ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΣΑΚΙΡΗΣ
ΜΑΤΙΑ ΠΟΥ ΚΑΙΝΕ
Ένα ερωτικό αντιρατσιστικό διήγημα-νουάρ
Αθήνα
Φεβρουάριος-Σεπτέμβριος 2010
ΣΥΝΔΕΣΗ ΜΕ ΤΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ: http://tsakthan.blogspot.com/2012/02/5_28.html
-«Πού πάτε;» ρώτησε ο ταξιτζής.
-«Καλλίπολη» απάντησε ο Αλέξανδρος
-Α, ωραία. Στο Ρέντη μένω και με βολεύει
-Πολύ καλά.
Ξεκινησε ο Παντελής με σπινιάρισμα και μουρμούρα:
-Τους καριόληδες, τους παλιόπουστες, μου σπάσανε το αμάξι.
Έχω θυμό μέσα μου και θα το πληρώσουνε διπλά το κακό που μου κάνανε. Είμαι
γεμάτος οργή.
-«Ώπα» φώναξε ο Αλέξανδρος, «ελπίζω να μη σου βγει στο
οδήγημα».
-Μ’ έχουν κάνει ρατσιστή, άνθρωπε μου
-Ποιοι καλέ μου σε έχουν κάνει ρατσιστή ;
-Οι πακιστανοί, οι καριόληδες
-Γιατί ειδικά οι πακιστανοί;
-Μου σπάσανε το ταξί οι ξεσκισμένοι, και μου πήραν τα χαρτιά
και εξακόσια ευρώ.
-Και που το ξέρεις ότι ήταν, ντε και καλά, πακιστανοί;
-Μου τους έδειξαν στο Τμήμα
-Ποιους;
-Τους Πακιστανούς ντε !
-Αναγνώρισες κανένα;
-Όχι . Κανείς δεν έμοιαζε με την περιγραφή αυτών που
κάθονταν στα παγκάκια.
-Συγγνώμη όποιος κάθεται σε παγκάκια είναι αυτόματα κλέφτης;
-Μα ήταν Πακιστανοί!
-Άντε πάλι από την αρχή
-Άκου που σου λέω. Ήταν πακιστανοί. Τέρμα και τελείωσε.
-Κοίτα δεν έχω καμία όρεξη να προσπαθήσω να σου αλλάξω τα
μυαλά. Πάμε ήσυχα στην Καλλίπολη γιατί έχω να μιλήσω σε μια παρουσίαση βιβλίου
μετά. Πρέπει να είμαι ψύχραιμος
-Εμένα με λένε ακραίο, βλάκα και ρατσιστή, γιατί δε γουστάρω
να μου τρώνε το ψωμί οι βρομιάρηδες.
-Τώρα δηλαδή πας φιρί –φιρί να σου πω ότι δεν έχουν άδικο
αυτοί που σου το λένε.
-Βράζω από θυμό μέσα μου
-Εγώ πάντως φίλε μου σου τα είπα. Πήγαινε με σπίτι μου και
θα σε πληρώσω. Αυτός είναι ο ρόλος σου και αυτός ο ρόλος μου ως επιβάτης.
-Τους έσπασα τα δόντια τους των γαμημένων.
-Ποιοι ένιωσαν την οργή σου, ρε μεγάλε ;
-Οι πακιστανοί
-Εδώ ήρθαμε πάμε να φύγουμε
-Μέσα στο Τμήμα τους την έριξα, τους έκανα να ματώσουν οι
μύτες τους. Και οι αστυφύλακες μού είπαν να συνεχίσω και ότι κάνουν τα στραβά
μάτια.
-Καλά, δε ντρέπεσαι καθόλου ;
-Γιατί να ντραπώ;
Ξάφνου ανάβει κόκκινο το φανάρι στη διασταύρωση
Κωνσταντινουπόλεως και Ιεράς Οδού. Πετάγεται ένας «πακιστανός» να καθαρίσει το
παρμπρίζ.
-«Μη ρε μαλακισμένο, θα σε στραγγαλίσω» φώναξε ο Παντελής
και όρμηξε να ανοίξει τη πόρτα .
-«Κάτσε ρε βλάκα στο τιμόνι και άσε τις μαγκιές» ούρλιαξε ο
Αλέξανδρος και τον άρπαξε από το λαιμό. Πάσχιζε ο Παντελής αλλά δεν είχε λύσει
τη ζώνη ασφαλείας κι έτσι καθηλώθηκε. Πάτησε γκάζι κι ο «πακιστανός»
οπισθοχώρησε. Όλα συνέβησαν σε κλάσματα δευτερόλεπτου. Ευτυχώς τη γλίτωσε ο
«πακιστανός», δεν πρόλαβαν οι υπόλοιποι να καταλάβουν τι έγινε κι έτσι ο
Παντελής ανέπτυξε ταχύτητα για να φτάσει σε απίστευτο χρόνο –ρεκόρ στην οδό
Πειραιώς.
-«Τι κατάλαβες τώρα ρε βλάκα;» του είπε ο Αλέξανδρος
-Τίποτα.
-Τίποτα. Είσαι σίγουρος ;
-Να σας πω. Φαίνεστε μορφωμένος άνθρωπος. Πέστε μου τη γνώμη
σας. Λένε ότι αν οι άνθρωποι αντιδρούν έτσι, κάτι δε πάει καλά.
-Ποιοι αντιδρούν; Εσύ ή οι «πακιστανοί »;
-Οι Πακιστανοί που κλέβουν μπορεί να μην έχουν στον ήλιο
μοίρα.
-Κοίτα να δεις μεταστροφή!
-Ήμουν μετανάστης στη Γερμανία.
-Κι αυτό σε έκανε τώρα να ξεσπάς στους πιο αδύναμους από
σένα; Δεν καταλαβαίνεις ότι οι Αφγανοί φεύγουν για να γλιτώσουν από τους
Αμερικανούς και τους Ταλιμπάν, ότι οι Ιρακινοί δεν έχουν πια μια ενιαία
πατρίδα, ότι οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν καν πατρίδα κι οι Πακιστανοί πάνε να
γίνουν και αυτοί Αφγανοί. Και όλοι μαζί στη φτώχεια.
Παρόλο που φάνηκε κάπως να καλμάρει ο Παντελής νέα έξαρση
της κόντρας σημειώθηκε μόλις φάνηκαν δυο μάλλον έφηβες αφρικανές στο φανάρι του
Ρέντη.
-Να, μάς φέρνουν τις πουτάνες τους στη χώρα μας.
-Και που το ξέρεις ότι κάνουν πεζοδρόμιο ;
-Τις βλέπω στη Μένανδρου.
-Άσε με ρε φίλε να χαρείς. Οι κοπέλες δεν μοιάζουν για
πεταλούδες. Γιατί να μην είναι μαθήτριες ή φοιτήτριες σαν την Ελοιζ από τη
Σενεγάλη που είναι στη τάξη μου που διδάσκω;
-Άκου με που σου λέω. Όλες ίδιες είναι. Για δυο ευρώ
ξεπουλιούνται στον καθένα οι αραπίνες .
-Δεν πιάνεσαι από πουθενά. Μόνο κορόιδο πιάνεσαι. Ξύπνα
Βασίλη.
-Δε με λένε Βασίλη. Παντελή με λένε.
-Τέλος πάντων όπως και να σε λένε. Ανέβα την Ηρώων
Πολυτεχνείου και πάμε σπίτι μου γιατί αρκετά μου τα έπρηξες τα συκώτια
-Πώς σε λένε εσένα ;
-Αλέξανδρο με λένε
-Πες μου κύριε Αλέξανδρε ο χριστιανισμός ωφέλησε τον
Ελληνισμό. Εγώ έχω διαβάσει πολλά βιβλία ιστορίας αλλά απάντηση δε βρήκα.
-Κοίτα να δεις τώρα που σε ενός τσιγάρου δρόμο θέλει ο τύπος
να του αναλύσω μια ιστορική διαμάχη που κρατάει αιώνες.
-Σε ρωτάω γιατί σε λένε Αλέξανδρο και πρέπει να φανείς
αντάξιος του ονόματος του μέγα στρατηλάτη μας που κατέκτησε τους Πακιστανούς
και τους Ινδούς.
-Κάνε αριστερά στο επόμενο στενό και άφησε με εκεί στο
περίπτερο γιατί φτάσαμε και δεν έχω άλλες αντοχές
-Δεν αντέχεις άλλο ε ;
-Ναι
δεν αντέχω άλλο. Μπορώ να υπομείνω ταραξίες, καταληψίες, γιάπηδες στη σχολή
μου. Όλα αυτά όμως είναι 20χρονα παιδιά που παρότι τους έχουμε στερήσει πολλά,
δεν έχουμε δικαίωμα να τους στερήσουμε τα όνειρα. Ούτε της Εύης ούτε της Ελοιζ.
Εσύ δε τους φτάνεις ούτε στο μικρό τους δαχτυλάκι. Έχεις χάσει τη μάχη της ζωής
και θες να τις εκδικηθείς γιατί θέλουν να ζήσουν να ερωτευθούν και να
δημιουργήσουν. Σου φταίνε οι πιο αδύναμοι από σένα γιατί μπορεί μια μέρα να σε
ξεπεράσουν. Πάρε τώρα το χαρτονόμισμα των δέκα ευρώ, κράτα τα ρέστα και πήγαινε
να κοιμηθείς. Άντε γεια.» είπε αποφασιστικά ο Αλέξανδρος κι έκανε να ανοίξει τη πόρτα του ταξί για να
βγει.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ.....