Με αφορμή τις
πρόσφατες βουλγαρικές εκλογές
Οι εκλογές που έγιναν την Κυριακή
12/5/2013 στην Βουλγαρία είναι ένα σημαντικό γεγονός, όχι μόνο για την χώρα
αυτή, αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη. Αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα της
αρνητικής εξέλιξης στις χώρες του πρώην ''υπαρκτού σοσιαλισμού'' σε σχέση με
την ακραία αποδοχή της νεοφιλελεύθερης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.
Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του
‘90, οι αλλαγές σε πολιτικό αλλά και οικονομικό επίπεδο, με την έλευση της
οικονομίας της αγοράς, διέλυσαν τις δομές του προηγούμενου καθεστώτος
και οδήγησαν σε μια άνευ προηγουμένου μεταλλαγή. Η διαφθορά που
υποκρύπτονταν, έγινε η συγκολλητική ουσία της κοινωνίας και δημιούργησε τις
εξουσίες του νέου καθεστώτος.
Με τα χρόνια η ιδέα της ''πορείας
προς την Ευρώπη'' άρχισε να θαμπώνει και οι Βούλγαροι πολίτες βρέθηκαν να ζουν
σε ένα κράτος με έντονα στοιχεία οικονομικής και πολιτικής διαφθοράς. Η απόλυτη
κατίσχυση των δυνάμεων του πιο ακραίου και ανεξέλεγκτου νεοφιλελευθερισμού
οδήγησε την χώρα να είναι η πιο φτωχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, της οποίας είναι
μέλος από το 2007.
Ο κατώτερος μισθός στη Βουλγαρία είναι 158
Ευρώ, ενώ ο μέσος μισθός ανέρχεται σε 370 ευρώ -αν τον αντιστοιχίσουμε με το
εθνικό νόμισμα της χώρας, το Λέβα- και η μέση σύνταξη φτάνει τα 150 ευρώ.
Ο κοινωνικός όλεθρος, όμως, φαίνεται πιο
καθαρά από την κατάρρευση του γενικού πληθυσμού της Βουλγαρίας. Σήμερα, με βάση
την απογραφή του 2011, ο πληθυσμός της χώρας είναι 7,3 εκατομμύρια, ενώ η
εκτίμηση του 2009 έκανε λόγο για 7,6 εκατομμύρια. Αν συνυπολογίσουμε ότι, στην
αρχή της δεκαετίας του ’90, ο πληθυσμός πλησίαζε τα 8.5 εκατομμύρια, εύκολα
αντιλαμβανόμαστε πόσο κεντρικό πρόβλημα έχει καταστεί για τη χώρα η δημογραφική
κρίση[1].
Ένα
άλλο τραγικό στοιχείο, αλλά και υπονομευτικό της δυνατότητας που έχει η χώρα ως
προς την ανάπτυξή της, είναι το απίστευτο για ευρωπαϊκή χώρα ποσοστό αναλφάβητων
πολιτών, που αγγίζει το 35%, ειδικά αν το συγκρίνει κανείς με το αντίστοιχο
ποσοστό στα τέλη της δεκαετίας του ‘80, που δεν ξεπερνούσε το 10%.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία φανερώνουν την
κατάσταση της βουλγαρικής κοινωνίας την τρέχουσα περίοδο και τις απίστευτες
ταξικές διακρίσεις που πλέον υφίστανται σε αυτήν. Λίγοι φιλικοί επιχειρηματίες
του καθεστώτος νέμονται τον κοινωνικό πλούτο και ''συγκυβερνούν'' με τα δύο
καθεστωτικά κόμματα, το GERB, ένα κατ' όνομα κεντροδεξιό κόμμα με αρχηγό τον
πρώην προσωπικό σωματοφύλακα του Τοντόρ Ζίφκοφ, Μπόικο Μπορίσοφ, στην ουσία
συντηρητικό και νεοφιλελεύθερο, και το BSP, το Σοσιαλιστικό Κόμμα της χώρας,
ένα κόμμα μετεξέλιξη του πάλαι ποτέ κυβερνώντος επί 45 χρόνια Κομμουνιστικού
Κόμματος, βαθιά αγκυρωμένο στην κρατική μηχανή και στις πολιτικές της δομές.
Τα δύο αυτά κόμματα είναι ενταγμένα και στις
αντίστοιχες ευρωπαϊκές πολιτικές οικογένειες: Το GERB, στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό
Κόμμα και το BSP, στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Αντιστοίχως, έχουν διμερείς
σχέσεις με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ.
Η διεφθαρμένη και ταξική πολιτική που
περιγράφεται παραπάνω, οδήγησε στην εξέγερση του Φεβρουαρίου του 2013. Αφορμή
ήταν η αυτοπυρπόληση του εργάτη Πλάμεν Γκοράνοφ, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για
την αύξηση κατά 120% της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, μετά την πώληση, όλων
των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας από τη νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση του GERB σε
τρεις ιδιωτικές εταιρίες, η οποία συνοδεύτηκε από το διαμοιρασμό –μεταξύ των
τριών εταιριών- των δικτύων της χώρας σε τρεις γεωγραφικές ζώνες, με λίγα λόγια
της μονοπωλιακής εκμετάλλευσης μιας περιοχής από κάθε εταιρία.
Το κίνημα που ξέσπασε απλώθηκε σε όλη την
χώρα, απέκτησε μαζικότατες διαστάσεις και έθεσε ως κεντρικά αιτήματα τη
βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας, τη δημοκρατία και τη διαφάνεια. Μετά
από πρωτοφανείς, μαζικότατες διαδηλώσεις σε ολόκληρη τη χώρα, η βουλγαρική
αστυνομία απάντησε με σκληρότατη καταστολή, με δεκάδες διαδηλωτές, πολλοί εκ
των οποίων ηλικιωμένοι, να οδηγούνται σε κρίσιμη κατάσταση στα νοσοκομεία. Η
πρωτοφανής αυτή, για τα δεδομένα της χώρας, λαϊκή αντίδραση, ανάγκασε την
κυβέρνηση Μπορίσοφ να παραιτηθεί. Έτσι οδηγηθήκαμε στις εκλογές της 12ης
Μαϊου.
Εν όψει των πρόωρων εκλογών, εκπρόσωποι
και ομαδοποιήσεις του λαϊκού κινήματος επιχείρησαν να το εκφράσουν πολιτικά και
εκλογικά, μη καταφέρνοντας, όμως, να διασφαλίσουν την ενιαία έκφρασή τους, κι
έτσι στις εκλογές συμμετείχαν μια σειρά από ψηφοδέλτια που διεκδικούσαν το «χρίσμα»
του κινήματος. Να εκμεταλλευθούν πολιτικά το κίνημα –ελλείψει και μιας
δυναμικής οργανωμένης παρέμβασης της Αριστεράς- επιχείρησαν, όμως, και δυνάμεις
της ακροδεξιάς, είτε σχηματίζοντας νέους εκλογικούς σχηματισμούς, είτε, στην
περίπτωση της ήδη κοινοβουλευτικά παρούσας ακροδεξιάς του Ataka (“Επίθεση”),
ενισχύοντας τις υπάρχουσες δυνάμεις τους. Τα τελικά αποτελέσματα των εκλογών[2], που διεξήχθησαν σε έντονα
φορτισμένο πολιτικό κλίμα και υπό το βάρος κατηγοριών και αποκαλύψεων εναντίον
του Μπορίσοφ και της απερχόμενης κυβέρνησης για απόπειρες εκτεταμένης νοθείας,
με ήταν τα εξής:
Κόμμα
|
Ψήφοι
|
%
|
Έδρες
|
+/−
|
GERB (Πολίτες για την Ευρωπαϊκή Ανάπτυξη της
Βουλγαρίας)
|
1,081,605
|
30.54
|
97
|
−20
|
BSP (Βουλγαρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα)
|
942,541
|
26.61
|
84
|
+44
|
MRF («Κίνημα για τα Δικαιώματα & τις
Ελευθερίες»)
(φιλελεύθερο κόμμα της τουρκικής μειονότητας)
|
400,466
|
11.31
|
36
|
−1
|
Ataka («Επίθεση», ακροδεξιά)
|
258,481
|
7.30
|
23
|
+2
|
Εθνικό Μέτωπο για τη Σωτηρία της Βουλγαρίας
(εθνικιστές)
|
131,169
|
3.70
|
0
|
Νέο κόμμα
|
Κίνημα «Βουλγαρία για τους Πολίτες (κεντρώο κόμμα)
|
115,190
|
3.25
|
0
|
Νέο κόμμα
|
Οι εκλογές της 12ης Μαϊου σφραγίστηκαν
από τη χαμηλότερη συμμετοχή στην «μετα-κομμουνιστική» ιστορία της Βουλγαρίας, αφού
στις κάλπες προσήλθε μόλις το 51% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, γεγονός που
αντανακλά τη βαθύτατη κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης και εμπιστοσύνης των
πολιτών έναντι του διεφθαρμένου κυρίαρχου πολιτικού κατεστημένου.
Το εκλογικό σύστημα της Βουλγαρίας είναι η
απλή αναλογική, αλλά με ''κατώφλι'' εισόδου το 4%, οπότε μόνο τα τέσσερα πρώτα
κόμματα (GERB, BSP, MRF, Ataka) εξασφάλισαν κοινοβουλευτική
εκπροσώπηση, παρά τις προσπάθειες της κεντροδεξιάς πρώην Επιτρόπου της Ε.Ε.,
Μεγκλένα Κούνεβα, να καταστήσει το κίνημα «Βουλγαρία των Πολιτών», του οποίου
ηγείται, σε ρυθμιστική δύναμη του νέου βουλγαρικού κοινοβουλίου.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα κανένα κόμμα
δεν εξασφάλισε αυτοδυναμία και από το βράδυ των εκλογών ξεκίνησαν οι
παρασκηνιακές διαβουλεύσεις για το σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού. Το νέο
στοιχείο είναι ότι ο πρόεδρος του Σοσιαλιστικού Κόμματος,
Σεργκέι Στανίσεφ, πρότεινε το σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας μεταξύ των Σοσιαλιστών,
του «Κινήματος για
τα Δικαιώματα & τις Ελευθερίες» και της ακροδεξιάς (Ataka), αφού, σύμφωνα με τον
ίδιο, οι Σοσιαλιστές και το Ataka συμφωνούν σε πολλά σημεία αναφορικά με τις
πολιτικές επίλυσης των κοινωνικών προβλημάτων στη Βουλγαρία, μέσω της ανάπτυξης
της εθνικής οικονομίας μέσω αντιμονοπωλιακών μέτρων!
Το Ataka, που έθεσε ως
κεντρικό ζήτημα της προεκλογικής του ρητορικής τις εθνικοποιήσεις και την
«εθνική ανάπτυξη», αναδεικνύεται σε ρυθμιστική δύναμη για το σχηματισμό νέας
κυβέρνησης, όμως οι ακραίες θέσεις του εναντίον των Ρομά και της τουρκικής
μειονότητας εμποδίζουν τη διαμόρφωση κυβερνητικού σχήματος.
Στις 14 Μαϊου το κόμμα
της τουρκικής μειονότητας απέρριψε την πρόταση για συνεργασία σε κυβερνητικό
συνασπισμό με την ακροδεξιά, με τον Πρόεδρό του, Λιούτβι Μέσταν, να δηλώνει ότι
«δεν μπορεί να υπάρξει καμίας μορφής συνασπισμός μεταξύ του MRF
και του Ataka,
καθώς αυτό θα αποτελούσε απόλυτη διαστρέβλωση της πολιτικής»[3].
Μετά από όλα αυτά,
φαίνεται να στενεύουν τα περιθώρια για το σχηματισμό κυβέρνησης, αφού κι ένας
ενδεχόμενος συνασπισμός μεταξύ Σοσιαλιστών και MRF θα υπολειπόταν κατά μια έδρα της απόλυτης
πλειοψηφίας.
Γι αυτό και ο Στανίσεφ έχει επανέλθει
με νέα πρόταση για το σχηματισμό τεχνοκρατικής κυβέρνησης, που θα μπορούσε,
σύμφωνα με τον ίδιο, να υποστηριχθεί και από τα κινήματα των πολιτών που δεν
εκπροσωπούνται στο κοινοβούλιο. Κατά τον Στανίσεφ, μια τέτοια κυβέρνηση θα εξασφάλιζε
σταθερότητα στη χώρα και θα έθετε ως προτεραιότητα τη δημιουργία θέσεων
εργασίας και την αύξηση μισθών και συντάξεων. Αυτό που στην ουσία επιδιώκει
πλέον ο ηγέτης των Σοσιαλιστών είναι η ανεπίσημη στήριξη από βουλευτές του GERB και του Ataka, ώστε να σχηματιστεί άμεσα νέα κυβέρνηση.
Από την πλευρά της, η Αριστερά στη
Βουλγαρία είναι εξαιρετικά ισχνή και διασπασμένη. Αξίζει να αναφέρουμε ότι στη χώρα
υπάρχουν περί τα 8 κόμματα ή κινήματα που αυτοαποκαλούνται κομμουνιστικά! Το
πιο ενδιαφέρον κόμμα και συνάμα πιο ελπιδοφόρο εγχείρημα είναι το κόμμα «Βουλγαρική
Αριστερά» (ΒΑ).
Η ΒΑ ιδρύθηκε το 2009 μετά από διάσπαση της
αριστερής πτέρυγας του Σοσιαλιστικού κόμματος, εμπνεόμενη από την αντίστοιχη
κίνηση του Όσκαρ Λαφοντέν στη Γερμανία. Από το 2010 είναι πλήρες μέλος του
Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ). Σύμφωνα με τα κείμενα αρχών και θέσεων της
ΒΑ, το κόμμα αγωνίζεται για ένα σοσιαλισμό δημοκρατικό με επίκεντρό του τις ανθρώπινες
ανάγκες. Παρότι έχει πολύ λίγα χρόνια ζωής αλλά και πολύ περιορισμένους πόρους,
έχει 6.000 εγγεγραμμένα μέλη. Είναι κόμμα νεανικό, καθώς πάνω από το 50% των
μελών του είναι από 25-50 χρονών και με ιδιαίτερα υψηλό μορφωτικό επίπεδο (το
60% έχει πτυχίο πανεπιστημίου ή μεταπτυχιακό τίτλο).
Η ΒΑ αγωνίζεται σε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες
που φτάνουν μέχρι τις ανοιχτές απειλές από τους φασίστες ή τα στελέχη του GERB.
Συμμετείχε για πρώτη φορά σε εθνικές εκλογές στην αναμέτρηση της 12ης
Μαϊου, πήρε μόλις 0,17% και δυστυχώς δεν μπόρεσε να πιάσει το ποσοστό του 1%
και άρα να τύχει (σύμφωνα με το σχετικό βουλγαρικό νόμο) κρατικής επιχορήγησης.
Σημαντικό στοιχείο της ταυτότητας του κόμματος είναι ο αντιρατσισμός –έχει στις
τάξεις του και ορθόδοξους Βούλγαρους, άθεους ή τουρκικής καταγωγής- αλλά και ο συνολικός
αγώνας ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό, καθώς προσπαθεί να καταθέσει στην
βουλγάρικη κοινωνία ένα πρόγραμμα υπεράσπισης του κοινωνικού κράτους και με
σοσιαλιστική προοπτική.
Η δομή του είναι δημοκρατική και το Προεδρείο
του αποτελείται από έναν άντρα και μια γυναίκα Συμπρόεδρο: τον Ιβάν Γκένοφ (πρώην
στέλεχος και βουλευτή του Σοσιαλιστικού Κόμματος) και τη νομικό, Μαργκαρίτα
Μίλεβα.
Η Βουλγαρική Αριστερά θεωρεί τον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ
αδελφό κόμμα και ζητάει αλληλεγγύη από όλους τους αριστερούς και δημοκράτες της
Ελλάδας, για να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της και να εργαστεί από καλύτερες
θέσεις για την οικοδόμησης μας δημοκρατικής και σοσιαλιστικής Βουλγαρία σε μια
Ευρώπη των λαών και όχι των πολυεθνικών.
Γιώργος Κοντόσταυλος
μέλος του Τμήματος Ευρωπαϊκής Πολιτικής
του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ
Γιάννης Μπουρνούς
μέλος της Γραμματείας του Τμήματος
Ευρωπαϊκής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ
No comments:
Post a Comment