ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. ΜΙΑ ΠΡΩΤΗ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ
του Θανάση Τσακίρη
Φέτος θα συμπληρωθούν 45 χρονιά από την αποκατάσταση της
κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Ελλάδα. Η μεταπολιτευτική δημοκρατία ήταν
τυπική, δηλαδή θεωρητικά διεξάγονταν ελεύθερες και δίκαιες εκλογές με καθολική
ψηφοφορία, υπήρχε λογοδοσία των κρατικών φορέων, ελευθερία της έκφρασης και του
συνέρχεσθαι. Στην ουσία πολλές φορές η κρατική εξουσία παραβίαζε τις
περισσότερες από αυτές τις αρχές της έμμεσης φιλελεύθερης δημοκρατίας προς
όφελος των αστικών τάξεων και σε βάρος των λαϊκών και εργατικών τάξεων. Ανάλογα
με τους συσχετισμούς στην κοινωνία οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις διεύρυναν
και στένευαν τα δημοκρατικά περιθώρια για το λαό που υποτίθεται ότι ήταν
κυρίαρχος. Αλλά και στην Ευρώπη και στην Αμερική η έμμεση δημοκρατία δεν έχαιρε
άκρας υγείας. Όπως έγραψε η καθηγήτρια
πολιτικής θεωρίας Iris Marion Young «τη δημοκρατία είναι δύσκολο να την
ερωτευτούμε» αλλά αναγνώριζε ότι προσφέρει μέσα για τον περιορισμό των
αρχόντων, για την επίδραση στην ακολουθούμενη πολιτική και την προώθηση της
δικαιοσύνης.
H εναλλακτική πρόταση προβλέπει τη δημοκρατική ανασυγκρότηση
με την Άμεση Δημοκρατία σε συνδυασμό με τους θεσμούς της έμμεσης και της
συμμετοχικής δημοκρατίας. Οι τοπικές πρωτοβουλίες πολιτών με συλλογή υπογραφών,
τα δημοψηφίσματα, οι γενικές συνελεύσεις, η ανάκληση αξιωματούχων θεωρούνται
προσπάθειες στην κατεύθυνση της ανάπτυξης της άμεσης δημοκρατίας.
Αυτό το μοντέλο δημοκρατίας βασίζεται στην πόλη-κράτος της Αρχαίας Αθήνας. Η μορφή της άμεσης δημοκρατίας
απεικονίζεται ως το μοναδικό ιδανικό σύστημα λαϊκής συμμετοχής. Όλες οι σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονταν
από τη Συνέλευση στην οποία συμμετείχαν όλοι οι πολίτες. Κάθε Αθηναίος πολίτης
(άνδρας άνω των 20 ετών) είχε το δικαίωμα να μιλήσει και να ψηφίσει στις
συνεδριάσεις της Συνέλευσης, οι οποίες γίνονταν 40 φορές το χρόνο.
Στο επίκεντρο του μοντέλου της άμεσης δημοκρατίας στην
νεωτερική εποχή είναι η ,έννοια της γενικής βούλησης του Ζαν-Ζακ Ρουσό: τα γνήσια
συμφέροντα ενός συλλογικού σώματος είναι ισοδύναμο με το κοινό καλό. «Κανένας
πολίτης δεν θα είναι αρκετά πλούσιος για να αγοράσει άλλο και δεν είναι τόσο
φτωχός ώστε να υποχρεωθεί να πουλήσει τον εαυτό του». Το σύστημα ριζοσπαστικής
ανάπτυξης του Ρουσό απαιτούσε οικονομική ισότητα. Η ανάπτυξη του εαυτού μπορεί
να επιτευχθεί μόνο όταν οι πολίτες συμμετέχουν στις αποφάσεις που διαμορφώνουν
τη ζωή τους.
Στο τοπικό επίπεδο η συμμετοχική δημοκρατία εφαρμόζεται με
διάφορους τρόπους. Η πιο απλή μέθοδος είναι η συγκρότηση και λειτουργία των
συμβουλευτικών συμβουλίων γειτονιάς που θεωρητικά είναι ανοιχτά σε όλους τους
κατοίκους. Έτσι, δίνεται η δυνατότητα στους «απλούς πολίτες» να λένε τις
απόψεις τους για τοπικά δημοτικά ζητήματα. Παραδείγματος χάριν, στη Γαλλία με
νόμο του 2002 συγκροτήθηκαν υποχρεωτικά τέτοια συμβούλια σε πόλεις με πληθυσμό
άνω των κατοίκων. Στην Ελλάδα στην διάρκεια της δεκαετίας της λειτούργησαν για
λίγο τα συνοικιακά συμβούλια μόνο συμβουλευτικά και κατέληξαν πεδία
ανταγωνισμού των κομμάτων και καπελώματος από τα πάνω. Επίσης υπήρξαν
«επιτροπές πολιτών» που κληρώνονταν όπως τα συμβούλια ενόρκων δικαστών.
Εξέφραζαν απόψεις και έκριναν πεπραγμένα των δήμων αλλά πάντα συμβουλευτικού
χαρακτήρα (Βρετανία, Γερμανία και Ισπανία). Στον Καναδά έγιναν πειράματα ουσιαστικής
διαβουλευτικής δημοκρατίας.[1]
Όσο, όμως, η διαδικασία είναι μόνο συμβουλευτική οι
περισσότεροι πολίτες αρνούνται τη συμμετοχή αφού δεν βγαίνει πραγματικό
αποτέλεσμα που να αλλάζει θετικά η ζωή τους. Η νεολαία που έχει προωθημένες
απαιτήσεις και οι μετανάστες που αντιμετωπίζονται αρνητικά δεν συμμετέχουν στις
διαδικασίες. Η διαδικασία ελέγχεται τελικά από τις «μεσαίες τάξεις» και το μόνο
που «περπατάει» είναι ένας στοιχειώδης εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης.
Αντιθέτως, μία ευρέως διαδεδομένη πρακτική είναι αυτή του
δημοτικού «συμμετοχικού προϋπολογισμού» που ξεκίνησε από την πόλη της Βραζιλίας
Πόρτο Αλέγκρε (Λιμάνι της Χαράς, πόλη 1,2 εκατομμυρίων κατοίκων). Η περίπτωση
αυτή είναι η ριζοσπαστικοποίηση του «εκδημοκρατισμού της δημοκρατίας». Ο
συμμετοχικός προϋπολογισμός ενέπνευσε δεκάδες κινήματα στην Ευρώπη και στην
Λατινική Αμερική. .
Κάθε Απρίλιο γίνεται ο «πρώτος γύρος» γενικών συνελεύσεων
των 16 διαμερισμάτων του δήμου. Γίνονται επίσης συνελεύσεις 5 θεματικών φόρουμ
που έχουν ως αντικείμενά τους: α) τις μεταφορές και το κυκλοφοριακό, β) την
πολεοδομία και την οργάνωση της πόλης, γ) την εκπαίδευση και τον πολιτισμό, δ)
την υγεία και την κοινωνική πρόνοια, και ε) την οικονομική ανάπτυξη και την
φορολογική μεταρρύθμιση. Σχεδόν πάντα ο «πρώτος γύρος» έχει πανηγυρικό
χαρακτήρα και θεατρικό στυλ αλλά χρησιμεύει ως εκπαιδευτικός μηχανισμός για την
προσέλκυση και μύηση των νέων πολιτών στην συμμετοχική διαδικασία. Στο τέλος
της συνέλευσης παίρνουν το λόγο οι πολίτες και ασκούν κριτική στα πεπραγμένα
και στις γενικές προτάσεις επί του προϋπολογισμού της διοίκησης του δήμου. Μετά
τις γενικές συνελεύσεις του «πρώτου γύρου» διεξάγονται ενδιάμεσες συνελεύσεις
κατά γειτονιές και κατά θεματικές ομάδες. Σ’ αυτές τις συνελεύσεις οι πολίτες
προτείνουν τα θέματα που επιθυμούν να συζητηθούν και καταρτίζονται οι
«κατάλογοι επενδυτικών προτεραιοτήτων».
Κατά τον Ιούνιο, γίνεται ο «δεύτερος γύρος» περιφερειακών
και θεματικών συνελεύσεων όπου παρουσιάζονται τόσο οι προτεινόμενες επενδυτικές
προτεραιότητες (π.χ. ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ασφαλτόστρωση δρόμων,
δημιουργία πάρκων κλπ.) όσο και τα προτεινόμενα επενδυτικά σχέδια στους
αξιωματούχους και στα στελέχη της διοίκησης του δήμου. Επίσης, στη φάση αυτή
κάθε συνέλευση εκλέγει δύο εκπροσώπους της (και δύο αναπληρωματικούς) που θα
λάβουν μέρος στο Δημοτικό Συμβούλιο επί του Προϋπολογισμού.
Στις δύο αυτές πρώτες φάσεις εκλέγονται οι αντιπρόσωποι για
το Περιφερειακό Φόρουμ επί του Προϋπολογισμού. Αυτό το Φόρουμ συναρθρώνει τους
καταλόγους προτεραιοτήτων που καταρτίζονται από τις συνελεύσεις γειτονιάς σε
έναν ενιαίο κατάλογο για ολόκληρη την περιφέρεια και διαπραγματεύεται την
εφαρμογή του με τις υπηρεσίες του δήμου. Το Φόρουμ των Αντιπροσώπων συνεχίζει
τις εργασίες του ολόκληρο το χρόνο.
Αντιμετωπίζουν και επιλύουν το δίλημμα που θέτουν οι
υπηρεσίες του δήμου περί «τεχνικών περιορισμών» ή «οικονομικής βιωσιμότητας»
και, σε τελευταία ανάλυση, είναι αυτά που έχουν την εξουσία να λαμβάνουν τις
οριστικές αποφάσεις. Τα φόρουμ παρακολουθούν και καταγράφουν τις κινήσεις της
διοίκησης ώστε να διασφαλίζεται η υλοποίηση των υποσχέσεων και διαχειρίζονται
στο μικρο-επίπεδο την εφαρμογή στην πράξη των κεφαλαιακών σχεδίων.Το Δημοτικό
Συμβούλιο επί του Προϋπολογισμού συναρθρώνει τα αιτήματα που στέλνει κάθε
περιφερειακό και θεματικό Φόρουμ για την κατάρτιση του ετήσιου προγράμματος
επενδύσεων της πόλης.
Το παράδειγμα της Ελβετίας είναι επίσης μια περίπτωση
συνδυασμού έμμεσης και άμεσης δημοκρατίας. Οι αμεσοδημοκρατικοί θεσμοί της
είναι:
• Το υποχρεωτικό δημοψήφισμα που αφορά τα σημαντικά
νομοσχέδια που σχετίζονται με το Σύνταγμα.
• Το προαιρετικό δημοψήφισμα που γίνεται αν το ζητήσουν
50.000 πολίτες ή 8 καντόνια.
• Η λαϊκή ή συνταγματική πρωτοβουλία που σημαίνει ότι
100.000 πολίτες μπορούν να επιβάλει δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του
ομοσπονδιακού συντάγματος.
• Η νομοθετική πρωτοβουλία που εκδηλώνεται σε επίπεδο
καντονίων με συγκεκριμένο αριθμό πολιτών να επιβάλει προτάσεις δημοψηφισμάτων
και ψήφιση νέων νόμων.
• Η λαϊκή συνέλευση που είναι θεσμός σε δύο καντόνια και
στις περισσότερες πόλεις και κοινότητες.
Το Ελβετικό σύστημα, όμως, χωρίς πλήρη διασφάλιση των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων αφήνει τρύπες ανοιχτές σε αποφάσεις που μπορούν να
πλήξουν τους «πολύ διαφορετικούς», όπως έδειξε μια από τις ψηφοφορίες για την
οικοδόμηση τζαμιών αλλά και αποφάσεις που δεν μειώνουν τις μισθολογικές
ανισότητες προκειμένου να μη θιχτούν οι πολυεθνικές εταιρείες κλπ.
Αυτό σημαίνει ότι ο αγώνας για την καθιέρωση θεσμών άμεσης
δημοκρατίας χρειάζεται ταυτόχρονα αντικαπιταλιστική στρατηγική και αγώνα για
κατοχύρωση ελευθερίας και ελευθερίες για όλες και για όλους. Ας μην ξεχνάμε ότι
το δικαίωμα της ψήφου των γυναικών κατοχυρώθηκε πολύ αργά (1971 σε ομοσπονδιακό
επίπεδο και 1990 στο τελευταίο καντόνι) ακριβώς γιατί η καθολική ψήφος των
ανδρών σε συνθήκες δημοψηφίσματος αποτελούσε αντίδραση στο ενδεχόμενο αυτό.
Άλλη μια ενδιαφέρουσα
περίπτωση είναι αυτή της Ουρουγουάης που
θεωρείται «Ελβετία της Λατινικής Αμερικής». Είναι μια από τις πιο
μακροχρόνιες δημοκρατίες της ηπείρου. Από το 1917 ως 2007 διενεργήθηκαν 37
δημοψηφίσματα. Τα θέματα αφορούσαν την συνταγματική αλλαγή, την προστασία των
συντάξεων, την μερική ακύρωση ιδιωτικοποιήσεων κ.ά. Η πολιτική κουλτούρα είναι
τόσο δημοκρατική που το 1980 ακόμα εν μέσω στυγνής δικτατορίας (1973-85) οι
πολίτες απέρριψαν με 58% το σχέδιο συνταγματικής αλλαγής της στρατιωτικής
χούντας.[2]
[1] Manuel Arriaga (2015) Για την επανεκκίνηση
της δημοκρατίας, Αθηνα:Εκδ. Αιώρα Βλ. επίσης André Carrel (2001) Citizens' Hall: Making Local Democracy Work, Toronto, Canada:
Between The Line.
[2] David Altman (2014) Direct Democracy Worldwide, New York:
Cambridge University Press Βλ. και του ίδιου 2017) Τhe Potential of Direct Democracy: A
Global Measure (1900–2014)
Social Indicators Research 133 (3): 1207-1227, 2017
No comments:
Post a Comment