Ο Herbert Marcuse και ο μονοδιάστατος άνθρωπος (του Θανάση Τσακίρη)
Ο Χ. Μαρκούζε παρέμεινε στις ΗΠΑ μετά την επιστροφή των υπόλοιπων εξόριστων μελών της Σχολής στη Γερμανία και αναδείχθηκε σε ιδεολογικό γκουρού των φοιτητικών κινημάτων της Βόρειας Αμερικής στη δεκαετία του ’60 των αντιπολεμικών και αντιρατσιστικών κινητοποιήσεων. Με το πρώτο βιβλίο του εισήγαγε στις ΗΠΑ τη συζήτηση για τον Hegel προσπαθώντας να αναθεωρήσει τις παραδοσιακές οπτικές για τη μεθοδολογία του. Επανεισάγει τη διαλεκτική σε μια πανεπιστημιακή κοινωνία που κυριαρχείται από το μεθοδολογικό εμπειρισμό. Μελετά και το είναι και το δέον των πραγμάτων προσπαθώντας να εξηγήσει τις εντάσεις ανάμεσα στο δεδομένο και στο δυνατό, ανάμεσα στο άμεσο φαινόμενο και στην τελική πραγματικότητα. Αρνείται να προσδώσει κύρος και αυθεντία στο υπάρχον δείχνοντας ότι έχει τη δυνατότητα να αλλαχθεί. Κάθε υπάρχον εμπεριέχει και την άρνησή του. Η «άρνηση της άρνησης» είναι το στοιχείο εκείνο που συγκροτεί την «κριτική θεωρία».
Προσπάθησε επίσης να συνδυάσει το Μαρξισμό και την Ψυχανάλυση. Στο έργο του για το «μονοδιάστατο άνθρωπο» θεωρητικοποίησε την παρακμή των επαναστατικών δυνατοτήτων στις καπιταλιστικές κοινωνίες αποδίδοντάς την στη ανάπτυξη των νέων μορφών κοινωνικού ελέγχου. Η «αναπτυγμένη βιομηχανική κοινωνία» δημιουργεί ψευδείς ανάγκες που δένουν το άτομο με την υπάρχουσα οργάνωση της παραγωγής και κατανάλωσης την οποία αναπαράγουν με τη διαρκή παρέμβασή τους η κουλτούρα των ΜΜΕ, η διαφήμιση, η βιομηχανική διαχείριση και ο φιλελεύθερος λόγος με την συνεχή προσπάθεια εξάλειψης της κριτικής και της ριζικής αντιπολίτευσης. Το αποτέλεσμα είναι η επικράτηση ενός «μονοδιάστατου» τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς. Έτσι, ο Μαρκούζε έθεσε υπό ριζική αμφισβήτηση δύο βασικές θέσεις του παραδοσιακού Μαρξισμού. Κατά πρώτον, την ιδέα του προλεταριάτου ως αξιόπιστου φορέα επαναστατικής αντιπολίτευσης και, κατά δεύτερον, την ιδέα της αναπόφευκτης κατάρρευσης του καπιταλιστικού συστήματος. Αντί να αναζητά την αποκλειστικότητα της επανάστασης στην εργατική τάξη, τόνισε ότι εν δυνάμει επαναστατικοί φορείς ήταν οι μη ενσωματωμένες στο σύστημα μειονότητες, οι παρείσακτοι και η ριζοσπαστική διανόηση μέσω της διαμόρφωσης της «μεγάλης άρνησης». Απέναντι στο δογματικό σοβιετικό Μαρξισμό και τη δικτατορία του κόμματος ο Μαρκούζε ενέπνευσε τις δυνάμεις μιας Νέας Αριστεράς που συνδύασε με κριτικό τρόπο το Μαρξισμό και τις ιδέες της συμμετοχικής δημοκρατίας και του ανοίγματος σε μια σειρά πλουραλιστικών συμμαχιών, που περιλαμβάνουν κοινωνικά κινήματα και ομάδες σχετικά με θέματα όπως το κοινωνικό φύλο, η φυλή, η σεξουαλικότητα, η ειρήνη και το περιβάλλον. Ο Μαρκούζε συνέχισε ακατάπαυστα να ασκεί σκληρή κριτική στην αναπτυγμένη καπιταλιστική βιομηχανική κοινωνία, εκτός των άλλων και για το μιλιταρισμό, το ρατσισμό, το σεξισμό, τον ιμπεριαλισμό και την βίαιη αποικιακού χαρακτήρα παρέμβασή της στις αναπτυσσόμενες χώρες του λεγόμενου «Τρίτου Κόσμου».
No comments:
Post a Comment