Thursday, November 15, 2018

ΤΟ ΑΝΤΙΔΙΚΤΑΤΟΡΙΚΟ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΙΔΩΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ του Θανάση Τσακίρη Μέρος 2ο



ΤΟ ΑΝΤΙΔΙΚΤΑΤΟΡΙΚΟ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΙΔΩΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ

του Θανάση Τσακίρη

Μέρος 2ο


Κάθε κίνημα, κατά συνέπεια, βιώνει τους δικούς του «κύκλους διαμαρτυρίας» που σημαίνει ότι η δράση του ακολουθεί μια κυκλική πορεία από την ένταση και την αύξηση της μαζικότητας ως την εσωστρέφεια και τη μείωση της μαζικότητας ανάλογα με τη συγκυρία και τις υποκειμενικές δυνατότητές του. Τα κινήματα έχουν την τάση να εξαπολύουν νέα κύματα συλλογικών αγώνων και σε άλλες περιόδους να εκφράζουν μια σιωπηλή, λανθάνουσα διαμαρτυρία.[1] Μπορεί, επίσης, να υπάρξουν χρονικά διαστήματα -και μάλιστα μεγάλα- κατά τα οποία, ενώ υπάρχουν καταστάσεις «δομικής έντασης» και αδικίες, να μην εκφράζονται ανοιχτά τα παράπονα και οι διαμαρτυρίες. Ακόμη, υπάρχει ενδεχόμενο, οι πάσης φύσεως εξουσίες να είναι σε θέση να χαλιναγωγούν τις σκέψεις και τα συναισθήματα των ανθρώπων σε βαθμό που να πείθονται ότι δεν υπάρχουν αδικίες και παράπονα.[2]  Έτσι, λοιπόν, για να εκδηλωθούν τα κοινωνικά κινήματα είναι αναγκαίες ορισμένες προϋποθέσεις, καθώς δεν είναι αδιαμεσολάβητη η σχέση κοινωνικού προβλήματος ή κοινωνικής ανισότητας και συλλογικής έκφρασης παραπόνων ή διαμαρτυρίας υπό τη μορφή κινήματος. Πρώτον πρέπει να υπάρχουν οι κατάλληλοι «εξωτερικοί», ως προς την κοινωνική ομάδα που κινητοποιείται, πόροι.  Πρώτα απ’ όλα είναι αναγκαία η ύπαρξη της κατάλληλης «δομής πολιτικών ευκαιριών», δηλαδή να υπάρχουν «εκείνες οι σταθερές -αλλά όχι αναγκαστικά επίσημες, μόνιμες, εθνικές- διαστάσεις του πολιτικού περιβάλλοντος που είτε ενθαρρύνουν τους ανθρώπους σε συλλογική δράση είτε τους αποθαρρύνουν από αυτήν.» Παραθέτω την άποψη του Tarrow γιατί τη θεωρώ πιο ολοκληρωμένη σε σχέση με αυτή του πρωτεργάτης της σχολής της «Κινητοποίησης Πόρων» Doug McAdam που ενδιαφέρεται κυρίως για την επίσημη πολιτική δομή ευκαιριών. Όμως, και αυτός δεν παραλείπει να τονίσει ότι επίσημη δεν μόνο η πολιτική στο εθνικό επίπεδο αλλά και σε τοπικό, περιφερειακό ή ομοσπονδιακό επίπεδο.[3]  Στην περίοδο της προσπάθειας «ομαλοποίησης» της στρατιωτικής δικτατορίας ως καθεστώτος, η «κυβέρνηση» Παπαδόπουλου αναζητούσε απεγνωσμένα κοινωνική συναίνεση στην πολιτική της. Στην κατεύθυνση αυτή προχώρησε στην άρση του στρατιωτικού νόμου,[4] υποσχόμενη τη διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών σε ένα μέλλοντα χρόνο και εκλογές για τα διοικητικά συμβούλια των υπαρχόντων φοιτητικών συλλόγων. Ανεξάρτητα από το ότι επρόκειτο για «κόλπο» και «στημένη υπόθεση» της Ασφάλειας, της ΚΥΠ και του «υπουργείου» Παιδείας, η κίνηση για τις εκλογές ήταν μια μικρή μεταβολή της «δομής πολιτικών ευκαιριών» που αξιοποιήθηκε από τις φοιτητικές μάζες για τη διεκδίκηση στοιχειωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων.[5] Σε αυτή τη μάχη για την απόκρουση των σχεδίων της δικτατορικής κυβέρνησης και την ανασύνταξη του φοιτητικού κινήματος φάνηκε ότι μπορεί να υπάρξει ενδοκυβερνητική σύγκρουση πάνω στο θέμα της ακολουθητέας πολιτικής ή συγκρούσεις μεταξύ μερίδων των κυβερνώντων ελίτ, όπως στην περίπτωση του «υπουργού Παιδείας» Γεράσιμου Φραγκάτου με την κυρίαρχη καθηγητική ελίτ των ΑΕΙ σχετικά με το θέμα των «επικουρικών καθηγητών» ή την παρέμβαση του «υφυπουργού Τύπου» Βύρωνα Σταματόπουλου, ο οποίος, μη εμπιστευόμενος το μηχανισμό του «υπουργού Παιδείας», προσπαθεί με ομιλίες του στα ΑΕΙ να επηρεάσει τους φοιτητές να ψηφίσουν υπέρ των χουντικών φοιτητών για τα διοικητικά συμβούλια των φοιτητικών συλλόγων.[6] Η αποτυχία του καθεστώτος να επιβάλει τελικά τη δική του γραμμή στους φοιτητές, παρά τα σκαμπανεβάσματα, αποτέλεσε νίκη των κινητοποιημένων φοιτητών και δημιούργησε νέες ευκαιρίες μεταβάλλοντας ακόμη περισσότερο τη «δομή των πολιτικών ευκαιριών». Επίσης το κίνημα δημιούργησε συμμάχους στον ευρύτερο πολιτικό κόσμο («πεφωτισμένη δεξιά», πολιτικά κόμματα κεντροαριστεράς και αριστεράς). Διευρύνονται, επίσης, τα ρήγματα στο εσωτερικό του καθεστώτος καθώς ολόκληρες στρατιωτικές μονάδες (π.χ. βασιλικό «κίνημα του Ναυτικού) στασιάζουν ενώ άλλες, πιο «εσωτερικές» αντιθέσεις γίνονται γνωστές και αφορούν τη διαμάχη «σκληρών» χουντικών και οπαδών της συνέχισης της ελεγχόμενης «ομαλοποίησης».[7]



Ας δούμε μια ακόμη διάσταση της έννοια των «πόρων» στην περίπτωση των φοιτητών. Ως «πόροι» εννοούνται, επίσης, παράγοντες όπως το χρηματικό κεφάλαιο, το ανθρώπινο κεφάλαιο, η ύπαρξη αυξημένου ελεύθερου χρόνου, η αύξηση του εύρους των δεξιοτήτων των φοιτητών και των συμμετοχών τους ως μελών διαφόρων ομάδων και κοινωνικών συστημάτων. Κατ’ αυτό τον τρόπο, διαμορφώνεται ένα πολυάριθμο σύνολο ατόμων που διαθέτουν οργανωτικές ικανότητες.[8]Στα πλαίσια της σχολής της «κινητοποίησης πόρων» κυκλοφορούν επίσης απόψεις που αναλύουν τη συμμετοχή των φοιτητών στο κίνημα με όρους «ρίσκου/ανταμοιβής». Με άλλα λόγια, όσο η συμμετοχή στις κινητοποιήσεις -ακόμα και σε «ακραίες»- δεν «στοιχίζει» πολύ από την άποψη του «ρίσκου» που αναλαμβάνουν οι συμμετέχοντες, τόσο οργανώνονται σε μεγάλες και μαχητικές συλλογικότητες που διεκδικούν όλο και πιο ριζοσπαστικά αιτήματα.[9] Στις ΗΠΑ, λόγου χάριν, ως τις συγκρούσεις στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο Κεντ του Οχάϊο και τη δολοφονία 4 φοιτητών που διαδήλωναν εναντίον της στρατιωτικής εισβολής των ΗΠΑ στην Καμπότζη, ήταν σχετικά χαμηλού ρίσκου η συμμετοχή στις διαδηλώσεις και γενικότερα στο φοιτητικό αντιπολεμική κίνημα. [10]  Μετά από αυτό το περιστατικό (4 Μαΐου 1969) και τις πανεθνικές απεργίες στα πανεπιστήμια των ΗΠΑ, οι φοιτητές άρχισαν να προβληματίζονται σχετικά με την προσωπική τους ασφάλεια και ακεραιότητα, θεωρώντας ότι το ρίσκο γινόταν ολοένα και μεγαλύτερο, πολλοι/ές δε εξ αυτών αντιλαμβάνονταν ότι ενδεχομένως διακυβευόταν η μελλοντική καριέρα τους. Η δικτατορική κυβέρνηση στην Ελλάδα ήταν ιδιαίτερα καταπιεστική στα πρώτα χρόνια και μετά το 1971-2 με την χαλάρωση της λογοκρισίας και την πολιτική «ομαλοποίησης» χρησιμοποιούσε την τακτική του «καρότου και του μαστιγίου»: π.χ. αποβολές και στρατεύσεις ανεξάρτητων αριστερών συνδικαλιστών φοιτητών που πρωτοστατούσαν σε συνελεύσεις, πορείες και διαδηλώσεις, δίκες για ασήμαντες και σημαντικές αφορμές. Αυτή η πολιτική είχε συνέπειες. Τρομοκρατούνταν οι λιγότερο πολιτικοποιημένοι/ες φοιτητές/τριες, εξαφανίζονταν από τις σχολές οι ενεργοί/ές φοιτητές/τριες και επιβίωναν οργανωτικά μόνο οι κομματικές οργανώσεις και ομάδες της παραδοσιακής αριστεράς που γνώριζαν τους κανόνες της «παρανομίας». Ιδιαίτερα μετά το νέο πραξικόπημα της χούντας με επικεφαλής τον Δ. Ιωαννίδη που ανέτρεψε την κυβέρνηση Παπαδόπουλου και Μαρκεζίνη, η κατασταλτική πολιτική εντάθηκε με την σύλληψη εκατοντάδων συνδικαλιστικά οργανωμένων φοιτητών και φοιτητριών και την επέκταση των βασανιστηρίων στην ΕΑΤ/ΕΣΑ.[11]



Παράλληλα, το φοιτητικό κίνημα εμπλουτίζει το «ρεπερτόριο» των παραδοσιακών συμβατικών μορφών πάλης (συλλογή υπογραφών, δικαστικές προσφυγές, συγκεντρώσεις σε κλειστούς χώρους κ.α.) με νέες ή με παλαιότερες μορφές που δεν χρησιμοποιούνταν λόγω της κατασταλτικής πολιτικής του δικτατορικού καθεστώτος (πορείες, διαδηλώσεις, καταλήψεις, θεαματικές συμβολικές ενέργειες, χρήση ερασιτεχνικών ραδιοφωνικών σταθμών κ.α.).[12] Η χρήση των μορφών πάλης εξαρτάται από την ιστορία και τις παραδόσεις του συγκεκριμένου κοινωνικού χώρου αναφοράς, την συλλογική και ατομική επεξεργασία τους αλλά και από τις στρατηγικές και τις τακτικές του αντιπάλου. Ακόμη, η χρήση των μορφών πάλης εξαρτάται και από την ύπαρξη ενός κοινού που δεν έχει εμπλακεί σε πρώτη φάση στη διαμάχη, τον πολιτικό λόγο και την ιδεολογία των συγκρουόμενων ομάδων.

Καλά ως εδώ. Τα άτομα διακρίνουν τις μικρορωγμές και τις μικρομετατοπίσεις των στοιχείων της δομής των πολιτικών ευκαιριών και διαθέτουν την ιστορική μνήμη των ρεπερτορίων δράσης και των σχετικά αποτελεσματικών μορφών πάλης. Αφού εμφανιστούν οι μεταβολές και γίνουν αντιληπτές οι ευκαιρίες, πώς είναι δυνατή η διάδοση και ο συντονισμός της συλλογικής δράσης και η διατήρηση των επιπέδων κινητοποίησης και η εκ νέου ανάπτυξη των «επεισοδίων» του συλλογικού αγώνα, (δηλαδή των συνεχών «ροών» της κοινωνικής ζωής);[13] Ποιες είναι οι «δομές κινητοποίησης» (mobilizing structures);

Μολονότι είναι τα άτομα αυτά τα οποία αποφασίζουν για το αν θα δράσουν από κοινού ή όχι, οι αποφάσεις τους αυτές λαμβάνονται στο γενικότερο πλαίσιο διαδικασιών που οργανώνονται με την πρόσωπο με πρόσωπο επαφή των  ατόμων μέσα σε ομάδες, κοινωνικά δίκτυα και θεσμικές οντότητες, που ενεργοποιούνται για αυτό το σκοπό.



Το  δρόμο της αναζήτησης των «δομών κινητοποίησης» τον άνοιξε ο Mancur Olson[14]  καθώς μελετούσε τους προσοδοθήρες («τζαμπατζήδες»)[15], οι οποίοι απέχουν από τη συλλογική δράση και προσδοκούν οφέλη ως αποτέλεσμα της κινητοποίησης των μεγάλων κοινωνικών οργανώσεων. Κατ’ αυτόν, οι μεγάλες οργανώσεις αντιμετωπίζουν εξορισμού αυτό το πρόβλημα ενώ οι μικρές ομάδες μπορούν να προσφέρουν επιλεκτικά κίνητρα στα μέλη τους και προσδοκούν την πλήρη συμμετοχή τους στη δράση. Αυτή η άποψη μεθοδολογικά στηρίζεται σε ατομικιστική βάση και αντιμετωπίζει τους ανθρώπους ως απολύτως ιδιοτελή όντα, παραβλέποντας τις κοινωνικές σχέσεις και τα κοινωνικά δίκτυα, τις ιδεολογίες και εισάγει τη λογική του homo economicus στην πολιτική και γενικότερα τις κοινωνικές επιστήμες ως αναλυτική μέθοδο. Αυτή η θέση δεν μπορεί να εξηγήσει τις κινητοποιήσεις του φοιτητικού κινήματος, ιδιαίτερα υπό συνθήκες δικτατορικής καταπίεσης, καθώς δεν μπορεί να αντιληφθεί τις έννοιες της «εμπιστοσύνης» και της ανιδιοτελούς «αμοιβαιότητας» που είναι απαραίτητες. Η μετατόπιση της ανάλυσης από το ατομικιστικό επίπεδο ξεκίνησε με την ανάλυση του Doug McAdam που υποστήριξε ότι, κατά τη διάρκεια των αγώνων του κοινωνικού κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα των Αφροαμερικανών, οι φοιτητές των πανεπιστημίων των βορείων πολιτειών που έλαβαν μέρος στις κινητοποιήσεις στις νότιες πολιτείες των ΗΠΑ (“freedom summer”) επηρεάστηκαν περισσότερο από τη συμμετοχή τους στα «κοινωνικά δίκτυα» παρά από την μεσοαστική κοινωνική προέλευσή τους ή την ιδεολογική τοποθέτησή τους και που δεν προσδοκούσαν κάποια οφέλη˙ αντιθέτως, αναλάμβαναν ρίσκα εμπλεκόμενοι σε συγκρούσεις με ρατσιστές. Στην ελληνική περίπτωση, ανάλογο ρόλο φαίνεται ότι έπαιξαν οι «εθνικοτοπικοί σύλλογοι» φοιτητών και, ιδιαίτερα κατά την κατάληψη του Πολυτεχνείου, οι «ανώνυμες παρέες» που δημιουργούνται και καθίστανται «υποκείμενα της ιστορικής διαδικασίας».[16]Η παρέα είναι μια βασική ανεπίσημη μονάδα «μικρο-κινητοποίησης». Οι παρέες λειτουργούν ως πρόσκαιρα άτυπα «κοινωνικά δίκτυα» που δίχως άλλη κεντρική ή περιφερειακή πολιτική-κομματική καθοδήγηση καταφέρνουν να εμπνεύσουν τα «μέλη» τους και να προσδώσουν νόημα στις καθημερινές δραστηριότητές τους στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης «συλλογικής δράσης».[17] Έτσι, λοιπόν, μέσω των μικρών άτυπων ομάδων που συνδέονται σε μορφή δικτύου με ακτιβίστικες ομάδες τα άτομα προθυμοποιούνται πιο εύκολα να πάρουν μέρος στις δράσεις διαμαρτυρίας και διεκδίκησης. Η συζήτηση αυτή μας φέρνει σε μια επιπλέον διάσταση, αυτή των «κοινωνικών κινήτρων» για τη συμπεριφορά των ατόμων που συνεργάζονται στη συλλογική δράση.[18] Ένα απαραίτητο υποστηρικτικό ομαδικό πλαίσιο είναι όρος για την ανάπτυξη της βούλησης των ατόμων για να μπορέσουν να εξεγερθούν εναντίον αυτής που αντιλαμβάνονται ως «άδικη, παράνομη εξουσία». Η θέληση των ανθρώπων να αγωνιστούν ανιδιοτελώς για χάρη των συνανθρώπων τους μέσω ομάδων ομοίων τους είναι σημαντικότατος παράγοντας κινητοποίησης. Αυτή είναι η περίπτωση ανθρώπων που ενδεχομένως δημιουργούν παρόμοιες ομάδες ώστε να αποκτήσουν δύναμη κινητοποίησης σε μη φιλικά ή, έστω, ουδέτερα περιβάλλοντα που δεν τρέφουν αισθήματα συλλογικότητας ή ανήκουν σε στρώματα των αρχουσών ελίτ. Μια περίπτωση τέτοιου τύπου κατά την περίοδο επώασης των μαζικών κινητοποιήσεων του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος ήταν η Ελληνοευρωπαϊκή Κίνηση Νέων (ΕΚΙΝ).[19]



Ένας εξίσου βασικός παράγοντας που βοηθάει την ανάπτυξη κινημάτων είναι ο θεσμικός. Στις προαστικές κοινωνίες τα τοπικά κοινοβούλια αποτελούσαν εστίες όπου φιλοξενούνταν και κυκλοφορούσαν οι φιλελεύθερες ιδέες και συγκεντρώνονταν αντίστοιχες πολιτικές φυσιογνωμίες και ομάδες που αργότερα θα προκαλούσαν την ανατροπή των απολυταρχικών κρατών και θα άνοιγαν το δρόμο για τις νεωτερικές καπιταλιστικές δημοκρατίες. Οι τοπικές εκκλησίες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην υποστήριξη και επώαση του κινήματος των Αφροαμερικανών για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματά τους στις ΗΠΑ καλύπτοντας το κενό πανεθνικού πολιτικού φορέα εκπροσώπησης και προβολέα των διεκδικήσεων της μειονότητας αυτής. Τον ίδιο ρόλο έπαιξαν και οι περισσότερες Ρωμαιοκαθολικές εκκλησίες σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής που, υπό την πίεση και του θρησκευτικού ρεύματος της «Θεολογίας της Απελευθέρωσης», πρόσφεραν υποστήριξη και άσυλο στο εργατικό και στο αντιδικτατορικό κίνημα.[20] Το Πανεπιστημιακό Άσυλο χρησιμοποιήθηκε επίσης ως θεσμική εγγύηση που συνεισφέρει στην ανάπτυξη ευκαιριών για αξιοποίηση από το αναδυόμενο φοιτητικό κίνημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση του φοιτητικού κινήματος για την κατοχύρωση του δικαιώματος του λόγου και για την ανάπτυξη αντιπολεμικών αγώνων στις ΗΠΑ. Στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ , το Κίνημα για την Ελευθερία του Λόγου αγωνιζόταν για την κατοχύρωση και διεύρυνση των χώρων ελεύθερης διακίνησης ιδεών που ήδη υπήρχε και κατοχυρωνόταν ως «άσυλο», δηλαδή στην συγκεκριμένη περίπτωση του χώρους του πανεπιστημίου στην διασταύρωση των λεωφόρων Bancroft και Telegraph.[1] Στην ελληνική περίπτωση ο ίδιος αυτός ρόλος παίζεται από τα ίδια τα ΑΕΙ και τη νομοθεσία περί ασύλου που σε γενικές γραμμές, παρά τις παραβιάσεις του έμμεσες και άμεσες όπως στην περίπτωση της καταστολής της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, διατηρήθηκε. Αυτή την ευκαιρία το φοιτητικό κίνημα την αξιοποίησε άριστα στα τελευταία χρόνια της δικτατορίας και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης.


[1] Βλ. Gamson W., Fireman B., and Rytina S. (1982) ο.ε.π, σελ D4-3 κ.ε. και  Savio, Mario. (2002) “Thirty Years Later.” The Free Speech Movement: Reflections on Berkeley in the 1960s in Robert Cohen and Reginald E. Zelnik. (eds)  Berkeley, CA: University of California Press.. Βλ. επίσης Ράσης Σπυρίδων και Μαρία Αδάμου-Ράση (α.χ.) «Το φοιτητικό κίνημα του 60 στις Η.Π.Α.: Ελπιδοφόρα αρχή– Άδοξη κατάληξη»  www.elemedu.upatras.gr/eriande/synedria/synedrio4/praktika1/rasis_adamou.htm καθώς και Λήμμα “Free Speech Movement” στο http://en.wikipedia.org/wiki/Free_Speech_Movement


[1] Tarrow S. (1991) Struggles, Politics and Reform: Collective Action, Social Movements and Cycles of Protest, Ithaca NY, Cornell University Press
[2] McCarthy John and Mayer Zald. 1973. The Trend of Social Movements in America: Professionalization and Resource Mobilization. McCarthy John and Mayer Zald. 1977. "Resource Mobilization and Social Movements: A Partial Theory." American Journal of Sociology 82:1212-1241. Jenkins J. Craig, and Charles Perrow. 1977. "Insurgency of the Powerless: Farm Worker Movements, 1946-1972." American Sociological Review 42:249-268. Rose Arnold. 1967. The Power Structure: Political Process in American Society. New York: Oxford University Press. Wilson John. 1973. Introduction to Social Movements. New York: Basic Books. Βλ. επίσης και Lukes St. (2007) Εξουσία: μια ριζοσπαστική θεώρηση. Αθήνα: Εκδ. Σαββάλας.
[3] Βλ. McAdam A. (1999) Political Process and the Development of Black Insurgency, 1930-1970. Chicago, Ill: University of Chicago Press.
[4] Για τις αιτίες της στρατιωτικής δικτατορίας και τους παράγοντες που έπαιξαν ρόλο στη σχετικά μακρόχρονη επικράτησή της, βλ. Ρήγος Αλ. (α.χ.) Ιστορικο- πολιτική προσέγγιση επταετούς στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα 1967-1974. www.sfea.gr
[5] Για τις επιμέρους φοιτητικές κινητοποιήσεις βλ. Κοσμόπουλος Δ. (2003) Δικτατορία και αντίσταση στην Πάτρα. Πάτρα: Έκδ. Π.Τ.Α.Π.Δ.Ε         
[6] Για λεπτομέρειες, βλ. Κοσμόπουλος Δ., (2003), ο.ε.π. και Λυγερός Στ. (1977) Φοιτητικό κίνημα και ταξική πάλη στην Ελλάδα. Τόμος Α΄, Αθήνα: Εκδοτική Ομάδα «Εργασία».
[7] Για τις λοιπές ενδοκαθεστωτικές συγκρούσεις, βλ. Ρήγος Αλ. (α.χ.) Ιστορικο- πολιτική προσέγγιση επταετούς στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα 1967-1974
[8] John Meyer and Richard Rubinson. 1972  "Structural Determinants of Student Political Activity: A
Comparative Interpretation." Sociology of Education 45, (Winter) σελ. 23-46.
[9] Βλ. Donald E Phillips.(1985) Student Protest, 1960-1970: an analysis of the issues and speeches.
Lanham: University Press of America, Inc., και Joseph A. Califano. (1969) The Student Revolution: a global confrontation. New York, ΝΥ: Norton.
[10] Stone, I. F. (1971). The Killings at Kent State: How Murder Went Unpunished. New York: Review Book. Hensley, Thomas R. and Lewis, Jerry M. (1978). Kent State and May 4th: A Social Science Perspective
[11] Για λεπτομέρειες, βλ. Κοσμόπουλος Δ., (2003), ο.ε.π. και Λυγερός Στ. (1977), ο.ε.π.
[12]  Ο Charles Tilly σε ένα παλαιό κείμενό του [βλ. Tilly Ch. (1981) “Nineteenth-century origins of our twentieth-century collective action repertoire”. Conference on Economy and Society in the Twentieth Century in honor of Tom Burns, University of Edinburgh, deepblue.lib.umich.edu/bitstream/2027.42/51016/1/244.pdf] τονίζει ότι το ρεπερτόριο της συλλογικής δράσης που χρησιμοποιούμε σήμερα στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική (πορείες, διαδηλώσεις, συγκεντρώσεις) ανάγεται στον 19ο αιώνα. Όμως, τα ρεπερτόρια συλλογικής δράσης είναι τόσο «δομικού» όσο και «πολιτισμικού» τύπου, δηλαδή είναι προσδιορισμένα τόσο από το πολιτικό όσο και κοινωνικό-πολιτισμικό πλαίσιο ανάλογα με το χώρο και το χρόνο. Όπως γράφει ο S. Tarrow (1994, ο.ε.π., σελ. 19) «οι εργάτες γνωρίζουν πώς να απεργούν επειδή γενεές εργατών έχουν απεργήσει πριν από αυτούς˙ οι Παριζιάνοι σηκώνουν οδοφράγματα επειδή τα οδοφράγματα είναι εγγεγραμμένα στην ιστορία των Παριζιάνικων συγκρούσεων…». Έτσι, παρ’ ότι πρόκειται για αναβάθμιση των μορφών πάλης, οι διαδηλώσεις, οι πορείες και οι συγκεντρώσεις αποτελούν αναπόσπαστο ιστορικό μέρος της ελληνικής πολιτικής κουλτούρας της δημόσιας έκφρασης συλλογικής διαμαρτυρίας. Καινοτομία αποτελεί η μορφή της κατάληψης των πανεπιστημιακών χώρων.   
[13] Για την έννοια του «επεισοδίου», βλ. Tilly C. (2000) “Mechanisms in Political Process” Columbia University http://www.asu.edu/clas/polisci/cqrm/papers/Tilly/TillyMechs.pdf και Tilly C. (2007) Κοινωνικά κινήματα, 1768-2004. Αθήνα: Εκδ. Σαββάλα.
[14] Βλ. Olson M. (1991) Η λογική της συλλογικής δράσης. Αθήνα: Εκδ. Παπαζήσης.
[15] Τσουκαλάς, Κ. (1993) « Τζαμπατζήδες στη χώρα των θαυμάτων», Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, τεύχ. 1 σελ. 9-52.
[16] Για τους εθνικοτοπικούς συλλόγους, βλ. Λυγερός Στ. (1977), ο.ε.π.. Για τις «ανώνυμες παρέες», βλ. Οικονόμου Γ. (2004) «Πολυτεχνείο: Αυτοοργάνωση και αυτονομία» στο Παπαχρήστος Δ. (επιμ.) Το Πολυτεχνείο ζει; Όνειρα-μύθοι-αλήθειες. Αθήνα: Εκδ. Α.Α. Λιβάνη, σελ. 172-181.
[17] Η Margaret Mead είχε τονίσει ότι δεν πρέπει ποτέ να αμφιβάλουμε πως μια μικρή ομάδα σκεπτόμενων και δεσμευμένων πολιτών μπορεί να αλλάξει τον κόσμο και ότι πράγματι, είναι οι μόες που το έχουν καταφέρει. Mead M. (1964) Continuities in Cultural Evolution. New Haven, CT: Yale University Press
[18] Βλ. Gamson W., Fireman B., and Rytina S. (1982) Encounters with Unjust Authorities. Homewood, Ill.: Dorsey Press.
[19] Σύμφωνα με τον εφοπλιστή Γιώργο Βερνίκο, που ήταν ένας από τους ιδρυτές της ΕΚΙΝ, η οργάνωση ήταν καταφύγιο των νέων που ανήκαν στα μεσαία και ανώτερα αστικά στρώματα της Αθήνας όπου δεν ευδοκιμούσαν οι δημοκρατικές ιδέες ενώ η στήριξη της δικτατορίας από εφοπλιστές, τραπεζίτες και μεγάλους βιομήχανους ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής. Βλ. Βερνίκος Γ. (2003) «Τον Απρίλη του 1967» στο Παπαχρήστος Δ. (επιμ.) ο.ε.π., σελ. 97-100.
[20] Βλ. Tarrow S. (1988) “Old movements in new cycles of protest. The career of an Italian Religious Community” στο  Klandermans. B., Kriesi H., Tarrow S. (eds.). From Structure to Action: Comparing Social Movements across Cultures. International Social Movement Research. Vo.1, Greenwich, CT: JAI, σελ. 281-304.



Θανάσης Τσακίρης

Συνεχίζεται....

No comments:

Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)

 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)                                                                    του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...