Wednesday, July 31, 2013

Η γλυκιά μας, Αλίντα…Του Στράτου Κερσανίδη


Το ζεστό ξημέρωμα της 30ης Ιουλίου 2013, πέθανε η Αλίντα Δημητρίου, μια γυναίκα που αφιέρωσε τη ζωή της στο ντοκιμαντέρ και στις ιδέες της Αριστεράς.
Τη γνώρισα, μαζί με τον αχώριστο σύντροφό της, το Σωτήρη Δημητρίου, σε κάποιο Φεστιβάλ της Δράμας, πριν από το 2000, αν δεν κάνω λάθος. Ως τότε την ήξερα μόνο ως όνομα, ως σκηνοθέτιδα πολλών ταινιών ντοκιμαντέρ, τα περισσότερα των οποίων δεν είχα δει και ως συγγραφέα ενός λεξικού ελληνικών ταινιών μικρού μήκους.
Με τα χρόνια γνωριστήκαμε καλύτερα αν και δε συναντιόμασταν τακτικά, πίναμε κάνα κρασάκι, αστειευόμασταν και συζητούσαμε. Και ήταν κουβέντες πραγματικό σχολείο για μένα. Μάθαινα από την Αλίνα, μάθαινα κι από το Σωτήρη. Μα πάνω απ’ όλα κράτησα τη γλυκύτητά τους, την αγάπη που ένιωθε ο ένας για τον άλλον, κάτι που δεν έκρυβαν ούτε στιγμή.
Κι όταν σήμερα το πρωί δέχτηκα το τηλεφώνημα από την Αθήνα και έμαθα πως μερικές ώρες η Αλίντα είχε φύγει, αναστατώθηκα. Αναστατώθηκα, λυπήθηκα και τα έβαλα με τον εαυτό μου που δεν είχα αφιερώσει περισσότερο από το χρόνο μου για να βρίσκομαι μαζί της. Και συνειδητοποίησα για μια ακόμη φορά  πως τίποτε δεν είναι δεδομένο και πως φεύγουν οι άνθρωποι…
Η Αλίντα Δημητρίου έχει ένα τεράστιο έργο. Όπως όμως συμβαίνει συνήθως, έγινε περισσότερο γνωστή τα τελευταία χρόνια με τη συγκλονιστική τριλογία της για τις γυναίκες στην Αντίσταση, την Εξορία και τη Δικτατορία. Για τα ντοκιμαντέρ «Πουλιά στο βάλτο» (2008), το «Η ζωή στους βράχους» (2009) και «Τα κορίτσια της βροχής» (2011). Τρεις ταινίες που προβλήθηκαν σε δεκάδες εναλλακτικούς χώρους σε όλη την Ελλάδα, μακριά από το εμπορικό κύκλωμα, χάρις σε ντιβιντί που η ίδια η Αλίντα παραχωρούσε αφιλοκερδώς σε όποιον της τα ζητούσε.
Μέσα από τις ταινίες αυτές η Αλίντα, όπως η ίδια έλεγε συχνά, ήθελε να αποτυπώσει την ιστορική μνήμη, να αντισταθεί στο ψευτοϊδεολόγημα περί «εθνικής συμφιλίωσης», που σκόπευε όχι στην πραγματική συμφιλίωση αλλά στη λήθη και την αναθεώρηση της Ιστορίας.
Η Αλίντα Δημητρίου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1933και σπούδασε κινηματογράφο στη Σχολή Σταυράκου. Στο έργο της περιλαμβάνονται περισσότερες από 50 ταινίες, από το 1977 που ξεκίνησε μέχρι σήμερα. Με συνέπεια υπηρέτησε ένα συγκεκριμένο είδος ντοκιμαντέρ το οποίο κατέγραφε της σύγχρονη πολιτική και κοινωνική ιστορία της Ελλάδας.
Μερικές από τις πιο σημαντικές της ταινίες είναι: «Οι καρβουνιάρηδες» (1977), «Σπάτα» (1978), «Θέατρο στο βουνό» (1985), «Ανθρώπινα δικαιώματα» (1988), «Οι γυναίκες» (1990), «Όλοι εμείς» (1994), «Αθήνα» (1995), «Για μια στιγμή» (1995), «Η ζωή στα σύρματα» (2003).
Έχει δημοσιεύσει δεκέδες κείμενα σε περιοδικά και έχει εκδόσει τα βιβλία    «Φιλμογραφία ταινιών μικρού μήκους (1930-1979) και «Λεξικό Ταινιών Μικρού Μήκους» (1992).
Η Αλίντα Δημητρίου, που τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα με την υγεία της, υπήρξε μια γυναίκα ταγμένη στην Αριστερά. Μια αγωνίστρια η οποία ουδέποτε υπέστειλε τη σημαία, δε συμβιβάστηκε και προσπάθησε να περάσει τις ιδέες της μέσα από το σημαντικό κινηματογραφικό της έργο.
Την αποχαιρετούμε με δάκρυα στα μάτια και με σφιγμένη τη γροθιά…

Saturday, July 27, 2013

Στα «Ενθέματα» στο φύλλο - της Κυριακής 28 ΙουλίουKείμενα των: Στέφανου Δημητρίου, Βάσως Κιντή, Μαρίας Καραμεσίνη, Στρατή Μπουρνάζου, Ελένης Βαρίκα, Συντακτικής Ομάδας των Ενθεμάτων, Άννας Μαρίας Δρουμπούκη, Έλενας Πατρικίου

Στα «Ενθέματα» στο φύλλο της Κυριακής 28 Ιουλίου
Στα περίπτερα εντός της «Αυγής», στο μπλογκ τους (enthemata.wordpress.com), στο facebook (Enthemata Avgis) και στο twitter: @enthemata
Kείμενα των: Στέφανου Δημητρίου, Βάσως Κιντή, Μαρίας Καραμεσίνη, Στρατή Μπουρνάζου, Ελένης Βαρίκα, Συντακτικής Ομάδας των Ενθεμάτων, Άννας Μαρίας Δρουμπούκη, Έλενας Πατρικίου

Εμείς, ο λαός. Ο  καιρός στη στρατηγική της Αριστεράς. Ο Στέφανος Δημητρίου ξεκινάει από την έννοια του καιρού, όπως αυτή διατυπώνεται στον  Πολιτικό  του Πλάτωνος. Και εξηγεί γιατί τώρα είναι ο καιρός  για τον ΣΥΡΙΖΑ: «Το έγκαιρον της περίστασης, για τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι τώρα. Λίγο πριν, ήταν νωρίς. Πιο μετά, θα είναι αργά. Θα είναι ίσως αργά και για την κοινωνία και για τη Δημοκρατία, καθώς μπορεί να έχει συντελεσθεί η ριζοσπαστικοποίηση μεγάλου μέρους της εξαθλιούμενης μεσαίας τάξης προς την Άκρα Δεξιά».
Νέα επιστολή της Βάσως Κιντή. Η Βάσω Κιντή αντ-απαντά στον Στρατή Μπουρνάζο για το αλυσοπρίονο και τα γεγονότα της 8ης Ιουλίου στην Πρυτανεία: Γράφει, μεταξύ άλλων: «Αγαπητέ Στρατή, […] η απόφαση της Συγκλήτου του ΕΚΠΑ την οποία επικαλείσαι δεν υπεισέρχεται στις λεπτομέρειες των γεγονότων και στηρίχθηκε στην κρίση του πρύτανη κ. Θ. Πελεγρίνη, την οποία διαπιστώνω ότι εμπιστεύεσαι περισσότερο από τη δική μου μαρτυρία. Ίσως, δικαίως, δεδομένου ότι ο πρύτανης διοργάνωνε φιέστες αγανακτισμένων στα Προπύλαια με τον Νότη Μαριά και τη “Σπίθα”». H επιστολή δημοσιεύεται χωρίς νέα αντ-αντ-απάντηση του Στρ. Μπουρνάζου (και ενδεχόμενη αντ-αντ-αντ-απάντηση της Β. Κιντή).
Για την εισοδηματική στήριξη των ανέργων σε εποχή μαζικής ανεργίας και φτώχειας. ΗΜαρία Καραμεσίνη γράφει για την εκτίναξη της ανεργίας στην Ελλάδα τα τελευταία δύο χρόνια, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της και τις συγκεκριμένες επιπτώσεις των μνημονιακών νόμων. Και καταλήγει με το ποιες μπορεί και πρέπει να είναι οι προτάσεις της Αριστεράς για το ζήτημα.
Το ανώτατο στάδιο του υποκόσμου. Ο Στρατής Μπουρνάζος εξηγεί τι σημαίνει η επίθεση Ζαρούλια εναντίον της Μαριάννας Δραγασάκη:: «Όλα, μα όλα, στη συγκεκριμένη τοποθέτηση της Ε. Ζαρούλια  παραπέμπουν ευθέως στη γλώσσα και τις μεθόδους εκβιασμού που χρησιμοποιούν οι συμμορίες: --Μη μας πας κόντρα, αλλιώς θα σου βγάλουμε τα «άπλυτα» στη φόρα, κι αν δεν έχουμε, θα βρούμε, ντε και καλά,  θα ανακαλύψουμε, θα φτιάξουμε για σένα, για τα παιδιά σου, για την οικογένειά σου. Ακούστε, αν δεν ακούσατε, την Ελένη Ζαρούλια, στη συγκεκριμένη επίθεση: αυτός είναι ο κόσμος, η φρασεολογία, το αποκρουστικό ήθος του υποκόσμου, με ή χωρίς το πρόσημο του νεοναζισμού».
Είδηση και σχόλιο. Η Κούνεβα, το εργατικό ατύχημα και το οργανωμένο έγκλημα. Η Ελένη Βαρίκα εξηγεί τη διαφορά είδησης και σχολίου με αφετηρία την καταδίκη της ΟΙΚΟΜΕΤ για την υπόθεση Κούνεβα: «Παρότι η υπάρχουσα νομοθεσία περί εργατικών ατυχημάτων επιτρέπει, μέσω αυτού του χαρακτηρισμού, να αποδοθούν ευθύνες στην επιχείρηση που καταδυναστεύει τις εργαζόμενες, παρότι πολύ σωστά η αγωγή αξιοποίησε αυτή τη δυνατότητα επαναφέροντας επί τάπητος μια εγκληματική πράξη που τέσσερα χρόνια παραμένει ατιμώρητη, παρότι --το κυριότερο-- ο νόμος επιτρέπει να καλυφθούν τα υπέρογκα έξοδα των αλλεπάλληλων και εξαιρετικά επώδυνων θεραπειών, τις οποίες αντιμετώπισε και συνεχίζει να αντιμετωπίζει με θαυμαστό ηθικό σθένος η Κωνσταντίνα Κούνεβα, η επίθεση εναντίον της δεν είναι βέβαια ατύχημα, αλλά οργανωμένη εγκληματική πράξη».
Η Νίκη της Καλαμάτας. Η Συντακτική Ομάδα των Ενθεμάτων γράφει γιατί η ακύρωση του φεστιβάλ της Χρυσής Αυγής και η μεγάλη αντιφασιστική πορεία την Καλαμάτα αποτελούν σοβαρή ήττα των νεοναζιστών: «Όπως και να το κάνουμε, τα παλικάρια της φακής του Μιχαλολιάκου, που τρώνε σίδερα όταν έχουν απέναντί τους κανέναν μετανάστη, αδύναμο και δυστυχισμένο, λούφαξαν. Ευτυχώς, και είμαστε ασφαλώς πολύ χαρούμενοι γι’ αυτό. Όπως έλεγε και η ανακοίνωση του Δικτύου για τα Κοινωνικά και Πολιτικά Δικαιώματα, για τα καμώματα του χρυσαυγίτη τοπικού βουλευτή Κουκούτση (που από το τηλέφωνο της Βουλής απειλούσε τους οργανωτές της πορείας), “οι ναζί, εκτός απόκαθάρματα, είναι και θρασύδειλοι καραγκιόζηδες”».
Τι ψάχνει η σύγχρονη λογοτεχνία στην ιστορία; Σκέψεις πάνω στο έργο της Μάρως Δούκα.Σκέψεις της Άννας  Μαρία Δρουμπούκη, με αφετηρία τους Αθώους και φταίχτες  της Μάρως Δούκα: «Η Μάρω Δούκα αναφέρει πως το μυθιστόρημα είναι προορισμένο από τη φύση του να συμπλέκεται ποιητικά με την ιστορία, μιλάει για το “επινοημένο με τις ποικίλες εκδοχές της πραγματικότητας”, για “μια επινοημένα μη επινοημένη αφήγηση”, ουσιαστικά μιλά δηλαδή για μια “ποιητική της ιστορίας” στην οποία “τα ιστορικά γεγονότα, αναπόσπαστα της βαθύτερης αιτίας του βιβλίου, δεν ανασύρονται για να υπηρετήσουν τη μυθοπλασία αλλά για να την εκθέσουν, διεκδικώντας διαβρωτικά τον πρωταγωνιστικό τους ρόλο”. Μυθοπλασία και ιστορία λοιπόν γίνονται ένα».
Ένας σαιξπηρικός κλόουν στην Άγρια Δύση. Η Έλενα Πατρικίου γράφει για τον Τζόννυ Ντεπ ως μοναχικό καβαλάρη: «Ο γέροντας Τόντο ολοκληρώνει την τρελή του αφήγηση και φεύγει από το λουναπάρκ, φορώντας ένα φθαρμένο φράκο, κρατώντας μια ξεπατωμένη βαλίτσα: ένας Τσάπλιν εξωτικός και ταυτόχρονα οικείος. “Τι είναι ένας Ινδιάνος; Και, καταρχάς, τι χρώμα έχει;”. Θα άρεσε στον Σαίξπηρ αυτός ο Ινδιάνος κλόουν που έχει διαβάσει Άμλετ και τον διασκευάζει διαρκώς. “O χρόνος εξαρθρώθηκε», έλεγε ο Δανός. «Η φύση απορρυθμίστηκε, λέει ο Ινδιάνος»

Στην «Εποχή» της Κυριακής: - ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΤΙΤΛΟΣ: «Σε διαθεσιμότητα και το Κοινοβούλιο»

Η εποxή

ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΑΝΑΝΕΩΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

Γραφεία: Ακαδημίας 62, 10679 Αθήνα

τηλ.: 210-36 19 513 - 14, φαξ: 210-36 19 610

www.epohi.gr

ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ, ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΤΗΝ 1η ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ


Στην «Εποχή» της Κυριακής:

ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΤΙΤΛΟΣ: «Σε διαθεσιμότητα και το Κοινοβούλιο»

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

«Παρακάμπτουν τη Βουλή υπό το φόβο της κατάρρευσης» του Θ. Μιχόπουλου

«Έξι πράγματα που κερδίσαμε μαζί στο 1ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ» του Γιάννη Αλμπάνη

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΟ ΜΙΧΑΛΗ ΨΗΜΙΤΗ: «Η πολιτική όπως την ξέραμε έχει φάει τα ψωμιά της»

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΧΡΗΣΤΟ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΙΔΗ: «Βασικός σύμμαχος η ίδια η κοινωνία»

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟ ΜΕΛΟΣ ΤΗΣ Π.Γ. ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΓΙΑΝΝΗ ΜΠΑΛΑΦΑ: «Κάναμε ένα σημαντικό βήμα, αλλά έχουμε πολλά ακόμη»

Με αφορμή το πρόσφατο βιβλίο του Νίκου Αλιβιζάτου, ο Θ. Παρασκευόπουλος γράφει: «Μανιφέστο ενός αυταρχικού φιλελευθερισμού»

Ρεπορτάζ: Σε ετοιμότητα ο ΣΥΡΙΖΑ

Οι πέντε δήμαρχοι και το αόρατο σχέδιο

ΤΟ ΘΕΜΑ

Υγεία: Το ΕΣΥ και ο παλιοχαρακτήρας του

Μιλούν στην «Εποχή» οι: Δημήτρης Βαρνάβας, πρόεδρος της ΟΕΝΓΕ

Κώστας Ζαχαριάς, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ

Γράφει η γιατρός Χρύσα Μπότση: «Υγειονομικές βόμβες και διατάξεις

ΔΙΕΘΝΗ

Γερμανία: «Προεκλογικός Αύγουστος χωρίς πιθανές εκπλήξεις» του Δημήτρη Σμυρναίου

Οι ασκούμενοι των Ευρωπαϊκών Οργανισμών διαδηλώνουν στις Βρυξέλλες

Ντιτρόιτ: Ένα ακόμα θύμα των δυνάμεων των αγορών

Κύπρος: Εκλογές στα Κατεχόμενα με επίκεντρο την οικονομία

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΕΦΟΡΙΑΚΩΝ, ΣΕΡΖ ΚΟΛΕΝ: «Η ενωμένη Ευρώπη απαιτεί εναρμονισμένο φορολογικό σύστημα»

Συρία – Αίγυπτος: Θερμοκρασίες καύσωνα για την Αραβική Άνοιξη

ΦΑΚΕΛΟΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ & ΕΥΡΩΠΗ

«Η Αριστερά αντιμέτωπη με τον εθνικό συντηρητισμό στην Ουγγαρία» της Άγκνες Γκάγκι

ΚΟΙΝΩΝΙΑ

«Το χρονικό της ΕΡΤ» της Αναστασίας Ζήγου

Πυρ και μανία η πολιτική προστασία

Red kitchen: Σερβίροντας αλληλεγγύη

«Στον αθλητισμό, η πάλη των τάξεων έχει σχήμα οβάλ» του Τάσου Πανταζίδη

Ένας τέλος (ΑΠΕ) χωρίς Αρχή (ΡΑΕ)

Απάνθρωπες οι συνθήκες κράτησης στα αστυνομικά τμήματα

ΑΠΘ: Στον αέρα και πάλι οι εργαζόμενοι στην καθαριότητα

Στην υπηρεσία της καταστροφής του πράσινου ο Δήμος Π. Μελά

Επικοινωνιακές παραπλανήσεις για τη διαχείριση απορριμμάτων στο ΣΜΑ Ευκαρπίας

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

«Η μνήμη και η προοπτική του κήπου» της Σοφίας Τσούρτη, με αφορμή την εγκατάσταση της ομάδας Indoors Plus

«Eνώ το καλοκαίρι ερημώνει» του Θωμά Τσαλαπάτη

ΙΔΕΕΣ

«Τι σημαίνει κομμουνισμός;» της Μπίνι Αντάμτσακ

ΘΕΜΑΤΑ

«Ρίξτε κόκκινο στο μαύρο» του Γ. Μαρκόπουλου

«Παιδιά και γονείς απέναντι στην κρίση» του Π. Πανταζή, με αφρομή το βιβλίο του Ν. Σιδέρη «Μιλώ για την κρίση με το παιδί»

Στην ΕΠΟΧΗ της Κυριακής διαβάζετε και τις στήλες:

«Αφρόδιχτα της αριστερής όχθης» από τον Γεράσιμο τον Αλιέα

«Ξούθου και Μενάνδρου γωνία» από τον Κώστα Κρεμμύδα

«Στα δίκτυα του κόσμου» από τον Δημήτρη Γκιβίση

Για το βιβλίο γράφει η Μάρη Θεοδοσοπούλου

Παρουσίαση και κριτική των ταινιών που βγαίνουν στις κινηματογραφικές αίθουσες, αλλά και επιλογή ταινιών που προβάλλει η τηλεόραση, γράφει ο Στράτος Κερσανίδης

«Θεατρικά νέα» και «Από την πλευρά του θεατή» από την Μαρώ Τριανταφύλλου

Μουσικές προτάσεις κάνει η Λιάνα Μαλανδρενιώτη

Εικαστικός χάρτης από την Κατερίνα Αναστασίου

Tuesday, July 23, 2013

Η μεταπολίτευση της 24ης Ιουλίου. Μέρος 2ο: "Οικονομία και δημοκρατία" (από τη διδακτορική μου διατριβή)

Η μεταπολίτευση της 24ης Ιουλίου 1974 βρήκε το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα με ηγεσία διορισμένη από τις «κυβερνήσεις» της επταετούς στρατιωτικής δικτατορίας, διασπασμένο πολιτικά, διεσπαρμένο οργανωτικά και με πολλά συνδικαλιστικά στελέχη σε εξορίες και φυλακές. Η «σύντομη δεκαετία του ’60», κατά την οποία το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα ανθούσε, παρά τις κρατικές και κομματικές παρεμβάσεις των κυβερνήσεων της ΕΡΕ και των «αποστατών», δεν στάθηκε δυνατό να βάλει τη σφραγίδα της στην περίοδο της πρώτης φάσης της μεταπολίτευσης, όπως θα διαπιστώσουμε παρακάτω.

 Παρ’ όλα αυτά, στη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 αναδείχθηκαν καινούργια τμήματα της εργατικής τάξης και των νέων μικροαστικών στρωμάτων που διεκδίκησαν δυναμικά την συμμετοχή τους στο πολιτικό και συνδικαλιστικό γίγνεσθαι. Από τη μια ήταν οι εργάτες της οικοδομής των οποίων μεγεθύνθηκαν οι τάξεις με την ανασυγκρότηση της χώρας και την αθρόα εισροή εργατικών χεριών από την ερημούμενη λόγω εμφυλίου και μετανάστευσης[1] αγροτική ενδοχώρα.[2] Σ’ αυτή την κατηγορία εντάσσονται οι μισοειδικευμένοι και ανειδίκευτοι εργάτες που επανδρώνουν τις ολοένα και πιο γοργά αναπτυσσόμενες βιομηχανικές μονάδες των δύο μεγάλων πόλεων -Αθήνα και Θεσσαλονίκη- δημιουργώντας ένα σχετικά ευμέγεθες βιομηχανικό προλεταριάτο. Από την άλλη διογκώνονται οι γραμμές των υπαλλήλων των τραπεζών και οργανισμών κοινής ωφελείας που είναι απαραίτητοι για την στοιχειωδώς ομαλή ανάπτυξη της κοινωνικής υποδομής των μεγάλων πόλεων αλλά και της βιομηχανικής ανασυγκρότησης. Διευρύνεται επίσης το μέγεθος των ειδικευμένων στρωμάτων της εργατικής τάξης και των τεχνικών-μηχανικών στις νέες βιομηχανίες (χημικές βιομηχανίες, μεταλλουργίες, κατασκευή μεταφορικών μέσων κ.α.) που κερδίζουν έδαφος σε σχέση με τις παραδοσιακές βιομηχανικές μονάδες (διατροφής, ποτών και καπνού, υφαντουργίας, ένδυσης και υπόδησης κ.α.).[3]  Πρόκειται για σημαντική δομική μεταβολή της νεοελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας που δείχνει ότι όχι μόνο ο πρωτογενής τομέας υποσκελίζεται από το δευτερογενή μεταποιητικό τομέα[4] αλλά και ότι υπάρχει μετατόπιση από την ελαφρά βιομηχανία παραγωγής καταναλωτικών αγαθών στη βαριά βιομηχανία, στην κατασκευή «ενδιάμεσων αγαθών» και στην παραγωγή μέσων παραγωγής.[5] 

Όμως, παρά την ανάπτυξη των δυνάμεων του δευτερογενούς τομέα της οικονομίας και την ανάπτυξη του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος και παρά το γεγονός ότι από οικονομικής πλευράς η Ελλάδα της δεκαετίας του ’60 δεν θυμίζει παρά αμυδρά την προπολεμική και καθόλου την Ελλάδα των αρχών του 20ού αιώνα, δεν μπορεί η χώρα να συγκριθεί με αυτές της Δυτικής Ευρώπης που αποτελούν πλέον τα πρότυπα των αρχουσών καπιταλιστικών τάξεων και μερίδων. Η κατάσταση δεν μπορεί να θεωρηθεί ειδυλλιακή, καθώς η γεωργία και οι συναφείς κλάδοι της πρωτογενούς παραγωγής εξακολουθούν να απασχολούν περισσότερο από το 50% του ενεργού πληθυσμού.[6] Από πλευράς δεικτών βασικών καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών (π.χ. ηλεκτρικό ρεύμα, πυκνότητα τηλεφωνικών εγκαταστάσεων κ.ά.), η Ελλάδα βρισκόταν πίσω από την Πορτογαλία και μπροστά από την Τουρκία στη σχετική κατάταξη του ΟΟΣΑ.[7] Ακόμη πιο χαρακτηριστική είναι η σύγκριση όσον αφορά το ακαθάριστο κατά κεφαλήν ΑΕΠ που, αν και είχε αυξηθεί μεταξύ 1953 και 1963 με ρυθμό ετήσιας αύξησης 6,3% φτάνοντας τα 590 δολάρια ΗΠΑ και ισοδυναμώντας με το 1/3 του αντίστοιχου ΑΕΠ της Ο.Δ.Γερμανίας και της Γαλλίας (ή 1/6 των ΗΠΑ), παρέμενε σε χαμηλά επίπεδα. Η στήριξη, βεβαίως, σε τέτοιους ουδέτερους στατιστικούς δείκτες και μεγέθη είναι δυνατό να παραπλανήσει τον ερευνητή αν δεν είναι υποψιασμένος ότι μπορεί να υποκρύπτεται ιδεολογική προκατάληψη. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη διάφοροι ποιοτικοί κοινωνικο-οικονομικοί δείκτες και μεγέθη που να δείχνουν, π.χ., την κατεύθυνση της αναδιανομής του εισοδήματος, της κατανομής των κονδυλίων του δημοσίου προϋπολογισμού σε παιδεία, υγεία, κοινωνική ασφάλιση, έρευνα και άλλες κοινωνικές υποδομές.[8]

Οι δομές της ελληνικής βιομηχανίας εξακολουθούσαν να παρουσιάζουν «ευδιάκριτες χρόνιες αδυναμίες». Από τη μια αφθονούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που στηρίζονται στα άφθονα φτηνά χέρια της εσωτερικής μετανάστευσης. Από την άλλη ο κύριος όγκος των βιομηχανικών χρηματικών πόρων κατευθυνόταν στην παραγωγή ειδών εγχώριας κατανάλωσης λόγω της κρατικής προστατευτικής πολιτικής με αποτέλεσμα οι βιομηχανικές εξαγωγές να αποτελούν λιγότερο από το 10% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών.

Εκτός από αυτά, είναι σημαντικό να τονιστεί πως το ξένο κεφάλαιο, και ειδικά το επιχειρηματικό κεφάλαιο των ΗΠΑ που κυριάρχησε στη διάρκεια αυτής της δεκαετίας στην Ελλάδα, δεν περιορίστηκε μόνο στη διείσδυσή του στη βιομηχανία αλλά επεκτάθηκε στον τριτογενή τομέα και ειδικότερα στον τραπεζικό τομέα.

Έτσι, εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα και απέκτησαν σοβαρότατες προσβάσεις στην οικονομική δραστηριότητα τράπεζες όπως η First National City Bank με καταστήματα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη ή απέκτησαν σοβαρά ερείσματα και κεφαλαιακές θέσεις σε ελληνικές τράπεζες όπως η χρηματοδότηση της Τράπεζας Εμπορικής Πίστεως από τον όμιλο Hanover Trust.[9]

Στη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 η σύνδεση της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) είχε ως συνέπεια την ένταση του ανταγωνισμού μεταξύ των ευρωπαϊκών και των αμερικανικών κεφαλαίων για την κατάκτηση της ελληνικής αγοράς αλλά και τη συνεργασία ευρωπαϊκών και ελληνικών επιχειρήσεων. Οι τελευταίες αφορούσαν κυρίως δραστηριότητες του βιομηχανικού τομέα και του τραπεζικού.

Η συνεργασία αυτή είχε θετικά αποτελέσματα για τις ελληνικές επιχειρήσεις που μπόρεσαν με μεσομακροπρόθεσμα δανειακά κεφάλαια να εκσυγχρονίσουν, ως ένα βαθμό, τις τεχνολογικές εγκαταστάσεις τους μέσω ευρωπαϊκών παραγγελιών, Όμως, επρόκειτο για μεμονωμένες νησίδες βιομηχανικής ανάπτυξης μέσα σε ένα γενικότερο οικονομικό περιβάλλον που συνέχιζε να στηρίζει την όποια ανάπτυξή του στην φθηνή ανθρώπινη εργασία.

Στην διάρκεια της εφτάχρονης στρατιωτικής δικτατορίας, η οικονομική πολιτική των «κυβερνήσεων» ήταν επεκτατική ως το 1972 οπότε εκδηλώθηκε ανοιχτά η πληθωριστική κρίση βοηθούσης και της πρώτης πετρελαϊκής κρίσης. Η πολιτική αυτή ακολουθήθηκε με σκοπό την επίτευξη άμεσων οικονομικών αποτελεσμάτων για την απόκτηση λαϊκής συναίνεσης ως αντίβαρο στην οξύτατη εσωτερική και εξωτερική κριτική για τον αντιδημοκρατικό χαρακτήρα του καθεστώτος. Στα πλαίσια αυτά, τέτοιο μέτρο ήταν η διαγραφή μεγάλου μέρους των αγροτικών χρεών. Οι πληθωριστικές πιέσεις ήταν αποτέλεσμα εκτός των άλλων της επέκτασης του τουριστικού τομέα και της οικοδομής σε βάρος των επενδύσεων στη μεταποίηση και τις υποδομές που θα αποτελούσαν την ατμομηχανή μιας διαφορετικής αναπτυξιακής πορείας. Οι επενδύσεις που περίμεναν οι κυβερνήσεις της δικτατορίας δεν ήρθαν ποτέ παρά μόνο ορισμένες που αφορούσαν κεφάλαια ομογενών τα οποία επενδύθηκαν (όπως και πολλών Ελλήνων «μικρομεσαίων») στον τουρισμό και την οικοδομή και όσες βιομηχανίες συνδέονταν με αυτούς τους τομείς (τσιμέντο, υλικά οικοδομών, ξυλεία, σίδηρος και συναφείς κλάδοι).[10] Η όποια ανάπτυξη επιτεύχθηκε στηρίχθηκε, εκτός των άλλων, σε δάνεια από το κράτος και το τραπεζικό σύστημα, πολλά από τα οποία ουδέποτε αποπληρώθηκαν («δανεικά και αγύριστα»). Συνέπεια αυτών ήταν η απότομη στροφή σε πολύ σφικτές οικονομικές πολιτικές που αποσκοπούσαν στον περιορισμό των πληθωριστικών πιέσεων. Υποστηρίχθηκε ότι ενώ η οικονομία μεγεθυνόταν με ικανοποιητικούς ρυθμούς η ίδια η οικονομική πολιτική της δικτατορίας οδηγούσε στη ραγδαία επιδείνωση των κοινωνικο-οικονομικών ανισοτήτων, στην επιβράδυνση της αύξησης της μεταποίησης και των ιδιωτικών επενδύσεων και, τέλος, στην παρεμπόδιση της οικονομικής ανάπτυξης με το συνδυασμό πληθωριστικής πολιτικής και αντιδημοκρατικού πολιτικού κλίματος.[11] Ενδεικτικά στοιχεία του οικονομικού κλίματος ήταν από τη μια η αρνητικός ρυθμός ανάπτυξης[12] και από την  άλλη, ως συνέπεια, η αύξηση της ανεργίας για πρώτη φορά μετά από 13 χρόνια.[13]

Η μεταπολίτευση βρήκε την Ελληνική οικονομία σε κατάσταση στασιμοπληθωρισμού (συνδυασμός στασιμότητας και πληθωρισμού που επιδεινωνόταν και λόγω της συνέχισης της κρίσης του πετρελαίου) και την κοινωνία ανάστατη και αγανακτισμένη λόγω της εντονότατης πολιτικής καταπίεσης και της παραπέρα όξυνσης των υφιστάμενων κοινωνικο-οικονομικών αντιθέσεων και ανισοτήτων. Οι τελευταίες επιδεινώθηκαν στα τέλη της δικτατορίας. Οι μέσοι πραγματικοί μισθοί αυξάνονταν ολοένα και λιγότερο ώσπου το 1974 άρχισε η μείωσή τους.[14]

Το φαινόμενο της μεταπολίτευσης και οι οικονομικο-κοινωνικές προϋποθέσεις για την εκδήλωσή του υπήρξε αντικείμενο μιας σειράς συγκριτικών μελετών και ερευνών. Τα ερωτήματα που τέθηκαν ήταν τα εξής: Προηγήθηκαν υψηλοί ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης που έφτασαν σε ένα «κατώφλι» αναγκαίο για την εκδίπλωση του εκδημοκρατισμού; Οι πολιτικοί θεσμοί των δικτατορικών καθεστώτων δεν μπορούσαν πλέον να διαχειρισθούν τις οικονομίες με αυταρχικό τρόπο; Δημιούργησε η οικονομική μεταβολή πιο πλουραλιστικές –πληθυντικές κοινωνικές δομές συνοδευόμενες από ισχυρότερες και πιο αυτόνομες «κοινωνίες πολιτών»; Η υλική και πολιτιστική εξέλιξη των κοινωνιών αυτών οδήγησε στη ελάττωση της πόλωσης και στην επέκταση των δημοκρατικών αξιών; Οι προβληματικές οικονομικές επιδόσεις προκάλεσαν κρίση νομιμοποίησης των δικτατοριών;[15] Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά δεν μπορεί να δοθεί στα πλαίσια αυτής της διατριβής, είναι όμως άκρως ενδιαφέρουσα πρόκληση για την έρευνα. Έτσι θα περιοριστούμε σε περιληπτικές αναφορές στις βασικότερες απόψεις για το θέμα.

Η οικονομική ανάπτυξη θεωρείται σημαντική προϋπόθεση της ύπαρξης και λειτουργίας ενός δημοκρατικού καθεστώτος. Καθώς οι βασικοί οικονομικοί δείκτες ανέβαιναν κατά τη δεκαετία του ’60 και η σχετική ευημερία της πλειοψηφίας του πληθυσμού της χώρας, παρά την έλλειψη οργανωμένου κράτους πρόνοιας, ήταν «εγγυημένη», τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα δεν έδειχναν να ανησυχούν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Η πετρελαϊκή κρίση και η συνακόλουθη αύξηση της ανεργίας και του πληθωρισμού αποτέλεσα το υπόστρωμα για την υπόκωφη και αργότερα φανερή διαμαρτυρία. Σχετικές έρευνες έδειξαν ότι στην κρίση νομιμοποίησης των αυταρχικών καθεστώτων συμβάλλει με σημαντικό τρόπο η αίσθηση των λαϊκών στρωμάτων ότι διακυβεύεται η σχετική και σταθερή οικονομική ευημερία τους. Παράλληλα όμως σημαντική είναι η επίδραση διεθνών παραγόντων και η δημοκρατική διάχυση (diffusion). Με λίγα λόγια, δημιουργείται ένα περιρρέον κλίμα δημοκρατίας.[16] Αυτή η διαδικασία δεν είναι ευθύγραμμη ούτε μονόδρομη και, εκτός των άλλων, δύσκολα επαναλαμβάνεται.[17] Ενδεχομένως η διαδικασία να είναι καμπυλόγραμμη, δηλαδή ενώ η σχέση οικονομικής ανάπτυξης και δημοκρατίας είναι θετική, ο βαθμός στον οποίο η τάση για εκδημοκρατισμό είναι αυξητική μειώνεται όσο επιτυγχάνονται υψηλότερα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης («κατώφλι της δημοκρατίας»). [18] Τέλος, υπάρχει και η περίπτωση της «σταδιακής» (“step relationship”)σχέσης, όπου από το δημοκρατικό «κατώφλι» και πέρα αρχίζει το στάδιο της «απογείωσης» (take-off) της δημοκρατίας.[19]

Όμως, πέρα από τις οικονομικές μεταβλητές άλλοι παράγοντες μεσολαβούν στη διαδικασία της δημοκρατικής μετάβασης. Η οικονομική ανάπτυξη προωθεί τον εκδημοκρατισμό μόνο με την έννοια ότι «επιφέρει αλλαγές στην πολιτική κουλτούρα και στην κοινωνική δομή».[20] Έτσι, μπορούμε να συνοψίσουμε τους παράγοντες που μαζί με το επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης συντελούν στον εκδημοκρατισμό: «…σχετικά υψηλό επίπεδο κατά κεφαλή εισοδήματος και πλούτου, μακροπρόθεσμη αύξηση του κατά κεφαλή εισοδήματος, υψηλός βαθμός αστικοποίησης, ραγδαία μειούμενος ή σχετικά μικρός αγροτικός πληθυσμός, μεγάλη επαγγελματική ποικιλομορφία, εκτεταμένη εγγραμματοσύνη, σχετικά μεγάλος αριθμός προσώπων που έχουν φοιτήσει σε ΑΕΙ…».[21] Όπως ήδη είδαμε ορισμένες από αυτές τις συνθήκες που περιγράφονται στην παραπάνω θέση είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται στην ελληνική περίπτωση: μακροπρόθεσμη αύξηση του κατά κεφαλή εισοδήματος (παρότι χαμηλό σε σχέση με τις υπόλοιπες δυτικοευρωπαϊκές χώρες), υψηλός βαθμός αστικοποίησης (λόγω εσωτερικής μετανάστευσης μετά τον εμφύλιο και τη σχετική εκβιομηχάνιση και ανάπτυξη υπηρεσιών), ραγδαία μειούμενος ή σχετικά μικρός αγροτικός πληθυσμός (αποτέλεσμα της εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης), μεγάλη επαγγελματική ποικιλομορφία (λόγω της μικρής ανάπτυξης βιομηχανικού προλεταριάτου και μεγάλης έκτασης των ελευθέρων επαγγελμάτων και των υπηρεσιών), εκτεταμένη εγγραμματοσύνη (ήδη από το 19ο αιώνα η Ελλάδα ήταν σε πολύ καλή θέση όσον αφορά τη μέση και ανώτατη εκπαίδευση λόγω των ιδιόμορφων τρόπων κοινωνικής ανάπτυξης)[22], σχετικά μεγάλος αριθμός προσώπων που έχουν φοιτήσει σε ΑΕΙ.[23]




[1]          
Έτος
Αριθμός
ανέργων
Ποσοστό
Ανεργίας
Αριθμός
Μεταναστών
προς εξωτερικό
Εργατικό δυναμικό
Απασχόληση
60
0,217
6,02
-0,026
3,629
3,412
1
0,215
5,90
-0,025
3,664
3,449
2
0,199
5,51
-0,029
3,628
3,430
3
0,182
5,11
-0,033
3,593
3,411
4
0,166
4,70
-0,036
3,557
3,391
65
0,172
4,95
-0,040
3,521
3,349
6
0,161
4,67
-0,007
3,449
3,288
7
0,149
4,39
-0,033
3,370
3,220
Πηγή: Tsaliki P. (1991) The Greek Economy: Sources of Growth in the Postwar Era. N.Y.: Praeger Publishers, σελ.72 (επεξεργασία στοιχείων από Labor Force Statistics, OECD, 1971 και 1988).
[2]           «…οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου στις κατασκευές (που περιλαμβάνουν τις κατοικίες) ανέρχονται σε 7,2% (1961-64) του ΑΕΠ (και 8,0% την περίοδο 1965-68) έναντι 2,9% και 3,3%) αντίστοιχα στη μεταποίησης.» Βλ. Καζάκος Π. (2000) «Η Ελληνική οικονομία, 1949-1967: Ανασυγκρότηση και  ανάπτυξη», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΣΤ΄, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών ΑΕ, σελ. 230-231.
[3]           Όπως αναφέρει ο Π. Καζάκος, (Στο ίδιο, 231) οι χημικές βιομηχανίες μεταξύ 1953 και 1963 αύξησαν την συμμετοχή τους στην μεταποίηση από 4,2% σε 7,8%, αυτή δε η αύξηση συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70.
[4]           Στην περίπτωση της χημικής βιομηχανίας συγκεντρώνεται και επενδύεται μεγάλο μέρος του ξένου κεφαλαίου που διεισδύει στον ελληνικό οικονομικό χώρο. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι το 81% των ξένων συνολικών κεφαλαίων συγκεντρώθηκε στους κλάδους των πετρελαιοειδών, των χημικών, αλλά και της μεταλλουργίας, των μεταφορικών μέσων και των ηλεκτρονικών συσκευών. Βλ. Σταματόπουλος Δ. (1986) «Ο δρόμος προς την αναπτυξιακή κρίση» στο Παλαιολόγος Ν. και Χαραλάμπης Δ. (επιμ.) Κοινωνικές τάξεις, κοινωνική αλλαγή και οικονομική ανάπτυξη στη Μεσόγειο. Διεθνές συνέδριο του Ιδρύματος Μεσογειακών Μελετών-Αθήνα 1984, Τόμος Β΄, σελ. 177-206.
[5]           Βλ. Jouganatos G. (1992) The Development of the Greek Economy, 1950-1991: An Historical, Empirical, and Econometric Analysis. Westport, CT: Greenwood Press
[6]           Όπως εκτιμούσε τότε ο ΟΟΣΑ κατά το 1963 το ποσοστό έφτανε το 54,7%. Βλ. Meynaud J. (2002) Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα. Β΄Τόμος. Βασιλική εκτροπή και Στρατιωτική δικτατορία. Αθήνα:  Σαββάλας, σελ. 215.
[7]           Στο ίδιο, σελ. 215.
[8]           Ανάλυση του Συνολικού Εθνικού Εισοδήματος * (σε εκατ. δραχμές)

Συνολικό εθνικό εισόδημα

Μισθοί και ημερομίσθια

Έτος

Γεωργία
Μη-γεωργ.

1961
101.560
26.135
34.231
33,7%
1962
106.784
25.509
37.332
35,0%
1963
119.089
29.861
40.780
34,2%
1964
133.887
32.491
46.648
34,8%
1965
152.457
37.661
53.710
35,2%
1966
168.224
40.206
61.384
36,5%
1967
181.051
41.188
68.601
37,9%
1968
194.773
38.197
76.794
39,4%
1969
219.677
41.561
85.915
39,1%
1970
246.643
45.355
95.913
38,9%
1971
275.664
50.425
107.713
39,1%
1972
315.816
59.332
124.814
39,5%
1973
410.735
84.657
150.675
36,7%
1974
485.912
96.874
184.078
37,9%
1975
564.831
106.568
226.740
40,1%
1976
694.477
130.688
287.193
41,4%
1977
802.477
134.754
358.698
44,7%
1978
959.680
168.993
445.370
46,4%
1979
1178.578
191.424
551.993
46,8%
1980
1438.261
257.332
671.244
46,7%
1981
1743.477
313.825
831.388
47,7%
1982
2153.076
405.785
1069.305
49,7%
1983
2489.713
439.114
1286.351
51,7%
1984
3034.101
562.107
1595.124
52,6%
1985
3698.558
677.655
1987.878
53,7%
Πηγή: Tsaliki P. (1991) The Greek Economy: Sources of Growth in the Postwar Era. N.Y.: Praeger Publishers σελ. 30. Επεξεργασία Θ.Τ.
[9]           Στο ίδιο, σελ. 218.
[10]          Βλ. Ζουμπουλάκης Μ. (2005). «Θεσμοί και μεταβολές στην ελληνική οικονομία» στο Κόλλιας, Χ., Ναξάκης, Χ. και Χλέτσος Μ, (επιμ.) Σύγχρονες προσεγγίσεις της ελληνικής οικονομίας. Αθήνα: Πατάκης, σελ. 40.
[11]          Βλ. Jouganatos G. (1992), ο.ε.π. σελ. 61-66
Έτος
Ρυθμός ανάπτυξης (%)
Πληθωρισμός (%)
1967
5,7
1,7
1968
7,2
0,3
1969
11,6
2,5
1970
8,9
3,0
1971
7,8
3,0
1972
10,2
4,3
1973
8,1
15,5
1974
-6,4
26,9
Πηγή: Καζάκος Π. (2001) Ανάμεσα στο κράτος και την αγορά. Αθήνα:  Πατάκη, σελ.268.
[13]         
Έτος
Αριθμός :ανέργων
Ποσοστό ανεργίας
Αριθμός μεταναστών προς το εξωτερικό
Εργατικό δυναμικό
Απασχόληση

1968

0.138

4.10

-0.038

3.401

3.263
1969
0.126
3.78
-0.067
3.391
3.265
1970
0.113
3.45
-0.039
3.323
3.210
1971
0.102
3.14
-0.022
3.267
3.165
1972
0.100
3.07
-0.001
3.258
3.158
1973
0.097
2.97
-0.042
3.311
3.214
1974
0.111
3.39
-0.020
3.301
3.190
Πηγή: Tsaliki P. (1991) The Greek Economy: Sources of Growth in the Postwar Era. N.Y.: Praeger Publishers, σελ.72 (επεξεργασία στοιχείων από Labor Force Statistics, OECD, 1971 και 1988). 
Έτος
Μέσος πραγματικός  μισθός (% μεταβολής)
1967
7,7
1968
9,5
1969
6,9
1970
5,6
1971
4,9
1972
8,0
1973
1,5
1974
-6,0
Πηγή: Καζάκος Π. (2001) Ανάμεσα στο κράτος και την αγορά. Αθήνα:  Πατάκη, σελ.277.
[15] Τα ενδιαφέροντα αυτά ερωτήματα προσπάθησαν να απαντήσουν μια σειρά μονογραφιών και συλλογικών εργασιών. Βλ. Maravall J.M. (1997) Regimes, Politics, and Markets: Democratization and Economic Change in Southern and Eastern Europe. Oxford, UK: Oxford University Press. Rueschemeyer D., Stephens E., and Stephens J. (1992) Capitalist Development and Democracy, Cambridge, Mass.: Polity Press.
[16] Βλ. Huntington S.P. (1991) The Third Wave: Democratization in the Late Twentieth Century. Norman, OK: University of Oklahoma Press.
[17] Άλλες μελέτες ανέδειξαν τη σύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης με τη δημοκρατία, είτε στην ασθενή εκδοχή της (ως σχετιζόμενης με την ανάπτυξη)  είτε στην ισχυρή (η ανάπτυξη προκαλεί τη δημοκρατία). Βλ. Lipset S. (1959) “Some Social Requisites for Democracy: Economic Development and Political Legitimacy”, The American Political Science Review, No.53 σελ. 69-105˙ Cutright P. and Wiley J.A. (1969) “Modernization and Political Representation: 1927-1966”, Studies in Comparative International Development, Vol.5, No. 2, σελ. 23-41. Υποστηρίζεται επίσης ότι εκτός από τη συσχέτιση οικονομικής ανάπτυξης και εκδημοκρατισμού σημαντική είναι και η χρονική στιγμή της ανάπτυξης (timing) καθώς οι χώρες που αναπτύχθηκαν καθυστερημένα έχουν προβλήματα δημοκρατικής σταθερότητας, βλ. Bollen K. (1979) “Political Democracy and the Timing of Development”, American Sociological Review, 44 (August), σελ. 572-587.
[18] Για περισσότερα σχετικά με τη σχέση οικονομικής ανάπτυξης και δημοκρατίας, βλ. Landman T. (2003) Issues and Methods in Comparative Politics: An Introduction, London and New York: Routledge, ιδίως σελ. 66-92.
[19] Βλ. Rostow W.W. (1961) The Stages of Economic Growth: A Non-communist Manifesto, Cambridge: Cambridge University Press καθώς και Landman T. (1999) “Economic Development and Democracy: The View from Latin America, Political Studies, Vol.14, No.1, σελ. 100-109.
[20] Βλ. Diamond L. (1992) “Economic Development and Democracy Reconsidered”, in Marks G. and Diamond L. (eds), Reexamining Democracy: Essays in Honour of Seymour Martin Lipset, Thousand Oaks, CA and London: Sage, σελ. 109.
[21] Dahl R. (1989) Democracy and its critics, New Haven: Yale University Press, σελ. 251.
[22]          Αυτό δεν σημαίνει ότι από το 19ο αιώνα υπάρχει μικρός βαθμός αγραμματοσύνης. Η εννιάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση καθιερώθηκε πολύ αργά στη δεκαετία του 1980 και ακόμη εκκρεμεί ως διεκδίκηση η ενιαία υποχρεωτική δωδεκάχρονη εκπαίδευση. Βλ. Τσουκαλάς (1975) Εξάρτηση και αναπαραγωγή. Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα (1830-1922), Αθήνα:  Θεμέλιο
[23]          Ήδη από τη δεκαετία του 1920 η Ελλάδα διέθετε δύο πανεπιστήμια (Αθήνας και Θεσσαλονίκης) ενώ ως τη μεταπολίτευση του 1974 είχαν προστεθεί τα πανεπιστήμια Πατρών, Ιωαννίνων και Θράκης, χώρια οι ανώτερες τεχνικές και επαγγελματικές σχολές (ΚΑΤΕΕ). Ανεξαρτήτως της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης, των ειδικοτήτων (κυριαρχία των Νομικών και λοιπών θεωρητικών σχολών) και της έλλειψης χρηματοδότησης της δημόσιας ανώτατης παιδείας, ήδη υπήρχε μια αρκετά ισχυρή φοιτητική κοινωνική κατηγορία που μπορούσε να προσδώσει ένα κινηματικό χαρακτήρα στις κοινωνικές διεκδικήσεις κάτι που φάνηκε στην προδικτατορική περίοδο με τους αγώνες για το «15% στην Παιδεία» και το «114» και στη διάρκεια της δικτατορίας με τη συμμετοχή φοιτητών/τριών στο αντιδικτατορικό κίνημα με αποκορύφωμα την εξέγερση του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο 1973. 

Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)

 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)                                                                    του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...