Παρά τη γενική αυτή άρνηση για το ρόλο των γυναικών από την πλειονότητα των
φιλοσόφων , υπάρχουν ενδιαφέρουσες απόψεις στα έργα του Πλάτωνα , του
Αριστοτέλη , του Ρουσσώ και του Μιλλ που αξίζει να τις συζητήσουμε για να
είμαστε σε θέση να τις απορρίψουμε ή και να τις δεχθούμε κριτικά αφού όμως
πρώτα τις θεωρήσουμε στο ιστορικό κοινωνικό πλαίσιο εντός του οποίου
διατυπώθηκαν. Τα επιχειρήματά τους αφορούν το ζήτημα των γυναικών , της φύσης
τους , της κοινωνικοποίησής τους και εκπαίδευσής τους, της θέσης τους και του
κατάλληλου ρόλου τους στην κοινωνία. Η Όκιν αναλύει τις ιδέες των φιλοσόφων
αυτών εντός των συμφραζομένων των συνολικών τους θεωριών για την πολιτική και
την κοινωνία και σε συγκεκριμένο συσχετισμό με τις απόψεις τους για το ρόλο της
οικογένειας. Ωστόσο αναφέρεται στους
συγκεκριμένους φιλόσοφους εξαιρώντας τους Σοσιαλιστές και τους Μαρξιστές που
έχουν αναφερθεί με τρόπο ιδιαίτερα οξυδερκή και διορατικό στο γυναικείο ζήτημα
για μία διαφορετική περίπτωση μελέτης. ΄Ήταν ο Σαρλ Φουριέ ο πρώτος που και την
θέση των γυναικών στην κοινωνία θεώρησε ως θεμελιώδες μέτρο της προαγωγής
της και την πρόοδο των γυναικών προς την
ελευθερία θεώρησε ως μία θεμελιακό αιτία της γενικής κοινωνικής προόδου :
«...δεν υπάρχει αιτία που να παράγει κοινωνική πρόοδο ή παρακμή τόσο ραγδαία
όσο μία αλλαγή στην κατάσταση των γυναικών...Η επέκταση των δικαιωμάτων των
γυναικών είναι η θεμελιώδης αιτία όλων των κοινωνικών προόδων». Την άποψη του Φουριέ εμβάθυναν αργότερα οι
σοσιαλιστές και οι φεμινίστριες. Ο Μαρξ έγραψε στα Χειρόγραφα του 1844 : « Η σχέση του άνδρα προς τη γυναίκα είναι η πιο φυσική σχέση ανθρώπινου όντος προς
ανθρώπινο ον. Δείχνει , ως εκ τούτου, το κατά πόσο η φυσική συμπεριφορά του άνδρα έχει γίνει ανθρώπινη και κατά πόσο η ανθρώπινη
ουσία του έχει γίνει γι’ αυτόν φυσική ουσία , το κατά πόσον η ανθρώπινη φύση του έχει γίνει γι’ αυτόν φύση...». Ο ΄Ενγκελς, ο Μπέμπελ και οι
κριτικοί θεωρητικοί της Σχολής της Φρανκφούρτης ανέπτυξαν παραπέρα τη
σοσιαλιστική κριτική για την κοινωνική θέση της γυναίκας και την παραδοσιακή
οικογένεια. Η Όκιν θεωρεί πως δύο
χαρακτηριστικά της σοσιαλιστικής σκέψης είναι που καθιστούν απαραίτητη την
ξεχωριστή μελέτη : πρώτον, οι
σοσιαλιστές θεωρητικοί είχαν την λιγότερο
έντονη τάση να θεωρούν ως αναγκαίο και σταθερό θεσμό την οικογένεια και
έβλεπαν την οικογένεια να παίρνει διαφορετικές μορφές οργάνωσης ανάλογα πάντα
με τις μορφές της οικονομικής δομής και ιδιαίτερα των σχέσεων ιδιοκτησίας και δεύτερον, η σοσιαλιστική σκέψη δεν έχει
την τάση να εξιδανικεύει τη «φύση» και το «φυσικό» και τείνει να αντικαταστήσει
αυτά τα κριτήρια για την κοινωνική αξία με το συγκεκριμένα κατηγορήματα
«ανθρώπινο» και «πολιτισμικό» .
Δύο είναι τα θέματα που
αφορούν τις γυναίκες και τον κατάλληλο πολιτικό και κοινωνικό ρόλο τους που
θίγονται στα έργα του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη , του Ρουσσώ και του Μιλλ. Πρώτον, σχετικά με την οικογένεια ,
αυτοί που θεωρούσαν ως φυσική και αναγκαία την οικογένεια όρισαν τις γυναίκες
σύμφωνα με τις σεξουαλικές, τεκνοποιητικές και παιδικής ανατροφής λειτουργίες
τους μέσα στα πλαίσια της οικογένειας. Κατά συνέπεια συνέταξαν διαφορετικό
κώδικα ηθικής και κατάλογο δικαιωμάτων για τις γυναίκες από αυτά των ανδρών.
Θεωρούν ότι η βιολογική διαφορά εμπεριέχει όλες τις άλλες , συμβατικές και
φυσικές διαφορές στο ρόλο των φύλων που
απαιτούνται ειδικά στις πατριαρχικές οικογένειες. Δεύτερον, ως συνέπεια των παραπάνω , ο περιορισμένος ρόλος που έχει
αποδοθεί στην γυναίκα θεωρείται ότι έχει υπαγορευτεί από την ίδια της τη φύση.
Οι φιλόσοφοι αυτοί , αν και συζήτησαν εκτενώς το ζήτημα των γυναικών , εν
τούτοις τις απέκλεισαν από την απόδοση των δικαιωμάτων του «ανθρώπου» και τις
τοποθέτησαν στην αντίθετη θέση σε σχέση με τον άνδρα ως αντίθετης φύσης από
αυτόν. Αυτοί που ενώ για τον άνδρα έθεταν τα ερωτήματα του τύπου «ποία είναι τα
στοιχεία του ανθρώπου» ή «ποίες είναι οι δυνατότητες του ανθρώπου», αντίθετα ,
για το γυναικείο φύλο έθεταν το ερώτημα «για τι είναι οι γυναίκες» . Πρόκειται για μια λειτουργιστική προδιάθεση
απέναντι στις γυναίκες που συνδέεται με τη σχέση «γυναικείας φύσης» και
κοινωνικής δομής.
Τα συμπεράσματα που
βγαίνουν εδώ είναι τα εξής : πρώτον, ότι,
οι γυναίκες δεν μπορούν απλώς και μόνον να προστεθούν στα υπάρχοντα ζητήματα
της κλασικής πολιτικής θεωρίας στο βαθμό που ολόκληρο το έργο των φιλοσόφων
διαπνέεται από τη λογική της φυσικής ανισότητας των φύλων ακόμη και αυτών που
ενώ από τη μία θέτουν θέμα ισότητας της μίας ή της άλλης μορφής εν τούτοις από
την άλλη δέχονται ότι αυτή αφορά τους άνδρες που ηγούνται των οικογενειών ως
βασικής μονάδας της πολιτικής ανάλυσης, και , δεύτερον, ότι η λειτουργιστική αυτή αντίληψη για τις γυναίκες είναι
εν ισχύ ακόμη και σήμερα που υποτίθεται ότι οι γυναίκες αναγνωρίζονται ως
ισότιμοι πολίτες τουλάχιστον όσον αφορά το ζήτημα της ψήφου, ιδιαίτερα δε όσον
αφορά την αντιμετώπισή τους στην καθημερινή νομική πρακτική των
δικαστηρίων.
Η Όκιν προειδοποιεί τους
αναγνώστες της να προσέξουν ότι όποιος σήμερα μιλάει για ισότητα των δύο φύλων δεν είναι απαραίτητα και ένθερμος
υποστηρικτής της ισότητας σε άλλους τομείς της πολιτικής και κοινωνικής ζωής.
Αναλαμβάνει το καθήκον να εξετάσει τα επιχειρήματα που αφορούν την ισότητα ή
ανισότητα στο βαθμό που αυτά επιδρούν
πάνω στην αντίληψη και στάση των φιλόσοφων όσον αφορά την ισότητα ή την ανισότητα
των δύο φύλων. Η ίδια διευκρινίζει χαρακτηριστικά : «...με μία έννοια , το
βιβλίο αυτό πρέπει να συγκριθεί μα το θεατρικό έργο Οι Ρόζενκραντς και Γκύλντερστερν είναι Νεκροί . Στο έργο αυτό , που
στηρίζεται σε Αμλετιανά θεμέλια , ο Τομ Στόππαρντ τονίζει αυτό το αυθεντικά
ασύλληπτο ζευγάρι , και τους μετατρέπει , αντί για τον παραδοσιακό ήρωα , στη
βασική εστία του δράματος. Ως αποτέλεσμα , το έργο, όλοι οι χαρακτήρες του και
οι σχέσεις μεταξύ τους προσλαμβάνονται υπό το πρίσμα μίας εντελώς νέας προοπτικής».
Συνεχίζεται...
Θανάσης Τσακίρης
No comments:
Post a Comment