Wednesday, May 21, 2014

Η πρώτη μου φορά (μέρος 1ο) - του Νίκου Ζολοταριώφ

Η πρώτη μου φορά (μέρος 1ο)

Την πρώτη φορά που είδα ανθρώπους που εκτιμώ και σέβομαι και αγαπώ να πηγαίνουν με τα ποτάμια της σταθερότητας, της προόδου και της πραγματικής ευημερίας που θα έρθει (σε αντίθεση με την επίπλαστη που ζούσαμε), να σκιάζονται κάτω από τα λιόδεντρα της ανασυγκρότησης της ρεαλιστικής και προοδευτικής παράταξης, σκιάχτηκα λίγο. Το παραδέχομαι - κιότεψα. 'Βρε μπας και είμαι τελείως αλλού; Βρε λες να είναι αλήθεια ό,τι μου έλεγε η μάνα μου;' σκέφτηκα. 'Τόσο αιθεροβάμων και χαζοβιόλης πια;'
 
Το σκέφτηκα ξανά, το έψαξα μέσα μου, το έψαξα όπου μπορούσα να ψάξω, το έγραψα, το συζήτησα, το ξανακοίταξα, πήγα μέχρι και στον καθρέφτη. Τελικά κατάλαβα. Ο μικροαστικός ριζοσπαστισμός με έχει οδηγήσει σε μια άνευ προηγουμένου αναδίπλωση του εγώ μου σε συντηρητική κατεύθυνση. Καταφέρνω δε σε εκλάμψεις διαφωτισμένου εργαλειακού ορθολογισμού να ανανήψω, να έρθω σε επαφή με την πραγματικότητα της σταθερής και ρεαλιστικής προόδου. Μάταια όμως - ξαναπέφτω στο βαθύ σκοταδισμό της συντηρητικής οπισθοδρόμησης που με κατατρέχει διαρκώς σχεδόν. Είναι αλήθεια. Προσπάθησα να ρίξω γέφυρες, να κατανοήσω το απλό όπως μου λένε νόημα, ότι η πατρίδα μας βρίσκεται σε ένα μονόδρομο σταθερότητας και ανάπτυξης. Ότι αυτή η διαδικασία δεν πρέπει να διασαλευτεί, ότι το μονοπάτι που μας έχουν χαράξει - αυτό και μόνο αυτό - κάτω από τον παχύ ίσκιο της ελιάς, δίπλα στο καθαρό ποτάμι, παρέα με τους μπαλταδοφόρους κρεοπώλες που βγήκαν και αυτοί με το χαμόγελο της ανάπτυξης στα χείλη, καταλήγει - να εκεί, ακριβώς μετά αυτήν την τελευταία στροφή, στη γη της ευρωπαϊκής επαγγελίας. Εκεί που η αδελφοσύνη καθρεφτίζεται στα καθαρά μάτια των ανθρώπων, καθώς γυρνούν κουρασμένοι από τον κάματο της μέρας, αλλά χορτάτοι που συνεισφέρουν στην ευημερία της ένωσης των εθνών της Ευρώπης. Το μεγαλειώδες όραμα, υποστηρίζει ο μεγάλος  ηγέτης του ελαιώνα και οι συν αυτώ ειδικοί, ακαδημαϊκοί και λοιποί επαΐοντες, είναι δύσκολο να το δω εγώ ο ταπεινός μικροαστός με το φτωχό μου μυαλό που είναι βυθισμένο στο σκοτάδι της αναξιότητας και του συντηρητισμού. Οσονούπω όμως, θα προβάλλει – ναι είναι αλήθεια, σα να τη βλέπω – αυτή η νέα και σπουδαία πραγματικότητα!
 
Ξύπνησα, ξυρίστηκα, πήγα στη δουλειά. Ευτυχώς έχω δουλειά σκέφτηκα καθώς άνοιγα τον υπολογιστή. Ο διευθυντής μπήκε μέσα βιαστικά. Ούτε καλημέρα, ούτε τίποτα. Μπήκε στο γραφείο του και χτύπησε δυνατά την πόρτα πίσω του. Δεν πέρασε ένα λεπτό όταν βγήκε μ’ ένα μάτσο χαρτιά στο χέρι και ένα μισό χαμόγελο. ‘Τι έγινε φίλε;’ ρώτησε. Δεν πρόλαβα να απαντήσω. ‘Καλά τα πάμε, κλείσαμε τη χρονιά με πλεόνασμα – πρώτη φορά εδώ και εβδομήντα χρόνια’. Πάγωσα. ‘Πρέπει να απολυθείς’, συνέχισε σοβαρά, ‘να διασφαλίσουμε τα κέρδη μας και για την επόμενη χρονιά, οι μέτοχοι βλέπεις έχουν υψηλές απαιτήσεις.’ Γούρλωσα τα μάτια, σκέφτηκα τα παιδιά μου, το νοίκι, τα φροντιστήρια. Πήγα να ανοίξω το στόμα μου, αλλά δεν βγήκε ούτε ήχος. ‘Μην ανησυχείς, τα έχω σκεφτεί όλα’, συνέχισε και τα μάτια του αστραποβολούσαν πίσω από τα χοντρά του γυαλιά. ‘Έχω έναν ελαιώνα κάτω στη Μεσσηνία, στο χωριό μου, θα σε βολέψω εκεί! Έχει και ένα σπιτάκι, θα είσαι μια χαρά, οι ξένοι που έμεναν το έχουν κάνει κούκλα. Δεν έχει νερό, αλλά το ποταμάκι δίπλα είναι πεντακάθαρο, θα φροντίζεις και το μποστάνι. Θα έχουμε και ντοματούλες, κολοκυθάκια, μελιτζάνες – όλα καλά. Θα τρώνε και τα παιδιά σου βρε αγνά προϊόντα. Αν θες μπορείς να βάλεις και κότες, ε; να έχουμε και τα αβγουλάκια μας!’ Άρχισε να μου ξεδιπλώνει το όραμά του. ‘Δεν ξέρω από ελιές και μποστάνια και κότες’ ψέλλισα. ‘Θα σου δώσω και το παλιό αγροτικό του πατέρα μου, δεν έχει πινακίδες – μόνο για τα τοπικά πηγαινέλα στο χωριό’ συνέχισε απτόητος. ‘Λοιπόν, νομίζω ότι με όλα αυτά και τέσσερα κατοστάρικα το μήνα θα είσαι βασιλιάς, θα κρατάς και το 10% από το λάδι της χρονιάς! It’s a deal!’ μου είπε με τα απροσδιόριστης προφοράς αγγλικά του. ‘Και θα μείνετε διευθυντής χωρίς υπαλλήλους;’ τόλμησα να ρωτήσω. ‘Αυτό να μη σε απασχολεί’ απάντησε.  ‘Τα παιδιά; σχολείο, φροντιστήρια;’ ρώτησα χαμηλόφωνα σα να φοβόμουνα μήπως μας ακούνε, στο άδειο γραφείο. ‘Οι αγρότες δεν έχουν ανάγκη από αυτά. Αλλά αν θες να τα σπουδάσεις, ε είμαι σίγουρος πως θα κάνεις τα κουμάντα σου. Βρείτε ένα φτηνό σπίτι ή εδώ ή στην Καλαμάτα, αν θες να είστε κοντά’ είπε αποφασιστικά. ‘Η γυναίκα μου…’ πήγα να ξεκινήσω μια ακόμα ηλίθια ερώτηση. ‘Μα τι είναι αυτά; Εδώ μιλάμε για την ευκαιρία της ζωής σας. Είναι δύσκολα στην αρχή, το ξέρω, είχα πάει και γω κάποτε στην Αμερική να σπουδάσω, αλλά μετά θα δεις, θα συνηθίσετε, θα σας αρέσει. Καθαρός αέρας, εξοχή, άλλη ποιότητα ζωής βρε παιδί μου!’ Τον κοίταξα στα μάτια, σηκώθηκα ‘εντάξει κύριε Αντώνη, αλλά να, αποζημίωση θα πάρω; Και αυτά τα πέντε μηνιάτικα που μου χρωστάτε;’ Ο Διευθυντής γούρλωσε τα μάτια. ‘Είσαι αχάριστος!’ φώναξε αυστηρά. ‘Θα έπρεπε να ντρέπεσαι!’ Για πρώτη φορά από τότε που είχαν ξεκινήσει οι απολύσεις στην εταιρία ένιωσα μέσα μου τέτοια δύναμη να φωνάξω. Για πρώτη φορά στάθηκα μπροστά του κι’ ας μου έριχνε και ένα κεφάλι. ‘Κύριε Αντώνη, άντε γαμήσου κι εσύ κι η εταιρία σου και το ποσοστό κέρδους και το πλεόνασμα. Άντε γαμήσου κι εσύ και οι ελιές και τα ποτάμια σου και οι μπαλτάδες και οι κρεοπώλες που έβλεπα στον ύπνο μου χτες βράδυ’.
 
Βγήκα τρέχοντας στην ανοιξιάτικη πρωινή λιακάδα. Η πόλη είχε ξυπνήσει πια για τα καλά. Είχε δίκιο η μάνα μου – αν δεις στον ύπνο σου κρεοπώλη να κρατάει το μπαλτά είναι κακό πράμα.
 
(Οποιαδήποτε σχέση με την πραγματικότητα είναι ατυχώς τυχαία)


Νίκος Β. Ζολοταριώφ

No comments:

Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)

 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)                                                                    του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...