Σύγκλιση Οικολογίας και Αριστεράς: (Απ)ευκταία αλλά αν(έφικτη);
του Ιωσήφ Μποτετζάγια - Λέκτορας του Τμήματος Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου
Η ελληνική πολιτική οικολογία είχε φέτος τον Ιούνιο μια σημαντική επέτειο: τη συμπλήρωση είκοσι χρόνων από την πρώτη φορά που Ελληνικό πράσινο κόμμα κατέβηκε σε Ευρωεκλογές (Ιούνιος 1989). Αυτή η κάθοδος σηματοδοτούσε για πολλά χρόνια τη σημαντικότερη εκλογική επιτυχία των Ελλήνων οικολόγων, καθώς το 1.12% εκείνων των εκλογών ακολούθησαν τα μικρά ποσοστά των Εθνικών Εκλογών του 1989 & 1990 (παρά την εκλογή βουλευτή λόγω της χρήσης –τότε- της απλής αναλογικής ως εκλογικού συστήματος) και η τραυματική εμπειρία των Οικολόγων Εναλλακτικών.
Ίσως λοιπόν να είναι το ‘τραυματικό’ εκείνης της εμπειρίας που εξηγεί γιατί δεν έγινε, εξ όσων γνωρίζω, καμία αναφορά ούτε σύνδεση αυτού του γεγονότος με τη φετινή (ακόμα μεγαλύτερη) επιτυχία: το 3.49% στις Ευρωεκλογές του Ιουνίου 2009 και την εκλογή του πρώτου Πράσινου Έλληνα Ευρωβουλευτή.
Αλλά ίσως πάλι να είναι άλλος, περισσότερο πολιτικός-ιδεολογικός και λιγότερο ψυχολογικός, ο λόγος για τον οποίο αυτά τα δύο γεγονότα και αυτά τα δύο κόμματα δεν συνδέθηκαν –παρά τη συμμετοχή στους Οικολόγους Πράσινους πολλών και σημαντικών στελεχών των πάλαι ποτέ Οικολόγων Εναλλακτικών. Και με αυτό εννοώ ότι οι σημερινοί Πράσινοι είναι ιδεολογικά και πολιτικά πολύ διαφορετικοί από τους ‘Οικολόγους’ της δεκαετίας του 1990.
Μια απλή αντιπαράθεση ανάμεσα στις ιδεολογικές και οργανωτικές αρχές των δύο κομματικών σχηματισμών είναι αρκετή: τα αιτήματα για την κατάργηση των ΜΑΤ-ΜΕΑ, το κλείσιμο των Αμερικανικών βάσεων ή η αποποινικοποίηση της χρήσης ναρκωτικών ουσιών ήταν θέματα τα οποία οι Οικολόγοι του παρελθόντος είχαν προβάλει και αγωνιστεί γι’ αυτά: σήμερα δεν συζητούνται. Η (ενίοτε σχιζοφρενική και όχι πάντα ανιδιοτελής) επιμονή σε αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες και στην αρχή της εναλλαγής σε θέσεις-κλειδιά ήταν εκ των ων ουκ άνευ το 1989: κατά την ιδρυτική περίοδο των Οικολόγων Πράσινων το 2002-2003 δόθηκε μάχη για να εγκριθούν παρόμοιες πρόνοιες ενώ έρευνες των μελών του κόμματος δείχνουν τη σταδιακή διάβρωση της υποστήριξης τέτοιων θέσεων (Μποτετζάγιας 2009). Τότε το αίτημα ήταν να δοθεί πολιτικό άσυλο σε όλους τους μετανάστες: σήμερα –και παρότι το κόμμα έχει ξεκάθαρη φιλο-μεταναστευτική πολιτική- όλο και περισσότερα μέλη του κόμματος πιστεύουν ότι οι μετανάστες αυξάνουν την εγκληματικότητα και παίρνουν τις δουλειές των γηγενών Ελλήνων (ο.π.).
Από την άλλη πλευρά βέβαια, άλλοι δείκτες, οι οποίοι ‘μετρούν’ την προσήλωση των μελών ενός πράσινου κόμματος σε κάποιες ‘θεμελιώδεις’ αρχές της πολιτικής οικολογίας (π.χ. μεταϋλισμός, ύπαρξη ή μη ενός αρχηγού κ.ο.κ.), έχουν την αναμενόμενη εικόνα: τα σημερινά μέλη των Ο.Π. είναι κατά του πολέμου, κατά της λογοκρισίας, κατά των διακρίσεων, έχουν μεταϋλιστικές αξίες, θέλουν ένα ‘κόμμα αρχών’.
Είναι λοιπόν μάλλον σίγουρο ότι οι Πράσινοι του 2009 δεν είναι οι Οικολόγοι του 1989. Αλλά εν τέλει ποιοι είναι οι σημερινοί Πράσινοι; Πώς μπορεί να ερμηνευτεί η σημερινή αντιφατική εικόνα που αναδύεται από την πλέον πρόσφατη (2009) ανάλυση γνώμης των μελών του κόμματος;
Προφανώς, αυτή η θολή εικόνα σχετίζεται με τον ‘περιβαλλοντικό θόρυβο’ της περιόδου κατά την οποία διεξήχθη η έρευνα, μια περίοδος κατά την οποία οι εκλογικές επιτυχίες των Πράσινων οδηγούν στο κόμμα νέα μέλη τα οποία όμως δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα παραμείνουν . Και ένα τέτοια ‘ασταθές’ δείγμα δεν μας επιτρέπει να διατυπώσουμε ασφαλείς προβλέψεις για την ιδεολογικο-πολιτική εξέλιξη των Οικολόγων Πράσινων. Αλλά, στο βαθμό που η σημερινή εικόνα δεν αλλάξει ριζικά, μας επιτρέπει να διακινδυνεύσουμε μια υπόθεση εργασίας για τη μελλοντική πολιτική σχέση μεταξύ ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και Οικολόγων Πράσινων στην Ελλάδα. Να σημειώσω εξαρχής ότι μια τέτοια άσκηση επί χάρτου έχει νόημα εφόσον δεχθούμε ότι οι Οικολόγοι Πράσινοι ήρθαν για να μείνουν στην Ελληνική πολιτική σκηνή και δεν ‘εισήλθαν στο πολιτικό προσκήνιο κυρίως λόγω της συγκυρίας που διαμόρφωσαν προεκλογικά οι πυρκαγιές’ (Θέσεις 5ου Τακτικού Συνεδρίου Συνασπισμού, Φεβρουάριος 2008) ούτε η ψήφος που έλαβαν στις Ευρωεκλογές του 2009 ήταν σε, συντριπτικό ποσοστό, ψήφος διαμαρτυρίας .
Μια σειρά μελετητών, σχολιαστών και ακτιβιστών υποστηρίζει ένθερμα τη (δυνατότητα για) σύγκλιση και συνεργασία αυτών των δύο πολιτικών σχηματισμών. Έχουμε ενδείξεις ότι κάτι τέτοιο δυνατόν; Θεωρώ ότι κατ’ αρχάς πρέπει να αποσαφηνιστεί πώς εννοεί ο καθένας αυτή τη ‘σύγκλιση και συνεργασία’. Αν το προτεινόμενο κοινό πεδίο δράσης είναι μεμονωμένα και διαχειριστικά θέματα φυσικού και αστικού περιβάλλοντος, τότε αναμφίβολα ‘Ναι!’. Αν όμως μιλάμε για μια κοινή πολιτική πλατφόρμα ή για μια συνεργασία στο πλαίσιο μιας ευρύτερης Ελληνικής ‘Αριστεράς’ τότε τα πράγματα είναι διαφορετικά. Και είναι διαφορετικά γιατί το 2009 δεν είναι 1989. Τότε, η πολιτική Οικολογία μπορεί να μην αυτό-προσδιοριζόταν ως ‘Αριστερή’ (κυρίως λόγω της ύπαρξης του ενιαίου τότε Συνασπισμού) αλλά αντιλαμβανόταν τον εαυτό της ως τέτοια. Σήμερα κάτι τέτοιο δε συμβαίνει. Η θέση (σε κείμενο-πρόσκληση για Ιδρυτική Συνδιάσκεψη των Οικολόγων Πράσινων το 2002) ‘η δική μας οικολογία είναι αριστερή: εντάσσεται στο γενικότερο ιστορικό κίνημα της ανθρώπινης χειραφέτησης, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της συλλογικής διαχείρισης των αναγκών μας αλλά όχι στην τραγική εμπειρία της εξουσίας των γραφειοκρατών και των γκουλάγκ. Πιστεύει στη σύγκλιση των αντιστάσεων στη νεοφιλελεύθερη λογική της αγοραίας οικονομίας και της κοινωνίας του ατομικού κέρδους’, εν τέλει δεν συμπεριλήφθηκε στην Ιδρτυική Διακήρυξη του κόμματος. Ομοίως, και παρά τη ‘συμπάθεια’ προς τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, τα μέλη των Ο.Π. προσδιορίζουν τόσο τους εαυτούς τους όσο και το κόμμα όλο και περισσότερο ως ‘κεντρώους’.
Στη βάση των παραπάνω η υπόθεση την οποία μπορούμε να διακινδυνεύσουμε είναι η εξής: στον βαθμό που τα διαθέσιμα στοιχεία αποτελούν ενδείξεις μιας εξελικτικής τάσης και όχι απλώς τη ‘φωτογραφία’ μιας συγκυριακής κομματικής διεύρυνσης, τότε η συνεργασία Αριστεράς – Οικολογίας στην Ελλάδα δε θα συμβεί ποτέ. Γιατί, εφόσον παγιωθούν αυτές οι ενδείξεις, οι Έλληνες Πράσινοι θα μετασχηματιστούν σταδιακά σε ένα κομματικό χώρο ο οποίος θα κινείται στο κέντρο του πολιτικού φάσματος, θα είναι ιδεολογικά πολυσυλλεκτικός, θα προωθεί και θα διεκδικεί διαχειριστικές λύσεις, θα συνεργάζεται με Μη-Κυβερνητικές οργανώσεις και θα αντλεί νομιμοποίηση και υποστήριξη από συμπαθούντα συγκροτήματα των ΜΜΕ –όλα αυτά βέβαια μέσα σε ένα πρίσμα προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος. Η κινηματική, διεκδικητική, ριζοσπαστική και ευρύτερα κοινωνική τους διάσταση θα έχει εκλείψει σε μεγάλο βαθμό. Θα έχουν μετεξελιχθεί δηλαδή σε ένα «ρεαλιστικό» (realos) πράσινο κόμμα, όπως εξάλλου συνέβη σε αρκετά πράσινα κόμματα στην Ευρώπη. Σε μια τέτοια περίπτωση είναι δύσκολο να φανταστεί πώς είναι δυνατόν να υπάρξει μια πολιτική σύγκλιση των δύο αυτών κομμάτων.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ) του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...
-
Η ΜακΝτοναλντοποίηση της Κοινωνίας του Θανάση Τσακίρη Μακντοναλντοποίηση είναι η διαδικασία με βάση την οποία οι αρχές των εστιατορίων...
-
Ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Άλφρεντ Σουτς ξεκινά με βάση το έργο του Βέμπερ για τους «ιδεότυπους» και το επεκτείνει αναθεωρώντας ορ...
No comments:
Post a Comment