Friday, January 25, 2019

Η Ιστορία στο Κόκκινο για τους φιλολογικούς συλλόγους στην Αθήνα τον 19ο αι. την Κυριακή 27 Ιανουαρίου

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 13.00 - 14.00 Στο Κόκκινο 105,5

Φιλολογικοί σύλλογοι και αστική κοινωνικότητα στην Αθήνα του 19ου αιώνα  

Συζητούν ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης και ο Στάθης Παυλόπουλος

Πως διαμορφώνεται το πεδίο των συσσωματώσεων στο ελληνικό κράτος του 19ο αιώνα; Τι είναι οι σύλλογοι και ποια τα πεδία δραστηριότητά τους; Πώς παρεμβαίνουν στη δημόσια σφαίρας της περιόδου; Ποιος ο ρόλος των φιλολογικών συλλόγων; Ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης συζητά με τον ιστορικό Στάθη Παυλόπουλο για το φαινόμενο των συσσωματώσεων στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και μετά το Σύνταγμα του 1864, για την ισχυροποίηση της αστικής τάξης, την εμπέδωση μορφών αστικής κοινωνικότητας και διάχυσης νέων πολιτισμικών πρακτικών στο κοινό της πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους.    




Φωτο: Αναγνωστήριο του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός, μέσα δεκαετίας 1890

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ Αστυνομία και αριστερά: Επτά κείμενα για μια προοδευτική μεταρρύθμιση

Δελτίο τύπου

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ


Αστυνομία και αριστερά:
Επτά κείμενα για μια προοδευτική μεταρρύθμιση

(Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς / Εκδόσεις Νήσος)


Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2019, στις 19:00,
Αίθουσα εκδηλώσεων
Κεραμεικού 46 και Μυλλέρου


Θα μιλήσουν οι:

Σοφία Βιδάλη, καθηγήτρια Εγκληματολογίας και Αντεγκληματικής Πολιτικής, ΔΠΘ

Έλλη Συμεωνίδου-Καστανίδου, καθηγήτρια Ποινικού Δικαίου, ΑΠΘ

Κλειώ Παπαπαντολέων, δικηγόρος και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης
για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου

Δημήτρης Αναγνωστάκης, γενικός γραμματέας Δημόσιας Τάξης


Θα παρέμβει ο Στάθης Κοντός, αστυνομικός, μέλος της ομάδας PASSPORT

Οι συμβολές που περιλαμβάνονται στον τόμο Αστυνομία και αριστερά: Επτά κείμενα για μια προοδευτική μεταρρύθμιση αποπνέουν μια προσδοκία –ορισμένες ακόμα και βεβαιότητα– ότι τα πράγματα στην Αστυνομία είναι δυνατόν να αλλάξουν. Η αξία αυτών των εισηγήσεων σήμερα, εκτός του ότι παραμένουν επίκαιρες, είναι ότι μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για να συζητηθεί το γιατί δεν έγινε πραγματικότητα κάποια από τις μεταρρυθμίσεις που προτάθηκαν, ούτε καν η κοινοτική αστυνόμευση. Σήμερα, τρία χρόνια έπειτα από εκείνη την εκδήλωση, μπορεί κάποιος να αναλογιστεί τα όσα μεσολάβησαν στο πολιτικό πεδίο, τα όσα προέκυψαν στο μεταξύ στον ευρωπαϊκό και τον παγκόσμιο χάρτη, καθώς και να θέσει ξανά το ζήτημα της αστυνομίας, αυτήν τη φορά ως ερώτημα. Μπορεί να υπάρξει εκδημοκρατισμός της αστυνομίας; Μπορεί η αριστερά να ξεπεράσει τον γενικόλογο λόγο περί δικαιωμάτων και να δει τους κατασταλτικούς μηχανισμούς υπό διαφορετικό πρίσμα που δεν θα περιορίζεται από τις βαθιά ριζωμένες θετικιστικές αντιλήψεις για το έγκλημα και τον εγκληματία ή τις διαχειριστικές μικροπολιτικές που καθορίζονται από την ατζέντα των ΜΜΕ; 
(από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)



Μετά την εκδήλωση θα προσφερθεί ένα ποτήρι κρασί

Η εκδήλωση θα βιντεοσκοπηθεί
Για τη σελίδα της εκδήλωσης στο facebook πατήστε εδώ

Με τη στήριξη του δικτύου transform!europe

Thursday, January 24, 2019

Η απεργία και οι απεργοί Νο.3 (του Θανάση Τσακίρη)

Προηγούμενο  https://tsakthan.blogspot.com/2019/01/2_23.html




ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ
Η συλλογική διαπραγμάτευση είναι «διαδικασία διαπραγμάτευσης μεταξύ εκπροσώπων των εργαζομένων (συνήθως είναι οι αξιωματούχοι του συνδικάτου) και της διοίκησης για τον καθορισμό των όρων απασχόλησης. Η συμφωνία που επιτυγχάνεται ενδεχομένως να μην αφορά μόνο τους μισθούς αλλά και τις πρακτικές προσλήψεων, απολύσεων, προαγωγών, τις συνθήκες και τα ωράρια εργασίας, καθώς και τα προγράμματα επιδομάτων και παροχών. Η συλλογική διαπραγμάτευση αναπτύχθηκε στην Αγγλία στα τέλη του 18ου αιώνα. Συμβάσεις που υπογράφονται μετά από συλλογική διαπραγμάτευση είναι πλέον κανόνας στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Λιγότερο συχνά χρησιμοποιούνται στις αναπτυσσόμενες χώρες που διαθέτουν μεγάλα αποθέματα πλεονάζουσας εργασίας. Συλλογικές διαπραγματεύσεις μπορούν να λάβουν χώρα σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο ανάλογα με τη διάρθρωση της βιομηχανίας στο πλαίσιο μιας χώρας.»[1]
 Σύμφωνα με την θεωρία του Richard Hyman η απεργία είναι «μια προσωρινή διακοπή της εργασίας από μια ομάδα εργαζομένων που αποσκοπεί στην έκφραση δυσαρέσκειας ή στην ικανοποίηση αιτημάτων».[2] Αυτό σημαίνει ότι είναι μια προσωρινή διακοπή συγκεκριμένης εργασίας και όχι αποχώρηση από τη συγκεκριμένη επιχειρηματική ή διοικητική μονάδα˙ είναι διακοπή εργασίας που διαφέρει από άλλες μορφές έκφρασης δυσαρέσκειας/διαφωνίας, όπως η επιβράδυνση της εργασίας, η δουλειά με αυστηρή τήρηση των κανονισμών (work-to-rule) και η απαγόρευση υπερωριών. Είναι, επίσης, ενέργεια συλλογική μισθωτών απασχολούμενων και διαφέρει από ενέργειες όπως η αποχή των φοιτητών από τα μαθήματά τους ή η στάση πληρωμής ενοικίων. Τέλος, μια απεργία είναι υπολογισμένη πράξη που αποσκοπεί να εκφράσει παράπονα ή να επιβάλει ικανοποίηση αιτημάτων.[3]




ΜΟΡΦΕΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ

Υπάρχουν διαφόρων ειδών απεργίες. Ο πιο κοινός τύπος είναι η απεργία ή η στάση εργασίας (walkout). Οι εργάτες ή δεν πηγαίνουν στη δουλειά ή φεύγουν από τη δουλειά. Το συνδικάτο οργανώνει μικρές ομάδες απεργών που περιφρουρούν την απεργία εμποδίζοντας την είσοδο απεργοσπαστών στους χώρους εργασίας (ομάδες περιφρούρησης, απεργιακές φρουρές-pickets). Παρόμοια είναι η επιλεκτική ή oι απεργίες-  αστραπή. Η μη προβλεψιμότητα είναι ένα μεγάλο όπλο στα χέρια των εργαζομένων. Στις ΗΠΑ, οι δάσκαλοι της Πενσυλβανίας χρησιμοποίησαν την επιλεκτική Απεργία για μεγάλο χρονικό [4]διάστημα το 1991, όταν περπατούσαν ως πικετοφορία τη Δευτέρα και την Τρίτη, εμφανίζονταν για εργασία την Τετάρτη, απεργούσαν πάλι την Πέμπτη και εμφανίζονταν για εργασία την Παρασκευή και τη Δευτέρα. Στα μέσα της δεκαετίας 1980-90 στην Ελλάδα οι εργαζόμενοι των τραπεζών απεργούσαν με πολλές μορφές όπως οι στάσεις εργασίας σε επιλεγμένα υποκαταστήματα σε διαφορετικές ημέρες.





Μια μορφή κινητοποίηση που δείχνει την δυσαρέσκεια των εργαζόμενων είναι η «λευκή απεργία».  Οι εργαζόμενοι εργάζονται σύμφωνα με το γράμμα των όρων εργασίας τους, ακολουθώντας τους κανονισμούς ασφαλείας ή άλλους κανονισμούς έτσι ώστε να δημιουργήσουν κώλυμα στην ομαλή διεξαγωγή των εργασιών. Έτσι μειώνεται ο κίνδυνος απόλυσης ή άλλης τιμωρίας από την πλευρά του εργοδότη. Θεωρείται ότι εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στην Ιταλία το 1904.[5] Οι απεργίες απαγορεύτηκαν το 1938 όταν εθνικοποιήθηκαν οι γαλλικές σιδηροδρομικές εταιρείες και ιδρύθηκε ο ενιαίος φορέας SNCF. Παρ 'όλα αυτά, οι εργαζόμενοι στον τομέα των σιδηροδρόμων βρήκαν άλλους τρόπους για να εκφράσουν τα παράπονά τους. Ένας γαλλικός νόμος απαιτεί από τον μηχανικό να εξασφαλίσει την ασφάλεια κάθε γέφυρας πάνω από την οποία πρέπει να περάσει η αμαξοστοιχία. Εάν μετά από προσωπική εξέταση εξακολουθούν να υπάρχουν αμφιβολίες, τότε πρέπει να συμβουλευτούν άλλα μέλη του πληρώματος της αμαξοστοιχίας. Έτσι σε κάθε γέφυρα γινόταν επιθεωρήσει από κάθε μέλος του πληρώματος  και καμία από τις αμαξοστοιχίες δεν έφτανε εγκαίρως στον προορισμό της. [6]Αντί για μια συμβατική απεργία, η μαζική «ασθένεια» είναι ένας καλός τρόπος για να απεργούν οι εργαζόμενοι χωρίς να καταγράφονται ως απεργοί.  Η ιδέα είναι να παγιδεύεται ο χώρος εργασίας καθώς όλοι ή το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων δηλώνουν «ασθένεια» την ίδια μέρα ή πολλές μέρες. Σε αντίθεση με την επίσημη απομάκρυνση από την εργασία, η «ασθένεια» μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά από μεμονωμένα τμήματα και χώρους εργασίας και μπορεί συχνά να χρησιμοποιηθεί με επιτυχία ακόμη και χωρίς να υπάρχει επίσημο συνδικάτο. Πρόκειται για την παραδοσιακή μέθοδο άμεσης δράσης που χρησιμοποιείται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων των δημοσίων υπαλλήλων  στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες απαγορεύεται νομικά  να απεργούν.




Εναλλακτικές μορφές απεργίας στον τριτογενή τομέα και στις υπηρεσίες  επινοήσαν οι εργαζόμενοι για να μπορούν να πλήξουν τους εργοδότες χωρίς επιπτώσεις τόσο για τους ίδιους όσο για πελάτες, καταναλωτές και χρήστες.  Το 1968, οι εργαζόμενοι στα λεωφορεία και τρένα της Λισαβόνας εκτελούσαν τα δρομολόγια δωρεάν για όλους τους επιβάτες ως διαμαρτυρία για την άρνηση αύξησης των μισθών. Οι εργαζόμενοι με τραμ στην Αυστραλία έκαναν το ίδιο το 1990.[7]
Στην εποχή της ευελιξίας της εργασίας και της επισφάλειας  της απασχόλησης συχνά  τα επισφαλή στρώματα της εργατικής τάξης δεν έχουν πρόσβαση στην εξουσία και την οργάνωση στο χώρο εργασίας. Η «κοινοτική απεργία» είναι μια λύση. Ενώ οι παραδοσιακές απεργίες στο χώρο εργασίας στοχεύουν τους εργοδότες και ασκούν εξουσία με την παρακράτηση εργασίας, οι κοινοτικές απεργίες επικεντρώνονται στη σφαίρα της αναπαραγωγής, στοχεύουν το κράτος και διαμορφώνουν εξουσία μέσω ηθικών εκκλήσεων και διαταραχών του δημόσιου χώρου. Αυτή η στρατηγική είναι ευρέως διαδεδομένη στις τοπικές διαμαρτυρίες στη Νότιο Αφρική. Οι απασχολούμενοι και οι άνεργοι κάτοικοι πραγματοποιούν κοινοτικές απεργίες απαιτώντας δημόσιες υπηρεσίες, καταστρέφοντας δρόμους και περιουσίες και  κάνουν μποϋκοτάζ σε δραστηριότητες όπως η εργασία και το σχολείο. Με αυτές τις τοπικές εξεγέρσεις, η κοινότητα ήταν τόσο χώρος αγώνα όσο και συλλογικός/μετατράπηκε σε χώρο συλλογικής δράσης . Αν και οι κοινοτικές απεργίες επέτρεψαν σε οικονομικά ανασφαλείς ομάδες να κινητοποιηθούν και να εκφράσουν τα αιτήματα τους, αντιμετώπισαν επίσης σημαντικά όρια, συμπεριλαμβανομένων των εντάσεων μεταξύ διαδηλωτών και εργαζομένων.[8]






[1] http://unabridged.merriam-webster.com/cgi-bin/encyclopedia?book=encyclopedia&va=collective+bargaining
[2] Hyman R. (1989) Strike. London: MacMillan Press, σελ. 17.
[3] John I. Griffin (1939) Strikes: A Study in Quantitative Economics
New York, NY: AMS Press.
[4] Τσακίρης Θαν. (2006) «Το συνδικαλιστικό κίνημα των εργαζομένων στις τράπεζες στην Ελλάδα (1974-1993)», Διδακτορική διατριβή στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, http://efessos.lib.uoa.gr/Applications/disserts.nsf/0/5142D27BA8CD35AFC2257295003A2558/%24File/document.pdf?OpenElement
[5] Στην Ιταλία είναι γνωστή ως sciopero bianco, εξ’ ού  και το Ελληνικό λευκή απεργία. Στα αγγλικά είναι γνωστή σαν work-to-rule.
[6] Work-to-rule: a guide http://libcom.org/organise/work-to-rule
[7] Good work strike, http://libcom.org/organise/workplace/articles/good-work-strike.php
[8] Paret, M. (2018). «The community strike: From precarity to militant organizing». International Journal of Comparative Sociology. https://doi.org/10.1177/0020715218810769




















Συνεχίζεται...


Θανάσης Τσακίρης

Wednesday, January 23, 2019

Η απεργία και οι απεργοί Νο.2 (του Θανάση Τσακίρη)

Προηγουμενο https://tsakthan.blogspot.com/2019/01/1_22.html


ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΕΡΓΙΕΣ

Στη Δυτική Ευρώπη και αλλού, οι εργάτες έχουν πραγματοποιήσει γενικές απεργίες που αποσκοπούσαν στην επίτευξη αλλαγών στο πολιτικό σύστημα αντί για την επίτευξη παραχωρήσεων από τους εργοδότες. Γενική απεργία είναι η παύση της εργασίας από ένα σημαντικό ποσοστό εργαζομένων σε μια σειρά από κλάδους σε μια οργανωμένη προσπάθεια επίτευξης πολιτικών ή οικονομικών στόχων. Η ιδέα της γενικής απεργίας που να εκτείνεται σε μια σειρά κλάδων έχει τις απαρχές της στη Βρετανία των αρχών του 19ου αιώνα και έγινε αντιληπτή ως τακτική στη διαδικασία της συλλογικής διαπραγμάτευσης ή, από πιο ριζοσπάστες στοχαστές, ως εργαλείο της κοινωνικής επανάστασης. Αξιοσημείωτες γενικές απεργίες έγιναν στη Ρωσία κατά την Επανάσταση του 1905, στη Βρετανία το 1926 (συνεχίστηκαν από διάφορα εργατικά συνδικάτα προς υποστήριξη των απεργών ανθρακωρύχων).





Mια από τις πιο εμβληματικές γενικές απεργίες της περιόδου του μεσοπολέμου ήταν αυτή της πόλης Seattle των ΗΠΑ το 1919. Το ιδιαίτερο στοιχείο αυτής της απεργίας είναι η επίτευξη της «ταξικής αλληλεγγύης»  της εργατικής τάξης ξεπερνώντας τις φυλετικές αντιθέσεις που είναι το μεγάλο πρόβλημα του συνδικαλιστικού κινήματος στις ΗΠΑ.[1] Μισό εκατομμύριο άντρες απασχολούνταν στη χαλυβουργία των ΗΠΑ. Σε μια περίοδο κατά την οποία το 8ωρο γινόταν αποδεκτό ως το κανονικό χρονικό διάστημα της εργάσιμης ημέρας, οι κύριες βιομηχανικές μονάδες του κλάδου λειτουργούσαν με ωράριο εργασίας 12 ωρών και πολλοί εργάτες τους απασχολούνται επτά ημέρες κάθε εβδομάδα . Αυτοί οι εργάτες δεν είχαν, ως επί το πλείστον, την ευκαιρία να συζητήσουν με τους εργοδότες τους για τις συνθήκες εργασίας τους. Ακόμα κι αν γίνονταν παράπονα κατά τη διάρκεια της εργασίας τους δεν είχαν κανένα δικαίωμα συζήτησης με τους εργοδότες. [2]




Άλλη μια χαρακτηριστική περίπτωση γενικής απεργίας ήταν αυτή του Winnipeg στον Καναδά, που έλαβε χώρα από τις 15 Μαΐου ως τις 25 Ιουνίου 1919. Προκλήθηκε από την κατάρρευση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στους κλάδους των κατασκευών και του μετάλλου. Η κήρυξη της γενικής απεργίας συνάντησε την ομόθυμη υποστήριξη του πληθυσμού που ζούσε σε μια ατμόσφαιρα γενικής κοινωνικής αναταραχής και οικονομικής αβεβαιότητας. Συμμετείχαν και οι δημόσιοι υπάλληλοι, κάτι που δεν συνηθιζόταν εκείνη την εποχή. Το κεντρικό θέμα ήταν το αίτημα των εργατών για επίσημη καθιέρωση συλλογικών διαπραγματεύσεων και το οποίο δεν γινόταν αποδεκτό από τους εργοδότες. Οι εργοδότες και οι τοπικές ελίτ αντέδρασαν κατηγορώντας τους απεργούς ότι είχαν επαναστατικούς σκοπούς. Επειδή η ικανοποίηση του αιτήματος θα άνοιγε δρόμο για την επέκτασή του απ’ άκρου εις άκρον στον Καναδά, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις πολλών πόλεων κήρυξαν απεργίες αλληλεγγύης. Για να προλάβει τη γενικότερη επέκταση της σύγκρουσης η ομοσπονδιακή κυβέρνηση παρενέβη απειλώντας με απόλυση τους ομοσπονδιακούς υπαλλήλους, τροποποίησε το Νόμο περί Μετανάστευσης ώστε να επιτραπεί η απέλαση ηγετών-απεργών και διεύρυνε το νομικό ορισμό της «στάσης». Η κυβέρνηση προσπάθησε να καταστείλει βίαια τις απεργιακές διαδηλώσεις με αποτέλεσμα το θάνατο ενός απεργού και τον τραυματισμό 30 διαδηλωτών στις 21 Ιουνίου. Ένας από τους φυλακισθέντες ηγέτες των απεργών εξελέγη αργότερα ως ο πρώτος σοσιαλιστής βουλευτής στη Βουλή των Αντιπροσώπων και 4 ακόμη φυλακισθέντες απεργοί εξελέγησαν ως σοσιαλιστές βουλευτές στο τοπικό νομοθετικό σώμα της πολιτείας Manitoba. Η ήττα της απεργίας επέφερε ισχυρό χτύπημα στη Καναδικό εργατικό κίνημα και χρειάστηκαν πάνω από 30 χρόνια για να επιτευχθούν βασικοί στόχοι, όπως η αναγνώριση των εργατικών συνδικάτων και η καθιέρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.



Η γενική απεργία του 1926 στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν μια γενική απεργία που διήρκεσε 9 ημέρες, από τις 3 Μαΐου 1926 έως τις 12 Μαΐου 1926.  Την κάλεσε το Γενικό Συμβούλιο του Συνεδρίου των Συνδικάτων  (TUC) σε μια ανεπιτυχή προσπάθεια να αναγκάσει τη βρετανική κυβέρνηση να δράσει ώστε να αποτρέψει τη μείωση των μισθών και την επιδείνωση των συνθηκών για 1,2 εκατομμύρια ανθρακωρύχους που ήδη ήτα ν σε κατάσταση λοκάουτ. Περίπου 1,7 εκατομμύρια εργαζόμενοι απέργησαν, ιδίως στις μεταφορές και τη βαριά βιομηχανία. Η κυβέρνηση ήταν προετοιμασμένη και είχε επιστρατεύει απεργοσπάστες.



[1] Winslow Cal (2018) «Company Town? Ghosts of Seattle’s Rebel Past», New Left Review,  112, July-August 2018, https://newleftreview.org/II/112/cal-winslow-company-town
[2] Foster William (1920) The Great Steel Strike and Its Lessons.. New York : B. W. Huebsch.






Συνεχίζεται...


Θανάσης Τσακίρης

Ακούστε την εκπομπή ΑΧ ΕΞΟΥΣΙΑ! της 22-1-2019 ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΜΑΥΡΟΥΔΕΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ.

Ακούστε την εκπομπή ΑΧ ΕΞΟΥΣΙΑ! της 22-1-2019 ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΜΑΥΡΟΥΔΕΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ. Χορηγός: μεζεδοπωλείο "'Οασις".

Tuesday, January 22, 2019

Η απεργία και οι απεργοί Νο.1 (του Θανάση Τσακίρη)


ΕΙΣΑΓΩΓΗ: ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΕΡΓΙΑ

Στην ψηφιακή έκδοση του λεξικού Merriam-Webster διαβάζουμε ότι απεργία είναι «η συλλογική άρνηση εργαζομένων να εργαστούν υπό τους όρους που καθορίζουν οι εργοδότες.» Το  ίδιο λεξικό για την λέξη «απεργώ» δίνει τον ορισμό: «το να σταματώ την εργασία για να αναγκάσω τον εργοδότη να ικανοποιήσει ένα αίτημα».[1]   "Η μερική ή πλήρης εναρμονισμένη άρνηση εργασίας ή η καθυστέρηση ή παρεμπόδιση της εργασίας από πρόσωπα που εργάζονται ή έχουν προσληφθεί από τον ίδιο εργοδότη ή από διαφορετικούς εργοδότες με σκοπό την αντιμετώπιση παραπόνου ή την επίλυση διαφοράς σχετικά με κάθε θέμα αμοιβαίου ενδιαφέροντος μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου και κάθε αναφορά σε "εργασία" σε αυτόν τον ορισμό περιλαμβάνει την υπερωριακή εργασία, είτε είναι εθελοντική είτε υποχρεωτική ".[2] Η διαμαρτυρία των εργατών είναι μια αντίδραση στην αντίφαση μεταξύ του «είναι» και του «δέον είναι», σύμφωνα τις αντιλήψεις και τις προσδοκίες τους.[3] Οι εργαζόμενοι, προκειμένου να δράσουν συλλογικά πρέπει πρώτα να ορίσουν ως άδικες τις συνθήκες ζωής τους και να θεωρήσουν ότι υπάρχει πιθανότητα επιτυχίας. Οι ενεργές εργατικές συνδικαλιστικές οργανώσεις προσφέρουν το πλαίσιο για την επίτευξη αυτής της συνειδητοποίησης. Πιο συγκεκριμένα, σημαντικός είναι ο ρόλος των ηγεσιών αυτών των οργανώσεων για την ερμηνεία των γεγονότων και των συνθηκών που προσπαθούν να «κινητοποιήσουν συναίνεση» ώστε να ωθήσουν τους εργαζόμενους στην ανάληψη δράσης και να κερδίσουν την υποστήριξη του κοινού.[4] Έχοντας τις ρίζες της στην έννοια της «διαχείρισης των εντυπώσεων», η ανάλυση της διαμόρφωσης πλαισίων προσδοκά να εξηγήσει την επιτυχία ή αποτυχία των κοινωνικών κινημάτων.[5]
Οι απεργίες «μπορούν να προκύψουν από διαμάχες σχετικά με τους μισθούς και τις συνθήκες εργασίας». Μπορεί να γίνουν απεργίες για λόγους αλληλεγγύης σε άλλους απεργούς εργαζόμενους, αλλά και για καθαρά πολιτικούς λόγους.» Οι απεργίες οργανώνονται από τα εργατικά συνδικάτα. Συχνά γίνονται απεργίες μη εγκεκριμένες από τα συνδικάτα (άγριες απεργίες – wildcat strikes) που μπορούν να κατευθύνονται εναντίον της συνδικαλιστικής ηγεσίας εκτός του εργοδότη. Το δικαίωμα στην απεργία δίνεται στους εργαζόμενους όλων σχεδόν των βιομηχανικών κοινωνιών. Η  χρήση του δικαιώματος ακολούθησε παράλληλο δρόμο με αυτόν της ανάπτυξης των εργατικών συνδικάτων κατά το 19ο αιώνα. [6] Το δικαίωμα της απεργίας είναι καθιερωμένο θεμελιώδες κοινωνικό δικαίωμα με βάση τη «Σύμβαση 87 - περί Συνδικαλιστικής Ελευθερίας και Προστασίας του Συνδικαλιστικού Δικαιώματος».[7]


Η απεργία ως μεσο αγώνα των εργατών χρονολογείται από τους αρχαίους χρόνους. Η πρώτη απεργία ξέσπασε προς το τέλος της 20ής δυναστείας, υπό τον Φαραώ Ραμσή ΙΙΙ στην αρχαία Αίγυπτο στις 14 Νοεμβρίου 1152 π.Χ. Οι τεχνίτες της Βασιλικής Νεκρόπολης στο Deir el-Medina σταμάτησαν τις δουλειές τους επειδή δεν είχαν πληρωθεί αναγκάζοντας τις αιγυπτιακές αρχές να αυξήσουν τους μισθούς. [8] Η πρώτη γενική απεργία των πληβείων έγινε στην αρχαία Ρώμη.[9]         Στην αποικιακή Αμερική καταγράφηκε η πρώτη απεργία το 1636 στη Richmond Island (Maine)  όταν οι εργοδότες παρακράτησαν τους μισθούς των αλιέων.[10] Η  πρώτη χρήση του αγγλικού όρου “strike” έγινε το 1768 όταν οι ναύτες που είχαν υποστεί περικοπές των αμοιβών, προκειμένου να υποστηρίξουν τις διαδηλώσεις τους στο λιμάνι του Λονδίνου (το ίδιο έγινε στο λιμάνι του Σάντερλαντ), αφαιρέσαν ("to strike the sails") τα  πανιά των εμπορικών πλοίων. Αχρηστεύαν έτσι τα πλοία.[11] Στις ΗΠΑ «ο αγώνας για την ευτυχία» πέρασε μέσα από απεργίες για μείωση των ωρών εργασίας και για υψηλότερη αμοιβή. Το 1786, μια ομάδα τυπογράφων στη Φιλαδέλφεια ζήτησε αύξηση και η εταιρεία την απέρριψε. Σταμάτησαν να εργάζονται σε ένδειξη διαμαρτυρίας και τελικά έλαβαν την αύξηση. Μέχρι τη δεκαετία του 1800, άρχισαν να εμφανίζονται τα επίσημα εργατικά σωματεία και συντεχνίες. [12]  Οι τυπογράφοι της Νέας Υόρκης κατέβηκαν σε απεργία το 1794.[13] Οι επιπλοποιοί απέργησαν το 1796 και ακολούθησαν οι ξυλουργοί της Φιλαδέλφειας το 1797, οι υποδηματοποιοί το 1799. Στις αρχές του 19ου αιώνα οι προσπάθειες των εργατικών ενώσεων για την βελτίωση των συνθηκών εργασίας και αμοιβής στράφηκαν στις διαπραγματεύσεις αλλά δεν ξεχάστηκε η ιδέα της απεργίας. Στη δεκαετία του 1820 στην προσπάθεια μείωσης των ωρών εργασίας από 12 σε 10 το όπλο της απεργίας χρησιμοποιήθηκε συχνότερα και έγινε αισθητή η ανάγκη της σύγκρουσης και συγκρότησης συνδικάτων σε ομοσπονδιακό επίπεδο. 



Στην Αγγλία των αρχών του 19ου αιώνα οι διάφορες ομάδες εργατών οργάνωσαν απεργίες ανθρακωρύχων το 1810, υφαντουργών το 1812, κλωστοϋφαντουργών το 1818, σιδηροβιομηχανίας το 1816 και οι οποίες έπαιρναν τέτοια ένταση σε τοπικό επίπεδο ώστε να δίνουν την εικόνα μικρογραφίας εμφυλίου πολέμου. [14]
Η πρώτη μεγάλη κατάκτηση αυτού του απεργιακού κινήματος, η ψήφιση του νόμου περί ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι, το 1824, δίνει για πρώτη φορά το δικαίωμα στους εργάτες να ιδρύουν νόμιμα τις δικές τους ανεξάρτητες ενώσεις, δηλαδή τα εργατικά συνδικάτα.
Στις ΗΠΑ τον Μάιο του 1937, εβδομήντα χιλιάδες εργάτες εγκατέλειψαν τις εργασίες τους σε τέσσερις μεγάλες χαλυβουργικές εταιρείες (γνωστές συλλογικά ως «Little Steel»). Οι απεργοί επιδίωξαν να εξαναγκάσουν τις επιχειρήσεις αυτές να αλλάξουν την πολιτική και που ασκούσαν επί δεκαετίες για την καταστολή της εργατικής διαμαρτυρίας, να αναγνωρίσουν τα συνδικάτα των εργατών τους και να συμμορφωθούν με τον πρόσφατα ψηφισμένο ομοσπονδιακό εργατικό νόμο. Επί δύο μήνες διεξήχθη ένας ηρωικός απεργιακός αγώνας γεμάτος από αιματηρές συγκρούσεις, στις οποίες οι αστυνομικοί, οι πράκτορες της εταιρείας και οι Εθνοφρουροί κακοποιούσαν και πυροβολούσαν αδίστακτα τους συνδικαλιστές. Τουλάχιστον δεκαέξι πέθαναν και εκατοντάδες άλλοι τραυματίστηκαν πριν τελειώσει η απεργία. Από πολλές απόψεις θεωρήθηκε η τελευταία μεγάλη απεργία στη σύγχρονη Αμερική.[15]


Γενικά οι περισσότερες απεργίες αποσκοπούν στην επιβολή ενός κόστους στον εργοδότη για την παράλειψή του να ικανοποιήσει συγκεκριμένα αιτήματα. Στην περίπτωση των Ιαπωνικών συνδικάτων, όμως παρατηρούμε ότι πλέον δεν  υπάρχει πρόθεση παύσης της παραγωγής για μακρά χρονικά διαστήματα αλλά χρησιμοποιούνται περισσότερο άλλες μορφές εκδηλώσεων διαμαρτυρίας.[16] 

Συνεχίζεται....

ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΣΑΚΙΡΗΣ


[1] https://www.merriam-webster.com/dictionary/strike
[2] https://labourlawoffices.wordpress.com/tag/strikes/
[3]McLaughlin Kenneth J. (2015) Labor Economics: Principles in Practice, New York & Oxford : Oxford University Press
[4] Βλ. Klandermans B. (1984). “Mobilization and participation: Social-psychological expansions of resource mobilization theory”. American Sociological Review Νο. 49, σελ. 583-600.
[5] Βλ. Goffman Erving (1974) Frame Analysis. Cambridge: Harvard University Press, σελ. 14.
[6] Μια παλιά μορφή εργατικού αγώνα ήταν το «βιομηχανικό σαμποταζ». Βλ. Taylor L. and Walton P. (1971) “Industrial Sabotage: Motives and Meanings.” in Stanley Cohen (ed.), Images of Deviance. Harmondsworth: Penguin, σελ 189-212 . O Λουδισμός υπήρξε μια μορφή βιομηχανικού σαμποτάζ («διαπραγμάτευση με ταραχές» κατά τον Eric Hobsbawm) ως έκφραση διαμαρτυρίας για την αντικατάσταση των τεχνιτών από τις μηχανές στην βιομηχανική παραγωγή. Βλ. Geary Dick . (1999) “Working-Class Identities in Europe, 1850s-1930s.” The Australian Journal of Politics and History. Vol. 45. No. 1 University of Queensland Press, σελ.20-29.  Βλ. Επίσης Geary R. (1984) European Labour   Protest, 1848-1939, London: Methuen, καθώς και Thompson E. P. (1963) The Making of the English Working Class London: Penguin.
[7] Leat Mike, Κουζής Γιάννης, Κουτρούκης Θοδωρής (2009) Εργασιακές σχέσεις: Μια επιστημονική προσέγγιση, Αθήνα: Εκδ. Κριτική.
[8] Joshua J. Mark (2017) The First Labor Strike in History, https://www.ancient.eu/article/1089/the-first-labor-strike-in-history/
[9] Wells, H. G. (1925 The Outline of History .P. F. Collier & Sons
[10] Aaron Brenner, Benjamin Day, and Immanuel Ness (2009) The Encyclopedia of Strikes in American History ,Armonk, NY: M.E. Sharpe, σελ. 3 
[11] Worrall  Simon «Q&A: Were Modern Ideas—and the American Revolution—Born on Ships at Sea?» Ανάκτηση 27-1-2018  https://news.nationalgeographic.com/news/2014/08/140831-pirates-horatio-nelson-samuel-adams-royal-navy-somalia-ngbooktalk/ .
[12] Οι συντεχνίες ή αδελφότητες ήταν οργανώσεις που στην μεσαιωνική εποχή είχαν στους κόλπους τους το σώμα των  μελών ενός επαγγέλματος και φρόντιζαν για την προάσπιση των  συμφερόντων τους. Στη νεωτερική καπιταλιστική κοινωνία οι συντεχνίες γίνονται συνδικάτα στα οποία δεν συμμετέχουν πλέον οι εργοδότες αλλά μόνο οι μισθωτοί εργάτες. Βλ. Ασδραχάς Σπύρος (1983) «Οι συντεχνίες στην Τουρκοκρατία: Οι οικονομικές λειτουργίες», Ζητήματα Ιστορίας, Αθήνα: Θεμέλιο, 97-115. Nicholas, David. (2007) Η Εξέλιξη του Μεσαιωνικού Κόσμου. Αθήνα: ΜΙΕΤ.
Μπρωντέλ, Φερνάν  (1995) Υλικός πολιτισμός οικονομία και καπιταλισμός. Αθήνα, Αγροτική Τράπεζα.
[13] Hamilton Neil A. (2002) Rebels and Renegades: A Chronology of Social and Political Dissent in the United States, Routledge 
[14] Μπιθυμήτρης Γιώργος (2016) Αγορά, τάξη, κοινωνία :Αναζητώντας την ταυτότητα του συνδικαλιστικού κινήματος, Αθήνα: Εκδ. Gutenberg
[15] White Ahmed (2016) The Last Great Strike: Little Steel, the CIO, and the Struggle for Labor Rights in New Deal America, Oakland,CA :University of California Press
[16] Η απεργία διευθετείται εκ των προτέρων με τη διοίκηση και δεν αποσκοπεί να διαταράξει σοβαρά την παραγωγή. Οι εργαζόμενοι φορούν πολύχρωμες κορδέλες και φέρουν πικέτες καθώς περνούν γύρω από το χώρο εργασίας. Αυτός ο τύπος τελετουργικής απεργίας έχει στόχο την επίδειξη δύναμης εκ μέρους των εργαζομένων για την υποστήριξη των διαπραγματευτικών διαδικασιών.  Οι απεργίες αόριστης διάρκειας λαμβάνουν χώρα μόνο εάν οι διαπραγματεύσεις με τον εργοδότη έχουν αποτύχει πλήρως. Από τη δεκαετία του 1980 ο αριθμός των εργατικών διαφορών μειώθηκε σταθερά.

Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)

 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)                                                                    του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...