Κοινωνική Αλλαγή
του Θανάση Τσακίρη
Με τον όρο «κοινωνική αλλαγή» εννοούμε ότι σταδιακά συντελούνται πολύ μαζικές και μεγάλης σημασίας μεταβολές στον πολιτισμό, στην κοινωνική δομή και την κοινωνική συμπεριφορά. Όμως, ακόμη και αν η κοινωνία μεταβάλλεται, κάποια από τα προηγούμενα χαρακτηριστικά της δε μεταβάλλονται –ή τουλάχιστον δεν αλλάζουν ριζικά. Ορισμένοι τονίζουν τη διαφορά μεταξύ των όρων «κοινωνική μεταβολή» και «κοινωνική αλλαγή», καθώς ο πρώτος αναφέρεται στην αυτόματη και σταδιακή αλλαγή ενώ ο δεύτερος στη συνειδητά επιδιωκόμενη μεταβολή.
Από νωρίς η κοινωνιολογία καταπιάστηκε με το ζήτημα της αλλαγή. Αυτή η ενασχόληση ήταν πολύ έντονη κατά το 19ο και τον 20ό αιώνα καθώς αφενός οι ρυθμοί της αλλαγής ήταν πολύ έντονοι επιφέροντας ριζικά αποτελέσματα στην κοινωνική δομή -και αυτό λόγω απότομης και επιταχυνόμενης εκβιομηχάνισης- αφετέρου επειδή διαπιστώθηκε ότι υπήρχε ιδιαίτερα σημαντικό χάσμα ανάμεσα στις «ανεπτυγμένες» δυτικές χώρες και στις «υπανάπτυκτες» ή «καθυστερημένες χώρες», ιδίως του λεγόμενου «Τρίτου Κόσμου», ενώ έκπληξη προκαλούσε η αντίθεση ανάμεσα στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις και στις αποικίες τους που αφέθηκαν να φυτοζωούν σε κατάσταση «κοινωνικής υπανάπτυξης».
Οι κοινωνιολογικές θεωρίες, ειδικά αυτές που αναπτύχθηκαν κατά το 19ο αιώνα, μπορούν να διαιρεθούν σε θεωρίες της «κοινωνικής εξέλιξης» και σε θεωρίες της «επανάστασης». Οι πρώτες διατυπώθηκαν κυρίως από τους Κοντ, Σπένσερ και Ντυρκέμ. Κεντρική τους ιδέα ήταν ότι οι κοινωνίες εξελίσσονται από απλές αγροτικές επαρχιακές (simple, agrarian, rural) σε σύνθετες, βιομηχανικές/αστικές, (ή από «στρατιωτικές» σε «βιομηχανικές». Οι θεωρίες του λειτουργισμού στο θέμα της κοινωνικής αλλαγής έχουν παρόμοια θέση: η αλλαγή αφορά στην προσαρμογή ενός συστήματος στο περιβάλλον του μέσα από τη διαδικασία της πνευματικής διαφοροποίησης και της αύξησης της δομικής συνθετότητας. ΟΙ θεωρίες της επαναστατικής κοινωνικής αλλαγής, κυρίως οι προερχόμενες από τη σκέψη του Μαρξ, έδωσαν έμφαση στις ταξικές συγκρούσεις, στους πολιτικούς αγώνες και στον ιμπεριαλισμό θεωρώντας ότι είναι οι βασικοί μηχανισμοί που συνέβαλαν στην πραγματικά συγκλονιστική μεταβολή των κοινωνικών δομών.
Οι θεωρίες της κοινωνικής αλλαγής μπορούν να κατανεμηθούν σε διάφορες κατηγορίες με διαφορετικά κριτήρια:
1. Ανάλογα με το επίπεδο ανάλυσης (μικρο- και μακρο-επίπεδα).
2. Ανάλογα με την προέλευση των παραγόντων που συμβάλλουν στην κοινωνική αλλαγή (από το εξωτερικό ή από το εσωτερικό της κοινωνίας, του θεσμού ή της κοινωνικής ομάδας).
3. Ανάλογα με την αιτία που προκαλεί την κοινωνική αλλαγή (δημογραφική πίεση, ταξική σύγκρουση, αλλαγές στον τρόπο παραγωγής, ανάπτυξη νέων συστημάτων πεποιθήσεων)
4. Ανάλογα με το φορέα της αλλαγής (καινοτομικές ελίτ διανοουμένων, κοινωνικώς αποκλίνοντες, εργατική τάξη)
5. Ανάλογα με το χαρακτήρα της αλλαγής (βαθμιαία διάχυση νέων αξιών και θεσμών, ριζική ρήξη ενός κοινωνικού συστήματος)
Στο πέρασμα του 20ού αιώνα θεωρήθηκε πως η δημιουργία μιας γενικής θεωρίας της κοινωνικής αλλαγής είναι άσκοπη γιατί δεν μπορεί να εξηγήσει ικανοποιητικά τις πολλές μεταβολές που έχουν επέλθει ιστορικά. Έτσι έγινε προσπάθεια να συγκροτηθούν θεωρίες μέσου βεληνεκούς προκειμένου να εξηγηθεί η ανάπτυξη συγκεκριμένων θεσμών, κοινωνικών ομάδων, τομέων της κουλτούρας και του πολιτισμού ή πεποιθήσεων. Παρ’ όλα αυτά, η ανθρώπινη πνευματική ανάγκη να εξηγηθεί η μακρο-μεταβολή των κοινωνιών είναι ακόρεστη. Έτσι, στη στροφή του 20ού προς τον 21ο αιώνα, η ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη και οι συνέπειές της για τις κοινωνικές δομές και τον πολιτισμό έδωσαν τροφή για σκέψη. Νέες θεωρίες εμφανίστηκαν αναζωπυρώνοντας τη θεωρητική αναζήτηση και την εμπειρική κοινωνιολογική έρευνα.
Αναλυτικότερα, οι παράγοντες που συμβάλλουν στην κοινωνική αλλαγής είναι οι ακόλουθοι:
Α) Το φυσικό περιβάλλον.
Οι άνθρωποι προσπαθούν να δημιουργήσουν, μέσα στο περιβάλλον, μια σχέση λειτουργική, προσαρμοζόμενοι σ’ αυτό. Μηχανισμοί προσαρμογής στο περιβάλλον είναι η κοινωνική οργάνωση και η τεχνολογία Σε κάθε κοινωνία αντιστοιχεί ένας ιδιαίτερος τρόπος προσαρμογής και μια αντίστοιχη τεχνολογία. Με κάθε μείζονα μεταβολή του περιβάλλοντος, η προσαρμογή γίνεται με θεαματικές, κοινωνικές και τεχνολογικές διευθετήσεις που θεωρούνται ότι αρμόζουν στην κάθε περίσταση. Στην περίπτωση του φυσικού περιβάλλοντος, διαπιστώνουμε ότι μέχρι τώρα οι άνθρωποι με τη συλλογική παρέμβασή τους τροποποιούσαν το φυσικό περιβάλλον. Το ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι κατά πόσον αυτές οι παρεμβάσεις είχαν αρνητικό αποτέλεσμα στο οικολογικό σύστημα και στην ισορροπία στη σχέση άνθρωπος-περιβάλλον, και πώς θα αντιδράσουν εκ νέου οι άνθρωποι μπροστά στο ενδεχόμενο γενικότερης περιβαλλοντικής καταστροφής και κατάρρευσης του οικολογικού συστήματος.
Β) Πληθυσμός.
Όταν μεταβάλλονται παράγοντες, όπως το μέγεθος, η σύνθεση και η κατανομή του πληθυσμού, επηρεάζονται τόσο ο πολιτισμό ς όσο και οι κοινωνικές δομές. Οι πληθυσμοί ορισμένων μεγάλων κρατών, όπως είναι η Κίνα, η Ινδία και οι ΗΠΑ, αυξάνονταν με ραγδαίους ρυθμούς, κατά τη διάρκεια των τελευταίων αιώνων. Αυτή η ραγδαία αύξηση έχει ως αποτέλεσμα τη ριζική μείωση των φυσικών πόρων που διαθέτει ο πλανήτης (π.χ. πετρέλαιο, δασικός πλούτος, φυσικά τρόφιμα κ.α.) Από την άλλη πλευρά, η ηλικιακή σύνθεση του πληθυσμού πολλών δυτικών κρατών αλλάζει με αποτέλεσμα την πρόκληση της «γήρανσης» του πληθυσμού με ανυπολόγιστες συνέπειες στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας, στο σύστημα υγείας κλπ
Γ) Σύγκρουση για τους πόρους και τις αξίες.
Η σύγκρουση είναι βασική πηγή άντλησης νέων μορφών κοινωνικής αλλαγής τόσο στο επίπεδο π.χ. των ομάδων (υπεράσπιση και προώθησης των καλών ή κακών εννοούμενων συμφερόντων των ανθρώπων όσος και στο επίπεδο της ευρύτερης κοινωνικής δομής. Η σύγκρουση είναι τρόπος ξεκαθαρίσματος κοινωνικών και πολιτικών ιδεών καθώς γίνονται σαφέστερες και αναλυτικότερες ώστε να είναι πιο καλή, ενδεχομένως, η επιλογή και η υιοθέτησή τους από τους ανθρώπους. Από την άλλη οι αξίες και τα πρότυπα της κοινωνίας λειτουργούν ως «θεματοφύλακες» ή «ρυθμιστές» που άλλοτε εμποδίζουν και άλλοτε ενθαρρύνουν την αλλαγή. Παραδείγματος χάριν, ανάλογα με το πολιτιστικό πλαίσιο ο «εφευρέτης» είναι πρόσωπο που δοξάζεται γιατί καινοτομεί στο πλαίσιο του υλικού πολιτισμού ή «επαναστάτης» με αρνητικό πρόσημο γιατί διαδίδει «επικίνδυνες» νέες ιδέες. Ενίοτε η κοινωνία αποδέχεται αβασάνιστα κάθε τεχνολογική καινοτομία που διευκολύνει την καθημερινή ζωή χωρίς να σκέφτεται τις συνέπειες (π.χ. κατάχρηση των μετακινήσεων με αυτοκίνητα) ενώ ταυτόχρονα αρνείται τη χειραφέτηση των γυναικών (π.χ. Σαουδική Αραβία)
Δ) Καινοτομία
Με την ανακάλυψη και την εφεύρεση επέρχονται αλλαγές στην κοινωνία, πολλές φορές απρογραμμάτιστα και εκθετικά. Ανακάλυψη είναι η προσθήκη νέου στοιχείου στην υπάρχουσα γνώση. Ουσιαστικά, με την ανακάλυψη μπορούμε να δούμε τις υπάρχουσες καταστάσεις με «άλλο μάτι» ή να διατυπώσουμε ένα νέο φυσικό νόμο, όπως π.χ. ο Αϊνστάιν με τη θεωρία της σχετικότητας και ο Μέντελ με τη θεωρία της κληρονομικότητας, οι ανακαλύψεις των θαλασσοπόρων που άνοιξαν τους ορίζοντες στη νέα εποχή της Αμερικανικής ηπείρου. Η εφεύρεση είναι η αξιοποίηση υφιστάμενης γνώσης με νέο και καινοτόμο τρόπο. Παράδειγμα εφεύρεσης που άλλαξε τη γνώση και τον κόσμο ήταν το αυτοκίνητο που είναι προϊόν συνδυασμού έξι προϋπαρχόντων εξαρτημάτων. Η ποικιλία και οι ρυθμοί των ανακαλύψεων και των εφευρέσεων εξαρτώνται από τον πολιτιστικό πλούτο κάθε κοινωνίας. Παραδείγματος χάριν, το γυαλί επέτρεψε τη δημιουργία μιας σειράς νέων προϊόντων όπως οι φακοί, τα κολονάτα ποτήρια, τα ομματοϋάλια, οι φακοί των μηχανών λήψης και προβολής, τηλεσκοπίων και μικροσκοπίων κλπ. Πρόκειται για την αρχή της «εκθετικής ανάπτυξης».
Ε) Διάχυση.
Πρόκειται για τη διαδικασία με την οποία τα πολιτισμικά στοιχεία μιας κοινωνίας μεταβιβάζονται από μια κοινωνία ή κοινωνική ομάδα σε μια άλλη. Η διάχυση με την παρεμβολή των ανθρώπων εμποδίζεται ή διευκολύνονται ανάλογα με το εκάστοτε κοινωνικό πλαίσιο. Σημαντικό ρόλο παίζουν η λειτουργική καταλληλότητα του στοιχείου, τα δίκτυα επικοινωνίας, σχέσεων και επιρροών που συνδέουν τα άτομα μεταξύ τους. Οι κοινωνίες με ανοιχτές οικονομίες στη διεθνή αγορά αλλά και με πολυπολιτισμικότητα επιδεικνύουν εξαγωγές πολιτιστικών στοιχείων προς άλλες κοινωνίες λόγω ηγεμονικής στρατηγικής θέσης. Ταυτόχρονα δέχονται επιρροές από τις άλλες κοινωνίες λόγω της πολυεθνοτικής και πολυπολιτισμικής σύνθεσής τους. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελούν οι ΗΠΑ και ο Καναδάς.
ΣΤ) Τα μέσα μαζικής επικοινωνίας.
Ο ρόλος των ΜΜΕ στην κοινωνική αλλαγή γίνεται ολοένα και πιο σημαντικός με την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών και την εντεινόμενη πολυπλοκότητας μιας «παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας». Στο σημείο αυτό θα πρέπει περιληπτικά να αναφέρουμε τις κυριότερες θεωρίες για τα ΜΜΕ και το ρόλο τους.
i) Η θεωρία της «υποδόριας βελόνας» τονίζει ότι τα ΜΜΕ ασκούν άμεση, απευθείας και ισχυρή επιρροή στα ακροατήριά τους. Ειδικά κατά τις δεκαετίες του 1940 και του 1950, τα ΜΜΕ θεωρούνταν ικανά να ασκούν πανίσχυρη επιρροή στην αλλαγή της κοινωνικής συμπεριφοράς. Παράγοντες που ευνοούσαν τη θεωρία αυτή ήταν η ραγδαία άνοδος του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης, η ανάδυση των «βιομηχανιών της πειθούς», όπως η διαφήμιση και η προπαγάνδα, ο κινηματογράφος (κυρίως όσον αφορά την επιρροή του στα παιδιά, η απόλυτη μονοπώληση των ΜΜΕ από τα ναζιστικά και φασιστικά κόμματα που κατέλαβαν την εξουσία στη Γερμανία, την Ιταλία και στις χώρες όπου υπήρχαν δικτατορικά καθεστώτα. Έτσι τα μηνύματα που εκπέμπουν τα ΜΜΕ «εισχωρώντας» ως «ενέσιμο υγρό» στο μυαλό των ακροατών-θεατών προκαλούν επιθυμητές αποκρίσεις τους στον πομπό. Αργότερα με νεότερες έρευνες αμφισβητήθηκε η επιστημονική ακρίβεια της θεωρίας.
ii) Η θεωρία της διαμόρφωσης της ημερήσιας διάταξης (agenda setting). Τονίζει την ιδιαίτερη ικανότητα των ΜΜΕ να διαμορφώνουν τον κατάλογο με τα ζητήματα που θεωρούν σημαντικά και να επηρεάζουν την ποικιλία των θεμάτων που μπορεί να συζητήσει το κοινό των ΜΜΕ. Δύο βασικές παραδοχές αποτελούν τη βάση για την άποψη αυτή. Πρώτον, ότι ο Τύπος και τα ΜΜΕ δεν αντανακλούν την πραγματικότητα αλλά την φιλτράρουν και τη διαμορφώνουν και, δεύτερον, ότι η επικέντρωση των ΜΜΕ σε λίγα θέματα οδηγεί το κοινό στο να θεωρεί μόνο αυτά ως σημαντικά ή σημαντικότερα από κάποια άλλα.
iii) Η θεωρία της διάχυσης των καινοτομιών. Επικεντρώνεται στις συνθήκες που αυξάνουν ή μειώνουν την δυνατότητα μιας ιδέας, ενός προϊόντος ή μιας πρακτικής να υιοθετηθεί από τα μέλη μιας συγκεκριμένης κουλτούρας. Η θεωρία προβλέπει ότι τα ΜΜΕ όσο και οι διαπροσωπικές επαφές παρέχουν πληροφόρηση και επηρεάζουν την γνώμη και την κρίση των μελών του κοινού. Τέσσερα στάδια εντοπίστηκαν: α) εφεύρεση, β) διάχυση (ή επικοινωνία) μέσω του κοινωνικού συστήματος, γ) χρόνος, και δ) συνέπειες. Υπάρχουν πέντε κατηγορίες αποδεκτών που υιοθετούν τις καινοτομίες: α) οι καινοτόμοι (2,5% του συνόλου), β) οι πρώιμοι αποδέκτες (13,5%), γ) η πρώιμη πλειονότητα (34%), δ) η ύστερη πλειονότητα (34%) και οι καθυστερημένοι (16%). Άρα: Διάχυση είναι «η διαδικασία με την οποία μια καινοτομία διαδίδεται επικοινωνιακώς μέσω ορισμένων διαύλων σε μια χρονική περίοδο μεταξύ των μελών ενός κοινωνικού συστήματος.
iv) Η θεωρία της καλλιέργειας (cultivation theory). Μετά την παρακμή των θεωριών της «βελόνας» άρχισαν να εμφανίζονται νέες παραλλαγές τους πιο επεξεργασμένες εμπειρικά, όπως οι θεωρίες του «σταλαγμίτη». Αυτές χρησιμοποιούν τη μεταφορά του σταλαγμίτη για να δείξουν ότι υπάρχει αναλογία ανάμεσα στη αργή συγκρότηση των σταλαγμιτών και στην αργή επενέργεια της επίδρασης των ΜΜΕ στα άτομα. Η έρευνα κατά τη δεκαετία του ’60 εστιάστηκε στην επίδραση που ασκεί η τηλεόραση στις ιδέες των τηλεθεατών σχετικά με το πώς μοιάζει ο κόσμος. Οι θεωρητικοί της καλλιέργειας υποστηρίζουν ότι η τηλεόραση βαθμιαία επιφέρει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα που είναι μικρά και έμμεσα αλλά σωρευτικά και σημαντικά, καθώς επηρεάζει και διαμορφώνει τις αντιλήψεις των θεατών σχετικά με την κοινωνική πραγματικότητα. Τελικά, διαμορφώνει συνολικά μια νέα κουλτούρα Τα ΜΜΕ καλλιεργούν στάσεις και αξίες που είναι ήδη στοιχεία της κουλτούρας. Διατηρούν και διαδίδουν αυτές τις αξίες στα μέλη της κουλτούρας καθιστώντας ισχυρότερη τη συνοχή της. Επιπλέον, οδηγούν στην υιοθέτηση πολιτικών στάσεων του «μεσαίου χώρου» (mainstreaming). Οι θεωρητικοί της καλλιέργειας διακρίνουν μεταξύ «πρώτης τάξεως» (γενικές πεποιθήσεις για τον καθημερινό κόσμο π.χ. για την εξάπλωση της βίας) και «δευτέρας τάξεως» αποτελεσμάτων (ειδικές στάσεις όσον αφορά π.χ. το νόμο και την τάξη ή την προσωπική ασφάλεια) καθώς και μεταξύ όσων βλέπουν πολλές ώρες τηλεόραση (heavy viewers) και όσων βλέπουν λίγο (light viewers) και έχουν εναλλακτικές πηγές ενημέρωσης σε αντίθεση με τους πρώτους που αντιλαμβάνονται τον κόσμο αποκλειστικά μέσω της τηλεοπτικής οθόνης.
v) Η θεωρία του μέσου. Η θεωρία αυτή προκάλεσε σάλο στο χώρο της κοινωνιολογίας των ΜΜΕ καθώς υποστήριζε ότι «το μέσο είναι το μήνυμα», δηλαδή ότι το είδος του μέσου επηρεάζει την αντίληψη. Επισημαίνεται ότι οι δίαυλοι δε διαφέρουν μόνο ως προς το περιεχόμενό τους αλλά και όσον αφορά τον τρόπο με το οποίο αφυπνίζουν και τροποποιούν σκέψεις και αισθήσεις. Τα μέσα διαχωρίζονται ανάλογα με τις γνωστικές διαδικασίες που απαιτεί το καθένα. Οι δίαυλοι είναι κυρίαρχη δύναμη που πρέπει να τους κατανοήσουμε ώστε να γνωρίσουμε τους τρόπους με τους οποίους τα μέσα επηρεάζουν την κοινωνία και την κουλτούρα. Η θεωρίας εστιάζεται στα χαρακτηριστικά του κάθε μέσου αντί στο περιεχόμενο ή στο πώς λαμβάνει την πληροφόρηση. Το μέσο δεν είναι απλώς μια εφημερίδα ή το διαδίκτυο ή μια ψηφιακή κάμερα κ.ο.κ. Οι άνθρωποι προσαρμόζονται στο εκάστοτε περιβάλλον μέσω μιας ορισμένης ισορροπίας ή αναλογίας των αισθήσεων. Το εκάστοτε κυρίαρχο μέσο παράγει μια ιδιαίτερη αναλογία αισθήσεων επηρεάζοντας έτσι την ίδια την αντίληψη.
vi) Το σπιράλ της σιωπής. Πρόκειται για απόπειρα εξήγησης του τρόπου διαμόρφωσης της κοινής γνώμης και ενδιαφέρεται κυρίως να δώσει απάντηση στο ερώτημα του γιατί οι άνθρωποι τείνουν να παραμένουν σιωπηλοί όταν οι απόψεις τους βρίσκονται στην πλευρά της μειοψηφίας. Η θεωρία στηρίζεται σε 3 υποθέσεις. Πρώτον, ότι οι άνθρωποι διαθέτουν την «έκτη αίσθηση», δηλαδή ένα «οιονεί στατιστικό όργανο» που το χρησιμοποιούν για να αντιλαμβάνονται την επικρατούσα γνώμη πριν από την όποια επίσημη καταγραφή της σε εκλογές, δημοσκοπήσεις και έρευνες. Δεύτερον, ότι οι άνθρωποι φοβούνται μήπως απομονωθούν και γνωρίζουν ποιες είναι οι συμπεριφορές που μπορούν να οδηγήσουν στην κοινωνική απομόνωση. Τρίτον, οι άνθρωποι αποφεύγουν να εκφράζουν τη δική τους άποψη από φόβο μήπως απομονωθούν.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ) του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...
-
Η ΜακΝτοναλντοποίηση της Κοινωνίας του Θανάση Τσακίρη Μακντοναλντοποίηση είναι η διαδικασία με βάση την οποία οι αρχές των εστιατορίων...
-
Ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Άλφρεντ Σουτς ξεκινά με βάση το έργο του Βέμπερ για τους «ιδεότυπους» και το επεκτείνει αναθεωρώντας ορ...
No comments:
Post a Comment