Συνέχεια από http://tsakthan.blogspot.gr/2017/01/2012-2.html
Άμεση δράση
Κατά τις τελευταίες
δεκαετίες άρχισε η έντονη και μαζική προσφυγή στην τακτική της «άμεσης δράσης».
Όταν αναφερόμαστε στην άμεση δράση εννοούμε τόσο την αδιαμεσολάβητη δράση όσο
και την δράση που εκδηλώνεται αμέσως ή σε πολύ σύντομο διάστημα από τον
εντοπισμό ενός κοινωνικού προβλήματος ή μια επίθεση από το κράτος ή τον
εργοδότη εναντίον μιας κοινωνικής ομάδας (π.χ. η εισοδηματική πολιτική ή
πολιτική για την κοινωνική ασφάλιση) ή μιας ομάδας εργαζομένων (π.χ. σε
περίπτωση απολύσεων ή κλεισίματος μιας επιχείρησης σε μία πόλη και μεταφορά της
σε άλλο τόπο). Συχνά, η άμεση δράση δεν αφορά την πίεση για αλλαγή κρατικής
πολιτικής ή για την αλλαγή των διαθέσεων της κοινής γνώμης αλλά την άμεση αλλαγή
του περιβάλλοντος των μελών του κινήματος και αυτή θεωρείται η φιλοσοφία του
νέου κύματος των κινημάτων. Η προσφυγή
σε μορφές άμεσης δράσης είναι αρκετά παλιότερο φαινόμενο αλλά αναζωπυρώθηκε τις
τελευταίες δεκαετίες ως αποτέλεσμα μιας σειράς παραγόντων.[1] Η
υποχώρηση του κράτους από τομείς της κοινωνικής δραστηριότητας και πολιτικής
μετά την οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1970 συντέλεσε στην σταδιακή μείωση
των εισοδημάτων από την εργασία και στη γενικότερη συρρίκνωση του
«υπολειμματικού κράτους πρόνοιας» στις χώρες της Μεσογείου και ειδικά στην
Ελλάδα. Η κυριαρχία κατά τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών μιας νέας
οικονομικής ορθοδοξίας που ονομάστηκε «νεοφιλελευθερισμός» οδήγησε ταυτόχρονα
σε υποχώρηση τα παραδοσιακά βιομηχανικά συνδικάτα και σε ριζοσπαστικοποίηση
μέρους του εργατικού κινήματος. Καθώς οι θεσμικές δυνατότητες παρέμβασης του
εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος μειώνονταν είτε στο επίπεδο της
εκπροσώπησης στις διοικήσεις των επιχειρήσεων είτε στο επίπεδο της πολιτικής
της εκπροσώπησης στα πλαίσια του πολιτικού και του κομματικού συστήματος, οι
εργαζόμενοι έμεναν εκτεθειμένοι στους κινδύνους. Ο νεοφιλελευθερισμός και η «λιτή παραγωγή»
υπόσχονταν στον κόσμο του κεφαλαίου αυξημένη παραγωγικότητα, άμεση ανταπόκριση
στις μεταβολές των απαιτήσεων της αγοράς και μείωση έως εξάλειψη της όποιας
εργατικής αντίστασης. Επιβλήθηκε μια κατάσταση διαρκούς βελτίωσης προϊόντων και
υπηρεσιών βάσει των «αναγκών της αγοράς» που διαπιστώνονται με διαδικασίες
ανατροφοδότησης (feedback)
και νέες μεθόδους διαδραστικού μάρκετινγκ και διαφήμισης.[2] Αυτή
η διαρκής βελτίωση προϊόντων και υπηρεσιών αφαιρεί τους υπερβολικούς χρόνους
εγκατάστασης και αποθήκευσης και καταργεί την ανελαστικότητα της παραγωγής που
εμπόδιζε το πέρασμα από μια σειρά προϊόντων σε μία άλλη.
Η μείωση του κόστους
και η ευελιξία καθιερώνονται μια σειρά τακτικές, όπως η άμεση παράδοση, η
κυκλική εναλλαγή σε θέσεις εργασίας, οι πολυλειτουργικοί ηλεκτρονικο-μηχανικοί
εξοπλισμοί και η χρήση ομάδων εργασίας. Από οργανωτική άποψη χρησιμοποιούνται
«αλυσίδες παραγωγής» όπου προμηθευτές, συναρμολογητές, και διανομείς
διαχωρίζονται από πλευράς χώρου και χρόνου αλλά, παρ’ όλα αυτά είναι
συνδεδεμένοι μέσω των εργολαβιών και της ανάθεσης εργασιών σε τρίτους (“outsourcing”) τις οποίες
αξιοποιεί προς όφελός του το κεφάλαιο μειώνοντας το κόστος και εκμεταλλευόμενο
την διαφορά πολιτικών και θεσμικών διαφορών και ανισοτήτων μεταξύ των χωρών. [3] Έτσι
η κατίσχυση της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας και πολιτικής συνοδευόμενη από την
αναδιάρθρωση των καπιταλιστικών επιχειρήσεων με στρατηγικές μείωσης του κόστους
εργασίας, η τεχνολογική εξέλιξη που ώθησε μαζικά εργαζόμενους σε ανεργία και η
παγκοσμιοποίηση προκάλεσαν μαζικές αντιδράσεις. Λόγω της εμμονής στην
αντιπληθωριστική πολιτική που επέφερε μαζική ανεργία, υποαπασχόληση και
εργασιακή επισφάλεια ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών στρωμάτων και τάξεων ένοιωθε να
οδηγείται στο περιθώριο ενώ ο κόσμος των ιδιοκτητών και των διευθυντικών
στελεχών των επιχειρήσεων πλούτιζε όλο και περισσότερο σε βάρος τους. Οι
κυρίαρχες συνδικαλιστικές οργανώσεις προσκολλημένες στην στρατηγική της
τριμερούς συνεργασίας, της συνδιοίκησης και του κοινωνικού εταιρισμού
αδυνατούσαν να καλύψουν συνδικαλιστικά αυτές τις ολοένα και διευρυνόμενες
ομάδες επισφαλώς εργαζομένων, υποαπασχολούμενων και ανέργων. Η προσφυγή στην
άμεση δράση είναι η πρώτη και βασική στρατηγική απάντηση αυτών των ομάδων.[4] Οι
μορφές άμεσης δράσης ποικίλλουν από μη-βίαιες ως παράνομες και βίαιες. Μπορεί
να στοχεύουν σε συγκεκριμένα πρόσωπα, ομάδες ή ιδιοκτησίες που γίνονται
αντιληπτές από τους αυτενεργούντες ως επιθετικές ή συμβολίζουν την κύρια πηγή
αυτής της επίθεσης (π.χ. στη διάρκεια της τρέχουσας οικονομικής κρίσης οι
τράπεζες θεωρήθηκαν από ομάδες διαδηλωτών ως οι κύριοι εκπρόσωποι του
χρηματιστικού «καπιταλισμού-καζίνο»[5] και
δέχθηκαν μαζικές επιθέσεις με σπάσιμο υαλοπινάκων, εμπρησμό κ.α.).
Στα παραδείγματα μη βίαιης άμεσης δράσης συγκαταλέγονται οι
απεργίες, οι καταλήψεις χώρων εργασίας ή/και η αυτοδιαχείριση της επιχείρησης (work-in),[6] οι καθιστικές διαμαρτυρίες (sit-ins), ορισμένες μορφές σαμποτάζ,[7] οι
μαζικές εκδηλώσεις πολλαπλών μορφών που περιλαμβάνουν συναυλίες, θέατρο δρόμου,
και άλλα χάπενιγκ (Human Be-ins, [8] die-ins[9]
κ.α.)[10].
Συνεχίζεται...
Θανάσης Τσακίρης
[1]
Ορισμένοι τοποθετούν την έξαρση των κινητοποιήσεων με χαρακτήρα άμεσης δράσης
στη δεκαετία του 1990. Benjamin
Seel, Matthew Paterson and Brian Doherty (eds) (2000) Direct Action in
British Environmentalism. London :
Routledge..
[2] Βλ. O’ Connor John (2010) “Marxism and the Three Movements of
Neoliberalism”. Critical Sociology. No. 36, σελ. 691-715
[3] Βλ. Harvey David (2005) A Brief History of Neoliberalism. New York , ΝΥ: Oxford
University Press.
[4] Βλ. Watts Duncan (2007) “Protest politics and direct action” στο Watts D. Pressure Groups. Edinburgh , UK : Edinburgh
University Press, σελ.
110-134.
[5] Για
τον «καπιταλισμό-καζίνο», βλ. Strange Suzan (1997/1986) Casino
Capitalism. Manchester , UK : Manchester
University Press, καθώς και Strange Suzan (1998) Mad Money: When Markets Outgrow Governments. Manchester ,
UK :
Manchester University Press.
[6] Μια
ομάδα ή το σύνολο των εργαζομένων που αισθάνονται πως απειλούνται οι θέσεις
εργασίας τους κινδυνεύουν αποφασίζουν να παραμείνουν στο χώρο εργασίας και να
συνεχίσουν να εργάζονται έστω και αμισθί για να αποδείξουν ότι η επιχείρηση
είναι βιώσιμη ή/και ότι οι ίδιοι οι εργαζόμενοι μπορούν να αυτοδιαχειριστούν
την επιχείρηση αποτελεσματικά. Παραδείγματα: 1) Claire Fowler, Daniel Kodjo
French, Jennifer Hunter, Fiona Young (2007) The
Upper Clyde Shipbuilders (UCS) Work-in 1971/72. Glasgow Caledonian
University , Research Collection, http://www.gcu.ac.uk/archives/ucs/documents/UCS.pdf 2) Cottle Drew and Keys Angela (2004) “Worker
Control Harco Style”. Workersonline, The Official Organ of Labornet
http://workers.labor.net.au/features/200402/c_historicalfeature_harco.html
Grammar of Sabotage.”
in Araya D. & Peters
M.A., Education in the Creative Economy: Knowledge and Learning in the
Age of Innovation, New York , ΝΥ: Peter Lang, http://matteopasquinelli.com/docs/ideology-of-free-culture.pdf
[8] Για
την ιστορία αυτών των μορφών, που μοιάζουν με τα γνωστά μας φεστιβάλ νεολαίας
χωρίς την περιοδικότητά τους, βλ. Charters Ann (2003) “How to Maintain a Peaceful Demonstration” in
Charters, A. (ed) The Portable Sixties Reader. New York ,
NY and London , UK :
Penguin Books,
297-304
[9] Μορφή αντιπολεμικής, κυρίως, κινητοποίησης που κατά
τη διάρκειά της οι διαδηλωτές παριστάνουν τους νεκρούς αμάχους και στρατιώτες.
Βλ. Boorstein Michelle,
Haynes Dion and Klein Allison, (2007) “Dueling
Demonstrations As Thousands March to Capitol to Protest Iraq Conflict, 189 Arrested; War
Supporters Take on 'Vocal Minority'”. The Washington Post, Sunday, September 16, σελ. A08. http://www.washingtonpost.com/wp-dyn/content/article/2007/09/15/AR2007091500826.html
[10] Για
τις πάμπολλες μορφές και τακτικές κινητοποίησης ομάδων συμφερόντων, βλ. http://en.wikipedia.org/wiki/Category:Protest_tactics
No comments:
Post a Comment