ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΣΑΚΙΡΗΣ
ΜΑΤΙΑ ΠΟΥ ΚΑΙΝΕ
Ένα ερωτικό αντιρατσιστικό διήγημα-νουάρ
Αθήνα - Πάτρα
Φεβρουάριος-Σεπτέμβριος 2010
Σύνδεση με τα προηγούμενα: http://tsakthan.blogspot.com/2012/02/3.html
Κόντευαν να φτάσουν στο Λόγγο ο Αλέξανδρος και η Εύη. Το φεγγάρι έλουζε τα πρόσωπα τους. Ποιος θα έκανε το πρώτο βήμα, αν το έκανε; Ο Αλέξανδρος φυλάει τα ρούχα του για να έχει τα μισά. Την ποθεί αλλά τον συγκρατεί το παρελθόν του και η έμμονη ιδέα του για το τι θα πει ο κόσμος της μικρής κλειστής κοινωνίας της Συμπολιτείας. Είναι και οι δυο τους μέλη της Αχαϊκής κίνησης για την υπεράσπιση της ζωής και των δικαιωμάτων προσφύγων και μεταναστών/τριων. Ο Αλέξανδρος ως παλιό στέλεχος κόμματος της ιστορικής αριστεράς είναι δύσκολος στην έκφραση των αισθημάτων του. Η Εύη όμως όχι . Έχει που έχει μια προτίμηση στους μεγαλύτερους σε ηλικία άντρες, ο Αλέξανδρος ως παλιός μέντορας της τής έρχεται «κουτί ». Του εκδηλώνει με κάθε πλάγιο τρόπο την ερωτική της διάθεση γι’ αυτόν που συχνά ο ίδιος ή δε την αντιλαμβάνεται ή κάνει πως δεν την αντιλαμβάνεται. Πάλι, όμως, κάτι πήγε στραβά. Ο Αλέξανδρος ξανακατέστειλε τον εαυτό του και η Εύη έπρεπε να γυρίσει στο μαγαζί .Τον κατάλαβε πως ξαναμπλοκαρίστηκε και είπε να κάνει υπομονή την επόμενη φορά. Του χάιδεψε απαλά το αυτί και πριν τον καληνυχτίσει του υπενθύμισε ότι το πρωί του Σαββάτου έπρεπε να είναι παρόντες στην αντιρατσιστική διαδήλωση στην Πάτρα. Κάτι ψέλλισε περί «κούρασής» του και πως θα έπρεπε να δουλέψει κάτι σχέδια αλλά δεν έγινε πιστευτός οπότε η Εύη του ρίχνει δολοφονική ματιά αντί για πονηρή.
-Λοιπόν είπα και ελάλησα . Αύριο περνάω με τη μοτοσικλέτα γέρο μου και σε παίρνω και πάμε καρφί για την πρώτη γραμμή της πορείας. Και όσο και για τα άλλα που λέγαμε, όπως λες και εσύ, η ζωή είναι κάπως…μεγάλη.
-Γι αυτό μανάρι μου σε αγαπώ και σε λατρεύω αλλά υπάρχουν και άλλες παράμετροι στην υπόθεση που τις αγνοείς τις ξέρω εγώ και πρέπει να τις ξέρω μόνο εγώ.
-Γέρο κόψε την πλάκα και τις μηναριές. Μυστικά από μένα δε μπορείς να έχεις ή μάλλον δε θα έχεις για πολύ ακόμα. Ξέρεις με ποια έχεις μπλέξει. Έτσι δεν είναι ;
-Το παρατραβάς, κούκλα μου το σκοινί. Θα σπάσει και θα κλαις.
-Ααα, όταν βάζει η Εύη στο μυαλό της μια τέτοια ιδέα δε την σταματάς. Ξηγηθήκαμε; Σε θέλω και με θέλεις. Τέρμα και τελείωσε. Αύριο να είσαι έτοιμος με το κράνος ανά χείρας. Θα περάσω στις εννέα ακριβώς.
-«Βρε πού έμπλεξα!» ψιθύρισε ο Αλέξανδρος.
-Σε άκουσα γέρο μου, σε άκουσα. Τρέχω τώρα γιατί πρέπει να βγάλουμε και κανένα ευρώ για το μέλλον μας» του πέταξε και έκανε μεταβολή προς το μπαρ της.
Ήθελε δεν ήθελε ο Αλέξανδρος πήρε το κράνος του και το κινητό του και στις εννιά ακριβώς ανέβαινε στη «χιλιάρα» ΚΤΜ 990 Αdventure της Εύης. Η καρδιά του χτυπούσε εις διπλούν μια για την Εύη και μια για το τρελό και άγριο οδήγημα της. Δεν πρόλαβε καλά – καλά να συνειδητοποιήσει πως όλη του η ζωή πέρασε καρέ – καρέ μπροστά στα μάτια του, οι συλλογικοί αγώνες, οι ατομικές του αγωνίες, τα πρώην και νυν αγαπημένα του πρόσωπα και είχαν ήδη φτάσει στα διόδια του Ρίου. Η Εύη χαλάρωσε και μείωσε ταχύτητα μιας και οι τροχαίοι είχαν πιάσει τα πόστα και θα ήταν «ξεφτίλα» να χάσουν ώρα από τη διαδήλωση για μια κλήση λόγω υπερβολικής ταχύτητας. Φτάσανε στον παλιό σταθμό των τρένων όπου θα συγκεντρωνόταν οι διαδηλωτές /τριες και οι πρόσφυγες. Πρόλαβαν ίσα – ίσα να ασφαλίσουν τη μηχανή και η πορεία άρχιζε. Η Εύη έπιασε τη ντουντούκα και καλούσε τις διαδηλώτριες να αψηφήσουν το κρύο και να ενώσουν τις φωνές και τις καρδιές τους και να φωνάζουν: «οι μετανάστες είναι της γης οι κολασμένοι», «αλληλεγγύη στους μετανάστες», και «κανένας άνθρωπος δεν είναι λαθραίος»
.
Την ίδια ώρα στην Αθήνα, ο Παντελής περνούσε την πόρτα του αστυνομικού τμήματος της περιοχής όπου καταγγέλθηκε η κλοπή. Οι αστυφύλακες που ήταν εκείνη την ώρα σε υπηρεσία τον οδήγησαν μπροστά σε 5 συλληφθέντες «πακιστανούς» όπως τους νόμιζε. Τους κοίταγε από εδώ, τους κοίταγε από εκεί, τους περιεργαζόταν, μα δεν θυμήθηκε κανένα πρόσωπο να μοιάζει με εκείνα όσων κάθονταν στα παγκάκια την ώρα που στάθμευε το ταξί. Νευριασμένος κάνει μεταβολή και βγαίνει σα μαινόμενος ταύρος κλωτσώντας όποιον «μελαψό» έβλεπε μπροστά του.
Οι «μελαψοί» προσπαθούσαν να γλιτώσουν από την επιθετική επιδρομή του Παντελή εναντίον τους. Καθώς ήταν γεροδεμένος κατάφερε να κρατήσει έναν άτυχο που παρά λίγο να τον πνίξει Τον άφησε γρήγορα και έτρεξε πίσω από έναν άλλο τον οποίο τον έπιασε και του έδωσε μια ξεγυρισμένη μπούνια που είχε ως αποτέλεσμα να του σπάσει τη μύτη και 2 δόντια. Οι αστυφύλακες τον κοίταγαν και δεν έκαναν τίποτα για να σταματήσουν. Κάποια στιγμή «ξεθύμανε» και έτρεξε προς τη σκάλα για να φύγει. Του ορμάει ένας από τα δύο «θύματα» του και του ρίχνει μια κλωτσιά οπότε ο Παντελής έπεσε και «μέτρησε» δυο- τρία σκαλοπάτια.
Για πότε κινήθηκαν οι αστυφύλακες να μπαγλαρώσουν τους «μελαψούς» και να προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες στον Παντελή δε λέγεται. Μετά από λίγα λεπτά οι «μελαψοί» οδηγήθηκαν στα κρατητήρια και ο Παντελής έφευγε σαν «κύριος», παρ ότι χτύπησε ανυπεράσπιστους και δεμένους με χειροπέδες ανθρώπους. Μπήκε στο ταξί του με εκδικητική διάθεση. Στη γωνία καμία δεκαριά μαυροντυμένοι νεαροί με ξυρισμένα κεφάλια μάζευαν υπογραφές για «δημοψήφισμα » εναντίον της ύπαρξης μεταναστών στην Ελλάδα. Σταμάτησε το ταξί, προχώρησε προς το μέρος τους και υπέγραψε στο χαρτί τους. ο Παντελής ο πρώην μετανάστης είχε αρχίσει να κυνηγάει μετανάστες.
No comments:
Post a Comment