Προηγούμενο https://tsakthan.blogspot.com/2019/07/to.html
Συνεχίζεται....
Θανάσης Τσακίρης
Όταν μια κατάσταση προκαλεί δυσφορία σε ένα
τμήμα ή ομάδα της κοινωνίας και αυτή η δυσφορία υποδηλώνει πως υπάρχει μια αρνητική
εκτίμηση των υφιστάμενων σχέσεων ή της συλλογικής ενέργειας που παράγει,
συντηρεί ή επιτείνει μια δυσάρεστη κατάσταση τότε είμαστε μπροστά σε ένα
«κοινωνικό πρόβλημα». Ένα «κοινωνικό πρόβλημα» πρέπει να γίνει «ορατό» από
σημαντικό αριθμό μελών της κοινωνίας και να χαρακτηριστεί «ανεπιθύμητο». Αυτό
δεν σημαίνει πως όλοι το βλέπουν έτσι. Παραδείγματος χάριν, κάτοικοι μιας αστικής
περιοχής με ιδιαίτερου κάλους φυσικό περιβάλλον
αντιδρούν στην ύπαρξη μεγάλων δρόμων υψηλής ταχύτητας που εξυπηρετούν στην
ανακούφιση της κυκλοφορίας στην πόλη διευκολύνοντας τους οδηγούς. Ακόμα πιο
έντονα προβλήματα προκύπτουν όταν υπάρχει διαμάχη γύρω από το δίπολο
«οικονομική επιβίωση» ή «προστασία του περιβάλλοντος». Έτσι μπορούμε να πούμε ότι ένα κοινωνικό πρόβλημα μεταβάλλεται σε «πολιτικό
διακύβευμα» όταν γύρω από αυτό συγκρούονται δυο ή και περισσότερες ομάδες και η
σύγκρουση αναφέρεται στα ουσιαστικά ή στα διαδικαστικά ζητήματα που συνδέονται
με την κατανομή πόρων ή θέσεων.
Για
να τεθεί όμως από την πλευρά των πολιτών ένα κοινωνικό πρόβλημα στην πολιτική
ημερήσια διάταξη, δηλαδή να εγγραφεί ως θέμα της δημόσιας ατζέντας χρειάζεται
κάποιοι από αυτούς να κινητοποιηθούν για την υλοποίηση του συγκεκριμένου στόχου.
Αυτό σημαίνει πως πρέπει να σχηματίσουν ένα «κίνημα».[1] Επομένως από τη στιγμή που η δυσφορία αρχίζει
να εντείνεται και οι άνθρωποι νοιώθουν πως η ιδέα της «απόδρασης» από την
κατάσταση δυσφορίας θεωρεί εφικτή υλοποιήσιμη, το κίνημα και οι ιδέες μπορούν
να γίνουν υλικές δυνάμεις.
Παρ’
όλα αυτά η διαδικασία της συγκρότησης κοινωνικού κινήματος δεν είναι γραμμική
κι εύκολη.
Ένα
πρόβλημα καθίσταται πολιτικό και τίθεται στην ατζέντα όταν αναγνωριστεί ως
τέτοιο και υπάρχουν διαθέσιμες λύσεις. Προϋπόθεση είναι να υπάρχει το κατάλληλο
πολιτικό κλίμα που δημιουργεί «παράθυρα ευκαιρίας» για τους ενδιαφερόμενους
πολίτες.[2] Σημαντικοί παράγοντες στην
συγκρότηση και δράση του κινήματος είναι:
-οι
δομές των πολιτικών και οικονομικών ευκαιριών και απειλών,[3] και
Οι
πολιτικές ευκαιρίες είναι αξιόπιστα αλλά όχι υποχρεωτικά επίσημα, μόνιμα ή εθνικής εμβέλειας σινιάλα
προς δρώντα πολιτικά ή κοινωνικά που είτε τα ενθαρρύνουν είτε τα αποθαρρύνουν
από τη χρήση των εσωτερικών πόρων για
την διαμόρφωση κοινωνικών κινημάτων.[4] Η δομή πολιτικών ευκαιριών
έχει τέσσερες διαστάσεις. Κατ’ αρχάς, τίθεται το θέμα του κατά πόσο ένα
θεσπισμένο πολιτικό σύστημα είναι ανοικτό ή κλειστό και σε ποιο βαθμό. Η δεύτερη διάσταση σε σχετίζεται με τη σταθερότητα ή την αστάθεια των
ευθυγραμμίσεων και στοιχίσεων των πολικών και κοινωνικών ελίτ που συνήθως υποστηρίζουν
το πολίτευμα. Η τρίτη διάσταση είναι αυτή της ύπαρξη ή μη συμμάχων των ελίτ.
Τέλος, η τέταρτη διάσταση είναι η θέληση και η ικανότητα του κράτους να
χρησιμοποιεί μηχανισμούς καταστολής.[5] Αυτές οι ευκαιρίες είναι
οι αντικειμενικοί παράγοντες που αποτελούν το πλαίσιο μπορεί να δράσει το
κοινωνικό κίνημα. Είναι οι εξωτερικοί πόροι που στηρίζουν την κινηματική δράση.[6] Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι τα κινήματα
είναι αυτομάτως έτοιμα να δράσουν ή να αξιοποιήσουν την ευκαιρία ή να
αντισταθούν στην απειλή κινητοποιήσουν τους εσωτερικούς πόρους τους.
Επιπλέον, η έννοια της συλλογικής ταυτότητας
χρησιμοποιήθηκε για την εξήγηση του πώς τα κοινωνικά κινήματα δημιουργούν και
διατηρούν τη συνοχή τους με το πέρασμα του χρόνου. Η συλλογική ταυτότητα
ορίζεται ως η «γνωστική, ηθική και συναισθηματική σύνδεση ενός ατόμου με μια
ευρύτερη κοινότητα, κατηγορία, πρακτική ή ένα θεσμό».[7]Η οικολογία ως κοινωνικό
κίνημα διαθέτει κοινή συλλογική ταυτότητα. Συχνά το κίνημα δρα εκτός πολιτικών
θεσμών χρησιμοποιώντας την «διαμαρτυρία» ως μία από τις μορφές δράσης του και
χαρακτηρίζεται από μη θεσμοθετημένα δίκτυα διάδρασης.[8] Προκαλεί ή/και απορρίπτει
τις κυρίαρχες μορφές εξουσίας. Η ύπαρξη συλλογικής ταυτότητας είναι προϋπόθεση
για την κοινή δράση ανθρώπων, ορίζοντας ένα βασικό πλαίσιο αλληλεγγύης.
Δημιουργείται, έτσι, μια εικόνα του «εμείς και αυτοί». Ενισχύονται οι κοινές
αξίες που δίνουν «νόημα» και δικαιολογούν τις ενέργειες των ακτιβιστών/τριών
του οικολογικού κινήματος. Πέραν αυτών, κοινή κουλτούρα, κοινές πρακτικές και
παραδόσεις διαμορφώνουν και αυτές με τη σειρά τους την ταυτότητα του
οικολογικού κινήματος. Όλα αυτά τα στοιχεία μεταβάλλονται κατά τη διάρκεια του
ιστορικού χρόνου. Στο διεθνές και στο τοπικό οικολογικό κίνημα παρατηρούμε
συχνά τη χρήση των μη θεσμοποιημένων και μη ιεραρχικών δομών οργάνωσης και από
την άλλη την υιοθέτηση από τους ανθρώπους του (ή τουλάχιστον του μεγαλύτερου
μέρους τους) τρόπων ζωής που να συνάδουν με τις βασικές αρχές της οικολογίας.
Βέβαια, αυτά τα στοιχεία της πολιτικής κουλτούρας δεν είναι αποκλειστικότητα
του οικολογικού κινήματος καθώς παρόμοια συναντάμε στην περίπτωση του
φεμινιστικού κινήματος που αμφισβήτησε την διχοτομία «δημόσιος βίος-ιδιωτικός
βίος». Οι κοινές ταυτότητες των δρώντων των κοινωνικών κινημάτων είναι
ετερογενείς, μη παγιωμένες και ασταθείς. Τίθενται, υπό διαπραγμάτευση και
επαναβεβαίωση. Η επίτευξη του στόχου της σφυρηλάτησης της «συλλογικής
ταυτότητας» είναι μεγάλο κατόρθωμα για το οικολογικό κίνημα, καθώς κάθε
κοινωνικό κίνημα δεν είναι αναγκαστικά ένας ενιαίος δρων οργανισμός
(παραδείγματος χάριν, η οργάνωση Earth First! που συχνά συνεργάζεται με
αναρχικές ομάδες που δεν έχουν το περιβάλλον ως προτεραιότητά τους και με Μη
Κυβερνητικές Οργανώσεις που αγωνίζονται να κάνουν τις επιχειρήσεις να γίνουν
«πιο πράσινες»). Οι συγκρούσεις ρεφορμιστικών και ριζοσπαστικών τμημάτων (realos vs fundis)σχετίζεται με τις επαφές τους με εκτός κινήματος
ομάδες και με τις αντιπαραθέσεις με άλλους πράσινους και οικολόγους με συνέπεια
η «κοινή κουλτούρα» να μεταβάλλεται. Τέλος, οι οργανώσεις και ομάδες μπορεί να
έχουν πολλαπλές ταυτότητες (π.χ. συμμετοχή οικολόγων σε αντινεοφιλελεύθερες
κινητοποιήσεις).[9]
Η οικολογική αντίληψη θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στο
σλόγκαν «Δράσε Τοπικά, Σκέψου Παγκόσμια» καθώς εκφράζει τόσο την αποκεντρωμένη
δράση και την παγκόσμια συναίσθηση και ευθύνη. Στο τοπικό επίπεδο υπάρχουν πολύ
περισσότερες ευκαιρίες και δυνατότητες εποικοδομητικής συμμετοχής των πολιτών
στα κοινά και, ειδικά για το περιβάλλον, επειδή έχουν άμεση αντίληψη γι’ αυτό
καθώς είναι οι πρώτοι που βιώνουν τις συνέπειες της φθοράς καταστροφής. Οι
τοπικές ομάδες δεν βασανίζονται από τα προβλήματα των μεγάλης κλίμακας
γραφειοκρατικών οργανώσεων που μειώνουν στο ελάχιστο το ρόλο των ατόμων.
Δημιουργούν τις δικές τους ταυτότητες και έχουν την αίσθηση της κοινωνικής
κοινότητας και του φυσικού κόσμου. [10]
Συνεχίζεται....
Θανάσης Τσακίρης
[1] Easton David (1967) A System Analysis of Political Life. New
York, NY: Wiley. Βλ.επίσης Cobb
R. & Elder C., (1972/1983) Participation
in American Politics: The Dynamics of Agenda Building. Baltimore, MD: The
Johns Hopkins University Press.
Dearing James W., Rogers Everett (1996) Agenda-Setting. Thousand Oaks, CA: SAGE
Publications
[2] Kingdom John (2010) Agendas, alternatives and public policies.
New York, NY:Pearson
[3] Tilly Charles (1978) From Mobilization to Revolution. Boston,
MA: Addison Wesley Publishing Company και
[4]Tarrow Sydney (1996). “States and
Opportunities: The Political Structuring of Social Movements” σε McAdam, D., McCarthy, J., and M.
Zald (eds.), Comparative Perspectives on
Social Movements. Cambridge: Cambridge University Press σελ 41–61) και Giugni Marco (2009) “Political
Opportunities: From Tilly to Tilly”. Swiss
Political Science Review
Volume
15, Issue 2, Summer, σελ.
361–367, http://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1002/j.1662-6370.2009.tb00136.x/pdf
[5] McAdam D. (1996) “Conceptual
Origins, Current Problems, Future Directions.”
σε
Doug McAdam, D., McCarthy, J. and M. Zald (eds), Comparative Perspectives on Social Movements: Political Opportunities,
Mobilizing Structures, and Cultural Framings. Cambridge:
Cambridge
University Press, σελ. 23–40.
[6] McCarthy, John D. and Mayer
N. Zald.(1977). “Resource Mobilization
and Social Movements: A Partial Theory.”
American Journal of Sociology
82, σελ.
1212-1241 και Bob
Edwards and John D. McCarthy (2004) “Resources and Social Movement Mobilization”
σε David A. Snow, Sarah
A. Soule, Hanspeter Kriesi (eds), The
Blackwell Companion to Social Movements. Oxford: Blackwell Publishing Ltd, σελ. 116-152.
[7] Polletta, Francesca, and Jasper,
James M. (2001) “Collective Identity and Social Movements”. Annual Review of Sociology,. Vol. 27 , σελ. 283-305
[8] Cohen Jean L. and Arato Andrew (1994) Civil
Society and Political Theory. Cambridge, MAQMIT Press. Alexandropoulos Stelios
and Serdedakis Nik (2000) “Greek environmetalism:
from
the status nascendi of a movement to its integration”, Paper for ECPR workshop
on Environmental Organizations.
Copenhagen, April 2000
[9]Dryzek John S. (2013) The Politics of the Earth: Environmental
Discourses. Oxford, UK:
Oxford
University Press
[10] Τσακίρης
Αθανάσιος και Πενταράκη Μαρία (2009)«Κράτος και Οικολογικό Κίνημα: Η Περίπτωση
του Παναττικού Δικτύου Κινημάτων Πόλης & Ενεργών Πολιτών» στο 2o Πανελλήνιο Συνέδριο Περιβαλλοντικής
Πολιτικής & Διαχείρισης. Πέρα από το
Κράτος: Ο ρόλος των Επιχειρήσεων, των οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών και των
Διεθνών και Διεθνικών Οργανισμών στην Περιβαλλοντική Πολιτική και
Διαχείριση. 19-21 Ιουνίου 2009,
Τμήμα Περιβάλλοντος, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη http://www.env.aegean.gr/eeppd/CONF2009/Env_Policy_Management_CONFERENCE_2009_MINUTES.pdf
No comments:
Post a Comment