Showing posts with label ΝΑΖΙΣΜΟΣ. Show all posts
Showing posts with label ΝΑΖΙΣΜΟΣ. Show all posts

Saturday, February 01, 2020

Τζότζο: μια σάτιρα για τη ναζιστική υποκουλτούρα ( του Δημήτρη Κατσορίδα)


Τζότζο: μια σάτιρα για τη ναζιστική υποκουλτούρα

του Δημήτρη Κατσορίδα



Η ταινία «Jojo rabbit», αποτελεί μια σάτιρα-παρωδία του Ναζισμού. Πρωταγωνιστής είναι ένα αγόρι, από τη Γερμανία, ο Τζότζο, μέλος της μαθητικής ναζιστικής νεολαίας, ο οποίος έχει υποστεί πλύση εγκεφάλου ενάντια στους Εβραίους, καθώς επίσης στο να είναι αφοσιωμένος στον Χίτλερ και στην πατρίδα του, έτοιμος να πεθάνει γι’ αυτήν, όπως εξάλλου και όλοι οι συνομήλικοί  του. Μπροστά σε αυτό το καθήκον δεν υπάρχει καιρός για έρωτα, αγάπη, χορό και απόλαυση. Σε αυτά συμβάλλει και η φανταστική του συνομιλία με τον Χίτλερ, που η ταινία παρουσιάζει ως ένα γελοίο, ανόητο και φανατικό τύπο, ο οποίος λειτουργεί ως ο άλλος εαυτός του Τζότζο, συμβουλεύοντας και φανατίζοντάς τον όταν πάει να ξεστρατίσει.

Η μητέρα του, απέναντι σε αυτό το φανατισμό, του αντιτείνει ότι η ζωή είναι δώρο, ότι η αγάπη είναι το πιο δυνατό πράγμα στον κόσμο και πως ο χορός είναι για τους ελεύθερους ανθρώπους. Η αντιστροφή επέρχεται όταν ο Τζότζο ανακαλύπτει ότι η μητέρα του, κρύβει στη σοφίτα τους μια νεαρή Εβραία, με την οποία αρχίζει σταδιακά διάλογο μαζί της.

Η ταινία, με κωμικό τρόπο, δείχνει ότι το μίσος, ο εθνικισμός και ο κάθε είδους φανατισμός, οδηγούν σε τραγικές καταστάσεις, όπως ήταν ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και τα εκατομμύρια νεκρούς που άφησε πίσω του, ενώ ταυτόχρονα δίνει μια αίσθηση ότι πάντα υπάρχει, παρά τις δυσκολίες, η δυνατότητα να νικηθεί ο φόβος.

Τα μηνύματα είναι σαφώς αντιφασιστικά και αντιπολεμικά, και γίνονται επίκαιρα επειδή στις μέρες μας ο εθνικισμός κερδίζει πάλι έδαφος. Οι κωμικές σκηνές δένουν με τις δραματικές, ενώ όπως είπε ο σκηνοθέτης, ο Γουαϊτίτι, «Ήξερα από την αρχή πως δεν ήθελα να κάνω ένα απλό δράμα για το μίσος και την προκατάληψη, ακριβώς επειδή είμαστε πια συνηθισμένοι σε αυτού του είδους τα δράματα. […] Πάντα πίστευα πως η κωμωδία είναι ο καλύτερος τρόπος να κάνεις το κοινό να αισθάνεται άνετα».

Το έργο κλείνει με ένα διαχρονικό απόφθεγμα του Ρίλκε: «Άσε τα πάντα να σου συμβούν. Την ομορφιά και τον τρόμο. Απλά προχώρησε. Κανένα συναίσθημα δεν είναι τελειωτικό».


Sunday, August 04, 2019

4η Αυγούστου σήμερα και θα μιλήσουμε πάλι για το φασιστικό φαινόμενο (του Θανάση Τσακίρη)

4η Αυγούστου σήμερα και θα μιλήσουμε πάλι για το φασιστικό φαινόμενο στην προσπάθεια μας να το κατανοήσουμε και να μπορέσουμε να το αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά.

Ας θυμηθούμε ότι η Χάνα Άρεντ αναλύει το φασισμό και το ναζισμό με βάση την έννοια του ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΥ.
Η Αrendt τονίζει ότι ακόμη και ανάμεσα στις κλασικές τυραννίες και στον ολοκληρωτισμό υπάρχει μια ακόμη ουσιαστική διαφορά.
Η τυραννία ή η στρατιωτική δικτατορία αφήνουν – συνειδητά ή ασυνείδητα, αδιάφορο, – έστω και κάποιες ελάχιστες χαραμάδες ελευθερίας στον άνθρωπο να χαρεί την ιδιωτική του ζωή.
Ο ολοκληρωτισμός σκοπεύει στο κλείσιμο κι αυτής της χαραμάδας.
Η αρνητική ελευθερία που ένα της βασικό στοιχείο είναι το «δικαίωμα στο όνειρο» θεωρείται ως η άκρη της κλωστής που άμα την τραβήξει κανείς θα ξεσκιστεί ολόκληρο το ψεύτικο οικοδόμημα του ολοκληρωτισμού.
Γι’ αυτό και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ο άνθρωπος-μάζα οδηγείται στην τέλεια απόγνωση ώστε να μην ελπίζει έστω και σε έναν θεό, οποιοσδήποτε κι αν είναι αυτός
Οι έγκλειστοι των στρατοπέδων οδηγούνται στην απόρριψη κάθε έννοιας περί χρησιμότητας ακόμη και του εαυτού τους.
Αισθάνονται άχρηστοι.
Και ως άχρηστοι, χωρίς θεό χωρίς βουλή, οδηγούνται στα κρεματόρια ή αφήνονται στο έλεος της παγωμένης φύσης
Ο ολοκληρωτισμός έκανε τους ανθρώπους να νοιώσουν πως δεν έχουν καμία αξία.
Νομιμοποίησε το έγκλημα όχι μόνο για τους καθ’ έξιν κατά σύστημα εγκληματίες αλλά το έκανε αποδεκτό και από τα ίδια τα θύματα : ο «φονιάς με το θύμα αγκαλιά» κατά την παρανόηση μιας από τις εκδοχές.
Η αντίστοιχη, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό τελειοποιημένη, στρατηγική ακολουθήθηκε και από την άλλη πλευρά, τη Σταλινική. Ας θυμηθούμε τις δίκες της Μόσχας: ο αθώος ομολογούσε το έγκλημα που δεν διανοήθηκε ποτέ να διαπράξει για να σώσει όχι τον εαυτό του αλλά τη «σοσιαλιστική» πατρίδα.
Δεν ήταν οι ομολογίες μονάχα προϊόντα βασανιστηρίων.
Οι Ναζιστές και οι Σταλινικοί βασίστηκαν στη γνήσια ανιδιοτέλεια των στρατευμένων οπαδών τους για να δηλώσουν στον έξω κόσμο ότι τα καθεστώτα τους είναι τόσο τελειοποιημένα που ακόμη και η διαφωνία ως προς μια επιμέρους πολιτική δεν μπορεί παρά να εντάσσεται σε μια ενιαία λογική.
Η διαφωνία είναι και αυτή προγραμματισμένη.
Αντίθετα, πολλές φορές η συμφωνία με την ολοκληρωτική ιδεολογία είναι που βάζει σε υποψία τους ολοκληρωτικούς ηγέτες.
Ενώ η σκέψη απαγορεύεται ρητώς και δια ροπάλου, εν τούτοις υπαγορεύεται στην πράξη, για να είναι σε θέση ο ολοκληρωτικός ηγέτης να χρησιμοποιεί σαν πιόνια μιας πολιτικής σκακιέρας τους υποταγμένους του.
Στο όνομα της αποτελεσματικότητας της πολιτικής του ο ηγέτης κάνει ρουά ματ πριν ακόμα ξεκινήσει την παρτίδα.



Κατά την Arendt η εξουσία έχασε την πραγματική της έννοια κι έγινε ωμή βία, τρόμος, σιωπή.
Όμως υπήρξαν κραυγές στη σιωπή.
Αν οι ιδεολόγοι του ολοκληρωτισμού νομίζουν πως ο ολοκληρωτισμός ποτέ δεν πεθαίνει, έχουν και δίκιο και άδικο.
Όταν ο Αδόλφος και η Εύα αυτοκτονούσαν σ’ εκείνο το Βερολινέζικο υπόγειο για να μην δώσουν τη χαρά στους Σοβιετικούς στρατιώτες που κατελάμβαναν την πρωτεύουσα του Γ Ράιχ να τους συλλάβουν ήξεραν πως η φυσική τους παρουσία δεν ήταν πλέον απαραίτητη.
Ο Αδόλφος γνώριζε πως σε κάποια άλλη στιγμή της ιστορίας, που είναι γνωστή για τα καπρίτσια της, ίσως σε κάποιο άλλο τόπο και, βεβαίως, υπό άλλες συνθήκες, κάποιος άλλος άνθρωπος με «έμφυτη προσωπικότητα» τόσο ισχυρή ώστε να ξεχωρίζει από το ασήμαντο πλήθος των μαζανθρώπων θα προσπαθήσει να ξαναοργανώσει το πλήθος των ανωνύμων σε ένα νέο ολοκληρωτικό παν-κίνημα με στόχο την κατάργηση της ανθρωπότητας, των ίδιων των ανθρώπων με τα φυσικά τους δικαιώματα.
Και ο ολοκληρωτισμός που τότε δεν δεσμευόταν από τα εθνικά όρια και επεκτεινόταν για χάρη της επέκτασης σε ολόκληρο τον πλανήτη, ίσως αύριο να προσπαθήσει να διευρύνει τα όρια της επέκτασής του και πέρα από τα όρια της τόσο υποτιμημένης στην αντίληψή του ανθρωπότητας.
Οι νέοι Άριοι ίσως να είναι γήινοι στην καταγωγή αλλά όχι στην εμβέλεια.



Η ψυχολογική – ιστορική προσέγγιση της Σχολής της Φρανκφούρτης

Η ανάλυση του ολοκληρωτισμού, ιδίως της φασιστικής εκδοχής του, από την πλειοψηφία των μελών της «Σχολής της Φρανκφούρτης», της Αμερικανικής περιόδου της, χαρακτηρίζεται από την έρευνα των κοινωνιολογικών – ψυχολογικών δομών που τον συγκροτούν.
Η ανάλυση για να πραγματοποιηθεί προϋποθέτει το συνδυασμό στοιχείων τόσο από τον Μαρξισμό όσο και από τον Φροϋδισμό καθώς και στοιχείων κοινωνιολογίας και πολιτικής θεωρίας.
Η συνδυαστική αυτή προσπάθεια αποδίδει έναν ιδιαίτερο ρόλο στους κοινωνικούς επιστήμονες στην αντιφασιστική πάλη.
Bασικός εκπρόσωπος της προσέγγισης αυτής ο Theodore Adorno θεωρεί ότι η προκατειλημμένη, δηλαδή η αυταρχική προσωπικότητα αποτελεί το κυριότερο εμπόδιο στον επαναστατικό μετασχηματισμό των κοινωνικών και πολιτικών δομών.
Η προκατειλημμένη προσωπικότητα είναι μια υπό έλεγχο προσωπικότητα.
Ο προκατειλημμένος άνθρωπος δεν έχει την ικανότητα να ερευνά τον ίδιο του τον εαυτό, συνεπώς είναι στη δυσάρεστη, που βέβαια δεν τη συνειδητοποιεί, θέση να μην μπορεί να «δει» τον εαυτό του και να «είναι» ο εαυτός του.
Ο άνθρωπος αυτός είναι, ως εκ τούτου, δεκτικός σε κάθε είδους χειραγώγηση που τον στρέφει ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό, ενάντια στα ίδια του τα βασικά συμφέροντα.
Το καθήκον των κοινωνικών επιστημόνων όπως το προσδιόρισε ο Αdorno συνίσταται στην υποβοήθηση των προκατειλημμένων προσωπικοτήτων να αποβάλουν το ημιδιαφανές πέπλο της χειραγώγησης που επιβάλλεται συνήθως εκ των άνω, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις και εκ των κάτω.
Ο επιδιωκόμενος σκοπός είναι οι άνθρωποι αυτοί να καταστούν ικανοί, μέσω της αυτογνωσίας, να προσδιορίσουν τους αληθινούς τους εαυτούς για να αποκτήσουν τη δυνατότητα του να συμπεριφέρονται ρεαλιστικά σύμφωνα με τα πραγματικά δεδομένα του κοινωνικού γίγνεσθαι.
Η μεθοδολογική συζήτηση που διεξήχθη στα πλαίσια της ερευνητικής ομάδας που υπό την επιμέλεια των Adorno, Horkheimer και S.H.Flowermann και σε συνεργασία με την Αmerican Jewish Society μελέτησε το ζήτημα της αυταρχικής προσωπικότητας κατέληξε στην απόφαση να χρησιμοποιηθούν οι τεχνικές των ερωτηματολογίων με στόχο να αποσπασθούν πληροφορίες αναφορικά με την κοινωνική κατάσταση των ατόμων χρησιμοποιώντας ως κλίμακα μέτρησης την μέθοδο Lickert.
Η καταγραφή των απόψεων και προδιαθέσεων των ατόμων βοηθά στην πληρέστερη κατανόηση συνθέτοντας μια κοινωνική ψυχολογία της προκατάληψης.




Η απόπειρα του έτερου μέλους της σχολής της Φρανκφούρτης, του Erich Fromm εστιάζεται περισσότερο στους ψυχολογικούς παράγοντες που επιτρέπουν την αποδοχή του φασισμού.
Ακόμη πιο διεισδυτικά το ερευνητικό του βλέμμα εισχωρεί στην ψυχή, όχι μόνο του «νευρωτικού ανθρώπου» αλλά και, του «κανονικού» καθημερινού ανθρώπου που διαμορφώνεται ως «αυταρχική προσωπικότητα».
Η κύρια αιτία είναι ο σαδομαζοχιστικός χαρακτήρας του κανονικού ατόμου που από τη μια αρέσκεται στην λατρεία των εξουσιαστών αρχηγών και στην υποταγή σ’ αυτούς και από την άλλη επιθυμεί να υποτάξει στις δικές του εξουσιαστικές διαθέσεις τους άλλους.

Η τοποθέτηση του Gerald M.Platt εντάσσεται στις ψυχολογικές αναλύσεις του φασισμού από μια άλλη, ανεξάρτητη σε σχέση με τη Σχολή της Φρανκφούρτης, πλευρά.

Δεν ερμηνεύει το φασισμό ως απλώς ένα φαινόμενο που αντανακλά τις διαθέσεις της «κατώτερης μεσαίας τάξης» αλλά τον τοποθετεί στο πεδίο της «κρίσης ταυτότητας».

Υπό την έννοια αυτή βρίσκεται πιο κοντά στις απόψεις της Arendt.

Το μοντέλο αυτό είναι ένα πλαίσιο μέσα από το οποίο ορίζονται οι ορίζουσες του ναζισμού ως νέας ιδεολογικής δύναμης που όχι μόνο προσδίδει στους οπαδούς του μια νέα αίσθηση του νοήματος του κόσμου που τους περιβάλλει, αλλά, κι αυτό είναι το επικίνδυνο, δημιουργεί κι επιβάλλει μια αυταπάτη : την αυταπάτη του ανήκειν στο «ίδιο» κίνημα.

Σε μια άλλη δηλαδή εκδοχή του «εμείς» και του «αυτοί» με καθέτως προσδιορισμένες διαχωριστικές γραμμές που οριοθετούν και δημιουργούν την αίσθηση της κοινής ταυτότητας.

Τότε αυτή η ταυτότητα περιελάμβανε το φυλετικό στοιχείο ως προσδιοριστικό και πρωταρχικό.

Σήμερα αυτή η ταυτότητα εστιάζεται στο πολιτισμικό στοιχείο.

Η ουσία όμως της επικίνδυνης και ολοκληρωτικής ομογενοποίησης του κοινωνικού είναι ίδια και απαράλλακτη.

«Η απώλεια των οικείων κοινωνικών νορμών και η τοποθέτηση κάποιου εντός αυτών είναι εν δυνάμει χαοτική. Άνθρωποι που δεν μπορούν να διατηρήσουν μια βιογραφικά κεκτημένη αίσθηση προσωπικής ταυτότητας, συνέχειας, αισθημάτων αξιοσύνης, αυτοεκτίμησης, του ανήκειν σε μια κοινότητα, και άλλων πολλών, εύκολα κυριεύονται από συναισθηματικές εμπειρίες. Όταν αυτές οι συνθήκες διαχέονται ευρέως η κοινωνία υποφέρει από κρίση κατασκευής νοήματος».

Το πρόσωπο που ξεπροβάλλει μέσα από αυτή την κρίση και που μπορεί να συνθέσει σ’ ένα νέο ιδεολογικό πλαίσιο την ερμηνεία της αίσθησης της κρίσης και τον σχεδιασμό των μελλοντικών ανατάσεων, έχει τη δυνατότητα, ελλείψει σημαντικών αντιστάσεων, να ελέγξει τεράστια σύνολα ανθρώπων που αναζητούν ταυτότητα και αίσθηση του ανήκειν.

Ο Ναζισμός, ο Φασισμός και ο Σταλινισμός έπαιξαν επάξια, σε βάρος όμως της έννοιας της ανθρωπότητας, αυτό το παιχνίδι.

Αυτή η κρίση νοήματος συνυφαίνεται με την ανάγκη που νοιώθουν στη φάση αυτή τα άτομα να τύχουν αναγνώρισης, μιας αναγνώρισης που θα τους κάνει εύπιστους απέναντι στον ολοκληρωτικό ηγέτη γιατί αυτός θα προέρχεται απ΄αυτά, θα μιλάει όπως αυτά και θα απαιτεί προσήλωση και σεβασμό που θα καταλήξει στον ολοκληρωτικό τρόμο. Ο I.Berlin είχε δίκιο να τονίζει 30 χρόνια μετά την έναρξη του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου πού μπορούσε να οδηγήσει μια τέτοια αντίληψη : στην άρνηση κάθε μορφής ελευθερίας, είτε θετικής είτε αρνητικής..




Ο Ν.Πουλαντζάς θεωρεί ότι το βιβλίο της Αrendt «ήταν μια από της βίβλους της αγγλοσαξονικής και της γερμανικής δημοκρατίας στη διάρκεια των ετών του «ψυχρού πολέμου».
Η κύρια ιδεολογικοπολιτική γραμμή του βιβλίου είναι γνωστή : κομμουνισμός = φασισμός, Στάλιν = Χίτλερ, οι «μη φυσιολογικοί , κομμουνιστές – φασίστες, μοιάζουν και ζήτω η αστική δημοκρατία, εδώ είναι πραγματικά η ουσία της υπόθεσης».
Η Αrendt, σύμφωνα με τον Πουλαντζά, εξαφανίζει από το λεξιλόγιό της τις κοινωνικές τάξεις και την αναμεταξύ τους πάλη και επικεντρώνει την ανάλυσή της γύρω από το δίπολο «δημοκρατία-συγκεντρωτικό κράτος».
Είναι αλήθεια πως η Arendt εντάσσεται σε ένα γενικώς και αορίστως αριστερό, κατά την άποψή μου, διανοητικό πόλο που έχει κύριο άξονα της σκέψης του την αντίθεση δημοκρατίας-τυραννίας και που «νοσταλγεί» την αρχαία ελληνική «πόλη» καταδικάζοντας παράλληλα τη σύγχρονη ολοκληρωτική τυραννία και βλέποντας μορφές αναβίωσης των πολιτικών σχέσεων της αρχαίας «πόλης» στα εργατικά συμβούλια που δημιουργήθηκαν στα πλαίσια της εξέγερσης της Ουγγαρίας το 1956 ενάντια στη Σοβιετική εισβολή.
Αυτό το γεγονός ο Πουλαντζάς το θεωρεί αξιοσημείωτο γιατί συμβαδίζει με την φιλελεύθερη και όχι με την συντηρητική τάση των πολιτικών θεωρητικών της ψυχροπολεμικής εποχής.
Οι παρατηρήσεις για το έργο της Arendt που σημειώνει ο Πουλαντζάς είναι οι εξής :
«τόσο ο φασισμός όσο και οι άλλες μορφές αστικού κράτος είναι, όλες, μορφές του κ α π ι τ α λ ι σ τ ι κ ο ύ κ ρ ά τ ο υ ς.
Πράγμα, ωστόσο που δε σημαίνει επίσης, πως δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα σε αυτές τις μορφές, ή πως υπάρχει μια απλή γραμμική συνέχεια μεταξύ τους.
Αλλά η τοποθέτηση, ακριβώς, των σχέσεων και διαφορών και η ερμηνεία τους, είναι κάτι που δεν επιτυγχάνει η Η.Arendt.
Toύτου λεχθέντος, δεν υπάρχει αμφιβολία πως όταν αφοσιώνεται σε συγκεκριμένες αναλύσεις για το φασισμό, βρίσκουμε συχνά στη δουλειά της Arendt εξαιρετικά ενδιαφέρουσες πληροφορίες και περιγραφές, οι οποίες και ξεχωρίζουν, εξάλλου, από τους παραλογισμούς των επιγόνων της : του Kornhauser, πχ. Αλλά το ζήτημα δεν είναι εκεί».
Το ζήτημα είναι πώς ο φασισμός βρήκε μαζική λαϊκή απήχηση.
Ο φασισμός είναι ένα καθεστώς ανάγκης για τη σωτηρία του καπιταλισμού που, σύμφωνα με τον Πουλαντζά, διαφέρει από τις υπόλοιπες μορφές παρομοίου καθεστώτος (βοναπαρτισμός, στρατιωτικές δικτατορίες).
Η ειδοποιός διαφορά συνίσταται ακριβώς στο ότι έχει λαϊκή απήχηση.
Ποια ήταν η φύση και η έκταση του φαινομένου αυτού και ποιες ήταν οι αιτίες που το προκάλεσαν είναι τα δυο βασικά ερωτήματά του.
Πρώτα απ’ όλα, θα πρέπει να τεθεί το ερώτημα σχετικά με το ποιες ήταν εκείνες οι τάξεις που στήριξαν και σε ποιο βαθμό τα φασιστικά καθεστώτα.
Σε σχέση με τη θεωρία περί ολοκληρωτισμού που μιλάει για μια κοινωνία χωρίς τάξεις αποτελούμενης από άτομα-μάζες αντιπαραθέτει την ταξική ανάλυση.
Συμπεραίνει ότι η εργατική τάξη ήταν εκείνη που δέχτηκε τις λιγότερες επιδράσεις από το φασισμό και που, παρά τη φαινομενική έλλειψη ευκρινούς πολιτικής αντίστασης στο καθεστώς, προέβη σε κεκαλυμμένες μορφές αντίστασης (σαμποτάζ, μαζική απουσία, δολιοφθορές, αυθόρμητες απεργίες).
Η αγροτιά υποδιαιρείται και αυτή σε επιμέρους τάξεις με λιγότερο επιδεκτικές στην αφομοίωση του φασιστικού τρόπου σκέψης και δράσης τους αγρεργάτες και τα φτωχά αγροτικά στρώματα.
Μαζική υποστήριξη στον φασισμό παρείχαν τα παλιά και νέα μικροαστικά στρώματα των πόλεων.
Επίσης στο εσωτερικό των μικροαστικών στρωμάτων υπήρξε μαζική υποστήριξη από δυο κοινωνικές κατηγορίες : τους νέους και τις γυναίκες λόγω της κυριαρχίας των θεσμικών μορφών της οικογένειας και του σχολείου καθώς και των ιδεολογικών υποσυστημάτων της εποχής εκείνης στην Ιταλία και στη Γερμανία.
Ο Πουλαντζάς δεν αρκείται στην κοινωνικό-ταξική ανάλυση.
Κρίνει και ιστορικά το ζήτημα περιοδολογώντας τον φασισμό σε διαδικασία εκφασισμού και σε εγκατεστημένο φασισμό.
Στην πρώτη περίπτωση υπάρχει έντονο το φαινόμενο της μαζικής λαϊκής υποστήριξης του φασισμού ενώ στη δεύτερη μια «εξελικτική διαδικασία απομάκρυνσης».
Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχουν συγκυρίες κατά τις οποίες σημειώνονται ανοδικές ή καθοδικές τάσεις στη υποστήριξη των καθεστώτων.
Επίσης εξετάζονται οι διάφοροι βαθμοί απήχησης του φασισμού: από την ενεργητική και χωρίς όρους προσχώρηση ως την περιστασιακή υποταγή και παθητική υποστήριξη και, τελικά, στην αναγκαστική ουδετεροποίηση λόγω της έντασης της καταπιεστικής πολιτικής.
Οι καταστάσεις αυτές είχαν την αντανάκλασή τους στο εσωτερικό των ηγετικών φασιστικών κύκλων προκαλώντας αντιθέσεις που, με τη βοήθεια λαθεμένων πολιτικο-στρατιωτικών αποφάσεων, οδήγησαν στην επίσπευση της κατάρρευσης.




Οι αιτίες του φαινομένου προσδιορίζονται από τέσσερις συντεταγμένες.
Πρώτον, από την οικονομική πολιτική που ακολουθήθηκε κατά τη διάρκεια της πρώτης περιόδου του εγκατεστημένου φασισμού και συνίστατο στην σχετική και όχι απόλυτη εκμετάλλευση για ορισμένες μερίδες των εργατικών-αγροτικών τάξεων και στην πολιτική του «διαίρει και βασίλευε» που αποδιοργάνωνε την ενιαία έκφραση των λαϊκών τάξεων χρησιμοποιώντας τη μία ενάντια στην άλλη (πχ άνεργοι εναντίον ήδη εργαζομένων) και βοηθούσης της νέας ανάπτυξης της οικονομίας απορρόφησε ένα μεγάλο κομμάτι της ανεργίας.
Η οικονομική αυτή ανάπτυξη είχε δύο αιτίες : τη μετάβαση από τον ανταγωνιστικό και φιλελεύθερο καπιταλισμό στο μονοπωλιακό καπιταλισμό και την ενίσχυση των πολεμικών προετοιμασιών που ευνοούσαν τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και την αύξηση της απασχόλησης.
Δεύτερη αιτία υπήρξε η επιτυχής εκμετάλλευση του «εθνικού ζητήματος» που ετίθετο διαφορετικά απ’ ότι στις συγκροτημένες ήδη από αιώνες σε έθνη-κράτη δυτικές εθνικές κοινωνίες.
Η Ιταλία και η Γερμανία είχαν καθυστερήσει όχι μόνο στην εκβιομηχάνισή τους αλλά και στην εθνική τους ολοκλήρωση.
Οι Χίτλερ και Μουσολίνι άδραξαν την ευκαιρία και έπαιξαν καλά το εθνικιστικό χαρτί με το οποίο κέρδισαν τις λαϊκές τάξεις της υπαίθρου και τις μικροαστικές της πόλης.
Η παρουσίαση του ζητήματος της συμφωνίας των Βερσαλλιών με τέτοιο τρόπο ώστε να εμφανιστούν οι δύο χώρες ως «προλεταριακά έθνη» που μάχονται την ιμπεριαλιστική τάση της Αγγλίας, της Γαλλίας και των ΗΠΑ ήταν τέτοια που ενέταξε στις τάξεις του φασισμού μερίδες της αντιιμπεριαλιστικής αριστεράς.
Τρίτη αιτία ήταν ότι «μπόρεσε να ξαναπάρει στον ιδεολογικό του λόγο, διαστρέφοντάς τις, μια σειρά από βαθιές λαϊκές επιθυμίες, συχνά ειδικές σε κάθε μια από τις αναφερόμενες τάξεις, τμήματα τάξεων και κοινωνικές κατηγορίες».
Η μελέτη του Πουλαντζά εντοπίζει τις συνθήκες έντονης ταξικής πάλης και στο εσωτερικό των φασιστικών μηχανισμών ως εκφράσεις της διαφοροποίησης της φασιστικής ιδεολογίας.
Κατά κάποιο τρόπο συμφωνεί σε ορισμένα σημεία με τις αντίστοιχες της Αrendt όσον αφορά τις διαμάχες ανάμεσα στις διάφορες φασιστικές οργανώσεις και στις σχέσεις τους με τον κρατικό μηχανισμό, με τη μόνη διαφορά ότι εκεί που ο Πουλαντζάς βλέπει ταξική πάλη η Arendt βλέπει απλώς την κατάρρευση της έννοιας της εξουσίας και την αντικατάστασή της από το αντίθετό της, δηλαδή τη βία.
Ο Πουλαντζάς αντίθετα τονίζει το διφορούμενο της λαϊκής απήχησης που εκφράζει το δίπολο υποταγή-αντίσταση.
Τέλος, η τέταρτη αιτία που εξηγεί τη λαϊκή απήχηση του φασισμού είναι η πολιτική της Γ΄ Κομμουνιστικής Διεθνούς και των κομμάτων της στην Ιταλία και στη Γερμανία που δεν κατάλαβαν τίποτα από το φασιστικό φαινόμενο αφήνοντας στην τύχη του το εργατικό-λαϊκό κίνημα μη διεξάγοντας αποτελεσματική ιδεολογικο-πολιτική μάχη ενάντια στο φασισμό.



ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΣΑΚΙΡΗΣ

Sunday, May 12, 2019

Ο ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ «ΑΓΩΝ» ΤΟΥ ΝΑΖΙΣΜΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΔΟΛΦΟΥ ΧΙΤΛΕΡ (του Θανάση Τσακίρη)

Ο ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ «ΑΓΩΝ» ΤΟΥ ΝΑΖΙΣΜΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΔΟΛΦΟΥ ΧΙΤΛΕΡ
του Θανάση Τσακίρη

Ας ξεκινήσουμε από το πρόγραμμα του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας (NSDAP) που ψηφίστηκε την 25η Φεβρουαρίου του έτους 1920 , δηλ. δύο μόλις χρόνια από τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου που ήταν ο φονικότερος μέχρι τότε πόλεμος στην ιστορία του ανθρωπίνου γένους. Κάτω από τις σημαίες των εθνικών κρατικών στρατών συμμετείχε η νεολαία της εποχής με σκοπό την υπεράσπιση του έθνους, κάτι που στην προνεωτερική εποχή το έκαναν ακόμη στρατοί που αποτελούνταν από μισθοφόρους ως επί το πλείστον. Το πρόγραμμα είναι εκείνο το κείμενο – συλλογικά ή ατομικά γραμμένο – που εκφράζει πεντακάθαρα τη σκέψη του Χίτλερ και των οπαδών του. Προβαίνει σε εξαιρετικά κάθετες διχοτομήσεις μανιχαϊστικού τύπου. Κορωνίδα στο πρόγραμμα του NSDAP τίθεται «το αίτημα της αυτοδιάθεσης των λαών». Η αυτοδιάθεση όμως του Γερμανικού λαού όπως τίθεται δεν έχει καμία σχέση με τα αιτήματα της πρώτης νικηφόρας αστικής επανάστασης στην ιστορία : της Γαλλικής. Ο Χίτλερ και οι ναζί ζητούν «τη συνένωση όλων των Γερμανών σε μια μεγάλη Γερμανία» . Επειδή η «μεγάλη Γερμανία» δεν προβλεπόταν να ήταν και τόσο μεγάλη ώστε να μπορεί να θρέψει όλους τους πληθυσμούς, δεδομένων δε και των καταστροφών που ο πόλεμος επέφερε στην οικονομία της χώρας, το αίτημα των ναζί ήταν «η δια του αποικισμού απασχόληση του πλεονάζοντος μέρους του πληθυσμού» . Η πρώτη εικόνα που αρχίζει να σκιαγραφείται για τους άλλους είναι ευδιάκριτη : πρόκειται για όσους δεν ανήκουν στο Γερμανικό Λαό.
Η δεύτερη σκιαγράφηση είναι μεν κάπως ασαφής αλλά είναι η αρχή των προβλημάτων που θα προκύψουν στην ιστορική πορεία: κάποιοι πλεονάζουν. Η λύση είναι ο αποικισμός, δηλαδή η κατάληψη του «ζωτικού» για τη Γερμανία χώρου της Ανατολικής Ευρώπης. Ποιοι θα υποχρεώνονταν να φύγουν ή να εξολοθρευτούν φάνηκε δύο δεκαετίες αργότερα. Από αυτό το σημείο και πέρα εικονίζεται με μεγαλύτερη ευκρίνεια ο «άλλος»: είναι όσοι δεν έχουν γερμανικό αίμα και πρέπει να ζουν ως ξένοι και να υπακούουν σε ειδική νομοθεσία «όμοια με την νομοθεσία για τους ξένους υπηκόους» και οι οποίοι κατά συνέπεια δεν μπορούν να μετέχουν στη διακυβέρνηση και στη νομοθεσία του κράτους. Η ιστορία γυρίζει πολλές σελίδες πίσω. Το μεγάλο επίτευγμα της Γαλλικής επανάστασης του 1789, η απόκτηση του δικαιώματος του πολίτη στη βάση της γέννησης σ’ ένα τόπο και της ένταξης σε ένα έθνος δεν ισχύει πια. Στη Γερμανία που διακηρύσσει την επιστροφή στο «αίμα» και στη «γη» ως κριτήριο τίθεται το jus sanguinis. Όμως η κατηγοριοποίηση δεν έχει τελειωμό. Καταδικάζεται ένα κοινοβουλευτικό σύστημα γιατί δεν λογαριάζει τους χαρακτήρες και τις ιδιοφυΐες ενώ όλοι οι υπόλοιποι είναι ύποπτοι για διαφθορά. Οι πολίτες πρέπει να εργάζονται και να ζουν και το κράτος πρέπει να τους το εγγυηθεί. Πρόκειται όμως για ένα «κράτος πρόνοιας» ιδιότυπο και ιδιότροπο. Στην περίπτωση που η εγγύηση και η διατροφή δεν αρκούν, «πρέπει εκείνοι που πλεονάζουν απ’ όσους ανήκουν σε ξένα έθνη (οι μη πολίται) να διωχθούν από το Ράιχ». Οι λέξεις αρχίζουν να αποκτούν ένα πιο βίαιο τόνο που αφήνει να εννοηθεί ότι τo ΝSDAP δεν παίζει με τα λόγια αλλά θα κάνει πράξη το πρόγραμμά του. Μπαίνει τέλος στις μεταναστεύσεις ξένων εργατών στη Γερμανία και όσοι μπήκαν μέχρι την ημερομηνία έναρξης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (2.8.1914) έπρεπε να «υποχρεωθούν να εγκαταλείψουν αμέσως το Ράιχ» θεωρούμενοι γενικώς ως ύποπτοι κατασκοπείας . Η συνέπεια όλων συνίσταται στο ότι το 9ο άρθρο που είναι φαινομενικά επηρεασμένο από την ιδρυτική διακήρυξη της Γαλλικής Επανάστασης να αφορά μόνο τους εξ αίματος προσδιορισμένους Γερμανούς πολίτες και να απέχει έτη φωτός από τη σύγχρονη έννοια του δικαίου. Από τη στιγμή δε που το καθήκον – και μάλιστα το πρωτεύον – του κάθε πολίτη «είναι να εργάζεται πνευματικά ή σωματικά και η δράση του «να ασκείται στο πλαίσιο του συνόλου και προς όφελος όλων» δεν αφήνεται κανένα περιθώριο για όσους αρνούνται την έννοια της εργασίας και για όσους θέλουν να εκδηλώσουν την ατομικότητά τους διαφορετικά απ’ ότι επιτάσσει η βούληση του «συνόλου». Ποιος προσδιορίζει τη βούληση του «συνόλου» ; Προς το παρόν το ζήτημα αφήνεται ανοικτό για να το λύσει αργότερα ο «φύρερ» που θα προκύψει από τις εκλογές του 1933 : δηλαδή ο Αδόλφος Χίτλερ. Συνέπεια της παραπάνω θέσης είναι η μη αναγνώριση και «η κατάργηση όλων των εισοδημάτων, που δεν προέρχονται από την εργασία» , η «δίκαια κατάσχεση όλων των πολεμικών κερδών» , η κρατικοποίηση των τραστ και η συμμετοχή (τίνος δεν διευκρινίζει το πρόγραμμα : των εργατών, των στελεχών του Κόμματος στα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων) και η «δημιουργία μιας υγιούς μεσαίας τάξεως» που θα προκύψει από την «άμεση κοινοτικοποίηση των μεγάλων καταστημάτων, που θα πρέπει να νοικιασθούν με χαμηλές τιμές στους μικροεπαγγελματίες» . Η αγροτική μεταρρύθμιση επιτυγχάνεται με την «απαλλοτρίωση του εδάφους χωρίς είναι φανερό ότι «αποικισμός» και «αποζημίωση χάριν του γενικού συμφέροντος» «απαλλοτρίωση» του εδάφους πάνε μαζί : ο «άλλος», δηλαδή ο Σλάβος αγρότης που καλλιεργεί τα εύφορα χωράφια της ανατολικά της Γερμανίας Ευρώπης δεν έχει το δικαίωμα αποζημίωσης και το κόμμα νομιμοποιεί στη συνείδηση του Γερμανού της «μεσαίας τάξεως» την εξόντωση του Σλάβου αγρότη . Στην εκπαίδευση και στη δημόσια υγεία τίθεται ως στόχος η δημιουργία συνθηκών για την παραγωγή καθαρόαιμων Γερμανών ανώτερης ράτσας που από τα πρώτα τους χρόνια στο σχολείο θα μαθαίνουν την έννοια του κράτους, θα γυμνάζονται και θα αθλούνται υποχρεωτικά για άλλη μια φορά «φωτογραφίζεται» ο «άλλος» : ο αγύμναστος , ο μη αθλητικός άνθρωπος, ο μη υγιής, το «μίασμα» σύμφωνα με τη νεοελληνική ορολογία του εμφυλίου πολέμου. 21 χρόνια αργότερα όταν αρχίζει κι επίσημα ο Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος ο «φύρερ» θα υπογράψει διάταγμα με το οποίο θα εγκλειστούν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης οι πάσχοντες από καρδιακά και πνευμονικά νοσήματα και θα εξοντωθούν. Ζητούν νόμο «κατά του συνειδητού πολιτικού ψεύδους» και «κατά της διαδόσεώς του στον τύπο» , οι εφημερίδες να εκδίδονται από Γερμανούς πολίτες στη Γερμανική γλώσσα και αυτές που προορίζονται για τους ξένους μόνο κατόπιν αδείας και σε ξένη γλώσσα : ο «ξένος» δεν πρέπει να μιλάει τη γλώσσα των καθαρόαιμων Γερμανών Αρίων.
Ο «άλλος» είναι αυτός που ασκεί δήθεν «διαφθείρουσα επίδραση» πάνω στη Γερμανική νεολαία και δεν είναι παρά ο καλλιτέχνης (ως επί το πλείστον Εβραίος ) κι ο λογοτέχνης. Επιζητείται ένας «θετικός χριστιανισμός» ως κρατική θρησκεία που «δεν θα αντιτίθεται στο αίσθημα της ηθικότητος της γερμανικής φυλής» : ο «άλλος» σκιτσάρεται καθαρά για άλλη μια φορά και δεν είναι παρά ο Εβραίος που καλλιεργεί «το ιουδαίο-υλιστικόν πνεύμα μέσα σε μας και έξω από μας». Το τελευταίο άρθρο είναι και το χαρακτηριστικότερο της αντίληψης των ναζιστών: το κράτος εναντίον της κοινωνίας των πολιτών. Να ποιος είναι ο «άλλος»: είναι ο «εχθρός λαός». Και για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία επί τούτου οι ναζιστές ζητούν «τη δημιουργία Βουλών Επαγγελματικών που να επαγρυπνούν στη εφαρμογή των γενικών νόμων του Ράιχ» . Μέσα στο στενό αυτό πλαίσιο επιδιώκεται να ενσωματωθούν όλες οι επαγγελματικές ομάδες και εκεί να γίνεται η «διαπραγμάτευση» μακριά «από του πλήθους τη βουή».
Το 1925 ο Αδόλφος Χίτλερ τελειώνει το περίφημο «σύγγραμμα» του με τίτλο «Ο Αγών μου» στο οποίο καταγράφει με τρόπο συχνά γλαφυρό και παραστατικό τις βασικές του απόψεις και εκθέτει τους άξονες της ρατσιστικής πολιτικής φιλοσοφίας. Στο κεφάλαιο «Λαός και Ράτσα» είναι που εκθέτει τη βασική του αντίληψη για την ουσία του ανθρώπου και της κοινωνικής συγκρότησης. Για το Χίτλερ όλα τα όντα στη γη τα διέπει μια βασική αρχή : «όλα υπόκεινται σ’ έναν βασικό κανόνα σχεδόν απαραβίαστο που τους επιβάλλει η στενά καθορισμένη ανάγκη της αναπαραγωγής και του πολλαπλασιασμού κάθε ζώο δεν ζευγαρώνει παρά με το θηλυκό του ίδιου είδους». Η δυαδική αυτή λογική θα επεκταθεί παντού σε όλους τους τομείς της επιστήμης και της κοινωνίας. Εκτός από το άσπρο και το μαύρο δεν υπάρχουν ενδιάμεσα χρώματα. Εκτός από το μηδέν και το ένα δεν υπάρχουν ενδιάμεσα νούμερα , εξ ου και το σύνολο των «φυσικών αριθμών». Κάθε άλλο είναι μπάσταρδο, ανάμικτο, απροσδιόριστο, σάπιο. «Κάθε διασταύρωση δύο όντων διαφορετικής αξίας δίνει σαν καρπό ένα κατασκεύασμα κατώτερο της αξίας των γονηών». Η φύση στην πορεία της προς την τελείωση απορρίπτει αυτό το τεχνητό κατασκεύασμα που ζητάει την ένωση με την ανώτερη ράτσα αλλά δεν μπορεί και πρέπει να εμποδιστεί ώστε να πάρει τη θέση που του ανήκει, δηλαδή κοντά στα κατώτερα όντα. Ο νόμος της φύσης ευνοεί έτσι τους δυνατούς που πρέπει να κυριαρχούν. Οι αδύνατοι πρέπει να παραμεριστούν , και στην πράξη να εξοντωθούν στα κρεματόρια , για να λειτουργήσει στην εντέλειά του ο νόμος της φύσης έστω και με τη βοήθεια του μακριού χεριού της (παρά)κρατικής εξουσίας . Εξ άλλου λίγο παρακάτω γίνεται ακόμη πιο σαφής η μέθοδός του : «ο αγώνας είναι πάντα το μέσον για ν’ αναπτυχθεί η υγεία και η δύναμη αντίστασης του είδους και συνεπακόλουθα, οι συνθήκες που θα του επιτρέπουν την ρατσιστική πρόοδο. Η «ευγονική» σε όλο της το μεγαλείο, ο «επιστημονικός ρατσισμός» χωρίς αναισθητικό. Η «ρατσιστική πρόοδος» είναι το αποτέλεσμα της σοφής πρόβλεψης της φύσης : «δεν επιτρέπει αναπαραγωγή παρά στα διαλεχτά πλάσματα».
Κάντε μια στάση, λέει ο Αδόλφος, σ’ αυτή την απέραντη αμερικανική ήπειρο. Τι θα δείτε ; Οι ψεύτικοι Άρειοι έχουν αναμιχθεί με κατώτερες φυλές με αποτέλεσμα ο ίδιος ο «εκπολιτιστής λαός» να έχει εκφυλιστεί σε ένα συνονθύλευμα μεσαίων και κατώτερων φυλών : μιγάδες, ινδο-ισπανοί, ινδο-πορτογάλοι κλπ. Οι πραγματικοί άρειοι, οι original στη Βόρεια Αμερική κατέκτησαν την Άγρια Δύση χωρίς ούτε μια σταγόνα καθαρό αίμα να αναμειχθεί με σταγόνα κατωτέρων φυλών. Η Ku Klux Klan πρέπει να του ήταν οικεία. Προσοχή, όμως ! Ο κίνδυνος ελλοχεύει. Οι κατώτερες φυλές είναι πανταχού παρούσες : τα πολιτιστικά τους υποπροϊόντα μπορούν να μολύνουν τη σκέψη και η σκέψη να γίνει πράξη (στον καιρό του Αδόλφου ήταν το Χόλυγουντ των Εβραίων, η νέγρικη jazz, το swing). Ο Αιώνιος Δημιουργός όμως και θέλει και μπορεί : τον αμαρτωλό θα τον τιμωρήσει και την κοινωνία θα εξαγνίσει. Τα θύματα της λογικής αυτής ζουν ακόμη ανάμεσά μας – όσα τέλος πάντων επέζησαν. Η φύση είναι το κινούν αίτιο της ιστορίας και αν ο άνθρωπος επαναστατήσει ενάντιά της σκάβει τον ίδιο του το λάκκο. Αφού ο πόλεμος ανώτερων και κατώτερων ρατσών είναι νόμος της φύσης, τι θέλουν αυτοί οι, αφελείς το λιγότερο, ειρηνιστές και φωνασκούν άνευ νοήματος και αιτίας ; Πρόκειται για εφεύρημα των κατώτερων φυλών, λέει ο Αδόλφος, που προσπαθούν να παγώσουν, αν είναι δυνατόν, το φυσικό ρολόι της ιστορίας. Είναι τόσο αφύσικη η θεωρία αυτή που καταντάει ανόητη, γελοία και, πάνω απ’ όλα, αναποτελεσματική.
Ποιοι είναι αυτοί τώρα και με ποια προσόντα θα επιβάλλουν τις απόψεις τους στους ανώτερούς τους. Αν είναι δυνατόν ! Είναι εκ φύσεως αδύνατον να νικήσουν, όσο πολλοί κι αν είναι. Γι’ αυτό τους πρέπει βαριά κι απάνθρωπη τιμωρία. Κούνια που σε κούναγε Αδόλφε μου ! «Ορισμένες ιδέες είναι δεμένες με την ύπαρξη ορισμένων ατόμων». Ο Αδόλφος παριστάνει τον τιμητή των ειρηνιστών καταφεύγοντας σε σοφιστείες του στυλ «πραγματικά η ειρηνιστική ιδέα κι ο ανθρωπισμός είναι ίσως μια υπέροχη θεωρία κι ο ανθρωπισμός είναι ίσως μια υπέροχη θεωρία όταν θάχει κατακτηθεί ο κόσμος και θάχει υποταχτεί στον ανώτερο άνθρωπο». Καλώς τονε κι ας άργησε ! Ο Αδόλφος ζωγραφίζει το θρόνο του και τη μελλοντική κοινωνία του : Pax Germanica. «Πρώτα απ’ όλα αγώνας», λέει, «και μετά ίσως ο φιλειρηνισμός». Βέβαια, όταν οι πάσης φύσεως «άλλοι» εξαλειφθούν από προσώπου γης η ειρήνη του νεκροταφείου θα έχει επικρατήσει. Η ηθική θεωρία του Αδόλφου θα έχει κυριαρχήσει στα μυαλά των εκλεκτών ρατσών και θα έχει εκλείψει «ο σκοταδισμός και το χάος». Και για νάρθουμε στο «επιστημονικό και μεθοδολογικό ψητό» : ο Αδόλφος κλείνει πονηρά το μάτι σε όλους τους καθαρόαιμους Ευρωπαίους Αρίους. Ξέρετε, τους λέει, ότι εσείς είσαστε οι εκλεκτοί τελικά ; Είστε αυτοί που αναγνώρισαν πεντακάθαρα τους «χαλκέντερους νόμους της φύσης». Και ξέρετε τι κάνατε ; Φτάσατε, αγνοώντας αυτές τις υστερικές κραυγές των αντιπροσώπων των κατωτέρων φυλών περί ισότητας, ειρήνης και τα τοιαύτα, «στην ανώτατη υπαρξιακή στάθμη». Και τώρα που φτάσατε εκεί που φτάσατε, για αναλογιστείτε : κάποιοι άλλοι πριν από σας, σκεφτήκανε για σας. Ανακαλύψανε κάποιους φυσικούς νόμους που σήμερα πια είμαστε σε θέση να τους διατυπώσουμε με πιο ξεκάθαρο τρόπο. Ξεφυλλίστε τις σελίδες του «Πνεύματος των Νόμων» που έγραψε 150, και βάλε, χρόνια πριν ένας άλλος δικός μας, ο Βαρόνος Μοντεσκιέ. Να θα δείτε αυτά που σας λέω εγώ με άλλη μορφή και άλλα λόγια. Εγώ σας λέω ότι το έδαφος ασκεί επίδραση πάνω στις ράτσες, πάνω στους 
ανθρώπους και στις πράξεις τους. Αυτός σας λέει το ίδιο με πιο επιστημονικό τρόπο : «οι νόμοι στη σχέση τους με τη φύση του κλίματος» . Η κεντρική ιδέα του εκ Γαλλίας φίλου μας : «αν αληθεύει ότι ο χαρακτήρας του πνεύματος και τα πάθη της καρδιάς είναι άκρως διαφορετικά στα διάφορα κλίματα, οι νόμοι πρέπει να είναι σχετικοί με τη διαφορά αυτών των παθών και με η διαφορά των χαρακτήρων». Τι σας λέει με λίγα λόγια ο Βαρόνος ; Ότι ο ψυχρός αγέρα που φυσάει στις στέγες των σπιτιών του βορρά φτιάχνει ρωμαλέους ανθρώπους με ισχυρή καρδιά. Ότι, αντίθετα, η ζέστη και η υγρασία των εδαφών του νότου κάνουν τους ανθρώπους νωθρούς και, συνεπώς, δειλούς, ιδιότητα που και λεκτικά δεν απέχει και πολύ από τη λέξη δούλος. Να το κλειδί της ανάλυσης. Συνεχίζουμε ακάθεκτοι έχοντας ως μπούσουλα το κλίμα : «στις ψυχρές οι άνθρωποι έχουν λιγότερη ευαισθησία απέναντι στις απολαύσεις, στις εύκρατες χώρες θα έχουν μεγαλύτερη, ενώ στις θερμές χώρες θα έχουν άκρα ευαισθησία». Η όπερα η Αγγλική διαφέρει από την Ιταλική. Οι άνθρωποι του βορρά ερωτεύονται διαφορετικά από τους Λατίνους εραστές. Κι επειδή ο έρως είναι αυτό το στοιχείο που ενώνει οι Νότιοι έχουν πιο ανεπτυγμένη την αίσθηση του «έρωτα για τον έρωτα» , ενώ οι Βόρειοι … «καλά κρασιά». Ο Νότος είναι, ως εκ τούτου, γεμάτος πάθη, σε αντίθεση με το Βορρά που είναι γεμάτος λογική. Ο Νότος έχει πλήθος εγκλημάτων πάθους ενώ ο Βορράς ξεχειλίζει από αρετή, ειλικρίνεια και παρρησία. Στο Νότο είναι στο μυαλό νωθροί και υπακοή έχουν περισσή. Στο Βορρά η ψυχή σφύζει από ενέργεια και του Βορείου ανθρώπου ο τράχηλος ζυγόν δεν υποφέρει. Ο φίλος μας ο Μοντεσκιέ, κοσμογυρισμένος καθώς ήταν, μάζεψε του κόσμου τις πληροφορίες. Οι Ινδίες, όπως ξέρετε ίσως, είναι μια «γη ποτισμένη με ιδρώτα». Αυτός ο ιδρώτας αντιπροσωπεύει, κατά την άποψή του, όχι μόχθο αλλά δειλία. Οι Ινδοί έχουν σαν θετικό ισοδύναμο τη φαντασία και αυτή η φαντασία είναι που τους κάνει να υποφέρουν ακόμη και το θάνατο. Αυτός είναι και ο λόγος που ζουν εκτός τόπου και χρόνου και που οι Βρετανοί τους έχουν υποδουλώσει. Δεν δίνουν μάχες και επιμένουν να ζουν σε μια κατάσταση νιρβάνα έχοντας αφήσει τους κατακτητές να κερδίζουν σε βάρος τους. Τι τους χρειάζεται για να στρώσουν έτσι που είναι στραβό το … κλίμα ; Νομοθέτης σοφός. Να τι τους χρειάζεται. «Όσο πιο εύκολα συγκινείται κανείς, τόσο πιο πολύ επιβάλλεται να διαπαιδαγωγηθεί κατάλληλα, ώστε να μην υπακούει σε προλήψεις και να οδηγείται από το Λόγο». Τελικά από δω το είχε, από ‘κει το είχε στο ρατσισμό τελικά κατέληξε. Ο «άλλος» του Μοντεσκιέ είναι αυτός ο δειλός, ο προληπτικός, ο νωθρός, ο κουτοπόνηρος και, σε τελευταία ανάλυση, δουλοπρεπής Ασιάτης ή Αφρικανός που εύκολα συγκινείται και εύκολα παρασύρεται. Γι’ αυτό και πρέπει να εκπολιτιστεί δια της βίας, πρέπει να του ελέγξουμε το μυαλό, να του επιβάλλουμε τη δική μας σκέψη, το δικό μας Λόγο. Εμείς οι Ευρωπαίοι, οι ορθολογιστές, οι μυαλωμένοι, που διαθέτουμε το κατάλληλο γεω-κλιματικό περιβάλλον που μας ωθεί στα γράμματα και τις τέχνες, που μας προτρέπει να είμαστε μετριοπαθείς, να ζούμε σε μεσαίου μεγέθους μοναρχίες με καθεστώτα «ελέγχου και ισορροπιών» , που, τέλος πάντων, έχουμε να δείξουμε κι έναν Παρθενώνα. Η επιστήμη να είναι καλά και θα μας βοηθάει να ανακαλύπτουμε το αίτιο και το αιτιατό, τους σιδερένιους νόμους της φύσης και τις μεθόδους τιμωρίας των «άλλων, των παραβατικών, των επαναστατών, των αιρετικών», δηλαδή των «εξ’ από ‘δώ». Τελικά όλα όσα λέμε μπορεί και να μην ισχύουν. Ο Μοντεσκιέ μπορεί όλα αυτά να τα έγραφε όχι γιατί τα πίστευε αλλά για να ωθήσει, με το ιδιότυπο χιούμορ του, τους νομοθέτες στο να σκεφτούν ωριμότερα τα πράγματα και να φτιάξουν καλούς νόμους για το καλό των λαών και των εθνών. Ο Χίτλερ πάλι μπορεί να μην επεδίωκε όσα να του καταλογίζουν και απλώς να προειδοποιούσε για τους κινδύνους που ελλοχεύουν από την αλόγιστη χρήση των πορισμάτων των φυσικών επιστημών στις κοινωνικές επιστήμες. Και τότε ίσως η λεζάντα στην ιστορική εικόνα να έγραφε «τα πρόσωπα και τα γεγονότα που αναφέρονται στην ιστορία αυτή είναι εντελώς φανταστικά και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα». Δεν θα χρειαζόταν ούτε η φιλόσοφος Χάνα Άρεντ να αναρωτιόταν φωναχτά τι γυρεύει «ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ» ούτε ο ηθοποιός Λίαμ Νήσον να κατάρτιζε κάποιες πασίγνωστες «λίστες».H σημερινή κατάσταση, όμως, μας επιβάλλει ένα καθήκον : το αυγό του φιδιού πρέπει να τσακιστεί. Μόνο που θέλει θεωρητική και πολιτική επαγρύπνηση. Η ιστορία, είπε ένας γέρος Γερμανοεβραίος ονόματι Καρλ Μαρξ, επαναλαμβάνεται σαν φάρσα. Μπορεί και να διαψευστεί αρνητικά, μπορεί να διαψευστεί και θετικά. Είναι στο χέρι μας.



Monday, September 02, 2013

Αλληλεγγύη στον Σάββα Μιχαήλ και τον Κωνσταντίνο Μουτζούρη

Η ΘΕΜΙΣ ΕΧΕΙ ΝΕΥΡΑ!
Αλληλεγγύη στον Σάββα Μιχαήλ και τον Κωνσταντίνο Μουτζούρη
 του Στρατή Μπουρνάζου
O Σάββας Μιχαήλ
O ΣΆΒΒΑΣ ΜΙΧΑΉΛ
Την Τρίτη το πρωί δικάζονται στην Ευελπίδων ο Σάββας Μιχαήλ και ο πρώην πρύτανης του ΕΜΠ Κωνσταντίνος Μουζούρης. Κατηγορούνται για «συκοφαντική δυσφήμιση», «διέγερση σε βιαιοπραγίες και αμοιβαία διχόνοια» και «διατάραξη της κοινής ειρήνης». Ο πρώτος για μια ανακοίνωση που εξέδωσε το ΕΕΚ κατά της Χρυσής Αυγής. Ο δεύτερος, επειδή στον χώρο του Πολυτεχνείου «στεγαζόταν» ψηφιακά το Indymedia, στο οποίο φιλοξενήθηκαν καταγγελίες εναντίον των νεοναζί.
Δεν είναι μόνο η αυτονόητη αλληλεγγύη σε έναν διαλεχτό σύντροφο και διανοούμενο, και σε έναν διακεκριμένο πανεπιστημιακό που διώκονται άδικα, η οποία υπαγορεύει τη συμπαράστασή μας. Στην περίπτωση της δίκης αυτής έχουμε, επιπλέον, δύο κρίσιμα στοιχεία.
Το πρώτο είναι ότι πρόκειται για μια σαφέστατη φρονηματική δίωξη, που πλήττει ευθέως την ελευθερία του λόγου. Με αυτή την ολισθηρή λογική, δεκάδες, εκατοντάδες, χιλιάδες προκηρύξεις, ποστ, αφίσες, άρθρα (ακόμα και στα πιο mainstream έντυπα), κάθε μέρα, μπορεί να θεωρηθεί ότι «διεγείρουν» τους πολίτες σε «αμοιβαία διχόνοια» ή «βιαιοπραγίες». (Και ας μη σχολιάσουμε την εμφανή μεροληψία: ανακοινώσεις, αφίσες, δημοσιεύματα των νεοναζί, που στάζουν αίμα και βία από όπου κι αν τ’ αγγίξεις, δεν θεωρήθηκαν ουδέποτε «διεγερτικά» για τέτοια αδικήματα, αλλά μάλλον «τονωτικά» του εθνικού φρονήματος…).
Το δεύτερο, και εξίσου σημαντικό, είναι ότι ο Σ. Μιχαήλ και ο Κ.Μουτζούρης οδηγούνται στο εδώλιο έπειτα από μήνυση Χρυσαυγιτών όπως ο Η. Παναγιώταρος και η Θ. Σκορδέλη (Θέμις και αυτή…). Τον Μάη του 2009, οι Χρυσαυγίτες (έπειτα από σύσκεψη φορέων στα γραφεία της ΟΛΜΕ για την αντιμετώπιση των ρατσιστικών εφόδων των νεοναζί στον Άγιο Παντελεήμονα) υπέβαλαν μήνυση εναντίον του ΚΚΕ, του ΣΥΡΙΖΑ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, του ΕΕΚ, της ΟΛΜΕ, μεταναστευτικών κοινοτήτων και αρκετών άλλων. Οι δικαστικές αρχές, αντί να βάλουν κατευθείαν την υπόθεση στο αρχείο, την παρέπεμψαν στο ακροατήριο, επιλέγοντας τους δύο παραπάνω ως κατηγορούμενους.
Πολλά είναι τα ερωτήματα. Ας πούμε, με ποια κριτήρια επιλέχθηκαν οι δύο (στην περίπτωση του Σ. Μιχαήλ, η υποψία ότι έπαιξε ρόλο η εβραϊκή καταγωγή του είναι ανατριχιαστική). Και, το κυριότερο: η παραπομπή αποτελεί ένα ακόμα δείγμα (μετά τις αλλεπάλληλες αναβολές της δίκης Σκορδέλη ή την αθώωση Κασιδιάρη) ότι η Χρυσή Αυγή διεισδύει στη δικαιοσύνη. Πρέπει να κάνουμε το παν ώστε οι νεοναζιστές (που έχουν εμπεδώσει την παρουσία τους στα σώματα ασφαλείας) να μην αποκτήσουν σταθερά ερείσματα και αλλού. Η δικαιοσύνη είναι ένας κομβικός τομέας, καθώς ναζισμός και δίκαιο είναι (και πρέπει να παραμείνουν) έννοιες ασύμβατες. Είναι γνωστό –και δυσάρεστο βέβαια– ότι στο δικαστικό σώμα κυριαρχούν συχνά συντηρητικές, εθνικιστικές, ενίοτε και ακροδεξιές απόψεις· το να επικρατήσουν όμως ναζιστικές και χρυσαυγίτικες αποτελεί ποιοτική, και ολέθρια τομή.

Monday, August 19, 2013

Tsakthan Daily, 20/8/2013 - Η απάντηση του Νίκου Πουλαντζά στη θεωρία περί ολοκληρωτισμού και η εκτίμηση του για το φασιστικό φαινόμενο

Tsakthan Daily, 20/8/2013



Η απάντηση του Νίκου Πουλαντζά στη θεωρία περί ολοκληρωτισμού και η εκτίμηση του για το φασιστικό φαινόμενο

          

Ο Ν.Πουλαντζάς αρνείται το ότι η H.Arendt είχε σκοπό να ερευνήσει το φαινόμενο του ολοκληρωτισμού από μια μαρξιστική σκοπιά – πόσο μάλλον από μια γενικά αριστερή σκοπιά. Θεωρεί ότι το βιβλίο της Αrendt «ήταν μια από της βίβλους της αγγλοσαξονικής και της γερμανικής δημοκρατίας στη διάρκεια των ετών του «ψυχρού πολέμου». Η κύρια ιδεολογικοπολιτική γραμμή του βιβλίου είναι γνωστή : κομμουνισμός = φασισμός, Στάλιν = Χίτλερ, οι «μη φυσιολογικοί , κομμουνιστές – φασίστες, μοιάζουν και ζήτω η αστική δημοκρατία, εδώ είναι πραγματικά η ουσία της υπόθεσης». Η Αrendt, σύμφωνα με τον Πουλαντζά, εξαφανίζει από το λεξιλόγιό της τις κοινωνικές τάξεις και την αναμεταξύ τους πάλη και επικεντρώνει την ανάλυσή της γύρω από το δίπολο «δημοκρατία-συγκεντρωτικό κράτος». Είναι αλήθεια πως η Arendt εντάσσεται σε ένα γενικώς και αορίστως αριστερό, κατά την άποψή μου, διανοητικό πόλο που έχει κύριο άξονα της σκέψης του την αντίθεση δημοκρατίας-τυραννίας και που «νοσταλγεί» την αρχαία ελληνική «πόλη» καταδικάζοντας παράλληλα τη σύγχρονη ολοκληρωτική τυραννία και βλέποντας μορφές αναβίωσης των πολιτικών σχέσεων της αρχαίας «πόλης» στα εργατικά συμβούλια που δημιουργήθηκαν στα πλαίσια της εξέγερσης της Ουγγαρίας το 1956 ενάντια στη Σοβιετική εισβολή. Αυτό το γεγονός ο Πουλαντζάς το θεωρεί αξιοσημείωτο γιατί συμβαδίζει με την φιλελεύθερη και όχι με την συντηρητική τάση των πολιτικών θεωρητικών της ψυχροπολεμικής εποχής. Οι παρατηρήσεις για το έργο της Arendt που σημειώνει ο Πουλαντζάς είναι οι εξής : «τόσο ο φασισμός όσο και οι άλλες μορφές αστικού κράτος είναι, όλες, μορφές του κ α π ι τ α λ ι σ τ ι κ ο ύ  κ ρ ά τ ο υ ς. Πράγμα, ωστόσο που δε σημαίνει επίσης, πως δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα σε αυτές τις μορφές, ή πως υπάρχει μια απλή γραμμική συνέχεια μεταξύ τους. Αλλά η τοποθέτηση, ακριβώς, των σχέσεων και διαφορών και η ερμηνεία τους, είναι κάτι που δεν επιτυγχάνει η Η.Arendt. Toύτου λεχθέντος, δεν υπάρχει αμφιβολία πως όταν αφοσιώνεται σε συγκεκριμένες αναλύσεις για το φασισμό, βρίσκουμε συχνά στη H.Arendt εξαιρετικά ενδιαφέρουσες πληροφορίες και περιγραφές, οι οποίες και ξεχωρίζουν, εξάλλου, από τους παραλογισμούς των επιγόνων της : του Kornhauser, πχ. Αλλά το ζήτημα δεν είναι εκεί».


Το ζήτημα είναι πώς ο φασισμός βρήκε μαζική λαϊκή απήχηση. Ο φασισμός είναι ένα καθεστώς ανάγκης για τη σωτηρία του καπιταλισμού που, σύμφωνα με τον Πουλαντζά, διαφέρει από τις υπόλοιπες μορφές παρομοίου καθεστώτος (βοναπαρτισμός, στρατιωτικές δικτατορίες). Η ειδοποιός διαφορά συνίσταται ακριβώς στο ότι έχει λαϊκή απήχηση. Ποια ήταν η φύση και η έκταση του φαινομένου αυτού και ποιες ήταν οι αιτίες που το προκάλεσαν είναι τα δυο βασικά ερωτήματά του. Πρώτα απ’ όλα, θα πρέπει να τεθεί το ερώτημα σχετικά με το ποιες ήταν εκείνες οι τάξεις που στήριξαν και σε ποιο βαθμό τα φασιστικά καθεστώτα. Σε σχέση με τη θεωρία περί ολοκληρωτισμού που μιλάει για μια κοινωνία χωρίς τάξεις αποτελούμενης από άτομα-μάζες αντιπαραθέτει την ταξική ανάλυση. Συμπεραίνει ότι η εργατική τάξη ήταν εκείνη που δέχτηκε τις λιγότερες επιδράσεις από το φασισμό και που, παρά τη φαινομενική έλλειψη ευκρινούς πολιτικής αντίστασης στο καθεστώς, προέβη σε κεκαλυμμένες μορφές αντίστασης (σαμποτάζ, μαζική απουσία, δολιοφθορές, αυθόρμητες απεργίες). Η αγροτιά υποδιαιρείται και αυτή σε επιμέρους τάξεις με λιγότερο επιδεκτικές στην αφομοίωση του φασιστικού τρόπου σκέψης και δράσης τους αγρεργάτες και τα φτωχά αγροτικά στρώματα. Μαζική υποστήριξη στον φασισμό παρείχαν τα παλιά και νέα μικροαστικά στρώματα των πόλεων. Επίσης στο εσωτερικό των μικροαστικών στρωμάτων υπήρξε μαζική υποστήριξη από δυο κοινωνικές κατηγορίες : τους νέους και τις γυναίκες λόγω της κυριαρχίας των θεσμικών μορφών της οικογένειας και του σχολείου καθώς και των ιδεολογικών υποσυστημάτων της εποχής εκείνης στην Ιταλία και στη Γερμανία. Ο Πουλαντζάς δεν αρκείται στην κοινωνικό-ταξική ανάλυση. Κρίνει και ιστορικά το ζήτημα περιοδολογώντας τον φασισμό σε διαδικασία εκφασισμού και σε εγκατεστημένο φασισμό. Στην πρώτη περίπτωση υπάρχει έντονο το φαινόμενο της μαζικής λαϊκής υποστήριξης του φασισμού ενώ στη δεύτερη μια «εξελικτική διαδικασία απομάκρυνσης». Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχουν συγκυρίες κατά τις οποίες σημειώνονται ανοδικές ή καθοδικές τάσεις στη υποστήριξη των καθεστώτων. Επίσης εξετάζονται οι διάφοροι βαθμοί απήχησης του φασισμού: από την ενεργητική και χωρίς όρους προσχώρηση ως την περιστασιακή υποταγή και παθητική υποστήριξη και, τελικά, στην αναγκαστική ουδετεροποίηση λόγω της έντασης της καταπιεστικής πολιτικής. Οι καταστάσεις αυτές είχαν την αντανάκλασή τους στο εσωτερικό των ηγετικών φασιστικών κύκλων προκαλώντας αντιθέσεις που, με τη βοήθεια λαθεμένων πολιτικο-στρατιωτικών αποφάσεων, οδήγησαν στην επίσπευση της κατάρρευσης.



Οι αιτίες του φαινομένου προσδιορίζονται από τέσσερις συντεταγμένες. Πρώτον, από την οικονομική πολιτική που ακολουθήθηκε κατά τη διάρκεια της πρώτης περιόδου του εγκατεστημένου φασισμού και συνίστατο στην σχετική και όχι απόλυτη εκμετάλλευση για ορισμένες μερίδες των εργατικών-αγροτικών τάξεων και στην πολιτική του «διαίρει και βασίλευε» που αποδιοργάνωνε την ενιαία έκφραση των λαϊκών τάξεων χρησιμοποιώντας τη μία ενάντια στην άλλη (πχ άνεργοι εναντίον ήδη εργαζομένων) και βοηθούσης της νέας ανάπτυξης της οικονομίας απορρόφησε ένα μεγάλο κομμάτι της ανεργίας. Η οικονομική αυτή ανάπτυξη είχε δύο αιτίες : τη μετάβαση από τον ανταγωνιστικό και φιλελεύθερο καπιταλισμό στο μονοπωλιακό καπιταλισμό και την ενίσχυση των πολεμικών προετοιμασιών που ευνοούσαν τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και την αύξηση της απασχόλησης. Δεύτερη αιτία υπήρξε η επιτυχής εκμετάλλευση του «εθνικού ζητήματος» που ετίθετο διαφορετικά απ’ ότι στις συγκροτημένες ήδη από αιώνες σε έθνη-κράτη δυτικές εθνικές κοινωνίες. Η Ιταλία και η Γερμανία είχαν καθυστερήσει όχι μόνο στην εκβιομηχάνισή τους αλλά και στην εθνική τους ολοκλήρωση. Οι Χίτλερ και Μουσολίνι άδραξαν την ευκαιρία και έπαιξαν καλά το εθνικιστικό χαρτί με το οποίο κέρδισαν τις λαϊκές τάξεις της υπαίθρου και τις μικροαστικές της πόλης. Η παρουσίαση του ζητήματος της συμφωνίας των Βερσαλλιών με τέτοιο τρόπο ώστε να εμφανιστούν οι δύο χώρες ως «προλεταριακά έθνη» που μάχονται την ιμπεριαλιστική τάση της Αγγλίας, της Γαλλίας και των ΗΠΑ ήταν τέτοια που ενέταξε στις τάξεις του φασισμού μερίδες της αντιιμπεριαλιστικής αριστεράς..Τρίτη αιτία ήταν ότι «μπόρεσε να ξαναπάρει στον ιδεολογικό του λόγο, διαστρέφοντάς τις, μια σειρά από βαθιές λαϊκές επιθυμίες, συχνά ειδικές σε κάθε μια από τις αναφερόμενες τάξεις, τμήματα τάξεων και κοινωνικές κατηγορίες». Η μελέτη του Πουλαντζά εντοπίζει τις συνθήκες έντονης ταξικής πάλης και στο εσωτερικό των φασιστικών μηχανισμών ως εκφράσεις της διαφοροποίησης της φασιστικής ιδεολογίας. Κατά κάποιο τρόπο συμφωνεί σε ορισμένα σημεία με τις αντίστοιχες της Αrendt όσον αφορά τις διαμάχες ανάμεσα στις διάφορες φασιστικές οργανώσεις και στις σχέσεις τους με τον κρατικό μηχανισμό, με τη μόνη διαφορά ότι εκεί που ο Πουλαντζάς βλέπει ταξική πάλη η Arendt βλέπει απλώς την κατάρρευση της έννοιας της εξουσίας και την αντικατάστασή της από το αντίθετό της, δηλαδή τη βία. Ο Πουλαντζάς αντίθετα τονίζει το διφορούμενο της λαϊκής απήχησης που εκφράζει το δίπολο υποταγή-αντίσταση. Τέλος, η τέταρτη αιτία που εξηγεί τη λαϊκή απήχηση του φασισμού είναι η πολιτική της Γ΄ Κομμουνιστικής Διεθνούς και των κομμάτων της στην Ιταλία και στη Γερμανία που δεν κατάλαβαν τίποτα από το φασιστικό φαινόμενο αφήνοντας στην τύχη του το εργατικό-λαϊκό κίνημα μη διεξάγοντας αποτελεσματική ιδεολογικο-πολιτική μάχη ενάντια στο φασισμό.
Θανάσης Τσακίρης
 

Η ΑΤΑΚΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

«Είναι ώρα προσφοράς και αλλαγής νοοτροπίας σε Αγγλοσαξονικά πρότυπα ώστε οι πολιτικοί και στην Ελλάδα να μπορούν να επιστρέψουν στον ιδιωτικό τομέα ικανότεροι και πιο έμπειροι μετά από την θητεία τους σε δημόσια αξιώματα».
Κώστας Καραμανλής ο 3ος

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ

200.000 στρατιώτες των ενόπλων δυνάμεων του Συμφώνου της Βαρσοβίας (πλην Ρουμανίας) υλοποιούν την διαταγή του ΚΚΣΕ και της ΕΣΣΔ να εισβάλουν στην Τσεχοσλοβακία και να καταστείλουν την Άνοιξη της Πράγας.


ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

ΘΕΕ ΜΟΥ ΜΕΓΑΛΟΔΥΝΑΜΕ Ή Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΜΑΓΚΑ
1.


Θεέ μου μεγαλοδύναμε
που `σαι ψηλά εκεί απάνω
ρίξε λιγάκι τουμπεκί,
Θεούλη μου
στον αργιλέ μου απάνω

Ανάμεσα στης εκκλησιάς
τις αψηλές καμάρες
ανάβαμε τις λουλαδιές,
Θεούλη μου
σα να `τανε λαμπάδες

Μπρος στον Άγιο Σπυρίδωνα
με τ’ άσπρα του τα γένια
τραβάω μία ντουμανιά,
Θεούλη μου
ξεραίνεται στα γέλια

Κι όταν ανάψει ο αργιλές
κι έρθουμε σε ντουμάνι
στείλε όλους τους αγγέλους σου,
Θεούλη μου
να πουν το νάνι νάνι

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

Η ερωμένη της



επιμέλεια - επίμετρο: Χριστίνα Ντουνιά 

ISBN: 978-960-375-907-2
Σελίδες: 248
Ημερομηνία έκδοσης: 01/11/2005 

Λίγα λόγια για το βιβλίο


«Το βιβλίο της δ. Ντόρας Ρωζέττη, όπως το δείχνει αμέσως κι ο τίτλος του, εξιστορεί τον έρωτα μεταξύ ομοφύλων -δυο κοριτσιών, στην Αθήνα-, κι έναν έρωτα που δεν ήταν μόνο ψυχικός… Τι πιο αφύσικο, τι πιο παράνομο, τι πιο παράξενο πράγμα; Κι όμως, διαβάζοντας την ιστορία, το βρίσκει κανείς και φυσικό και νόμιμο. Γιατί; Γιατί είναι αληθινό... Τέτοιο βιβλίο ερωτικού πάθους μόνο άλλο ένα διάβασα στη ζωή μου· κι αυτό, κατά σύμπτωση, γραμμένο από γυναίκα…
Δεν υπάρχει αμφιβολία. Η δ. Ρωζέττη ξέρει να γράφει. Έχει τη σκέψη λεπτή και βαθιά, η πινελιά της αποδίδει γραμμή, χρώμα κι ατμόσφαιρα. Αιστάνθηκε, φαίνεται, στη ζωή της ένα μεγάλο πόνο κι έγραψε ένα θαυμάσιο βιβλίο».

Γρηγόριος Ξενόπουλος
Το μυθιστόρημα Η ερωμένη της που επαινέθηκε από τον Ξενόπουλο, αλλά εξαφανίστηκε μυστηριωδώς από το προσκήνιο μετά την έκδοση του 1929, έρχεται και πάλι στο φως. Αν στην εποχή του Μεσοπολέμου η ελληνική κοινωνία δεν ήταν ακόμη έτοιμη να δεχθεί την ειλικρίνεια μιας τόσο τολμηρής εξομολόγησης, η ιστορία αυτή μπορεί τώρα να διαβαστεί όπως θα το επιθυμούσε τότε η αντισυμβατική συγγραφέας της
Μικέλα Χαρτουλάρη ΤΑ ΝΕΑ,
Μοντέρνο φάντασμα
Η Ντόρα και η Λίζα. Χαϊδεύονται, ξεσκίζονται, φιλιώνουν, σε ένα αιρετικό μυθιστόρημα του 1929, το πρώτο στα ελληνικά δεδομένα που εισάγει την ομοφυλόφιλη γυναικεία οπτική. Η Ντόρα, παραπέμπει στη συγγραφέα-φάντασμα Ντόρα Ρωζέττη, που γράφει σε α΄ πρόσωπο, με νεωτερική προφορική γραφή, ένα είδος ημερολογίου το οποίο προσελκύει την προσοχή του Γρηγόριου Ξενόπουλου. Είναι μια αριστερίζουσα φοιτήτρια Χημείας, καλλιεργημένη, μάλλον άσχημη, ανοιχτή σε διάφορες εμπειρίες, που ερωτεύεται με μανία τη Λίζα αδιαφορώντας για τα κουτσομπολιά, αρνείται τα χρήματα των γονιών της και αγωνίζεται να επιβιώσει διεκδικώντας το δικαίωμα στη σωματική, πνευματική, ψυχική απόλαυση. Η Λίζα, είναι η Ερωμένη της, όπως λέει και ο τίτλος του βιβλίου. Ένα πανέμορφο κορίτσι του κόσμου, που θυμίζει την Μπίλιω-Σαλώμη του Σεφέρη, στο πεζό του «Έξι νύχτες στην Ακρόπολη» το οποίο αναφέρεται στην ίδια εποχή. Είναι αμφιφυλόφιλη, φιλήδονη, με ισχυρή προσωπικότητα και εκπέμπει έναν ερωτισμό χωρίς αναστολές. Η ιστορία τους θα διαρκέσει τρεισήμισι χρόνια και θα τελειώσει με τη φυγή τους στην Ιταλία. Βρισκόμαστε στη Μεσοπολεμική Αθήνα, όταν ο Κονδύλης κάνει το πραξικόπημά του (1926), τριγυρνάμε στα Εξάρχεια, στο Ζάππειο, στη Νεάπολη, παίρνουμε το τραμ, κάνουμε εκδρομές, παρακολουθούμε τζαζ μπαντ ή τένις, μπαίνουμε σε νεανικά στέκια ή φοιτητικές λέσχες, βλέπουμε φίλους να υποκύπτουν στην κοκαΐνη, κοπέλες να ικανοποιούν τις ερωτικές τους επιθυμίες κόντρα στα κυρίαρχα πρότυπα και στις συμβάσεις... Είμαστε στην καρδιά της ανήσυχης νεολαίας με τις επαναστατικές, ελευθέριες ιδέες. Κάπου εκεί κυκλοφορούν και οι ήρωες από την «Αργώ» του Θεοτοκά, αλλά εκείνοι δεν παίρνουν χαμπάρι απ’ όλα αυτά... Έχουμε δηλαδή εδώ ένα μυθιστόρημα τολμηρά ερωτικό μεν, κοινωνικά διεισδυτικό δε. Ένα αναπάντεχο διαμάντι, που το έφερε στο φως η αναπληρώτρια καθηγήτρια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Χριστίνα Ντουνιά, η οποία και σκάλισε την ταυτότητα της αινιγματικής συγγραφέως του.

Η ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΛΕΣΧΗ ΗΛΙΟΥΠΟΛΗΣ - ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ του ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΒΕΓΚΑ, ΤΡΙΤΗ, 20 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

 ΠΤΥΧΕΣ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

    ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ
(LA SIRGA)
  του ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΒΕΓΚΑ (ΚΟΛΟΜΒΙΑ/ΓΑΛΛΙΑ/ΜΕΞΙΚΟ, 2012, έγχρωμη, 88΄)
 Βραβείο Καλύτερης Ταινίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Λίμα (Περού)

       Η νεαρή Αλίσια φεύγει από το καταστραμμένο από τις εμφύλιες συγκρούσεις χωριό της και καταφεύγει στο πανδοχείο του θείου της στις όχθες μιας μεγάλης λίμνης των Άνδεων, στην περιοχή La Sirga. Σε ένα σκληρό και ξένο γι’ αυτήν περιβάλλον θα προσπαθήσει να κάνει μια νέα αρχή.
Καταγραφή της καθημερινής ζωής μιας κοινότητας, η οποία προσπαθεί, με όποια μέσα διαθέτει, να ξαναφτιάξει όλα όσα έχουν καταστραφεί.

ΔΗΜΟΤΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΗΛΙΟΥΠΟΛΗΣ"ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ"

ΠΡΟΣΟΧΗ: ΠΡΟΒΟΛΕΣ 8:30 ΚΑΙ 10:30


Tsakthan Daily, 19/8/2013 "Η ψυχολογική – ιστορική προσέγγιση της Σχολής της Φρανκφούρτης για τον ολοκληρωτισμό"


Tsakthan Daily, 19/8/2013


Η ψυχολογική – ιστορική προσέγγιση της Σχολής της Φρανκφούρτης για τον ολοκληρωτισμό



Η ανάλυση του ολοκληρωτισμού, ιδίως της φασιστικής εκδοχής του, από την πλειοψηφία των μελών της «Σχολής της Φρανκφούρτης», της Αμερικανικής περιόδου της, χαρακτηρίζεται από την έρευνα των κοινωνιολογικών – ψυχολογικών δομών που τον συγκροτούν. Η ανάλυση για να πραγματοποιηθεί προϋποθέτει το συνδυασμό στοιχείων τόσο από τον Μαρξισμό όσο και από τον Φροϋδισμό καθώς και στοιχείων κοινωνιολογίας και πολιτικής θεωρίας. Η συνδυαστική αυτή προσπάθεια αποδίδει έναν ιδιαίτερο ρόλο στους κοινωνικούς επιστήμονες στην αντιφασιστική πάλη. Bασικός εκπρόσωπος της προσέγγισης αυτής ο Τ.W.Adorno θεωρεί ότι η προκατειλημμένη, δηλαδή η αυταρχική προσωπικότητα αποτελεί το κυριότερο εμπόδιο στον επαναστατικό μετασχηματισμό των κοινωνικών και πολιτικών δομών. Η προκατειλημμένη προσωπικότητα είναι μια υπό έλεγχο προσωπικότητα. Ο προκατειλημμένος άνθρωπος στερείται της ικανότητας να ερευνά τον ίδιο του τον εαυτό, συνεπώς είναι στη δυσάρεστη, που βέβαια δεν τη συνειδητοποιεί, θέση να μην μπορεί να «δει» τον εαυτό του και να «είναι» ο εαυτός του. Ο άνθρωπος αυτός είναι, ως εκ τούτου, δεκτικός σε κάθε είδους χειραγώγηση που τον στρέφει ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό, ενάντια στα ίδια του τα βασικά συμφέροντα. Το καθήκον των κοινωνικών επιστημόνων όπως το προσδιόρισε ο Αdorno συνίσταται στην υποβοήθηση των προκατειλημμένων προσωπικοτήτων να αποβάλουν το ημιδιαφανές πέπλο της χειραγώγησης που επιβάλλεται συνήθως εκ των άνω, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις και εκ των κάτω. Ο επιδιωκόμενος σκοπός είναι οι άνθρωποι αυτοί να καταστούν ικανοί, μέσω της αυτογνωσίας, να προσδιορίσουν τους αληθινούς τους εαυτούς για να αποκτήσουν τη δυνατότητα του να συμπεριφέρονται ρεαλιστικά σύμφωνα με τα πραγματικά δεδομένα του κοινωνικού γίγνεσθαι. Η μεθοδολογική συζήτηση που διεξήχθη στα πλαίσια της ερευνητικής ομάδας που υπό την επιμέλεια των Adorno, Horkheimer και S.H.Flowermann και σε συνεργασία με την Αmerican Jewish Society μελέτησε το ζήτημα της αυταρχικής προσωπικότητας κατέληξε στην απόφαση να χρησιμοποιηθούν οι τεχνικές των ερωτηματολογίων με στόχο να αποσπασθούν πληροφορίες αναφορικά με την κοινωνική κατάσταση των ατόμων χρησιμοποιώντας ως κλίμακα μέτρησης την μέθοδο Lickert. Η καταγραφή των απόψεων και προδιαθέσεων των ατόμων βοηθά στην πληρέστερη κατανόηση συνθέτοντας μια κοινωνική ψυχολογία της προκατάληψης.

Η απόπειρα του έτερου μέλους της σχολής της Φρανκφούρτης, του Erich Fromm εστιάζεται περισσότερο στους ψυχολογικούς παράγοντες που επιτρέπουν την αποδοχή του φασισμού. Ακόμη πιο διεισδυτικά το ερευνητικό του βλέμμα εισχωρεί στην ψυχή, όχι μόνο του «νευρωτικού ανθρώπου» αλλά και, του «κανονικού» καθημερινού ανθρώπου που διαμορφώνεται ως «αυταρχική προσωπικότητα». Η κύρια αιτία είναι ο σαδομαζοχιστικός χαρακτήρας του κανονικού ατόμου που από τη μια αρέσκεται στην λατρεία των εξουσιαστών αρχηγών και στην υποταγή σ’ αυτούς και από την άλλη επιθυμεί να υποτάξει στις δικές του εξουσιαστικές διαθέσεις τους άλλους.

Η τοποθέτηση του Gerald M.Platt εντάσσεται στις ψυχολογικές αναλύσεις του φασισμού από μια άλλη, ανεξάρτητη σε σχέση με τη Σχολή της Φρανκφούρτης, πλευρά. Δεν ερμηνεύει το φασισμό ως απλώς ένα φαινόμενο που αντανακλά τις διαθέσεις της «κατώτερης μεσαίας τάξης» αλλά τον τοποθετεί στο πεδίο της «κρίσης ταυτότητας». Υπό την έννοια αυτή βρίσκεται πιο κοντά στις απόψεις της Arendt. Το μοντέλο αυτό είναι ένα πλαίσιο μέσα από το οποίο ορίζονται οι ορίζουσες του ναζισμού ως νέας ιδεολογικής δύναμης που όχι μόνο προσδίδει στους οπαδούς του μια νέα αίσθηση του νοήματος του κόσμου που τους περιβάλλει, αλλά, κι αυτό είναι το επικίνδυνο, δημιουργεί κι επιβάλλει μια αυταπάτη : την αυταπάτη του ανήκειν στο «ίδιο» κίνημα. Σε μια άλλη δηλαδή εκδοχή του «εμείς» και του «αυτοί» με καθέτως προσδιορισμένες διαχωριστικές γραμμές που οριοθετούν και δημιουργούν την αίσθηση της κοινής ταυτότητας. Τότε αυτή η ταυτότητα περιελάμβανε το φυλετικό στοιχείο ως προσδιοριστικό και πρωταρχικό. Σήμερα αυτή η ταυτότητα εστιάζεται στο πολιτισμικό στοιχείο. Η ουσία όμως της επικίνδυνης και ολοκληρωτικής ομογενοποίησης του κοινωνικού είναι ίδια και απαράλλακτη. «Η απώλεια των οικείων κοινωνικών νορμών και η τοποθέτηση κάποιου εντός αυτών είναι εν δυνάμει χαοτική. άνθρωποι που δεν μπορούν να διατηρήσουν μια βιογραφικά κεκτημένη αίσθηση προσωπικής ταυτότητας, συνέχειας, αισθημάτων αξιοσύνης, αυτοεκτίμησης, του ανήκειν σε μια κοινότητα, και άλλων πολλών, εύκολα κυριεύονται από συναισθηματικές εμπειρίες. Όταν αυτές οι συνθήκες διαχέονται ευρέως η κοινωνία υποφέρει από κρίση κατασκευής νοήματος». Το πρόσωπο που ξεπροβάλλει μέσα από αυτή την κρίση και που μπορεί να συνθέσει σ’ ένα νέο ιδεολογικό πλαίσιο την ερμηνεία της αίσθησης της κρίσης και τον σχεδιασμό των μελλοντικών ανατάσεων, έχει τη δυνατότητα, ελλείψει σημαντικών αντιστάσεων, να ελέγξει τεράστια σύνολα ανθρώπων που αναζητούν ταυτότητα και αίσθηση του ανήκειν. Ο Ναζισμός, ο Φασισμός και ο Σταλινισμός έπαιξαν επάξια, σε βάρος όμως της έννοιας της ανθρωπότητας, αυτό το παιχνίδι. Αυτή η κρίση νοήματος συνυφαίνεται με την ανάγκη που νοιώθουν στη φάση αυτή τα άτομα να τύχουν αναγνώρισης, μιας αναγνώρισης που θα τους κάνει εύπιστους απέναντι στον ολοκληρωτικό ηγέτη γιατί αυτός θα προέρχεται απ΄αυτά, θα μιλάει όπως αυτά και θα απαιτεί προσήλωση και σεβασμό που θα καταλήξει στον ολοκληρωτικό τρόμο. «Μπορεί να αισθάνομαι ανελεύθερος με τη έννοια ότι δεν με αναγνωρίζουν ως μια αυτοκυβερνώμενη ατομική ανθρώπινη ύπαρξη κι όμως το ίδιο μπορεί να νοιώθω και ως μέλος μιας μη αναγνωρισμένης ή μη ικανοποιητικά εκτιμώμενης ομάδας: τότε επιθυμώ τη χειραφέτηση ολόκληρης της τάξης μου, ή της κοινότητας ή του έθνους ή της φυλής ή της επαγγελματικής ομάδας. Τόσο πολύ μπορώ να το επιθυμώ αυτό, ώστε να μπορώ, μέσα στην οδυνηρή μου λαχτάρα για status , να προτιμήσω να με κακομεταχειρίζεται και να με κακοκυβερνά κάποιο μέλος της φυλής μου ή της κοινωνικής μου τάξης, από τον οποίο παρ’ όλ’ αυτά αναγνωρίζομαι ως άνθρωπος και ως αντίπαλος – δηλαδή ως ίσος – από το να με μεταχειρίζεται καλά και υπομονετικά κάποιος από μια ανώτερη και απόμακρη ομάδα, που δεν με αναγνωρίζει γι’ αυτό για το οποίο επιθυμώ να είναι ο εαυτός μου». Ο I.Berlin είχε δίκιο να τονίζει 30 χρόνια μετά την έναρξη του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου πού μπορούσε να οδηγήσει μια τέτοια αντίληψη: στην άρνηση κάθε μορφής ελευθερίας, είτε θετικής είτε αρνητικής.

Θανάσης Τσακίρης
 

Η ΑΤΑΚΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

Περιμένω με αγωνία την κυρία Διβανη να πει δυό κουβέντες και για τον τζαμπατζή Μελισανιδη μετα την παραίτηση Σταυριδη

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ

Το πραξικόπημα - οπερέτα και η διάλυση της ΕΣΣΔ


ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ





Μια ρεαλιστική απεικόνιση της εκτέλεσης των 200 κομμουνιστών, των έγκλειστων στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου, από τους Γερμανούς (1/5/1944), της ομαδικής σφαγής των κατοίκων του Διστόμου Βοιωτίας απ' τους ναζιστές και ταγματασφαλίτες (10/6/1944). Ο θάνατος του μεγάλου Ισπανού ποιητή Λόρκα από τους φρανκιστές (Αύγ. 1936) τον συγκλονίζει: «Κι απάνω στη φοράδα σου δεμένος σταυρωτά... / μέσα από τα διψασμένα της χωράφια τ' ανοιχτά...». Ο ποιητής της θάλασσας Ν. Καββαδίας είναι περισσότερο γνωστός απ' τα ποιήματα της θάλασσας, παρά απ' τη δράση του...
Μετά την είσοδο των Ναζί στην Αθήνα, ο Νίκος Καββαδίας βρέθηκε στις γραμμές του ΚΚΕ.Εντάχθηκε στο ΕΑΜ, αρχικά στο ΕΑΜ Ναυτικών και αργότερα στο ΕΑΜ Λογοτεχνών -Ποιητών. Στην περίοδο της Κατοχής ο Νίκος Καββαδίας δημοσίευσε και τα αντιστασιακά του ποιήματα με πρώτο το «Αθήνα 1943», ενώ το 1944 δημοσίευσε το ποίημα «Στον τάφο του ΕΠΟΝίτη». Το 1945 δημοσίευσε το «Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα», και το ποίημα «Αντίσταση». Λίγο πριν από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 έδωσε μια μεγάλη συνέντευξη στο περιοδικό «Πανσπουδαστική» όπου αφιέρωσε και το ποίημα του «Σπουδαστές».

Στίχοι: Νίκος Καββαδίας
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Εκτέλεση: Γιάννης Κούτρας

Ανέμισες για μια στιγμή το μπολερό
και το βαθύ πορτοκαλί σου μεσοφόρι
Αύγουστος ήτανε δεν ήτανε θαρρώ
τότε που φεύγανε μπουλούκια οι σταυροφόροι

Παντιέρες πάγαιναν του ανέμου συνοδειά
και ξεκινούσαν οι γαλέρες του θανάτου
στο ρογοβύζι ανατριχιάζαν τα παιδιά
κι ο γέρος έλιαζε, ακαμάτης, τ'αχαμνά του

Του ταύρου ο Πικάσο ρουθούνιζε βαριά
και στα κουβέλια τότε σάπιζε το μέλι
τραβέρσο ανάποδο, πορεία προς το βοριά
τράβα μπροστά, ξοπίσω εμείς και μη σε μέλει

Κάτω απ' τον ήλιο αναγαλιάζαν οι ελιές
και φύτρωναν μικροί σταυροί στα περιβόλια
τις νύχτες στέρφες απομέναν οι αγκαλιές
τότες που σ' έφεραν, κατσίβελε, στη μπόλια

Ατσίγγανε κι αφέντη μου με τι να σε στολίσω;
φέρτε το μαυριτάνικο σκουτί το πορφυρό
στον τοίχο της Καισαριανής μας φέραν από πίσω
κι ίσα ένα αντρίκειο ανάστημα ψηλώσαν το σωρό.

Κοπέλες απ' το Δίστομο, φέρτε νερό και ξύδι
κι απάνω στη φοράδα σου δεμένος σταυρωτά
σύρε για κείνο το στερνό στην Κόρδοβα ταξίδι
μέσα απ' τα διψασμένα της χωράφια τα ανοιχτά

Βάρκα του βάλτου ανάστροφη
φτενή δίχως καρένα
σύνεργα που σκουριάζουνε σε γύφτικη σπηλιά
σμάρι κοράκια να πετάν στην έρημην αρένα
και στο χωριό να ουρλιάζουνε τη νύχτα εφτά σκυλιά.

Φ. Γκ. Λόρκα: «Εγώ ποτέ δεν θα γίνω πολιτικός. Είμαι επαναστάτης, γιατί δεν υπάρχει αληθινός ποιητής που να μην είναι επαναστάτης»
Γεννήθηκε το 1898 στην Ανδαλουσία. Γιoς αγρότη και δασκάλας πιάνου, ποιητής, συγγραφέας και μουσικός. Εγκατέλειψε τις σπουδές του στη νομική για να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία, τη μουσική και τη ζωγραφική.   
Το 1919, εγκαταστάθηκε στη Φοιτητική Κατοικία του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης, που τότε λειτουργούσε ως ανοιχτό πανεπιστήμιο, πολιτιστικό κέντρο, της ισπανικής πρωτεύουσας. Εκεί συνάντησε τον Σαλβαδόρ Νταλί, τον σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ, τον ποιητή Ραφαέλ Αλμπέρτι και τον Χιμένεθ. Την ίδια περίοδο συνέθεσε τα πρώτα του ποιήματα που κυκλοφόρησαν το 1921, με τίτλο Βιβλίο Ποιημάτων. Λίγο νωρίτερα, το 1918, είχε δημοσιεύσει το έργο Εντυπώσεις & Τοπία περιδιαβαίνοντας την Καστίλη.  
Το 1922, συνεργάστηκε με τον συνθέτη Μανουέλ ντε Φάγια στο Φεστιβάλ Λαϊκής Μουσικής, στη Γρανάδα. Στις παραδόσεις της λαϊκής και τσιγγάνικης μουσικής, πίστευε πως βρίσκει τη βάση των ποιητικών και πνευματικών του ενορμήσεων. Δημιούργημα του, εκείνη την εποχή, ήταν το Ποίημα Του Κάντε Χόντο, λαϊκό τραγούδι της Ανδαλουσίας, που τραγουδιέται από τσιγγάνους με συνοδεία κιθάρας και λίγο αργότερα, το 1924, ξεκίνησε να γράφει το Ρομανθέρο Χιτάνο, έργο που ολοκλήρωσε τελικά το 1927, σύνθεση 18 ποιημάτων με σταθερή στιχουργική μορφή, έκφραση μιας από τις αρχαιότερες μορφές ισπανικής ποίησης. Την ίδια περίοδο συνέθεσε και την Ωδή Στον Σαλβαντόρ Νταλί ενώ παράλληλα έγραψε το θεατρικό έργο Μαριάνα Πινέδα, που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Βαρκελώνη, την ίδια χρονιά, σε σκηνογραφία Νταλί, σημειώνοντας επιτυχία.    
Τα έτη 1929-1930, αναζήτησε νέες πηγές έμπνευσης και ταξίδεψε στις ΗΠΑ και στην Κούβα. Οι εμπειρίες του στις Ηνωμένες Πολιτείες αξιοποιήθηκαν στο ποίημα Ένας Ποιητής Στη Νέα Υόρκη. Επέστρεψε στην Ισπανία το 1931 και συνέθεσε το Ντιβάνι Της Ταμαρίτ, ενώ παράλληλα δούλεψε και πάνω σε έργα για το κουκλοθέατρο. Εκεί έδειξε ξεκάθαρα πως επέλεγε ως κύρια ενασχόλησή του, τη συγγραφή θεατρικών και τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του ολοκλήρωσε τις κορυφαίες του δημιουργίες: Το Σπίτι Της Μπερνάρντα Άλμπα, Ματωμένος Γάμος, Γέρμα, Θρήνος Για Τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, τραγωδίες με θέμα τη κοινωνική καταπίεση κι έκδηλο το ανθρώπινο στοιχείο.  
Με την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, οργάνωσε μία θεατρική ομάδα υπό την ονομασία La Barroca, η οποία με τη βοήθεια του Υπουργείου Παιδείας, έδωσε παραστάσεις κλασσικών έργων σε χώρους εργατών κι αγροτικές περιοχές. Το 1936 υποδέχθηκε τον Αλμπέρτι, καθώς επέστρεψε από τη Μόσχα. Συνέταξε μια διακήρυξη συγγραφέων κατά του φασισμού κι ξεκίνησε να γράφει μια σειρά θεατρικών σκηνών με μορφή επιθεώρησης, ωστόσο τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, ξέσπασε ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος.    
Τα ξημερώματα της 19ης Αυγούστου του 1936, ήρθε το τέλος για τον κορυφαίο ποιητή, ζωγράφο, δραματουργό και θεατρικό σκηνοθέτη, Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Εκτελέστηκε στο Βίθναρ της Ισπανίας από παραστρατιωτικούς οπαδούς του Φράνκο που έθαψαν τη σορό του, μαζί με άλλα τρία άτομα που εκτέλεσαν εκείνη την αυγή σε ομαδικό τάφο.   
Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι ο Λόρκα εκτελέστηκε στο Αλφακάρ και πολλοί πίστευαν ότι είχε ταφεί στην περιοχή αυτή, μαζί με άλλους εκτελεσθέντες. Πέρυσι, οι αρχές της Ανδαλουσίας διέταξαν το άνοιγμα του συγκεκριμένου τάφου, κατόπιν αιτήματος των οικογενειών των άλλων πέντε ανθρώπων που πιθανολογείτο ότι είχαν ταφεί εκεί. Από την ανασκαφή και την έρευνα που έγινε στο χώρο όμως δεν βρέθηκε τίποτα.  
Το τέλος του πολέμου έφερε μαζί του και την «Συμφωνία για Λήθη», μια συμφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και το στρατό, η οποία άνοιξε την πόρτα για τη Δημοκρατία με αντάλλαγμα γενική αμνηστία για το καθεστώς του Φράνκο. Πρόσφατα όμως εμφανίστηκαν ρωγμές στη συμφωνία.   Η κυβέρνηση των σοσιαλιστών, το 2007, ψήφισε το Νόμο της Ιστορικής Μνήμης, η οποία για πρώτη φορά αναγνώριζε επίσημα τα θύματα της δικτατορίας του Φράνκο. Ο νόμος επιτρέπει σε όποιον έχει αποδείξεις για ομαδικό τάφο να ζητήσει την βοήθεια του κράτους για την εκταφή και την ταυτοποίηση των λειψάνων.  
Τον Οκτώβριο του 2008, μετά από μια δεκαετία προσπαθειών από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Ισπανίας, ο δικαστής Μπαλτάσαρ Γκαρθόν διέταξε την εκταφή και αναγνώριση των θυμάτων από 19 ομαδικούς τάφους, μεταξύ των οποίων και αυτός όπου θεωρείται του Λόρκα. Ωστόσο, 73 χρόνια μετά το θάνατο του Λόρκα, η αντίσταση στην εκταφή της καταπιεσμένης μνήμης της χώρας παρέμενε ισχυρή. Μια εβδομάδα μετά την έκδοση της απόφασης του Γκαρθόν, ο ανώτατος εισαγγελέας της χώρας, Χαβιέρ Θαραγόθα, την αμφισβήτησε με το σκεπτικό ότι δεν ενέπιπτε στην αρμοδιότητα του Γκαρθόν η υπόθεση.  
Ο δικαστής Γκαρθόν, πιθανόν φοβούμενος την περίπτωση σύμπνοιας του Ανώτατου Δικαστηρίου με τον Θαραγόθα, έστειλε την υπόθεση στα κατά τόπους δικαστήρια, επιχειρώντας έτσι να κρατήσει την υπόθεση ανοιχτή. Τελικά δόθηκε το «πράσινο φως» και η οικογένεια του Λόρκα που είχε αρχικά αντιρρήσεις, στο τέλος έδωσε τη συγκατάθεσή της και οι εργασίες ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του 2009. Αλλά δεν βρέθηκε τίποτε που να αποδεικνύει ότι εκεί είχε ταφεί ο συγγραφέας του «Ματωμένου γάμου».         
Πηγή: Left.gr 

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

Γιατί δε μιλάς για μένα;
Συγγραφείς:   Λένα Διβάνη

Θέμα:  Ελληνική πεζογραφία
Εκδότης: Καστανιώτης
Σελίδες:  140
ISBN: 9789600337396
Ημ. Έκδοσης: 01/01/2009
http://www.protoporia.gr/images/pixel_trans.gif
Περιγραφή:
Από μικρό παιδί στα λεωφορεία και τα τρόλεϊ παρατηρούσα πάντα τα κορίτσια, τις γυναίκες. Κάρφωνα τα μάτια μου πάνω τους κι απομυζούσα την εικόνα τους, τα χαμόγελα, τις νευρικές κινήσεις των χεριών, τις πιέτες που χόρευαν στις φούστες. Ήταν τόσο πολλές, τόσο όμορφες, τόσο χρωματιστές, που λυπόμουνα τους άντρες τους έτσι που κάθονταν βουβοί κι αφηρημένοι από πάνω τους, κρεμασμένοι από τις χειρολαβές, θαμμένοι κάτω από το γκρίζο και το μπλε των κοστουμιών τους. Τους άφηνα όμως γρήγορα.
Το αίνιγμά τους θα το έλυνα αργότερα. Ξαναγυρνούσα σ εκείνες. Μιλούσαν. Κάθονταν πάντα δυο δυο και μιλούσαν. Εγώ πάλι σώπαινα.
Πλησίαζα, στεκόμουν δίπλα κι έστηνα αυτί στα μουλωχτά, λες και το ξερα πως κάποτε θα επιχειρούσα να μιλήσω εξ ονόματός των... Να τες λοιπόν οι ιστορίες σας, Κατερίνα, Χριστίνα, Ειρήνη.
Μεγάλωσα και κράτησα την υπόσχεση που ποτέ δε σας έδωσα. Τις έγραψα.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου


Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)

 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)                                                                    του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...