ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΕΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ
ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ
ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ – ΧΩΡΟΣ – ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Μάθημα «Αστικά Κοινωνικά Κινήματα»
Πέμπτη 2 / 2 / 2006
Παρουσίαση του βιβλίου του Charles Tilly
Κοινωνικά Κινήματα 1768 – 2004
από τον μεταφραστή του βιβλίου
Θανάση Τσακίρη
Κεφάλαια:
1. Τα κοινωνικά κινήματα ως Πολιτική [Πολιτική (Politics) το πεδίο πάλης και ανταγωνιστικής δραστηριότητας για την επίλυση γενικής εμβέλειας διαφορών ενώ ως πολιτική (policy) μια συγκεκριμένη πρόταση αντιμετώπισης συγκεκριμένων θεμάτων]
2. Επινοήσεις του Κοινωνικού Κινήματος
3. Περιπέτειες του 19ου αιώνα
4. Επέκταση και μετασχηματισμός κατά τον 20ό αιώνα
5. Τα κοινωνικά κινήματα εισέρχονται στον 21ο αιώνα
6. Εκδημοκρατισμός και κοινωνικά κινήματα
7. Μελλοντικές προοπτικές των κοινωνικών κινημάτων
Ο Τσαρλς Τίλλυ είναι ένας ερευνητής που κατάφερε να επανεντάξει με διαφορετικό τρόπο την έννοια της «μακράς διάρκειας» στην ιστορική κοινωνιολογία. Μελετώντας μεγάλες χρονικές περιόδους, δεν γράφει απλώς μια ιστορία μεγάλων ανδρών και ηγετών αλλά μια ιστορία των λαϊκών μαζών και των αγώνων τους.
Δίνει προτεραιότητα σε αυτό που ονομάζει «συγκρουσιακή πολιτική», δηλαδή στις επαναστάσεις, στα κοινωνικά κινήματα, τις θρησκευτικές και εθνοτικές συγκρούσεις, στα εθνικά και πολιτικά δικαιώματα και στα υπερεθνικά κινήματα. Εστιάζει, επομένως, στη μεγάλης κλίμακας κοινωνική αλλαγή και τη σχέση της με τη «συγκρουσιακή πολιτική», ειδικά στην Ευρώπη μετά το 1500.
Η «συγκρουσιακή πολιτική» εμφανίζεται όταν οι καθημερινοί άνθρωποι συχνά σε συνεργασία με πολύ σημαντικούς από άποψη επιρροής πολίτες αντιπαρατίθενται με τις διάφορες ελίτ, εξουσίες και αντιπάλους.
Σ’ ένα βιβλίο με τίτλο History of the French Social Movement from 1789 to the Present (1950) o Γερμανός κοινωνιολόγος Lorenz von Stein εισήγαγε τον όρο «κοινωνικό κίνημα» στις συζητήσεις των ερευνητών για τη λαϊκή πολιτική πάλη. Αρχικά απέδιδε το νόημα της ιδέας μιας συνεχούς και ενιαίας διεργασίας με την οποία το σύνολο της εργατικής τάξης απέκτησε αυτοσυνείδηση και δύναμη.
Όταν έγραφε ο von Stein, oι Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς με το Κομμουνιστικό Μανιφέστο (1848) είχαν προσφάτως υιοθετήσει μια τέτοια ακριβώς σημασία στη διακήρυξή τους ότι «Όλα τα προηγούμενα κινήματα ήταν κινήματα μειοψηφιών ή προς το συμφέρον των μειοψηφιών.
Το προλεταριακό κίνημα είναι το αυτοσυνείδητο ανεξάρτητο κίνημα της τεράστιας πλειοψηφίας προς το συμφέρον της τεράστιας πλειοψηφίας (Marx and Engels 1958: I, 44).
Ας αποπειραθούμε να ορίσουμε τι είναι «κοινωνικό κίνημα».
Τα κοινωνικά κινήματα είναι συλλογικές αμφισβητήσεις (challenges) από ανθρώπους που έχουν κοινούς σκοπούς και αλληλεγγύη μεταξύ τους και βρίσκονται σε κατάσταση παρατεταμένης αλληλεπίδρασης με το κράτος, τις δημόσιες και ιδιωτικές αρχές και τις σχετικές ελίτ.
Τα κοινωνικά κινήματα είναι εμπειρικώς αόριστα φαινόμενα και είναι δύσκολη η εννοιολογική τους σύλληψη. Εν τούτοις καταγράφονται τρία κριτήρια ορισμού τους:
α) η κρίσιμη σχέση τους με την κοινωνική αλλαγή την οποία σκοπεύουν να προωθήσουν ή να αντισταθούν σ’ αυτή,
β) η γενική χρήση μη θεσμοποιημένων μέσων από τους συμμετέχοντες, και
γ) η πολιτική συνάφεια των προσανατολισμένων προς την διαμαρτυρία ενεργειών τους.
Το κοινωνικό κίνημα εδράζεται στην τομή τριών αλληλένδετων συστατικών διαστάσεων/στοιχείων:
• των δρώντων διεκδικητικών υποκειμένων
• των διεκδικήσεων/αιτημάτων που προβάλλονται (συνδυαστικά με τον τρόπο με τον οποίο προβάλλονται) και
• των αποδεκτών: του κοινού στο οποίο
οι διεκδικήσεις απευθύνονται (συμπεριλαμβανομένων τόσο των συμμάχων/αντιπάλων των διεκδικητών όσο και
των «αρχών» προς τις οποίες απευθύνονται τα αιτήματα).
Κοινωνικό κίνημα υφίσταται (και ιστορικά αναδύεται) όταν συντρέχουν 3 παράγοντες:
• ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΕΣ/ παρατεταμένες, οργα-
νωμένες, δημόσιες διεκδικητικές δράσεις που απευθύνονται σε «αρχές» (πρωτίστως -αλλά όχι αποκλειστικά-κρατικές)
• ΡΕΠΕΡΤΟΡΙΟ/ νεωτερικές συλλογικές δράσεις και τελετουργίες όπως: δημιουργία διεκδικητικών οργανώσεων, δημόσιες συγκεντρώσεις (συλλαλητήριο, διαδήλωση, απεργία, κ.λπ.), χρήση ΜΜΕ, παραγωγή και διανομή
προπαγανδιστικού υλικού
• συλλογικές επιδείξεις Αξιοσύνης, Ενότητας, Πολυάριθμου, Αφοσίωσης των συμμετεχόντων.
Ο Τίλλυ τονίζει –και αυτό πρέπει να το θυμόμαστε συνεχώς, ότι:
η οντολογία των κινημάτων είναι σχεσιακή κι όχι ουσιολογική (:η ανάδυσή τους δεν ενέχει ούτε νομοτέλεια ούτε
μονιμότητα)
οι κινηματικές διεκδικήσεις δεν αφορούν μόνο εργαλειακές επιδιώξεις (πρόγραμμα), αλλά επίσης συλλογικές ταυτότητες και υπόσταση (οι επιδείξεις ΑΕΠΑ, π.χ., υποστηρίζουν ακριβώς αυτές τις διαστάσεις)
τα κινήματα είναι συνυφασμένα με κρίσιμες πολιτικές διαδικασίες της νεωτερικότητας: την πολιτική διαμεσολάβηση, τον εκδημοκρατισμό (ως μακρά διαδικασία -πάντα σχετικής- λαϊκής ενδυνάμωσης), την πολιτισμική γεφύρωση και την πύκνωση της επαφής των ανθρωπίνων κοινωνιών.
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Τι προβλήματα αναδεικνύονται όταν μιλάμε για τα κοινωνικά κινήματα είτε στη θεωρία είτε στην πολιτική συζήτηση;
1. Πολύ συχνά χρησιμοποιείται ο όρος «κοινωνικό κίνημα» με τρόπο καταχρηστικό για κάθε λαϊκή συλλογική δράση ή τουλάχιστον για κάθε λαϊκή συλλογική δράση που εγκρίνει ο κάθε αναλυτής ή η κάθε οργάνωση. Παραδείγματος χάριν, οι φεμινίστριες συμπεριλαμβάνουν αναδρομικώς στο κίνημα των γυναικών ηρωικές γυναίκες των προ του 1750 αιώνων, ενώ για τους περιβαλλοντιστές ακτιβιστές κάθε λαϊκή πρωτοβουλία, σε οποιοδήποτε τόπο, υπέρ του περιβάλλοντος γίνεται μέρος του παγκόσμιου περιβαλλοντικού κινήματος.
2. Οι αναλυτές συχνά συγχέουν τη συλλογική δράση ενός κινήματος με τις οργανώσεις και τα δίκτυα που υποστηρίζουν τη δράση ή ακόμη περισσότερο θεωρούν ότι οι οργανώσεις και τα δίκτυα αποτελούν το κίνημα, παραδείγματος χάριν με την ταύτιση του περιβαλλοντικού κινήματος με τους ανθρώπους, τα διαπροσωπικά δίκτυα και τις οργανώσεις υπεράσπισης που ευνοούν την προστασία του περιβάλλοντος αντί με τις καμπάνιες στις οποίες εμπλέκονται.
3. Εξίσου συχνά, οι αναλυτές αντιμετωπίζουν «το κίνημα» ως ένα μοναδικό και ενιαίο δρων υποκείμενο, αποκρύπτοντας ταυτόχρονα α) τους αδιάκοπους ελιγμούς και τις ποικίλες αναδιατάξεις που πάντοτε λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο των κοινωνικών κινημάτων και β) την αλληλεπίδραση μεταξύ των ακτιβιστών, των συστατικών μερών, των στόχων, των αρχών, των συμμάχων, των αντιπάλων, των εχθρών και των ακροατηρίων που διαμορφώνουν το μεταβαλλόμενο χαρακτήρα των κοινωνικών κινημάτων.
Ο Charles Tilly εισήγαγε στην πολιτική επιστήμη την έννοια του «ρεπερτορίου δράσης». Αυτή η έννοια αναφέρεται στην ποικιλία των διαφορετικών τρόπων διαμαρτυρίας που είναι διαθέσιμοι σε κάθε ξεχωριστό κοινωνικό πλαίσιο κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου. Τα μέσα συλλογικής διαμαρτυρίας πλάθονται πάντοτε από την κουλτούρα και την ιστορία της διαμαρτυρίας σε κάθε κοινωνία, τα περιβάλλοντα, τις συγκεκριμένες διαμαρτυρίες και διεκδικήσεις των διαμαρτυρομένων, τους κοινούς στόχους τους και από τις διάφορες πολιτικές ευκαιρίες και τους περιορισμούς που διαμορφώνουν την καθημερινή εμπειρία.
Για να κατανοήσουμε πώς μεταβάλλονται τα «ρεπερτόρια δράσης» ο Τίλλυ μας προτείνει: Πρώτον, να ανατρέξουμε στις απαρχές και τους μετασχηματισμούς των κύριων στοιχείων των κοινωνικών κινημάτων, δηλαδή τις εκστρατείες, τα ρεπερτόρια και τις επιδείξεις Αξιοσύνης, Ενότητας, Πολυάριθμου και Δέσμευσης. Παραδείγματος χάριν, πώς διαμορφώθηκε η οικεία σήμερα διαδήλωση στους δρόμους και επιπλέον απέκτησε μια αμήχανη νομική υπόσταση στις περισσότερες δημοκρατικές χώρες; Δεύτερον, να αποκαλύψουμε τις κοινωνικές διαδικασίες που ενθαρρύνουν ή εμποδίζουν τον πολλαπλασιασμό των κοινωνικών κινημάτων. Με δεδομένη τη σημαντική αλλά ακόμη ατελή σύμπτωση του εκδημοκρατισμού και των κοινωνικών κινημάτων, για παράδειγμα, ποιες αιτιακές συνδέσεις εξηγούν αυτή την σύμπτωση; Τρίτον, να εξετάσουμε πώς τα στοιχεία των κοινωνικών κινημάτων αλληλεπιδρούν με άλλες μορφές πολιτικής. Σε ποιο βαθμό και πώς, για παράδειγμα, διασταυρώθηκαν και αλληλοεπηρεάστηκαν οι απεργίες στις βιομηχανίες, οι εκλογικές εκστρατείες και τα κοινωνικά κινήματα; Τέλος, πρέπει να δείξουμε με ποιο τρόπο προκαλούνται σημαντικές όψεις αλλαγής και παραλλαγής στα κοινωνικά κινήματα. Βοηθάει, για παράδειγμα, η εμφάνιση των επαγγελματιών πολιτικών διαμεσολαβητών στη εξήγηση του σχηματισμού ενός εξειδικευμένου συνδεόμενου τομέα οργανώσεων κοινωνικών κινημάτων σε ηγέτιδες καπιταλιστικές δημοκρατίες;
Το χαρακτηριστικό παράδειγμα, λοιπόν, που προτείνει ο Tilly ως ένδειξη της διαφορετικότητας των ρεπερτορίων δράσης είναι η χρήση της «διαδήλωσης» ως μέσου έκφρασης και προβολής αιτημάτων και διεκδίκησης λύσεων σε προβλήματα από τις πάσης φύσεως δημόσιες πολιτικές αρχές. Στη γαλλική πόλη Λυών του 19ου αιώνα, ο Ch. Tilly εντοπίζει την πλήρη ανάπτυξη της σημασίας της διαδήλωσης ως πολιτικού όπλου της πολιτικής των λαϊκών μαζών:
Στις 25 Φεβρουαρίου 1848, έφτασαν στη Λυών νέα για μια ακόμη Γαλλική επανάσταση που άρχισε στο Παρίσι την προηγούμενη ημέρα. Αρκετές εκατοντάδες υφαντές έκαναν πορεία από τη συνοικία των μεταξουργείων Croix-Rousse στο κέντρο της πόλης. Τραγουδώντας τη «Μασσαλιώτιδα» πορεύτηκαν κατά μήκος του Ποταμού Rhone, κατόπιν διέσχισαν το κεντρικό νησί της πόλης προς την Πλατεία des Terreaux και το δημαρχείο της Λυών. Κατακυριευμένοι από το πλήθος, οι στρατιωτικοί που ήταν διαθέσιμοι ζήτησαν από τον προσωρινό δήμαρχο να κηρύξει τη Δημοκρατία από μπαλκόνι του δημαρχείο. Μόλις το έκανε αυτό, μέλη του συγκεντρωμένου πλήθους εισήλθαν στην αίθουσα και εξέλεξαν μια εκτελεστική επιτροπή αποτελούμενη από υφαντές και μια μειοψηφία αστών δημοκρατικών. Κατά τη διάρκεια της προηγούμενης Ιουλιανής μοναρχίας (1830-1848), λίγες ήταν οι ευκαιρίες που έχασαν οι μεταξουργοί για να κάνουν επίδειξη της δύναμής τους με πορείες σε κηδείες και εγκεκριμένες εορτές. Έκαναν πορείες και κατά τις εξεγέρσεις του 1831 και του 1834. Αλλά πέρα από τις περιόδους κρίσεων και τις εγκεκριμένες δημόσιες συνελεύσεις, είχαν ως τότε αποφύγει εκδηλώσεις σαν την παρέλαση που ξεκίνησαν από μόνοι τους το Φεβρουάριο του 1848, μόνο και μόνο επειδή οι βασιλικοί αξιωματούχοι μπορούσαν να θεωρήσουν το ίδιο το γεγονός της οργανωμένης συγκέντρωσής τους ως ένδειξη ότι παραβίαζαν φανερά τη νομική απαγόρευση των εργατικών συνασπισμών.
Οι παλιότερες μορφές συλλογικής δράσης χαρακτηρίζονταν από το στοιχείο της τελετουργίας και, συχνά, της επισημότητας, δηλαδή της υποχρεωτικής έγκρισής τους από τις δημόσιες αρχές, Έτσι,
…εγκεκριμένες δημόσιες συγκεντρώσεις, όπως π.χ. οι γιορτές, οι κηδείες και οι ενοριακές συνελεύσεις, επί μακρόν παρείχαν ευκαιρίες στους πολίτες να εκφράσουν παράπονα καθώς και να υποστηρίξουν λαϊκούς ηγέτες. Εντός ορίων, οργανωμένοι μάστορες και λόχοι εθνοφυλάκων ασκούσαν το δικαίωμά τους να παρελαύνουν κατά τις δικές τους εορτές και ορισμένες φορές χρησιμοποιούσαν αυτό το δικαίωμα για να δηλώνουν την αντίθεσή τους σε ισχυρές προσωπικότητες ή καταπιεστικά προγράμματα. Με τις δέουσες εκδηλώσεις σεβασμού, μπορούσαν επίσης να στέλνουν ταπεινές αντιπροσωπείες για να ζητήσουν επανόρθωση συλλογικών αδικιών. (…) Οι τελετουργίες αντιποίνων (…) διέφεραν εντυπωσιακά στις λεπτομέρειες από τόπο σε τόπο. Δεν μπορούσαν να μεταφερθούν από τόπο σε τόπο – δυνατότητα προτυποποίησης – όπως οι μεταγενέστερες εκδηλώσεις των κοινωνικών κινημάτων, π.χ. διαδηλώσεις και δημιουργία ενώσεων ειδικού σκοπού.
Η ανάπτυξη των διαδηλώσεων δεν ακολούθησε μια ενιαία και γραμμική ανοδική πορεία, καθόσον ότι,
…σύντομα οι λαϊκές πορείες και συγκεντρώσεις στους δρόμους σταμάτησαν υπό το βάρος της καταστολής. Οι διαδηλώσεις εξαφανίστηκαν επί δεκαπέντε περίπου χρόνια. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της Δεύτερης Αυτοκρατορίας του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, εποχή ραγδαίας εκβιομηχάνισης στη Γαλλία, το καθεστώς άρχισε να χαλαρώνει ορισμένους από τους ελέγχους του πάνω στις οργανώσεις και τις ενέργειες των εργατών. Το 1864, η αυτοκρατορία χορήγησε ένα περιορισμένο δικαίωμα στην απεργία. Το 1868, νομιμοποιήθηκαν οι εργάτες να οργανώνουν δημόσιες συγκεντρώσεις χωρίς προηγούμενη έγκριση από την κυβέρνηση. Αργότερα τον ίδιο χρόνο, αυτοκρατορικό διάταγμα επέτρεπε την οργάνωση συνδικάτων, με την προϋπόθεση να εγκρίνονται τα καταστατικά τους από τις Αρχές, να κατατίθενται σ’ αυτές τα πρακτικά των συνελεύσεών τους και να επιτρέπεται στους αστυνομικούς να παρευρίσκονται και να παρακολουθούν.
Η διαδήλωση καθιερώθηκε οριστικά ως διαθέσιμο και χρήσιμο όπλο για την έκφραση της κοινωνικής δυσαρέσκειας και διεκδίκησης το 1890, όταν ξεκίνησε ο παγκόσμιος εορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς. ). Κατά τη διάρκεια των επόμενων δυο δεκαετιών, πολλές ακόμη κοινωνικές ομάδες, πλην των εργατών, διαδήλωναν στη Λυών και αλλού στη Γαλλία: Καθολικοί, αντικαθολικοί, αντισημίτες και πολλοί άλλοι, συχνά σε συντονισμό με εθνικά κοινωνικά κινήματα. Ως τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο:
η διαδήλωση είχε γίνει μια κανονική μορφή της πολιτικής ζωής των πόλεων και σημαντικό στοιχείο της πολιτικής ζωής γενικώς. Ακόμα και αν η οργάνωση μιας πορείας εξαρτιόταν από την επίσημη άδεια, ως τότε οι Αρχές γνώριζαν ότι θα ήταν πιο επικίνδυνη η απαγόρευση από την έγκριση και ότι εκτός ατυχημάτων θα ελάμβανε χώρα ειρηνικά.
Το παραδοσιακό ρεπερτόριο ήταν:
• Εντόπιο (επιτόπιο) μια και τα συμφέροντα αυτών που συμμετείχαν σε συλλογικές δράσεις εντοπίζονταν σε μία και μόνο γεωγραφική κοινότητα (με τη μέγιστη δυνατή εντοπιότητα).
• «Δυαδικό», αφού τα διεκδικητικά υποκείμενα στρέ-
φονταν εναντίον φυσικών προσώπων (όσων κατηγο-
ρούνταν για αδικοπραγία), εκφράζοντας την αντιπαλότητά τους άμεσα και κατευθείαν. Όταν οι διεκδικήσεις είχαν εθνική εμβέλεια (με αποδέκτες τις «κεντρικές αρχές»), οι διεκδικητές απευθύνονταν κατά κανόνα σε τοπικούς προύχοντες οι οποίοι και ποδηγετούσαν τις δράσεις.
• Eιδικό ή ιδιαίτερο, με την έννοια ότι τόσο τα αιτήματα όσο και οι διεκδικητικές ρουτίνες διέφεραν από πληθυσμό σε
πληθυσμό, από περιοχή σε περιοχή, και από αίτημα σε αίτημα.
• Βίαιο, αφού η κύρια μορφή συλλογικής δράσης ήταν η άσκηση φυσικής βίας (αν και διαφορετικής έντασης).
Βασικές μορφές:
• Food riots, κατασχέσεις σιτηρών, καταπατήσεις κτημάτων
• Βιαιοπραγίες εναντίον φοροεισπρακτόρων/αυτουργών αδικοπραξίας
• θρησκευτικές συγκρούσεις/πάλη μεταξύ αιρέσεων
• Διαπομπεύσεις (συγκρουσιακές παρωδίες) μετά από καταπατήσεις εθιμικών δικαιωμάτων
• Καταστροφή μηχανών (Λουδδισμός)
Σε σχέση με το παραδοσιακό, το σύγχρονο ή παραδειγματικό ρεπερτόριο ήταν
• Πανεθνικό-γενικό, γιατί τα συμφέροντα τα οποία εξυπηρετούσε η χρήση του αφορούσαν πολλούς και διαφορετικούς πληθυσμούς, ή απευθύνονταν σε κέντρα
εξουσίας των οποίων η συμπεριφορά επηρέαζε τη ζωή πολλών κοινοτήτων. Έτσι, οι διεκδικήσεις που προβάλλονταν γίνονταν στο όνομα γενικών αρχών
• Παραδειγματικό γιατί μπορούσε εύκολα να αντιγραφεί από μια περιοχή και συγκυρία σε άλλες
• Αυτόνομο γιατί, κάθε φορά που χρησιμοποιείτο για διαμαρτυρία που απευθυνόταν σε κέντρα εξουσίας πανεθνικής εμβέλειας, το έκανε χωρίς την πατρωνία (και ποδηγεσία) τοπικών αρχόντων
• «Πολιτικοποιημένο», με την έννοια ότι η βασική μορφή διεκδίκησης ήταν η προσπάθεια πολιτικού επηρεασμού (παρεμπόδισης/άσκησης πίεσης).
Βασικές μορφές
• Μποϋκοτάζ
• Μαζική συλλογή υπογραφών
• Δημόσιες συγκεντρώσεις, συλλαλητήρια, κ.λπ.
• Εξεγέρσεις σε πόλεις
• Οδοφράγματα
• Απεργίες, διαδηλώσεις κ.λπ.
ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΜΕΤΕΞΕΛΙΞΗΣ
Οι παράγοντες που συνέβαλλαν
στην μετεξέλιξη των ρεπερτορίων δημιουργώντας ένα σύνολο προϋποθέσεων αφορούν την
• ανάδυση του εθνικού κράτους (ορατό κέντρο που υπερβαίνει την άμεση εντοπιότητα) με τις πολλές παρεμβατικές, ρυθμιστικές του αρμοδιότητες
- φορολογία
- στρατολόγηση
- πόλεμος
• ανάπτυξη του καπιταλισμού
• συγκέντρωση πληθυσμών - προϋποθέσεις για ευρείες
συλλογικές ταυτίσεις).
Η ανάδυση του εθνικού κράτους και η ανάπτυξη του καπιταλισμού συνέβαλαν
• στη διευκόλυνση της επικοινωνίας
(πραγματικής και συμβολικής)
• στην ανάπτυξη του Τύπου και συνοδεύτηκαν από
• την καθοριστική εμφάνιση οργανωμένων συνεργατικών ενώσεων –πρώτα και κύρια του εργατικού συνδικαλισμού.
Τα βασικά σημεία από όπου ξεκινάει ο Τίλλυ για να διατυπώσει τα συμπεράσματά του είναι τα εξής:
1. Από τα αρχικά τους στάδια κατά το δέκατο-όγδοο αιώνα και ύστερα, τα κοινωνικά κινήματα δεν εξελίχτηκαν ως μοναχικές παραστάσεις αλλά ως διαδραστικές εκστρατείες. Όπως οι εκλογικές εκστρατείες, οι λαϊκές εξεγέρσεις και οι θρησκευτικές κινητοποιήσεις, αποτελούνται από αλληλεπιδράσεις των προσωρινώς συνδεόμενων (και συχνά μεταβαλλόμενων) ομάδων διεκδικούντων και των αντικειμένων των διεκδικήσεών τους με τρίτα μέρη όπως εκλογείς, συμμάχους, αντίπαλους διεκδικητές, εχθρούς, αρχές, και διάφορα ακροατήρια που συχνά έπαιζαν σημαντικούς ρόλους στο ξεδίπλωμα των εκστρατειών. Ποτέ δεν θα εξηγήσουμε την παραλλαγή και την αλλαγή χωρίς να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή σε πολιτικώς δρώντα υποκείμενα άλλα από τους κεντρικούς διεκδικητές, παραδείγματος χάριν την αστυνομία με την οποία με την οποία συγκρούονταν, αλληλεπιδρούσαν και συνανέπτυσσαν τις στρατηγικές τους.
2. Τα κοινωνικά κινήματα συνδυάζουν τρία είδη διεκδικήσεων: πρόγραμμα, ταυτότητα και κοινωνική υπόσταση. Οι προγραμματικές αξιώσεις αφορούν δηλωμένη υποστήριξη ή αντίθεση σε υπαρκτές ή προτεινόμενες ενέργειες από τα αντικείμενα των διεκδικήσεων των κινημάτων. Οι διεκδικήσεις ταυτότητας συνίστανται στις διαβεβαιώσεις ότι «εμείς» -οι διεκδικούντες- αποτελούμε μια ενιαία δύναμη που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Οι παραστάσεις Αξιοσύνης, Ενότητας, Πολυάριθμου και Δέσμευσης υποστηρίζουν τις διεκδικήσεις ταυτότητας. Οι διεκδικήσεις υπόστασης περιλαμβάνουν τους ισχυρισμούς ότι υπάρχουν δεσμοί και ομοιότητες με άλλους πολιτικούς δρώντες, παραδείγματος χάριν αποκλεισμένες μειονότητες, καταλλήλως συγκροτημένες ομάδες πολιτών ή πιστούς υποστηρικτές του καθεστώτος. Ορισμένες φορές αφορούν την υπόσταση άλλων πολιτικών δρώντων, για παράδειγμα σε εκκλήσεις για την εκδίωξη των μεταναστών ή τον αποκλεισμό τους από το σώμα των πολιτών. Οι διεκδικήσεις με βάση το πρόγραμμα, την ταυτότητα και την κοινωνική υπόσταση προσαρμόζονται σε εν μέρει ξεχωριστούς κώδικες που συγκροτήθηκαν από την ιδιαίτερη πολιτική ιστορία ενός καθεστώτος. Οι Ζιμπαμπουανοί και οι Καναδοί δεν σηματοδοτούν τη συλλογική αξία κατά τον ίδιο τρόπο –και δεν μπορούν να το κάνουν.
3. Η σχετική υπεροχή των διεκδικήσεων του προγράμματος, της ταυτότητας και της κοινωνικής υπόστασης ποικίλλει ανάλογα με τα κοινωνικά κινήματα, τους διεκδικητές και τις φάσεις του κινήματος. Αρκετές διαπραγματεύσεις στο εσωτερικό των κοινωνικών κινημάτων, πράγματι, επικεντρώνονται στη σχετική υπεροχή κάποιας από τις διαφορετικές διεκδικήσεις: παρουσιαζόμαστε, για παράδειγμα, ως διαρκής συμμαχία πολιτών στερούμενων δικαιωμάτων που σήμερα αντιπαρατασσόμαστε στο συγκεκριμένο κυβερνητικό πρόγραμμα (αλλά αύριο παρατασσόμαστε υπέρ ενός άλλου) ή ως ένα ποικίλο αντιπροσωπευτικό τμήμα του γενικού πληθυσμού του οποίου η κύρια σύνδεση συνίσταται στη ζημιά που πολλοί από εμάς θα υποστούν από αυτό το ιδιαίτερο πρόγραμμα και που, ως εκ τούτου, μπορεί να μην ξαναβρεθούν ποτέ μαζί στην διατύπωση διεκδικήσεων;
4. Ο εκδημοκρατισμός προωθεί το σχηματισμό κοινωνικών κινημάτων. Με τον όρο εκδημοκρατισμός εννοείται η ανάπτυξη καθεστώτων που χαρακτηρίζονται από σχετικά ευρεία και ίση κατανομή των δικαιωμάτων του πολίτη, τη δεσμευτική προσφυγή στους πολίτες όσον αφορά την κυβερνητική πολιτική, το προσωπικό και τους πόρους, καθώς και ένα βαθμό προστασίας των πολιτών από αυθαίρετες ενέργειες κυβερνητικών φορέων. Ο εκδημοκρατισμός στην πράξη περιορίζει το εύρος της εφικτής και αποτελεσματικής λαϊκής συλλογικής δράσης. Οι δημοκρατικοί θεσμοί, για παράδειγμα, εμποδίζουν, σε γενικές γραμμές, τις βίαιες λαϊκές εξεγέρσεις. Όμως, η ενδυνάμωση των πολιτών μέσω ανταγωνιστικών εκλογών και άλλων μορφών προσφυγής συνδυάζεται με προστασίες των πολιτικών ελευθεριών όπως της δημιουργίας ενώσεων και του συνέρχεσθαι ώστε να διοχετευθεί σε κοινωνικο-κινηματικές μορφές η διατύπωση λαϊκών διεκδικήσεων. Ερώτημα: τι δείχνει το παράδειγμα της πρόσφατης βίαιας και τυφλής εξέγερσης στα προάστια των γαλλικών προαστίων;
4. Τα κοινωνικά κινήματα διεκδικούν τη λαϊκή κυριαρχία. Παρ’ όλο που συγκεκριμένα κινήματα μπορούν να διαφωνούν εντονότατα σχετικά με το ποιοι λογαριάζονται «ως λαός», ολόκληρος ο μηχανισμός εκστρατείας, ρεπερτορίου και επιδείξεων Αξιοσύνης, Ενότητας, Πολυάριθμου και Δέσμευσης ενσαρκώνει την πιο γενική διεκδίκηση ότι οι δημόσιες υποθέσεις εξαρτώνται, και θα πρέπει να εξαρτώνται, από τη συναίνεση των κυβερνωμένων. Η διεκδίκηση δεν είναι αναγκαστικά δημοκρατική, από τη στιγμή που εθνοτικά, θρησκευτικά και εθνικιστικά κινήματα ορισμένες φορές περιβάλλουν με τις εξουσίες τους χαρισματικούς ηγέτες αντί της δημοκρατικής διαβούλευσης. Αυτό, π.χ., δεν μας δείχνει το παράδειγμα της Ισλαμικής Επανάστασης στο Ιράν; Κι όμως ακόμη επιμένουν ότι εκείνοι οι ηγέτες ενσαρκώνουν τη θέληση του συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού. Επιπλέον, τέτοια κινήματα συχνά απορρίπτουν ολόκληρες κατηγορίες του τοπικού πληθυσμού ως ανάξιες να ανήκουν «στο λαό». Ας θυμηθούμε το κίνημα του Ιρακινού Μπάαθ που στέρησε το δικαίωμα της αυτονομίας – αυτοδιάθεσης των Κούρδων. Όμως, η έμφαση στην λαϊκή συναίνεση αμφισβητεί εκ θεμελίων τα θεϊκά δικαιώματα στη βασιλεία, την εκ παραδόσεως κληρονομιά του άρχειν, την εξουσία των πολέμαρχων και την κυριαρχία των αριστοκρατών. Ακόμη και σε συστήματα αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης, όπως θα δούμε, τα κοινωνικά κινήματα θέτουν ένα κρίσιμο ζήτημα: η κυριαρχία και η συσσωρευμένη σοφία της εδράζεται στο νομοθετικό σώμα ή στο λαό που ισχυρίζεται ότι εκπροσωπεί;
5. Από τη στιγμή που τα κοινωνικά κινήματα εγκαθίστανται σε ένα πολιτικό πλαίσιο, η προτυποποίηση, η επικοινωνία και η συνεργασία διευκολύνουν την αποδοχή τους από άλλα συνδεόμενα πλαίσια. Μεταβιβάσεις λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο του ίδιου του καθεστώτος από την αρχική εστίαση των κοινωνικών κινημάτων -τις πιο πολλές φορές διεκδικήσεις από τις εθνικές κυβερνήσεις- σε άλλα αντικείμενα διεκδικήσεων ή υποστήριξης όπως τοπικοί άρχοντες, ιδιοκτήτες οικημάτων, καπιταλιστές, ή θρησκευτικές προσωπικότητες. Επιπλέον, οι στρατηγικές των κοινωνικών κινημάτων μεταβιβάζονται από καθεστώς σε καθεστώς καθώς πολιτικοί οργανωτές, εξόριστοι, και μέλη διεθνών θρησκευτικών ομάδων συνεργάζονται πέρα από τα εθνικά σύνορα και καθώς οι κυβερνώντες σε αυταρχικά καθεστώτα(ειδικά εκείνοι που ισχυρίζονται ότι άρχουν εξ ονόματος ενός συμπαγούς και ενωμένου λαού) βρίσκονται υπό την πίεση άλλων χωρών να προβούν σε ορισμένες από τις παραχωρήσεις που ζητούν οι επικριτές τους. Αποικίες χωρών που έχουν ήδη καθιερωμένα κοινωνικά κινήματα παρέχουν δελεαστικά περιβάλλοντα για εμφύσηση κοινωνικο-κινηματικής δραστηριότητας.
6. Οι μορφές, το προσωπικό και οι διεκδικήσεις των κοινωνικών κινημάτων ποικίλουν και εξελίσσονται ιστορικά. Τρεις ευδιάκριτες αλλά αλληλεπιδρούσες πηγές αλλαγής και παραλλαγών στα κοινωνικά κινήματα παράγουν παραλλαγές στο χρόνο και στο χώρο. Πρώτον, τα γενικά πολιτικά περιβάλλοντα (συμπεριλαμβανομένου του εκδημοκρατισμού και του αποεκδημοκρατισμού) τροποποιούνται εν μέρει ανεξάρτητα από την κοινωνικο-κινηματική δραστηριότητα και επηρεάζουν το χαρακτήρα της. Δεύτερον, στο πλαίσιο αυτών των αλληλεπιδράσεων που λαμβάνουν χώρα κατά την πορεία των κοινωνικών κινημάτων (παραδείγματος χάριν, αλληλεπιδράσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας), η αλλαγή συντελείται επαυξητικά ως συνέπεια συνεχών καινοτομιών, διαπραγματεύσεων και συγκρούσεων. Τρίτον, οι συμμετέχοντες στα κοινωνικά κινήματα –συμπεριλαμβανομένων όχι μόνο των ακτιβιστών αλλά και των αρχών και άλλων αντικειμένων των διεκδικήσεων- επικοινωνούν μεταξύ τους, δανείζονται και προσαρμόζουν ο ένας τις ιδέες του άλλου, προσωπικό, βοήθεια, ρητορική και μοντέλα δράσης. Επίσης, δανείζονται, προσαρμόζουν και καινοτομούν καθώς ανταγωνίζονται μεταξύ τους για πλεονεκτήματα ή υποστηρικτές. Ορισμένες φορές ο δανεισμός και η προσαρμογή λαμβάνουν χώρα μεταξύ μεγάλων αποστάσεων και εντελώς ανόμοιων κοινωνικών κινημάτων Αλλαγές σε πολιτικά περιβάλλοντα, επαυξητικές αλλαγές στο πλαίσιο του πεδίου των κοινωνικών κινημάτων και μεταβιβάσεις μεταξύ κοινωνικών κινημάτων αλληλεπιδρούν για να προξενήσουν ουσιαστική αλλαγή και παραλλαγή στο χαρακτήρα των κοινωνικών κινημάτων.
7. Το κοινωνικό κίνημα ως επινοημένος θεσμός θα μπορούσε να εξαφανιστεί ή να μεταλλαχτεί σε μια αρκετά διαφορετική μορφή πολιτικής. Όπως ακριβώς πολλές μορφές λαϊκής δικαιοσύνης και εξέγερσης έχουν σχεδόν εξαλειφθεί, δεν έχουμε εγγύηση ότι το κοινωνικό κίνημα όπως έχει επικρατήσει εδώ και δύο αιώνες, θα συνεχιστεί για πάντα. Επειδή το κοινωνικό κίνημα διαδόθηκε με την ανάπτυξη των διοικητικά συγκεντρωτικών και σχετικά δημοκρατικών κρατών, επί παραδείγματι, είτε με την κυβερνητική αποκέντρωση, την εκτεταμένη ιδιωτικοποίηση των κυβερνητικών δραστηριοτήτων, την περιθωριοποίηση του κράτους από τις υπερεθνικές δυνάμεις είτε με τον ευρέως διαχεόμενο αποεκδημοκρατισμό θα μπορούσε το κοινωνικό κίνημα, όπως το γνωρίζουμε σήμερα, να τεθεί εκτός συναγωνισμού (out of business). Πράγματι, με αυτή τη σειρά των αλλαγών που λαμβάνουν χώρα και που οι άνθρωποι αποκαλούν με χαλαρότητα «παγκοσμιοποίηση», οι πολίτες που στηρίζονται στα κοινωνικά κινήματα για να ακουστεί η φωνή τους πρέπει να περιμένουν χαλεπούς καιρούς στο μέλλον.
Για τη συγγραφή της παρούσης ανακοίνωσης χρησιμοποιήθηκε το υλικό της μετάφρασης του βιβλίου Charles Tilly (2005) Social Movements: 1768-2004, Boulder, Colorado: Paradigm Press (υπό έκδοση στη σειρά Κοινωνικές Επιστήμες των Εκδόσεων Σαβάλας που διευθύνει ο Μιχ. Σπουρδαλάκης και η μετάφραση είναι του Θαν. Τσακίρη), η ανακοίνωση του Θαν. Τσακίρη «Εργασία και πολιτική Συνδικαλισμός και οργάνωση συμφερόντων στην Ελλάδα (1974-2004) 19-22 Μαΐου 2005 – Πάντειο Πανεπιστήμιο (10ο Συνέδριο Ιδρύματος Σάκη Καράγιωργα) καθώς και το υλικό του Μαθήματος Συγκρουσιακη Πολιτική, Συλλογική Δράση, Κοινωνικά Κινήματα «Πάντειο Πανεπιστήμιο- Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης & Ιστορίας, ΠΜΣ (Πολιτική Επιστήμη) Εαρινό εξάμηνο 2004-05, Καθηγητής: Σεραφείμ Ι. Σεφεριάδης»
Friday, February 24, 2006
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ) του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...
-
Η ΜακΝτοναλντοποίηση της Κοινωνίας του Θανάση Τσακίρη Μακντοναλντοποίηση είναι η διαδικασία με βάση την οποία οι αρχές των εστιατορίων...
-
Ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Άλφρεντ Σουτς ξεκινά με βάση το έργο του Βέμπερ για τους «ιδεότυπους» και το επεκτείνει αναθεωρώντας ορ...
No comments:
Post a Comment