1968-2008: Ο ΜΑΗΣ, Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΚΑΙ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ
Ομιλία του Θανάση Τσακίρη στην εκδήλωαη της Αριστερής Παρέμβασης Τυρνάβου για το Μάη του 68 (Σάββατο, 3/5/2008)
Στις 15 Μαρτιου 1968 στην μεγάλη εφημερίδα Le Monde o Pierre Viansson-Ponté έγραφε: "Αυτό που προς το παρόν χαρακτηρίζει τη δημόσια ζωή είναι η βαρεμάρα. Η Γαλλία βαριέται…Η νεολαία βαριέται…Ο στρατηγός de Gaulle βαριέται . . ." Όμως, υπήρχαν και κάμποσα εκατομμύρια Γάλλοι άνεργοι, συνταξιούχοι, εργάτες γης και μικροαγρότες που δεν ένοιωθαν κάτι τέτοιο. Φαινομενικά η Γαλλία ήταν όαση ηρεμίας σε ένα κόσμο που κόχλαζε είτε από φοιτητικές εξεγέρσεις εναντίον του πολέμου του Βιετνάμ όπως στις ΗΠΑ και στη Δυτική Γερμανία είτε λαϊκές εξεγέρσεις και ταραχές στην Τσεχοσλοβακία και την Πολωνία. Επιπλέον, στρατιωτικές δικτατορίες πρόσφατα εγκαθιδρυμένες, όπως στην Ελλάδα ή μακροχρόνια κυριαρχούσες, όπως στην Ισπανία και την Πορτογαλία, απέκοπταν τους πολίτες τους από το γενικότερο διεθνές γίγνεσθαι. Ήδη, όμως, τα σημάδια της στασιμότητας και της κρίσης είχαν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους, η ανεργία αυξανόταν (το 1968 είχε φτάσει στο 2,8% που σε σύγκριση με το ποσοστό 0,8% του 1957 φαντάζει ως αστρονομικό) , οι τιμές των καθημερινών αγαθών έπαιρναν την ανηφόρα και η εργατική δυσαρέσκεια αυξανόταν. Οι εργαζόμενοι βαριούνταν να ακούν τις ίδιες υποσχέσεις και σε ορισμένες περιπτώσεις αντέδρασαν πριν το Μάη του ’68. Έτσι εξαπολύθηκαν αρκετές απεργίες κόντρα στην πολιτική των επιχειρήσεων να θέτουν τους εργάτες σε διαθεσιμότητα ή και να τους απολύουν οριστικά. Το 1966 η σοσιαλιστική και χριστιανική συνομοσπονδία CFDT και η κομμουνιστική CGT υπέγραψαν μνημόνιο κοινής δράσης για την επίλυση των εργατικών προβλημάτων. Οι εργάτες διαπιστώνουν ότι το οικονομικό σύστημα ως μέρος του ευρύτερου κοινωνικού συστήματος αρχίζει να μπάζει από παντού δημιουργώντας ένα σχετικά ευνοϊκό υπόστρωμα πολιτικών και συνδικαλιστικών ευκαιριών.
Ας ξαναγυρίσουμε στο 1968. Πώς εξελίχθηκαν τα γεγονότα; Παρ’ όλο που οι φοιτητές και οι φοιτήτριες έχασαν τη μάχη τελικά, το κράτος, όταν η λαοπρόβλητη πια κυβέρνηση Ντεγκώλ ανέλαβε ξανά τα ηνία του, προώθησε τις μεταρρυθμίσεις της ανώτατης εκπαίδευσης στις 12 Νοεμβρίου 1968. Η κύρια τομή που επέφερε στα πανεπιστήμια η αντικατάσταση της παλιού τύπου πανεπιστημιακής μονάδας από αυτόνομα πολυεπιστημονικά ιδρύματα συνδιοικούμενα από το εκπαιδευτικό προσωπικό, τους φοιτητές και το διοικητικό προσωπικό. Αυτά τα ιδρύματα αποφασίζουν από μόνα τους για τα ερευνητικά προγράμματα, τις μεθόδους διδασκαλίας και αξιολόγησης, αν και χρειάζονται την τυπική έγκριση του Υπουργείου Παιδείας. Ας πάμε, όμως, στις απαρχές της εξέγερσης που βρίσκονται στο κίνημα της 22 Μαρτίου. Ξεκινά κατάληψη του Πανεπιστημίου της Ναντέρ, με πρώτη τη σχολή Κοινωνιολογίας. Από τα πρώτα αιτήματα των φοιτητών και των φοιτητριών είναι η ελεύθερη κίνηση στους κοιτώνες των εστιών που ήταν χωρισμένες σε αρρένων και θηλέων. Εκεί μια ομάδα ακροαριστερών-αυτόνοκων και αναρχιζόντων θα ιδρύσει το Κίνημα της 22 Μαρτίου. Ήδη παρόμοια κίνηση προϋπήρχε στο Πανεπιστήμιου του Στρασβούργου, η οποία εμπνεόμενη από τις ιδέες της Καταστασιακής Διεθνούς, πήρε υπό τον έλεγχό της το φοιτητικό σύλλογο και βάλθηκε να αποδομήσει το αναχρονιστικό σύστημα σε όλα τα επίπεδα με πρώτο και κύριο αυτό της «καταναλωτικής κουλτούρας». Αυτή είναι η πρώτη φάση της ανάπτυξης της εξέγερσης που διαρκεί ως το βράδυ της 3ης Μαΐου, οπότε η αστυνομία καταλύει το άσυλο και εισβάλλει στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και αρχίζει η δεύτερη φάση του συγκρουσιακού 10ήμερου με καταλήψεις πολλών πανεπιστημίων και επεισόδια με τις δυνάμεις καταστολής ως τη νύχτα της 13 Μαΐου και το κρεσέντο βίας εκ μέρους των γαλλικών ΜΑΤ οπότε αρχίζει η εργατική φάσης της εξέγερσης με την κατάληψη των εργοστασιακών εγκαταστάσεων της SUD-Aviation από τους απεργούς εργάτες. Οι εργάτες ζητούν εκτός από αυξήσεις στους μισθούς, καλύτερες συνθήκες εργασίας, εργατικό έλεγχο και αυτοδιαχείριση των εργοστασίων. Αυτά τα αιτήματα μπαίνουν στην ημερήσια διάταξη της δημόσιας πολιτικής για πρώτη φορά. Το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, έχοντας χάσει τον έλεγχο στα πανεπιστήμια και στα λύκεια προς όφελος των αριστερίστικών, των τροτσκιστικών, γκεβαρικών και μαοϊκών οργανώσεων, όπως η League Communiste Révolutionnaire, τις αποκαλεί προβοκατόρικες έως και φασιστικές. Δεν κινητοποιεί αμέσως τα εργατικά συνδικάτα παρά μόνο στα μέσα του Μάη για να κερδίσει μια σειρά συνελεύσεων σε ορισμένους κλάδους και μετά από τις τριήμερες διαπραγματεύσεις με τον Υπουργό Εργασίας και τους εργοδότες να καλέσει τους εργάτες να υπερψηφίσουν την υπογραφή της «συμφωνίας της Γκρενέλ» στις 28 Μαίου. Πολλά εργοστάσια ξανάνοιξαν καθώς οι κομμουνιστές συνδικαλιστές επέβαλαν την υπερψήφιση της συμφωνίας αλλά πολλά παρέμειναν υπό κατάληψη καθώς οι εργάτες απέρριψαν τη συμφωνία. Στις 29 του μήνα ο Στρατηγός Ντεγκωλ εξαφανίζεται από το προσκήνιο και καταφεύγει στο γερμανικό θέρετρο Μπάντεν-Μπάντεν για να επιστρέψει την επόμενη ημέρα για να εξαγγείλει διάγγελμα και να προκηρύξει εκλογές τις οποίες θα κερδίσει πανηγυρικά στο μέτρο που η αριστερά (ΓΚΚ, Σοσιαλιστική Ομοσπονδία, Ενοποιημένο Σ.Κ.) αδυνατεί να παρέμβει στο κενό εξουσίας και να αξιοποιήσει την κατάσταση. Ο Ντεγκωλ έπαιξε με τους φόβους των μικροαστικών μαζών και τους αξιοποίησε κατάλληλα μπροστά στη δήθεν επερχόμενη «ολοκληρωτική κομμουνιστική επανάσταση» μέσω της «μόλυνσης» των κοινωνικών σχέσεων που επιφέρουν οι φοιτητικές «ταραχές» και το «χάος».
Τι ήταν ο Μάης; Σύμφωνα με τις ερμηνείες που δόθηκαν από πολιτικούς και θεωρητικούς ο Μάης είχε ένα ή και περισσότερα από τα εξής στοιχεία:
1. Η πρώτη εξήγηση που δόθηκε ήταν αυτή της κατεστημένης πολιτειακής και πολιτικής ηγεσίας που ανέπτυξε μια «θεωρία συνομωσίας». Ο Ντε Γκωλ και ο Πομπιντού προσδιόρισαν ως «συνωμότες» το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα και τις αριστερίστικες ομάδες αγνοώντας σκόπιμα ότι το ΓΚΚ αρχικά σαμποτάρισε την εξέγερση και συμμετείχε μόνο στο τέλος με την απεργιακή κινητοποίηση των συνδικάτων.
2. Μια δεύτερη εξήγηση που προσπάθησε να είναι πιο μέσα στα πράγματα τονίζει την κρίση του Πανεπιστημίου ως θεσμού. Το Πανεπιστήμιο είχε πια εξελιχθεί από την άποψη της κοινωνικής σύνθεσης του φοιτητόκοσμου και εν μέρει του ερευνητικού και διδακτικού προσωπικού. Από πανεπιστήμιο των αστικών και γραφειοκρατικών ελίτ είχε μετατραπεί μεταπολεμικά σε μαζικό πανεπιστήμιο των μεσαίων στρωμάτων και των πιο ταλαντούχων παιδιών της εργατικής τάξης των πόλεων. Η εξέγερση του φοιτητόκοσμου έδειξε ότι η οικοδόμηση νέων πανεπιστημίων, όπως αυτό της εργατικής γειτονιάς της Ναντέρ, δεν έλυνε το πρόβλημα που δεν ήταν ποσοτικό αλλά ποιοτικό.
3. Ορισμένοι θεωρούσαν ότι το κίνημα της αμφισβήτησης ήταν το ξέσπασμα της «εφηβικής ανταρσίας» και η φωτιά του «νεανικού πυρετού». Οι φίλα προσκείμενοι στο κίνημα μιλούσαν για τη «γιορτή της ζωής» και για το «εφηβικό 1789» που μετέτρεψε τη νεολαία σε «κοινωνικοπολιτική δύναμη». Οι πιο επικριτικοί μιλούσαν για «ψυχόδραμα» ή για «μίμηση» και ακόμη πιο ειρωνικά για «παρωδία επανάστασης» που έδινε διέξοδο στα ψυχικά αδιέξοδα των εξεγερμένων.
4. Η θεωρία της «κρίσης του πολιτισμού». Κατ’ αυτή την άποψη, οι νέοι και οι νέες επιτέθηκαν συνολικά εναντίον της «καταναλωτικής κοινωνίας». Σε αρκετές διαλέξεις του, ο αντιστασιακός συγγραφέας και μαχητής των Διεθνών Ταξιαρχιών, ο Αντρέ Μαλρώ, υπουργός πολιτισμού των κυβερνήσεων Ντε Γκωλ από το 1960 ως το 1969, τόνιζε ότι δεν επρόκειτο για ζήτημα μεταρρυθμίσεων αλλά για επιστροφή του παλιού μηδενισμού με τη μαύρη σημαία και μια αστείρευτη επιθυμία καταστροφής. Ουσιαστικά, η άποψη αυτή απέδιδε την κρίση του Μάη στην κατάρρευση των ιδεών και των αξιών του Διαφωτισμού και της Προόδου που είχαν υποσχεθεί κάτι το πολύ διαφορετικό από την αέναη ανάπτυξη του «καταναλωτισμού» και της «τεχνολογικής» και «τεχνοκρατικής» κοινωνίας.
5. Η θεωρία της «ταξικής σύγκρουσης νέου τύπου». Την άποψη αυτή πρωτοδιατύπωσε ο κοινωνιολόγος Αλαίν Τουραίν. Η κρίση του ’68 δεν ήταν, κατ’ αυτόν, ένας άμεσος ταξικός αγώνας (εργάτες εναντίον εργοδοτών) αλλά περισσότερο κοινωνική, πολιτισμική και πολιτική πάλη. Ο στόχος αυτής της κινητοποίησης ήταν περισσότερο η κυριαρχία και η ενσωμάτωση/ολοκλήρωση, δηλαδή οι αγώνες γίνονταν εναντίον της τεχνοκρατίας, και λιγότερο η εκμετάλλευση. Οι άνθρωποι που λειτουργούσαν την κοινωνική μηχανή, οι επαγγελματίες και οι εργάτες της πραγματικής παραγωγής στρέφονταν εναντίον των τεχνοκρατών που είχαν υφαρπάξει την αρμοδιότητα λήψης των πάσης φύσεως πολιτικών και κοινωνικών αποφάσεων και ασκούσαν την κυριαρχία τους σε όλα τα επίπεδα.
6. Η ερμηνεία των πιο παραδοσιακών μαρξιστών απέδιδε στους εργάτες και όχι στους φοιτητές το ρόλο του ιστορικού υποκειμένου της επανάστασης. Γι’ αυτό αγνοήθηκε από αυτούς η φοιτητική απαρχή του κινήματος. Ακόμα και τότε το ΓΚΚ έμεινε στο πλαίσιο της διεκδίκησης ικανοποίησης «νομιμοποιημένων υλικών αιτημάτων» και δεν έθεσε θέμα εξουσίας ούτε καν εργατικού ελέγχου. Αυτή η εξήγηση έχει το προτέρημα ότι εντοπίζει τους λόγους της απότομης και ξαφνικής έκρηξης της λαϊκής οργής αλλά λόγω του απόλυτου οικονομικού ντετερμινισμού της αφήνει ελάχιστα περιθώρια στην ανάπτυξη επαναστατικής διεξόδου από την κρίση με την ανάδειξη της «ανωριμότητας» των αντικειμενικών και υποκειμενικών όρων. Η συλλογική δράση και η αυτενέργεια των κοινωνικών υποκειμένων δεν αναγνωρίζεται από το εκάστοτε ηγετικό κομματικό επιτελείο που θα αποφασίσει πότε θα είναι κατάλληλη η στιγμή της ρήξης.
7. Η πιο θεσμική προσέγγιση απέδιδε τα γεγονότα του Μάη στην πολιτική και καθεστωτική κρίση της 5ης γαλλικής δημοκρατίας, η οποία όπλισε τον Πρόεδρο της δημοκρατίας με υπερεξουσίες και οχύρωνε την κυβέρνηση απέναντι στον κοινοβουλευτικό έλεγχο περιορίζοντας σε δευτερεύοντα ρόλο το κοινοβούλιο και την επίσημη αντιπολίτευση, ωθώντας σε πιο ριζοσπαστικές μορφές αντίθεσης στην κυβέρνηση και το καθεστώς. Αντίθετα, στην 3η και στην 4η Δημοκρατία, το κοινοβούλιο έπαιζε τον πρώτο ρόλο και έδινε διέξοδο στις κυβερνητικές κρίσεις προτού αυτές εξελιχθούν σε καθεστωτικές κρίσεις. Στην 5η Δημοκρατία, λοιπόν, αναπτύχθηκε το καθεστώς του «αυταρχικού κρατισμού», που αφαιρούσε πολλές βαλβίδες ασφαλείας του συστήματος και έστελνε τους διαμαρτυρόμενους στους δρόμους της Γαλλίας που από το 1789 ως σήμερα φιλοξένησαν δεκάδες εκατομμύρια διαδηλωτές και διαδηλώτριες που διαμαρτύρονταν κατά του αυταρχικού γραφειοκρατικού γαλλικού κράτους.
8. Τέλος, μια ερμηνεία, που δίνει σημαντικό ρόλο στον υποκειμενικό παράγοντα αλλά και στον παράγοντα της τύχης, είναι αυτή που αποδίδει την κρίση στην αλληλουχία διαφόρων γεγονότων και στις αποφάσεις των πολιτικών παραγόντων. Αναδεικνύεται έτσι η στρατηγική και οι τακτικές σε βασικό μοχλό των εξελίξεων. Σημαντικό, λοιπόν, ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι το Πανεπιστήμιο της Ναντέρ, από όπου άρχισαν όλα, ήταν αποκομμένο από τον έξω κόσμο δημιουργώντας μια αίσθηση κοινής ταυτότητας στους φοιτητές και τις φοιτήτριές του. Εξίσου σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι καθυστερήσεις του υπουργού Παιδείας για την εκπόνηση σχεδίου μεταρρυθμίσεων και τη δημόσια διαβούλευσή του ώστε να τύχει αποδοχής και να εφαρμοστεί. Ήταν σημαντικό επίσης το γεγονός ότι η αστυνομία εισέβαλε στη Σορβόννη στις 3 Μαΐου δημιουργώντας την αίσθηση ότι η καταστολή θα ενταθεί πέρα από τα «λογικά» όρια. Ακόμη και η ταυτόχρονη απουσία του Προέδρου και του Πρωθυπουργού στο εξωτερικό που σήμαινε αναβλητικότητα στη λήψη ουσιαστικών πολιτικών αποφάσεων προστέθηκε ως κρίκος στην αλυσίδα των γεγονότων που οδήγησαν στην γενίκευση της εξέγερσης, χωρίς επιστροφή σε προηγούμενες καταστάσεις.
Ας δούμε τώρα πώς η αμφισβήτηση του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος και της πολιτικής του περνάει μέσα από την ανάπτυξη του οικολογικού κινήματος. Ως κοινωνικό κίνημα λαμβάνει υπόψη του τη θεσμική δομή και την ιδεολογία του κράτους, το βαθμό συγκεντρωτισμού των λειτουργιών του, τις δυνατότητες για συμμετοχή των πολιτών στη λήψη και εφαρμογή των πολιτικών αποφάσεων. Με άλλα λόγια, κάθε κοινωνικό κίνημα λαμβάνει υπόψη τη «δομή των πολιτικών ευκαιριών». Από τα μέσα του 19ου αιώνα διάφορα κινήματα για τη διατήρηση δασών και άλλων φυσικών πόρων αγωνίστηκαν για να αποσπάσουν φιλοπεριβαλλοντικές πολιτικών από τις κυβερνήσεις, για να προωθήσουν την ιδέα της «επιστροφής στις ρίζες και στη φύση». Κάποια συχνά στρέφονταν σε αντιδραστικές πολιτικές αντιλήψεις. Όμως, στη δεκαετία του 1960 αρχίζει να γίνεται συνείδηση ότι η απρόσκοπτη καπιταλιστική βιομηχανική ανάπτυξη προκαλεί σημαντικές ζημιές στο φυσικό περιβάλλον της γης. Στις ΗΠΑ προκάλεσε σοκ η δημοσίευση της εργασίας Σιωπηλή Άνοιξη της Rachel Carson. Πιο πριν ο Murray Bookchin, έγραψε την πρώτη πραγματεία περί «πολιτικής οικολογίας». Θετικοί επιστήμονες προβληματίζονταν με την επίπτωση της εκβιομηχάνισης στους πόρους του πλανήτη, την αύξηση του πληθυσμού της γης και τη διατροφή του πλεονάζοντος πληθυσμού Στη δεκαετία του 1970 μια σειρά εκδόσεις και επιστημονικά άρθρα αρχίζουν να «ανοίγουν τα μάτια» πολλών ανθρώπων. Τα ΜΜΕ της εποχής «μυρίστηκαν» την ένταξη στις δημόσιες αντιπαραθέσεις μιας νέας θεματολογίας και ενός νέου κοινού που ξεχώριζε από τις παλιότερες γενιές. Έτσι άρχισαν να αναλύουν το φαινόμενο «περιβαλλοντικό κίνημα». Το 1972 η έκθεση της Λέσχης της Ρώμης, με τίτλο Τα όρια της ανάπτυξης, τόνιζε ότι «η απεριόριστη ανάπτυξη σ’ ένα πεπερασμένο σύστημα είναι μια απραγματοποίητη φαντασίωση». Επιπλέον το περιοδικό Ecologist με το άρθρο «Προσχέδιο για την Επιβίωση» πρότεινε «μια στρατηγική για την αλλαγή και υπογράμμιζε ότι οι αποκεντρωμένες κοινωνικές δομές ταιριάζουν σε μια (αυτό)διατηρούμενη κοινωνία».
Η εξέγερση του Μάη του 1968 και το κίνημα αμφισβήτησης έδωσε νέα ώθηση στο ζήτημα της συγκρότησης ριζοσπαστικού οικολογικού κινήματος. Η δημιουργία οικολογικών κινημάτων είναι το νέο δεδομένο μετά το 1968. Η ανάπτυξη μιας σειράς κινητοποιήσεων ανέδειξε την ανάγκη αυτής της πολιτικής, με πρώτο θέμα την αντίσταση στην οικοδόμηση πυρηνικών εργοστασίων και την κατασκευή πυρηνικών όπλων που συνέδεε το οικολογικό κίνημα με το ειρηνιστικό. Οικολογικές ομάδες, εναλλακτικές ομάδες πρωτοβουλίας πολιτών, που δημιουργούνταν από παλιότερα μέλη των οργανώσεων της αριστεράς ή των κοινοβίων των χίπικων κοινοτήτων και αντιπάλευαν τόσο τον καπιταλισμό όσο και το γραφειοκρατισμό των κομμουνιστικών κομμάτων σε Δύση και Ανατολή. Οικοδομήθηκε ένα κίνημα με κύριες αρχές την άμεση δημοκρατία και την καθολική ισότητα με εναλλακτικό κοινωνικό περίγυρο που περιλάμβανε οικολογικές και φεμινιστικές οργανώσεις, αναρχο-αυτόνομες ομάδες και ελευθεριακούς σοσιαλιστές. Επρόκειτο για τη δημιουργία κοινοτήτων με αντιαυταρχικό τρόπο λειτουργίας, την ολοκλήρωση της προσωπικής ζωής στη βάση της αναγνώρισης ότι «το πολιτικό είναι προσωπικό». Αυτή η συμβίωση της εναλλακτικής κουλτούρας με την κληρονομιά της «Νέας Αριστεράς» θα περιθωριοποιούσε την παλιά περιβαλλοντιστική αντίληψη. Στη Γαλλία, πρωταγωνιστές των γεγονότων του Μάη πρωταγωνίστησαν και στη συγκρότηση τέτοιων ομάδων και κινημάτων. Μάλιστα, ο αγρονόμος Ρενέ Ντιμόν διεκδίκησε την εκλογή του στο αξίωμα του Προέδρου της χώρας το 1974. Στην Δυτική Γερμανία, η βίαιη σύγκρουση μεταξύ της Εξωκοινοβουλευτικής Αντιπολίτευσης που εξέφραζε την μαχητική αριστερή νεολαία των πανεπιστημίων (και της νεολαίας του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος) και της κυβέρνησης του Μεγάλου Συνασπισμού των δύο μεγάλων κομμάτων της Σοσιαλδημοκρατίας και της Χριστιανοδημοκρατίας καθόριζε σε μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις και την τροπή που θα έπαιρναν οι κινητοποιήσεις. Η δολοφονική απόπειρα εναντίον του ηγέτη των ριζοσπαστών φοιτητών Ρούντι Ντούτσκε και η βίαιη δολοφονία από αστυνομικό του φοιτητή Μπένο Όνεζοργκ σε διαδήλωση κατά του Σάχη του Ιράν είχαν ως αποτέλεσμα την άμεση ριζοσπαστικοποίηση της αριστερής πτέρυγας των Σοσιαλδημοκρατών φοιτητών και τη δημιουργία του κινήματος της 2 Ιούνη. Όμως, ένα τμήμα του κινήματος εξωθήθηκε στην ένοπλη πάλη κατά του συστήματος και των εκπροσώπων του μέσω μικρών ομάδων τύπου RAF ενώ οι διάφορες ομάδες που αποτελούσαν την πλειοψηφία του κινήματος ακολουθούσαν ποικίλες στρατηγικές χωρίς να καταφεύγουν στην ατομική βία. Η γερμανική «ιδιαιτερότητα» του ναζισμού και της καταστροφής της χώρας στο Β΄ Π.Π. συνέβαλε στην ιδιαίτερη ένταση που πήρε η σύγκρουση. Οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ της χώρας είχαν σκοπό την άνευ προηγουμένη οικονομική ανάπτυξη και ευημερία της βιομηχανικής Γερμανίας που μπορεί να απέφερε καλά εργατικά εισοδήματα και ισχυρό κοινωνικό κράτος αλλά είχε βαρύ τίμημα. Η μόλυνση του περιβάλλοντος, η ρύπανση ποταμών και λιμνών από τα βιομηχανικά απόβλητα, η κατακόρυφη αύξηση της παραγωγής και κυκλοφορίας των πάσης φύσεως Ι.Χ. και οχημάτων και, τέλος, η σχεδιαζόμενη δημιουργία δεκάδων πυρηνικών εργοστασίων μαζί με την εγκατάσταση στο έδαφος της χώρας νέων γενεών πυρηνικών πυραυλικών συστημάτων κατά της ΕΣΣΔ όλα αυτά συντελούσαν στην οικολογική ανισορροπία σε μια καταναλωτική κοινωνίας με τεχνοκρατικής λογικής «μονοδιάστατους ανθρώπους», πολίτες με περιορισμένους ψυχοπνευματικούς ορίζοντες.
Στην Ελλάδα, το «μήνυμα» του Μάη ήρθε μερικά χρόνια αργότερα λόγω της Δικτατορίας, το Νοέμβριο του 1973 και μετά με το κύμα των καταλήψεων εναντίον του ν. 815/78. Παράλληλα αναπτυσσόταν το οικολογικό κίνημα με αργότερους ρυθμούς σε σχέση με τις ευρωπαϊκές και τις βορειοαμερικανικές κοινωνίες. Από το 1973 ως και το 1981 έγιναν οχτώ μαζικές κινητοποιήσεις στην περιφέρεια, εκτός Αθηνών που αφορούσαν εναντίωση σε ίδρυση νέων βιομηχανιών και μεταφορά ορισμένων, αντιπαράθεση σε μεγάλης κλίμακας σχέδια βιομηχανιών. Υπήρχε πολυταξική συμμετοχή πολιτών, υποκίνηση από ομάδες πρωτοβουλίας βάσης ή συντονιστικές επιτροπές, επιλογή ίδιων τρόπων κινητοποίησης και μεταφορά του αγώνα στην Αθήνα και υποστηρίζονταν από μη τοπικές οργανώσεις προστασίας περιβάλλοντος. Η αντιμετώπιση των κινητοποιήσεων από τα κόμματα ώσπου αυτές να εδραιωθούν ήταν σχεδόν εχθρική. Προβάλλονταν εναλλακτικά πρότυπα γεωργικής ή ήπιας τουριστικής ανάπτυξης. Τέλος, οι κινητοποιήσεις ήταν συχνά αποτελεσματικές. Τη δεκαετία του 1980 τόσο το κράτος με τις πολιτικές του αλλά και τις ελλείψεις παρεμβάσεών του όσο και η πλειονότητα των ιδιωτικών επιχειρήσεων αδιαφορούν για τις συνέπειες της δραστηριότητάς τους, και από κοντά η έλλειψη κατάλληλων δημοσίων συγκοινωνιών ωθεί στην υπέρμετρη ανάπτυξη της αγοράς αυτοκινήτων. Στη δεκαετία αυτή, δημιουργήθηκαν και εδραιώθηκαν τοπικές οικολογικές ομάδες πολιτών στην Αθήνα και στην περιφέρεια, κυκλοφόρησαν θεωρητικά έργα, αυξήθηκαν τα περιοδικά της πολιτικής οικολογίας και η κυκλοφορία τους μιας και απευθύνθηκαν σε ευρύτερο κοινό. Επίσης, δειλά αλλά σταθερά με συχνές και θεαματικές παρεμβάσεις, μελέτες και εναλλακτικές προτάσεις, δραστηριοποιήθηκε τη Greenpeace και δημιουργήθηκαν αντιπροσωπείες άλλων οργανώσεων όπως η WWF, οι Φίλοι της Γης κλπ. Το αίτημα για πολιτική συγκρότηση ενός συντονιστικού φορέα για τις πολύμορφες τοπικές και περιφερειακές παρεμβάσεις τυγχάνει πλέον γενικής αποδοχής στο βαθμό που το υπάρχοντα κόμματα δεν προσαρμόζονται με τη μερική εξαίρεση της ανανεωτικής και της ευρύτερης εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς που, έτσι κι αλλιώς, υπερβαίνει τις παραδοσιακές διαιρέσεις. Η κάθοδος του ψηφοδελτίου «Οικολόγοι-Εναλλακτικοί» στις Ευρωεκλογές του Ιουνίου 1989 και η σχετική επιτυχία τους πανελλαδικά αλλά κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα, έδωσε το έναυσμα για τη δημιουργία της Ομοσπονδίας Οικολογικών και Εναλλακτικών Οργανώσεων τον Οκτώβριο του 1989, και την κάθοδο στις βουλευτικές εκλογές του Νοεμβρίου 1989 και Απριλίου 1990 με την εκλογή και στις δυο εκλογές των πρώτων οικολόγων βουλευτών στην ιστορία του Ελληνικού κοινοβουλίου με το σχήμα των «Οικολόγων-Εναλλακτικών». Οι σημαντικές διαφωνίες επί των βασικών πολιτικών ζητημάτων που δεν έτυχαν της κατάλληλης επεξεργασίας και συζήτησης, οι πολύ διαφορετικές προελεύσεις (ιδεολογικές και πολιτικές) των συμμετεχόντων στα πλαίσια της Ομοσπονδίας και η ενσωμάτωση στοιχείων του οικολογικού λόγου και οικολογικών αιτημάτων στα προγράμματα των πολιτικών κομμάτων, κυρίως του ΠΑΣΟΚ και του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου έδωσαν το έναυσμα για την εκδήλωση της υποβόσκουσας κρίσης των «Οικολόγων-Εναλλακτικών» και την αδρανοποίησή τους με αποτέλεσμα το 1993 να μην υπάρξει αξιόπιστο οικολογικό ψηφοδέλτιο στις βουλευτικές εκλογές. Η συνεχής αύξηση οικολογικών κινητοποιήσεων από τοπικές ομάδες και κινήσεις πολιτών που εκδηλώνονται στη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα και η παράλληλη επιδείνωση όλων των δεικτών της περιβαλλοντικής κατάστασης τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς σε συνδυασμό με την εντεινόμενη κρίση εκπροσώπησης που γινόταν ολοένα και πιο φανερή είχε ως συνέπεια την επάνοδο των οικολογικών εκλογικών σχημάτων τόσο των «Οικολόγων-Πράσινων» όσο και του ΣΥΡΙΖΑ.
Θανάσης Τσακίρης (Δρ. Πολιτικής Επιστήμης και Κοινωνιολογίας)
http://tsakiris.snn.gr,
http://tsakthan.blogspot.com,
http://tsakthan.wordpress.com
E-mail: tsakthan@gmail.com,
tsakthan@otenet.gr
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ) του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...
-
Η ΜακΝτοναλντοποίηση της Κοινωνίας του Θανάση Τσακίρη Μακντοναλντοποίηση είναι η διαδικασία με βάση την οποία οι αρχές των εστιατορίων...
-
Ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Άλφρεντ Σουτς ξεκινά με βάση το έργο του Βέμπερ για τους «ιδεότυπους» και το επεκτείνει αναθεωρώντας ορ...
No comments:
Post a Comment