάβουν να τα εκτελέσουν (…) και δεν μπορώ παρά να πιστεύω πως έχουμε πολλά να χάσουμε αν υπάρχουν άνθρωποι που κατέχουν μια θέση επί μακρόν από όσα γενικά μπορούμε να κερδίσουμε από την εμπειρία τους (. . ) Δεν υπάρχει άνθρωπος που να έχει περισσότερα φυσικά δικαιώματα από κάποιον άλλο πάνω σε δημόσιες θέσεις εργασίας.»[3] Απέναντί του στάθηκαν οι Ουίγοι (Whigs ήταν οι Φιλελεύθεροι στη Βρετανία και όσοι κάτοχοι αξιωμάτων στις αποικίες αντιστάθηκαν στους Βρετανούς και πήραν μέρος στην επανάσταση του 1776) και άλλοι πολιτικοί σχηματισμοί με κύριο το Αντι-Μασονικό Κόμμα που ήταν το «κόμμα νέου τύπου» γιατί δημιουργήθηκε από τα κάτω ως «εξωκοινοβουλευτικό» μαζικό κόμμα με συγκεκριμένη ατζέντα, της οποίας το κύριο αίτημα ήταν ο πλήρης εκδημοκρατισμός της πολιτικής ζωής με το κλείσιμο των «μυστικών οργανώσεων».

Στις εκλογές του 1836 ο Μάρτιν Βαν Μπιούρεν, διάδοχος του Τζάκσον, υπό την ταμπέλα των «Δημοκρατικών Ρεπουμπλικανών» νίκησε τους Ουίγους που διασπάστηκαν μεταξύ τριών υποψηφίων. Μεταξύ 1840 και 1852 είχαν σχηματιστεί και συγκρούονταν τα κόμματα των μαζικών οργανώσεων, Ουίγοι και Δημοκρατικοί (υπό τον Βαν Μπιούρεν). Στις εκλογές του 1840 οι Ουίγοι κέρδισαν με τον στρατιωτικό θρύλο που άκουγε στο όνομα Γουίλιαμ Χένρι Χάρισον του Οχάιο: «Ο λόγος για τον οποίο η εκστρατεία του 1840 εξελίχθηκε στην  πιο διασκεδαστική και πιο βλακώδη προεδρική εκλογή είναι το ότι οι Ουίγοι νίκησαν τους Δημοκρατικούς με τις ίδιες τις μεθόδους τους. Δεν υιοθέτησαν ουδεμία πλατφόρμα, έχρισαν υποψήφιο έναν στρατιωτικό ήρωα, αγνόησαν τα πραγματικά διακυβεύματα και δεν απευθύνθηκαν στη νοημοσύνη των ψηφοφόρων αλλά στα συναισθήματά τους. Οι προσδοκίες του κέρδους και της πατρωνίας χρησιμοποιήθηκαν για ‘την άντληση των ψήφων’ και στο λαό προσέφεραν ένα μεγάλο σόου».[4] Ο εκλεγείς Χάρισον δεν πρόλαβε να το χαρεί και πέθανε διαδεχόμενος από τον αντιπρόεδρος Τζων Τάιλερ. Οι Ουίγοι είχαν παράλληλα κερδίσει και την πλειοψηφία της Γερουσίας. Όμως, η πολυσυλλεκτικότητά τους στάθηκε η αχίλλειος πτέρνα τους κι έτσι διασπάστηκαν για να επανέλθουν το 1844 οι Δημοκρατικοί στην Προεδρία.

 Στις εκλογές αυτές εμφανίστηκε το Liberty Party με σκοπό του την κατάργηση της δουλείας ως μονοθεματικό κοινωνικο-κινηματικό κόμμα και πήρε 2% αφαιρώντας ψήφους από τους Ουίγους που με τη σειρά τους ξαναπήραν την Προεδρία το 1848, πάλι με στρατιωτικό ήρωα, τον Ζάκαρι Ταίηλορ. Οι Δημοκρατικοί είχαν υποψήφιο τον Γερουσιαστή Λιούις Κας που ήταν αντίθετος με την επέκταση της δουλείας στις νέες κατακτήσεις (Νέο Μεξικό κλπ.) και αυτό στοίχισε ψήφους προς τους Ουίγους ενώ η μετριοπάθεια της αντίθεσής του έστειλε τους πιο ριζοσπάστες στο κόμμα Free Soil με υποψήφιο τον Βαν Μπιούρεν. Τέλος το 1852 διεξήχθη η τελευταία εκλογική εκστρατεία με κύριους αντίπαλους τους Δημοκρατικούς και τους Ουίγους. Το Free Soil δεν έπαιξε σημαντικό ρόλο καθώς τα δύο μεγάλα κόμματα άρχισαν πλέον να διασπώνται με αφορμή την κατάργηση της δουλείας και τις επερχόμενες κοινωνικές ανακατατάξεις λόγω της εντατικοποίησης της εκβιομηχάνισης. Οι οικονομικά «προοδευτικοί» και κοινωνικά «συντηρητικοί» Ουίγοι έχασαν τις εκλογές και διασπάστηκαν. Το Δημοκρατικό Κόμμα διασπάστηκε σε Βόρειους αντίπαλους της δουλείας και σε Νότιους υπερασπιστές της  ανοίγοντας το δρόμο για την εμφάνιση και επικράτηση του νέου Ρεπουμπλικανικού Κόμματος του ανερχόμενου βιομηχανικού καπιταλιστικού μπλοκ που υποσχόταν την κατάργηση της δουλείας (επί της ουσίας ήθελε ελεύθερο και φθηνό εργατικό για τις εργατουπόλεις του ανερχόμενου βιομηχανικού βορρά).

Ο εμφύλιος πόλεμος ήταν ενώπιον των πυλών. Από τα συντρίμμια του κόμματος των Ουίγων και την πτώση και διάσπαση των Δημοκρατικών ωφελήθηκε το μαζικό American Party με την αντιμεταναστευτική, αντικαθολική και μυστικοπαθή δραστηριότητά του μέσω των «μυστικών εταιριών» (οι διαβόητοι “Know-Nothings” που δεν άκουγαν, δεν έβλεπαν, δεν ήξερα τίποτα για τις μυστικές ενώσεις). Το Αμερικάνικο Κόμμα σάρωσε σε πολλές πολιτείες, κυρίως στη Μασαχουσέτη, στο Μέριλαντ και στο Κεντάκι, όπου πήρε τις τοπικές κυβερνήσεις και βουλές. Κι εκεί που όλοι νόμιζαν πως θα γίνει το νέο βασικό κόμμα, στην ετήσια συνδιάσκεψη του 1956 σκάει η φούσκα όταν επήλθε τεράστια ρήξη λόγω της σύγκρουσης Βορείων και Νοτίων για την κατάργηση της δουλείας. Οι Βόρειοι ήταν ο κύριος όγκος των συνέδρων του νέου Ρεπουμπλικανικού Κόμματος που απηύθυνε έκκληση συνεργασίας σε οπαδούς του Free Soil και των Ουίγων, σε Δημοκρατικούς που ήταν υπέρ της κατάργησης της δουλείας και σε δυσαρεστημένους Know-Nothings. Στις εκλογές του 1856 τα τρία κόμματα συγκρούστηκαν άγρια και οι Ρεπουμπλικανοί έκαναν την έκπληξη και με 33% των ψήφων εγκαταστάθηκαν στη δεύτερη θέση στέλνοντας το Αμερικάνικο Κόμμα στο «χρονοντούλαπο της ιστορίας». Όλες αυτές οι εκλογικές αναμετρήσεις είχαν πολύ υψηλή συμμετοχή που έφτανε το 80% και η οποία έγινε ακόμη πιο υψηλή το 1860 όταν εκλέχτηκε πρόεδρος ο Ρεπουμπλικανός Αβραάμ Λίνκολν.






[1]McCormick Richard (1966) The Second American Party System: Party Formation in the Jacksonian Era. Chapel Hill: University of North Carolina Press,.
[2] Βλ. Morison, Samuel Eliot (1965) The Oxford History of the American People: 1789 Through Reconstruction. μ. 2, New York, NY: Mentor, σελ. 165.
[3] Βλ. Morison, Samuel Eliot (1927) The Oxford History of the United States, 1783-1917. Oxford, England: Oxford University Press, σελ. 381. Έδιωξε από τον ομοσπονδιακό μηχανισμό όσους υποπτευόταν ότι ήταν άνθρωποι του προκατόχου του (περίπου έναν στους τρεις) και έβαλε στη θέση τους νέους που συχνά αποδεικνύονταν και ακατάλληλοι και διεφθαρμένοι.  
[4] Βλ. Morison, Samuel Eliot (1965) ο.π. σελ. 200.

Θανάσης Τσακίρης


ΠΡΟΔΕΡΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ 1824
Presidential candidatePartyHome statePopular vote[a]Electoral vote
CountPercentage
Andrew Jackson[b]Democratic-RepublicanTennessee151,27141.36%99
John Quincy Adams[c]Democratic-RepublicanMassachusetts113,12230.92%84
William Harris Crawford[d]Democratic-RepublicanGeorgia40,85611.21%41
Henry Clay[e]Democratic-RepublicanKentucky47,53112.99%37
Unpledged electorsNoneMassachusetts6,6161.81%0
Other6,4371.71%0
Total365,833100.0%261

Thursday, February 06, 2020

Φεντεραλιστές εναντίον Ρεπουμπλικάνων: Το πρώτο κομματικό σύστημα των ΗΠΑ (του Θαν. Τσακίρη)














Φεντεραλιστές εναντίον Ρεπουμπλικάνων, 1790s-1810s
Οι Φεντεραλιστές. με επικεφαλής τον Χάμιλτον και τον Άνταμς, ήθελαν μια ισχυρή εθνική κυβέρνηση για να επιβάλει μια επιθετική οικονομική ανάπτυξη.



Οι Ρεπουμπλικανοί, με επικεφαλής τον Μαντισον   και τον Τζέφερσον , ήθελαν μια μικρή εθνική κυβέρνηση που θα σώσουν τους πολίτες  από βαριά φορολογία και κρατική παρέμβαση.












Οι Φεντεραλιστές έλεγχαν την κυβέρνηση στη διάρκεια της δεκαετίας του 1790. Οι Φεντεραλιστές αποδιοργανώθηκαν ως εθνικό κόμμα μετά τον πόλεμο του 1812.

Αυτή η πρώτη εποχή (πρώτο κομματικό σύστημα) διήρκεσε από το 1796 έως το 1816. Για τα πρώτα οκτώ χρόνια της ύπαρξης των ΗΠΑ ο Τζόρτζ Ουάσιγκτον προσέφερε μια ενοποιητική προεδρία. Αλλά όταν αποσύρθηκε, το έθνος γρήγορα χωρίστηκε σε αντίπαλα στρατόπεδα  με βάση ιδεολογικές γραμμές. Αυτά τα στρατόπεδα σύντομα έγιναν γνωστά ως Φεντεραλιστές και Ρεπουμπλικάνοι, τα δύο αρχέτυπα πολιτικά κόμματα του νέου έθνους.

Οι Φεντεραλιστές, με επικεφαλής τον Τζον Άνταμς και τον Αλέξαντερ Χάμιλτον, πίστευαν σε μια ισχυρή εθνική κυβέρνηση. Ερμηνεύοντας με ένα ευρύ τρόπο το Σύνταγμα υποστήριξαν ότι η κυβερνητική εξουσία πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης μέσω της δημιουργίας μιας εθνικής τράπεζας και της κατασκευής δρόμων, λιμανιών και γεφυρών που χρηματοδοτούνται από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Οι Φεντεραλιστές πίστευαν ότι το οικονομικό μέλλον της Αμερικής εξαρτάται από την καλλιέργεια ισχυρών εμπορικών δεσμών με τη Μεγάλη Βρετανία. Και υποστήριξαν ότι ο αναδυόμενος μεταποιητικός τομέας της Αμερικής θα πρέπει να ενθαρρυνθεί με προστατευτικά μέτρα.

Οι Ρεπουμπλικάνοι, που ονομάζονταν και επίσης Δημοκρατικοί Ρεπουμπλικάνοι, ήταν υπό την ηγεσία του Τόμας Τζέφερσον και του Τζέιμς Μάντισον. Υποστήριξαν μια λιγότερο ισχυρή εθνική κυβέρνηση που θα περιοριζόταν στις εξουσίες της με μια στενή ανάγνωση του Συντάγματος. Φοβήθηκαν ότι η ομοσπονδιακή παρέμβαση στην οικονομία θα ωφελούσε μόνο λίγους πλούσιους βορειοανατολικούς βιομήχανους και πίστευαν ότι η γεωργία, κι όχι η μεταποίηση, θα πρέπει να παραμείνει η οικονομική βάση της χώρας. Οι Ρεπουμπλικανοί αντιτάχθηκαν στους στενότερους δεσμούς με τη Βρετανία και προτιμούσαν  τους Γάλλους και την επανάσταση τους. Το επακόλουθο ήταν ο πόλεμος με τους Βρετανούς.

Ενώ οι Φεντεραλιστές κυριάρχησαν στην κυβέρνηση από τη δεκαετία του 1790, γρήγορα έχασαν  δυνάμεις μετά το 1800. Η εκλογή του Τζέφερσον στην προεδρία ενισχύθηκε από τις νίκες των Ρεπουμπλικάνων στη Βουλή των Αντιπροσώπων και στη Γερουσία. Παρ’ όλα αυτά οι Φεντεραλιστές παρέμειναν αρκετά ισχυροί για να παρεμποδίσουν ορισμένα μέτρα για περίπου μια δεκαετία, αλλά δεν ήταν αρκετά ισχυροί για να αποτρέψουν τις Ηνωμένες Πολιτείες από τον πόλεμο κατά της Βρετανίας το 1812 – ένα πόλεμο στον οποίον οι Φεντεραλιστές αντιτάχθηκαν έντονα. Η συνεχιζόμενη αντίθεσή τους στον πόλεμο, ακόμη και μετά την έναρξη του, έβλαψε σοβαρά τη βιωσιμότητά τους ως εθνικό κόμμα. Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες επέζησαν στον πόλεμο της με τη Βρετανία και κέρδισαν τεράστιες νίκες στη Βαλτιμόρη και τη Νέα Ορλεάνη, η φήμη των Φεντεραλιστών τσακίστηκε  - και η εθνική πολιτική επιρροή τους μηδενίστηκε.

Κατά την επόμενη δεκαετία - μια περίοδο που ενίοτε αποκαλείται «Η Εποχή των Καλών Αισθημάτων» - οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ουσιαστικά ένα μονοκομματικό κράτος. Οι Ρεπουμπλικανοί κυβερνούσαν με ασθενή αντιπολίτευση.
Το σύστημα βασίστηκε κυρίως σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής που πέρασαν σε δεύτερο πλανο με την ήττα του Ναπολέοντα και την συμβιβαστική διευθέτηση του πολέμου του 1812. Επιπλέον, οι φόβοι ότι οι Φεντεραλιστές σχεδίαζαν να επαναφέρουν την αριστοκρατία κόπασαν. Έτσι η «εποχή καλών συναισθημάτων» υπό τον Τζέιμς Μονρόε αντικατέστησε την πολιτική υψηλής έντασης του συστήματος  περίπου το 1816. Οι προσωπικές πολιτικές και οι φραστικές διαμάχες περιστασιακά συζητούνταν ακόμη έντονα, αλλά οι Αμερικανοί δεν σκέφτονταν πλέον με όρους πολιτικών κομμάτων.
Σύντομα εμφανίστηκαν φατρίες στο κόμμα. Αυτές οι φατρίες-ονομαζόμενοι Εθνικοί Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί Ρεπουμπλικανοί- τελικά μεταμορφώθηκαν στα κυρίαρχα κόμματα που θα καθόριζαν την εποχή του δεύτερου κομματικού συστήματος, που διαρκεί από το 1828 έως τα μέσα της δεκαετίας του 1850.




Φεντεραλιστές και  Δημοκρατικοί-Ρεπουμπλικανοί στις εκλογές
House
1788
1790
1792
1794
1796
1798
1800
1802
1804
1806
Federalist
37
39
51
47
57
60
38
39
25
24
Democratic-Republican
28
30
54
59
49
46
65
103
116
118
Democratic-Republican
43%
43%
51%
56%
46%
43%
63%
73%
82%
83%
Senate
1788
1790
1792
1794
1796
1798
1800
1802
1804
1806
Federalist
18
16
16
21
22
22
15
9
7
6
Democratic-Republican
8
13
14
11
10
10
17
25
17
28
Democratic-Republican
31%
45%
47%
34%
31%
31%
53%
74%
71%
82%
Πηγή: 
https://en.wikipedia.org/wiki/First_Party_System#cite_note-14

Θανάσης Τσακίρης





Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)

 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)                                                                    του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...