Tsakthan Daily
26 Σεπτεμβρίου 2011
Δυο λόγια για μια παραγγελιά
Είπα να σταματήσω για λίγο καιρό την «παραγωγή» του Tsakthan Daily και να αφιερώσω τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο μου σ’ αυτό που λέμε «ερευνητικά επιστημονικά ενδιαφέροντά» μου. Όμως, δεν είναι δυνατό να θεωρώ τον εαυτό μου «άνθρωπο από μάρμαρο ή σίδερο». Αν η πραγματικότητα μας κεντρίζει την «κοινωνιολογική φαντασία» και την «ανθρώπινη περιέργεια» πρέπει να ανταποκριθούμε προκείμενου να την εξηγήσουμε, να την ερμηνεύσουμε και να συνεισφέρουμε στην αλλαγή της κοινωνίας προς το καλύτερο. Αυτός δεν είναι και ο σημαντικότερος λόγος της «πολιτικής κοινωνικοποίησής μας»;
Την περασμένη πέθανε ο Νίκος Κοεμτζής. Κάποιοι είπαν πως η φιγούρα του ήταν «κατασκευή» της μεταπολιτευτικής αριστερής ιδεολογίας, των media της αριστεράς, ενώ «δεν ήταν άλλο παρά ένας φονιάς». Ουδέν ψευδέστερον τούτου. Πρώτον, διότι δε μίλησε γι’ αυτόν όλη η αριστερά. Δεύτερον, διότι ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Παύλος Τάσσιος και η Κατερίνα Γώγου δεν ήταν διόλου κλασικές και παραδοσιακές προσωπικότητες της μεταπολιτευτικής αριστεράς και δεν χωρούσαν σε ιδεολογικά-κομματικά καλούπια εκείνη την εποχή. Άλλο το πού κατέληξε να περιφέρεται ο Δ. Σαββόπουλος. Τρίτον, κι αυτό είναι το κυριότερο, αν δει κανείς την πράξη του μεμονωμένα δεν μπορεί να τον «κατανοήσει», κάτι που ακόμα και οι θρησκείες διδάσκουν και όχι μόνο οι ψυχαναλυτές και οι μαρξιστές. Δε λέω ότι πρέπει να συμπεριφέρεται κανείς όπως αυτός. Μακριά από εμένα αυτή η λογική. Ο στόχος μου/μας είναι η δημιουργία μιας ειρηνικής, δημοκρατικής, σοσιαλιστικής κοινωνίας που, εκτός των άλλων, θα διαπαιδαγωγεί τους ανθρώπους να είναι ειρηνικοί, συνεργάσιμοι και αλληλέγγυοι. Κανείς, όμως, δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι και ο πιο ορθολογικός άνθρωπος δε θα κάνει λάθος ποτέ. Κανείς δεν είναι απολύτως βέβαιος ότι δεν θα «φλιπάρει». Λογική και συναίσθημα δεν είναι «μηδενικό άθροισμα».
Καμιά φορά περνά από τα μάτια μου η σκηνή που έζησα στα εξήμισι χρόνια μου. Απόγευμα της 21ης Απριλίου 1967. Το στρατιωτικό πραξικόπημα εξελίσσεται με μαζικές συλλήψεις. Στην πόρτα σταματάει ένα τζιπ της χωροφυλακής. Οι χωροφύλακες μπαίνουν στον κήπο, ανεβαίνουν με βιασύνη τα σκαλιά. Απειλούν ότι θα ανοίξουν με τη βία την πόρτα. Χτυπούν και σπάνε με τα τουφέκια το τζάμι της. Μπαίνουν μέσα και αρπάζουν τον πατέρα μου μπροστά στα μάτια και τον πηγαίνουν πισθάγκωνα δεμένο στο περιπολικό. Οδηγήθηκε στην ασφάλεια και από εκεί στο γήπεδο της ΑΕΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια. Την άλλη μέρα το πρωί τον ψάχνουμε, μαθαίνουμε πού βρίσκεται και προσπαθούμε να ζητήσουμε πληροφορίες από τους φαντάρους έξω από το γήπεδο. Ένας απ’ αυτούς προκειμένου να μη προχωρήσουμε φωνάζει στη μητέρα μου να σταματήσουμε. Δεν του αρκούσε η αγριοφωνάρα. Έπρεπε να την τρομοκρατήσει ακουμπώντας τη ξιφολόγχη στο στήθος μου. Οπισθοχωρήσαμε. Δεν μπορέσαμε να μάθουμε λεπτομέρειες, παρά μόνο ότι θα τους στείλουν εξορία. Την επόμενη μάθαμε ότι ο πατέρας μου και χιλιάδες συνδικαλιστές, ακτιβιστές, μέλη και στελέχη της ΕΔΑ, των Λαμπράκηδων και των ομάδων της τότε ριζοσπαστικής αριστεράς στάλθηκαν στο νέο κολαστήριο της Γυάρου, που σύμφωνα με τις διηγήσεις του ήταν ηπιότερο από το κολαστήριο της Μακρονήσου 1947-1950. Αυτές τις σκηνές δε θα τις ξεχάσω ποτέ. Καθόρισαν τη ζωή μου κι αυτό το γεγονός δεν εξαλείφεται από το προσωπικό μου ιστορικό όσο κι αν πασχίζουν να μας κάνουν αμνήμονες στις μέρες μας. Θα χρειαστούν το νέο φάρμακο που προανήγγειλαν το οποίο εξαφανίζει τις δυσάρεστες μνήμες, όπως στην ταινία «Η αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού».
Ελάτε τώρα στη θέση του Νίκου Κοεμτζή. Αντιγράφω απόσπασμα από το σχόλιο του Δ.Χ. στην χτεσινή «Αυγή της Κυριακής»: Η ζωή του Κοεμτζή σφραγίστηκε, όταν, παιδάκι, είδε με τον μικρότερο αδερφό τους Χίτες να σφάζουν τον πατέρα του μέσα στο σπίτι τους. Ανέλαβε την οικογένεια και έζησε στο περιθώριο, αλλά όποτε η ΕΔΑ χρειαζόταν κάτι από αυτόν, χωρίς δεύτερη σκέψη και χωρίς να υπάρχει οργανωτική σχέση, ήταν έτοιμος να το κάνει. Να μπει φυλακή για να μεταφέρει ένα μήνυμα σε πολιτικό κρατούμενο, να κλέψει πολύτιμα στοιχεία από τις δυνάμεις καταστολής του αστυνομικού τρομοκρατικού κράτους. Ο Νίκος έζησε στην περιφέρεια των ποινικών. Η βίαιη αυθόρμητη αντίδρασή του στην προσβολή, στον τσαμπουκά με τους μπάτσους για μια ζεϊμπεκιά, τον έστειλε τρις εις θάνατο και επτάκις ισόβια. Ενέπνευσε τον Σαββόπουλο που έγραψε το “Μακρύ ζεϊμπέκικο”, και τον Παύλο Τάσσιο, που έκανε την ”Παραγγελιά” ταινία. Σκληρή η παλιά Ελλάδα, αλλά υπήρχε πάθος και υπερηφάνεια.
Ε, αυτό ήταν που εκτίμησαν τόσοι άνθρωποι, ανεξάρτητα από ιδεολογική και πολιτική προτίμηση, γεμίζοντας τις κινηματογραφικές αίθουσες, τα δισκοπωλεία και τα βιβλιοπωλεία και αγοράζοντας από τον ίδιο το βιβλίο του είτε στα δικαστήρια είτε στο Μοναστηράκι όπου άφησε την τελευταία του πνοή ο Νίκος Κοεμτζής.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΣΑΚΙΡΗΣ
H ΑΤΑΚΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
«Είμαι ο Παπανδρέου…της άρσης βαρών». Πύρρος Δήμας (άνευ συστάσεων)
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Βερναρδάκης Χριστόφορος (επιμ.) (2011) Η Κοινή Γνώμη στην Ελλάδα 2008-2010: Βουλευτικές & Περιφερειακές Εκλογές, Πολιτικά Κόμματα, Πολιτική Επικοινωνία, Πολιτισμικές Πρακτικές. Αθήνα: Εκδ. Σαββάλας, σελ. 254.
Ο νέος τόμος της VPRC περιλαμβάνει κείμενα από επιστημονικούς συνεργάτες της εταιρείας και ακαδημαϊκούς. Η θεματολογία του τόμου καλύπτει ποικιλία ερευνητικών αντικειμένων που αφορούν στην πρόσφατη κρίσιμη πολιτικά και κοινωνικά τριετία (2008-2010), κατά τη διάρκεια της οποίας έλαβαν χώρα 3 εκλογικές αναμετρήσεις (Εθνικές Εκλογές και Ευρωεκλογές 2009 και Δημοτικές-Περιφερειακές Εκλογές 2010), κόμματα και πολιτικά υποκείμενα τέθηκαν υπό αμφισβήτηση, ενώ υπό το βάρος της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας άρχισε να κλιμακώνεται η ισχυρότερη πολιτική κρίση στη χώρα από τη Μεταπολίτευση και μετά.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΟΜΟΥ
• ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗΣ
Βουλευτικές εκλογές 2009: Το εκλογικό σώμα σε μεγάλη κινητικότητα
• ΚΩΣΤΑΣ ΠΟΥΛΑΚΗΣ
Στοιχεία και συμπεράσματα από τις μεταπολιτευτικές εκλογές 1974-2009
• ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗΣ
Περιφερειακές και δημοτικές εκλογές 2010: Ψήφος, κόμματα και κομματικό σύστημα
• ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ – ΜΥΡΤΩ ΤΣΑΚΑΤΙΚΑ
«Αντιδικομματισμός» και αντικομματικά συναισθήματα στην Ελλάδα
• ΠΑΥΛΟΣ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ
Αξίες, ιδεολογία και γνωστικές συντομεύσεις: Ο ρόλος της πολιτικής δαημοσύνης
• ΛΕΚΚΑΣ ΝΙΚΟΣ
Η πολιτική «ατζέντα» της συγκυρίας και οι επιπτώσεις της στην πρόθεση ψήφου
• ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΣΤΙΑΔΗΣ
Χαρτογραφώντας τη διαιρετική τομή πόλης-υπαίθρου στην Ελλάδα
• ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΖΗΣ
Η σύγχρονη εικόνα του μισθωτού. Μορφές απασχόλησης, περιεχόμενο εργασίας και συλλογική ταυτότητα
• ΛΟΥΚΑΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ
Οι πρακτικές προεκλογικού μάνατζμεντ και διαχείρισης εθελοντών: Η εμπειρία της προεκλογικής καμπάνιας του Barack Obama στην Πολιτεία της Βιρτζίνια
• ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΩΡΑΦΑΣ
Η πολιτική κουλτούρα των μπλογκ
• ΙΩΑΝΝΑ ΑΘΑΝΑΣΑΤΟΥ
Όψεις των πολιτισμικών πρακτικών στη σύγχρονη Ελλάδα: Συμπεράσματα μιας έρευνας
ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Μακρύ ζεϊμπέκικο για το Νίκο
Διονύσης Σαββόπουλος
Μουσική/Στίχοι: Διονύσης Σαββόπουλος
Λοιπόν μολύβι και χαρτί, η απόγνωση άνοιξε λαγούμι
Σκιές που χώθηκαν με λάμψεις μαχαιριού σε πιο στενό κελί
Συλλάβετε πέπλα αίματος, χλιμίντριζε η Σελήνη
Δεν έχει ελπίδα, ελευθερία δεν ζητά, αλλά δικαιοσύνη
Γεννήθηκε σ’ ένα λασπότοπο, κοντά στην Κατερίνη
Σκιές με λάμπες κι Έλις που γλιστρούν στου Άδη το πανί
Ο Νίκος ήταν ο πρωτότοκος, τον άλλον λέγαν Δημοσθένη...
Βουβός δεσμός, εικόνα παιδική, σε άλλο χρόνο αναπλεγμένη
Ο γέρος του είχε κρυψώνα το βουνό απ’ το σαράντα πέντε
Κι οι χωρικοί απ’ τον φόβο των αρχών μακραίναν κι απ’ τον γιο
Κι αυτός τους έβλεπε στρωμένους στην δουλειά και μέσα του άναβε η μανία
του στριμωγμένου ανάμεσα στο πλήθος και την αστυνομία
Ώσπου μια χωρίς αποσκευή, τσουλώντας της τρύπας του την ρόδα
Κυλάει απ’ την Μακεδονία ως εδώ, κι ακόμα που θα βγει
Θα τρέχει πάντα για το άστρο, που δεν φτάνει καμιά αστυνομία
Για τους φυγάδες αυτός ο ουρανός είν’ η παρανομία
Νίκο, αγγίζω το στοιχειό σας
Νίκο, μες τον υπόκοσμο της γλώσσας
Δυο καταδίκες έξη χρόνια για κλοπή, τον είδα όταν βγήκε
Κρατούσε πλέον μιαν απόσταση απ’ την τρέλα, όχι για να σωθεί
Αλλά για να την σώσει αν με νοείς, να λόγου χάρη ήθελε γάμο
Και τότε τού ‘παν, έλα σε μάς για να προδώνεις, δεν δέχθηκε στιγμή
Κι απ’ την βαθειά των υπογείων τους την λύσσα, κατέφυγε στην επαρχία
Μα όπου κι αν πήγε, το σήμα είχε σταλεί, στην Σαλονίκη τον τσακίσαν
Σχεδόν τρεκλίζοντας ξανάρθε στην Αθηνά, και τότε πιάσαν την μνηστή του
Της είπαν λόγια, βοηθήσαν κι γονείς ώσπου διέκοψε μαζί του
Κι ωστόσο ζούσε τελείως σοβαρός, υπνοβατώντας σ’ ένα κράτος
Που θριαμβεύει με μιαν ατέλειωτη στριγκλιά, διαφυγή καμιά
Κρατώντας μόνο μια κρυφήν αναπνοή, των μπουζουξίδικων το γκέτο
Βαθιά εικόνα, που έκσταση εκεί, ακόμα λειτουργεί
ν’ ακούω έλεγε τα λόγια, την φωνή, και τ’ αδελφάκι μου υψωμένο
να το κοιτάω στον χορό του μοναχό, και κάτι να παθαίνω
Νίκο, σκυλάδικο Σαββάτο
Νίκο, σπασίματα γεμάτος
Παραγγελιά, και περιμέναν καθισμένοι, και τα ηχεία το αναγγείλαν
Κι όλα τα όργανα συλλάβαν το σκοπό για το χορό του Δημοσθένη
Καθώς ανέβαινε, η πίστα ήταν γεμάτη, ακούστηκε να ουρλιάζει
Παραγγελία, γιατί το είδε το κακό με δρασκελιές να πλησιάζει
Η πίστα άδειασε, μονάχα δυο αστυνόμοι, χορεύαν, γυρνώντας του την πλάτη
τότε τους έσπρωξε ο μικρός με μια στριγκλιά, δικό μου το κομμάτι
Τον ‘ρίξαν κάτω σε γυαλιά κομματιασμένα, ξεφώνιζε όπως τον εσέρναν
Σαν ένα φιλμ ιλιγγιώδες η ζωής τους, του Νίκου έκαψε τα φρένα
Έξω απ’ την τρέλα δεν είχε κάτι να πιαστεί, γιατί του το ‘χαν διαλύσει
Κατρακυλάει στον προβολέα των σκοταδιών του, στην φρικαλέα ατραξιόν του
Με τόση βία που είναι αδύνατον να πω, τι έγινε εκεί κάτου
Το δράμα όλο συντελέστηκε θαρρώ, στον χώρο του αοράτου
Στον εαυτό του είπε Νίκο, συγκρατήσου τραβώντας κι όλας το λεπίδι
Τον πρώτο που την έφαγε τον είδαν, με μια ταυτότητα να σκύβει
Σφάχτηκαν τρεις, μαχαίρωσε άλλους έξη, φωνές, ανοίχτε θα μας σφάξουν
Τραβώντας έξω τον μικρό παραμιλούσε εσένα δεν θα σε πειράξουν
Νίκο, σόι αλλοπαρμένο
Νίκο, τι έχεις καμωμένο
Μετά κατέφυγε στο σπίτι ενός γνωστού, μα ένοιωσε ότι θα τον δώσουν
θα φύγω είπε με μια βάρκα ν’ ανοιχτώ, φουρτούνες να με πνίξουν
Να τρελαθούνε, που Νίκο να γυρεύουν, και Νίκο να μην βρίσκουν
Μα όπως βγήκε του συνέδεσαν βαλέδες, ο ένας με τις χειροπέδες
Τον εκυκλώσαν και από τα γύρω μέρη, κρεμόταν η ζωή του
από ένα νήμα που δεν θα ‘δινε σ’ αυτούς, και πέταξε μαχαίρι
Να αναγκαστούν να τον σκοτώσουν οι αστυνόμοι, μα εκείνοι τού ‘ριχναν στα πόδια
Σερνόταν κι έβριζε ώσπου ένας ταβερνιάρης, του ‘δωσε μια με ένα καδρόνι...
Η δίκη του έγινε τον άγριο Νοέμβρη, το ένιωθε άραγε κι εκείνος
Ο τύπος πάντως, τον πρόβαλε ανοιχτά σαν αιμοβόρο κτήνος
Τα ίδια λέγαν και πολλοί προοδευτικοί παράξενο δεν ήταν
Η σύμβασή τους διαισθάνθηκε σ’ αυτόν, μιαν άλλη απειλή
Το ‘παν επίσης λαϊκοί ένα σωρό, στον συνεργάτη ενός εντύπου
Μα ο Μπιθικώτσης τον διώχνει και του λέει που να σου εξηγώ
Δεν είχε μάρτυρες εκτός τ’ αφεντικό και την νοικοκυρά του
Οι δικηγόροι λέγαν ανώμαλη ψυχή, κοιτάξτε τα χαρτιά του
Νίκο, χωριό συσκοτισμένων
Νίκο, ποιοι σ’ έχουν κυκλωμένο
Ο ίδιος ξέγραψε απ’ αρχής τον εαυτό του, το είπε πρέπει να πεθάνω
Μπήκε στον κόπο δηλαδή τον δικαστών μα αυτοί δεν μπήκαν στον δικό του
Καθώς διηγόταν την ζωή του, θαρρούσα δεν θ’ αντέξω
Η δική εξελισσόταν μέσα μα η δικαιοσύνη ήταν απ’ έξω
Στα γράμματά του από την φυλακή, ο βίος δεν διαφέρει
Ασφυκτιούσε σαν ζώο μυθικό, εδώ όσο κι εκεί
Μην είναι τάχα ένα ρίγος παραπέρα, που δείχνει απόσταση από το δράμα
και μεταφέρει σαν ιπτάμενο ένα θαύμα, της δικαιοσύνης την γαλέρα
Η τέχνη μου έζησε παράξενες στιγμές, και από δίκιο ξέρει
Τα κίνητρά του δεν ήταν ταπεινά, τον βλέπω σε αργές στροφές
Σαν μια Θεότητα που λύει τον πανικό της και διαστέλλεται ξεσπώντας
Στ’ ανυποψίαστα μπουλούκια του γλεντιού, που βιάζουν το άσυλό της
Η ουρά που αυξάνει φτύνοντάς τον ας λυσσάει, με τον ζουρλομανδύα
και με τα ηλεκτροσόκ να τον κλονίσει, θα λάβει ότι της αξίζει
Στους λαβυρίνθους του εφιάλτη οδηγημένη, αιώνια, δίχως σωτηρία
Στην τακτική δουλεία του δικαστή, που δεν καταλαβαίνει
Νίκο, ποτέ δεν θα ‘ναι έτσι
Νίκο, είν’ η αρρώστια που μας σώζει
καθώς σε φέρνει πιο μακριά κι απ’ το κελί σου
Νίκο, στον ουρανό της μουσικής σου
κι εσύ να περιμένεις, με γνώση ότι πεθαίνεις
ΣΙΝΕΜΑ ΓΙ’ ΑΠΟΨΕ
DRIVE
ΔΙΑΡΚΕΙΑ
100'
ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ
Νίκολας Βίντινγκ Ρεφν
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ
Ράιαν Γκόσλινγκ, Κάρεϊ Μάλιγκαν, Μπράιαν Κράνστον, Άλμπερτ Μπρουκς
του Γιώργου Κρασσακόπουλου
Σαν ένα σύγχρονο αστικό γουέστερν, σε ένα Λος Άντζελες φτιαγμένο λες από neon φως (αλλά και σκοτάδι), το «Drive» προτιμά να χτίσει από την αρχή τη μυθολογία τόσο της πόλης όσο και του ήρωά του. Οι εικόνες του LA μοιάζουν βγαλμένες από πλάνα του «Blade Runner», ο χαρακτήρας του (δίχως όνομα) οδηγού αντλεί από τη δεξαμενή των λιγομίλητων, αινιγματικών ηρώων. Stunt driver την ημέρα, οδηγός για ληστείες το βράδυ, ζει στο μεταίχμιο μέχρι τη στιγμή που θα γνωρίσει μια νεαρή παντρεμένη γυναίκα, θα μπλέξει με μερικούς πολύ επικίνδυνους τύπους και, αντίθετα απ’ ό,τι κάνει στο τιμόνι, δεν θα κρατήσει τις αποστάσεις. Η ιστορία μοιάζει γνώριμη, όμως τίποτα δεν είναι συνηθισμένο στο φιλμ του Ρεφν, που ξαναγράφει από την αρχή τους κανόνες του κινηματογραφικού cool, ή στη μετρημένη, εξαιρετική ερμηνεία του Γκόσλινγκ. Στιλιζαρισμένη βία, αυξομειώσεις της έντασης, άρνηση υποταγής στα κλισέ μιας ταινίας «δράσης», δεύτεροι χαρακτήρες που αξίζει να θυμάσαι, συναρπαστική μουσική, ταλαντευόμενη ηθική στάση και στιγμές ανθολογίας σε αφθονία. Μια αληθινά αξέχαστη κινηματογραφική βόλτα!
Το ανέκδοτο της ημέρας
Γκρέκο μασκαρά
Μια παρέα από τρεις φίλους περιμένουνε στο σταθμό Λαρίσης να φύγει το τρένο για Θεσσαλονίκη. Πλησιάζει ο ένας το γκισέ και βγάζει ένα εισιτήριο. Δίπλα τους ακριβώς είναι τρεις Τούρκοι που περιμένουνε κι αυτοί το ίδιο τρένο.
- Καλά πως ταξιδέψει τρεις άνθρωπος με ένα εισιτήριο;, τους ρωτάει ο ένας που ήξερε λίγα Ελληνικά.
- Περίμενε και θα δεις, απαντάνε με ένα πονηρό χαμόγελο οι δικοί μας.
Πράγματι κάποια στιγμή ξεκινάει το τρένο και μετά από 10 λεπτά αρχίζει ο έλεγχος εισιτηρίων. Με το που το παίρνουνε χαμπάρι οι τρεις φίλοι, χώνονται μέσα σε μια τουαλέτα όλοι μαζί και λουφάζουν. Όταν έρχεται ο ελεγκτής και διαπιστώνει ότι η τουαλέτα είναι κλειδωμένη, χτυπάει τη πόρτα και φωνάζει:
"Παρακαλώ έλεγχος εισιτηρίων!".
Η πόρτα μισανοίγει, βγαίνει ένα χέρι και του δίνει το μοναδικό εισιτήριο.
Οι Τούρκοι που βλέπουν τη σκηνή κουφαίνονται.
"Πολύ καλός κόλπος", παραδέχονται και αποφασίζουν να το κάνουνε κι αυτοί στην επιστροφή.
Όπως το περιμένατε, οι έξι καμπαλέρος συναντιόνται κατά σύμπτωση στο σταθμό της Θεσσαλονίκης για να γυρίσουνε Αθήνα. Πηγαίνει ο Τούρκος με τα σπαστά Ελληνικά και βγάζει ένα εισιτήριο για Αθήνα. Οι δικοί μας δεν βγάζουνε καθόλου εισιτήριο.
- Πως ταξιδέψει όλοι οι άνθρωπος χωρίς εισιτήριο; απορεί ο Τούρκος.
- Θα δεις, θα δεις, του απαντάνε πάλι οι Έλληνες και όλοι μαζί ανεβαίνουνε στο τρένο που έχει έλθει στο μεταξύ.
Μόλις ανακοινώνεται από τα μεγάφωνα ο έλεγχος εισιτηρίων, κλείνονται οι τρεις Τούρκοι σε μια τουαλέτα και οι τρεις Έλληνες στη διπλανή και περιμένουνε. Σε δύο λεπτά βγαίνει ένας από τους τρεις φίλους μας και χτυπώντας τη πόρτα της τουαλέτας των Τούρκων, λέει με βαριά
"επαγγελματική" φωνή:
- Παρακαλώ έλεγχος εισιτηρίων!
Αμέσως μισανοίγει η πόρτα και ο Έλληνας σαν κύριος παίρνει το εισιτήριο και γρήγορα γρήγορα ξαναχώνεται στην διπλανή τουαλέτα!
- Καλά πως ταξιδέψει τρεις άνθρωπος με ένα εισιτήριο;, τους ρωτάει ο ένας που ήξερε λίγα Ελληνικά.
- Περίμενε και θα δεις, απαντάνε με ένα πονηρό χαμόγελο οι δικοί μας.
Πράγματι κάποια στιγμή ξεκινάει το τρένο και μετά από 10 λεπτά αρχίζει ο έλεγχος εισιτηρίων. Με το που το παίρνουνε χαμπάρι οι τρεις φίλοι, χώνονται μέσα σε μια τουαλέτα όλοι μαζί και λουφάζουν. Όταν έρχεται ο ελεγκτής και διαπιστώνει ότι η τουαλέτα είναι κλειδωμένη, χτυπάει τη πόρτα και φωνάζει:
"Παρακαλώ έλεγχος εισιτηρίων!".
Η πόρτα μισανοίγει, βγαίνει ένα χέρι και του δίνει το μοναδικό εισιτήριο.
Οι Τούρκοι που βλέπουν τη σκηνή κουφαίνονται.
"Πολύ καλός κόλπος", παραδέχονται και αποφασίζουν να το κάνουνε κι αυτοί στην επιστροφή.
Όπως το περιμένατε, οι έξι καμπαλέρος συναντιόνται κατά σύμπτωση στο σταθμό της Θεσσαλονίκης για να γυρίσουνε Αθήνα. Πηγαίνει ο Τούρκος με τα σπαστά Ελληνικά και βγάζει ένα εισιτήριο για Αθήνα. Οι δικοί μας δεν βγάζουνε καθόλου εισιτήριο.
- Πως ταξιδέψει όλοι οι άνθρωπος χωρίς εισιτήριο; απορεί ο Τούρκος.
- Θα δεις, θα δεις, του απαντάνε πάλι οι Έλληνες και όλοι μαζί ανεβαίνουνε στο τρένο που έχει έλθει στο μεταξύ.
Μόλις ανακοινώνεται από τα μεγάφωνα ο έλεγχος εισιτηρίων, κλείνονται οι τρεις Τούρκοι σε μια τουαλέτα και οι τρεις Έλληνες στη διπλανή και περιμένουνε. Σε δύο λεπτά βγαίνει ένας από τους τρεις φίλους μας και χτυπώντας τη πόρτα της τουαλέτας των Τούρκων, λέει με βαριά
"επαγγελματική" φωνή:
- Παρακαλώ έλεγχος εισιτηρίων!
Αμέσως μισανοίγει η πόρτα και ο Έλληνας σαν κύριος παίρνει το εισιτήριο και γρήγορα γρήγορα ξαναχώνεται στην διπλανή τουαλέτα!
No comments:
Post a Comment