Tuesday, February 14, 2006

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΛΕΣΧΗΣ ΗΛΙΟΥΠΟΛΗΣ
Κυριακή, 5/2/2006



Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΘΕΩΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ

του Θανάση Τσακίρη


Το βιβλίο του Πάνου Τότσικα αποτελεί για εμάς στην Ηλιούπολη που ασχολούμαστε με την πολιτική κοινωνιολογία βιβλίο αναφοράς γιατί είναι ένας ιστορικός καθρέφτης των τοπικών κοινωνικών κινημάτων της πόλης. Όμως, για εμάς που δεν βολευόμαστε με μια αποστειρωμένη επιστημονική, κατά τα άλλα, ανάλυση αλλά βουτάμε για να κολυμπήσουμε στο αρχιπέλαγος των κοινωνικών κινημάτων με ακτιβιστική λογική, το βιβλίο του Πάνου είναι βασικό εφόδιο.

Τα κοινωνικά κινήματα είναι που συχνά πρώτα αρθρώνουν λόγο για νέα πολιτικά ζητήματα και ιδέες, αναγκάζοντας έτσι όσους βρίσκονται στο εσωτερικό του πολιτικού συστήματος να αναγνωρίσουν νέους κοινωνικούς φόβους ή/και ανάγκες και επιθυμίες.


Ο στόχος της κοινωνικής αλλαγής με κατεύθυνση την κοινωνική δικαιοσύνη είναι ο στόχος μας. Αλλά δεν είναι τα κινήματα οι μοναδικές πηγές κοινωνικής αλλαγής. Είναι και οι επίσημες οργανώσεις όπως η κρατική διοίκηση, η τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση αλλά και οι μεγάλες επιχειρηματικές μονάδες, οι corporations, που επινοούν νέους τρόπους απόκτησης κερδών από το μόχθο των εργαζομένων και νέα προϊόντα και υπηρεσίες καθώς και νέους τρόπους προώθησης αυτών των προϊόντων και υπηρεσιών στην αγορά. Ας θυμηθούμε το Φορντισμό και τον Ταιηλορισμό και τις κοινωνικές αλλαγές που επέφεραν ή ας δούμε τα σημερινά πρότυπα οργάνωσης της εργασίας, δηλαδή το νεοφορντισμό και το μεταφορντισμό, τις νέες τεχνολογίες της πληροφορικής και τους τρόπους με τους οποίους διαμορφώνουν και ανασυγκροτούν τις κοινωνικές σχέσεις. Αυτές, λοιπόν, οι μεταβολές επιφέρουν αλλαγές και αναστατώσεις στη ζωή των ανθρώπων οι οποίοι με τη σειρά τους αντιδρούν δημιουργώντας κοινωνικά κινήματα. Συνεπώς, όλες αυτές οι οργανώσεις δεν παράγουν μόνο τεχνικές αλλαγές αλλά συντελούν, συνήθως ανεπιθύμητα (παράπλευρες ζημίες), στις κοινωνικές αλλαγές και στον τρόπο ζωής και στις αξίες των ανθρώπων.

Πώς μελέτησαν οι κοινωνικοί επιστήμονες τα κοινωνικά κινήματα; Πώς εξελίχθηκε η σκέψη περί αυτών ιστορικά;

Εκτός από τον Κάρολο Μαρξ και τον Φρήντριχ Ένγκελς που θεωρούσαν ότι οι δομικές αντιθέσεις του καπιταλιστικού συστήματος παραγωγής αναγκαστικά δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη του εργατικού και του κομμουνιστικού κινήματος, ως το 1960 οι ενασχολούμενοι με τα κοινωνικά κινήματα λόγιοι τρόμαζαν μ’ αυτά, ακόμη και η μεγάλη μορφή της πολιτικής φιλοσοφίας Χάνα Άρεντ. Τα θεωρούσαν κινήσεις επικίνδυνων όχλων που δρούσαν παράλογα, ακολουθούσαν τυφλά δημαγωγούς που είτε ξεπηδούσαν απ’ αυτά είτε τα εκμεταλλεύονταν για δικούς τους σκοπούς.

Κατά το 19ο αιώνα ήταν τα πλήθη των πόλεων που ζητούσαν καλύτερες συνθήκες εργασίας για τους εργάτες, δικαίωμα ψήφου για τους μη κατέχοντες πλούτη και γενικότερα καλύτερες συνθήκες ζωής που σήμερα θεωρούμε δεδομένες. Όμως, σύμφωνα με τους λόγιους της εποχής εκείνης, τα πλήθη μετασχημάτιζαν τους ανθρώπους σε μη σκεπτόμενα αυτόματα. Για αρκετές δεκαετίες, ακόμη και ως τα μέσα του 20ου αιώνα, έχοντας και το ναζιστικό εφιάλτη να στοιχειώνει τη σκέψη τους, οι περισσότεροι λόγιοι θεωρούσαν παράλογα και τρομακτικά τα κοινωνικά κινήματα που δρούσαν εκτός των τυπικών θεσμοποιημένων πλαισίων και διαύλων πολιτικής επικοινωνίας.

Στη δεκαετία του 1960, όμως, αλλάζει ριζικά η αντιμετώπιση των κινημάτων. Μεγάλος αριθμός προνομιούχων ανθρώπων (φοιτητόκοσμος ή γενικώς άνθρωποι με πανεπιστημιακή μόρφωση) άρχισαν να δείχνουν συμπάθεια για τις προσπάθειες των μη προνομιούχων κοινωνικών στρωμάτων για την κατάκτηση ελευθεριών και δικαιωμάτων και για τη βελτίωση της οικονομικής και γενικότερα υλικής θέσης τους. Έτσι διατυπώνονται νέες θεωρίες για τα κοινωνικά κινήματα μακριά από τη λογική του όχλου. Για παράδειγμα, το 1965 ο Μάνκουρ Όλσον έγραψε το βιβλίο Η Λογική της Συλλογικής Δράσης με το οποίο οι συμμετέχοντες στις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας θεωρούνται πλέον ορθολογιστικά όντα που ζυγίζουν προσεκτικά τα κόστη και τα οφέλη των επιλογών τους. Διατύπωσε τη θεωρία του «τσαμπατζή» σύμφωνα με την οποία το μεμονωμένο μέλος μιας μεγάλης οργάνωσης βρίσκεται σε θέση τέτοια ώστε να μπορεί να περάσει απαρατήρητη η τυπική, και όχι ουσιαστική, συμμετοχή του στις δραστηριότητές της ενώ ταυτόχρονα να απολαμβάνει τα άνευ κόπου ωφελήματα. Παρ’ ότι ο Όλσον θεωρεί τα άτομα συμφεροντολόγα και εγωιστικά, η σημασία της δουλειάς του έγκειται στο ότι διαλύει οριστικά τους μύθους περί του φύσει παράλογου χαρακτήρα των κοινωνικών κινημάτων.

Λίγα χρόνια αργότερα οι Τζων ΜακΚάρθυ και Μάγιερ Ζαλντ θεώρησαν ότι οι τυπικές επίσημες οργανώσεις αποτελούν την καρδιά των πυρήνα των κοινωνικών κινημάτων. Οι οργανώσεις αυτές δρουν όπως δρουν οι εταιρείες, δηλαδή προσπαθούν να συσσωρεύσουν πόρους, να προσλάβουν προσωπικό -έστω και αν αυτό δεν αποδέχεται τις αρχές και τους στόχους της οργάνωσης-, ή να πουλήσουν την άποψή τους σε πιθανά μέλη και χρηματοδότες. Επίσης, ανταγωνίζονται η μία την άλλη για την προσέλκυση χρηματοδοτών. Δημιουργείται έτσι ο κλάδος ή η βιομηχανία των κοινωνικών κινημάτων. Λόγω της εμμονής τους αυτής να θεωρούν ότι οι οργανώσεις αποσκοπούν στην εξασφάλιση προσωπικού, χρόνου και χρήματος, η θεωρία τους αποκλήθηκε «προσέγγιση της κινητοποίησης πόρου» και αποτελεί μια νέου τύπου οικονομική θεωρία περί κινημάτων.

Άλλοι ερευνητές της εποχής εκείνης ανακάλυψαν τον πολιτικό χαρακτήρα των κοινωνικών κινημάτων κυρίως επειδή τα κινήματα της εργατικής τάξης και για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα απευθύνονταν άμεσα στο κράτος για την επίλυση προβλημάτων και τη διεκδίκηση των αιτημάτων τους. Αυτή η θεώρηση ονομάστηκε «θεωρία της πολιτικής διαδικασίας». Τα κινήματα θεωρούνται κατ’ ουσίαν ορθολογικά και κάτι παραπάνω από τη συνήθη πολιτική παρέμβαση με μη θεσμικά μέσα.

Αυτές οι θεωρίες που προαναφέραμε έχουν ως κοινό στοιχείο την αναγνώριση του ορθολογικού χαρακτήρα των συμμετεχόντων που προωθούν και προστατεύουν τα εκάστοτε συμφέροντά τους. Λόγω της αντίληψης περί σχέσης κοινωνικών κινημάτων και κράτους, η θεωρία της πολιτικής διαδικασίας εστιάζεται στην έννοια της σύγκρουσης (conflict) καθώς και στα εξωτερικά περιβάλλοντα των κοινωνικών κινημάτων. Εξηγούν, δηλαδή, την εμφάνιση και ανάδειξη των κινημάτων ως αποτέλεσμα των «ευκαιριών» που παρέχει το κράτος, όπως το χαλάρωμα των καταπιεστικών κατασταλτικών μηχανισμών, η διάσπαση της ενότητας των αρχουσών πολιτικών και οικονομικών ελίτ κ.ο.κ.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, άρχισε να αναδεικνύεται μια ακόμη αγνοημένη πλευρά των κοινωνικών κινημάτων, δηλαδή η πολιτισμική διάσταση και η κουλτούρα. Εκτός από τον ορθολογικό χαρακτήρα των συμμετεχόντων στα κινήματα διαμαρτυρίας έπρεπε να ιδωθεί η πλευρά της δημιουργίας συμβόλων, ιδεολογικών πλαισίων, της προσπάθειας να πειστούν οι άνθρωποι ότι όντως έχουν παράπονα να διατυπώσουν καθώς και της προσπάθειας να καθιερωθεί ένα αίσθημα αλληλεγγύης μεταξύ των συμμετεχόντων. Διακρίνουμε δύο αλληλένδετες διαδικασίες. Πρώτον, τη διαδικασία πλαισίωσης των ζητημάτων κατά τρόπο τέτοιο ώστε τα άτομα που είναι εν δυνάμει στρατολογήσιμα να τα κατανοούν (ακόμη και το σύνολο των ψηφοφόρων έχει αυτή την πολιτική ανάγκη). Δεύτερον, τη διαδικασία δημιουργίας «συλλογικής ταυτότητας» που μπορούν οι οργανωτές να χρησιμοποιήσουν ή να δημιουργήσουν εξαρχής για να προσελκύσουν ή να εξάψουν το ενδιαφέρον και τη φαντασία. Οι ακτιβιστές/τριες που μπορούν να πολιτικοποιήσουν μια προϋπάρχουσα ταυτότητα έχουν περισσότερε ς δυνατότητες επιτυχίας στην κινητοποίηση του κοινού, όπως έκαναν οι μαύροι φοιτητές στις νότιες πολιτείες των ΗΠΑ στη δεκαετία του 1960 και οι οποίοι θωρούσαν ότι ήταν μέσα στο πλαίσιο των δυνατοτήτων τους να καθοδηγήσουν το κίνημα για την διεκδίκηση των πολιτικών δικαιωμάτων σε πιο ριζοσπαστική και μαχητική κατεύθυνση από αυτή της λογικής του «μπαρμπα-Θωμά». Στις περιπτώσεις της δημιουργίας συλλογικής ταυτότητας χωρίς στήριξη σε κάποια προηγούμενη ανήκει αυτή του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος του 20ού αιώνα που πόνταρε στην αίσθηση της συλλογικής αδικίας σε βάρος της νεογέννητης εργατικής τάξης των πόλεων στα πλαίσια της ραγδαίας καπιταλιστικής ανάπτυξης.

Πρόσφατα ανακαλύφθηκαν νέες διαστάσεις των κοινωνικών κινημάτων με αφορμή τα κινήματα όπως το οικολογικό ή το κίνημα ενάντια στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και την ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση του εμπορίου, το κίνημα για μια εναλλακτική παγκοσμιοποίηση και κατά της παγκόσμιας φτώχειας. Αυτή η διάσταση είναι η παγκόσμια, ιδιαίτερα σε μια εποχή που τα ρίσκα διαχέονται από χώρα σε χώρα.

Ακόμη πιο πρόσφατα ανακαλύφθηκαν και τονίστηκαν οι συναισθηματικές όψεις της διαμαρτυρίας. Μια σειρά από πολυσύνθετα αισθήματα και συναισθήματα συνοδεύουν το σύνολο της κοινωνικής ζωής, όμως στην περίπτωση των κοινωνικών κινημάτων γίνονται ευκρινέστερα. Οι οργανωτές/τριες πρέπει να εγείρουν συναισθήματα θυμού, οργής και συμπάθειας, να χειρίζονται τα αισθήματα φόβου και τις αγωνίες. Ορισμένες φορές αυτά τα αισθήματα φόβου και αγωνίας πρέπει να αντιμετωπιστούν προτού αρχίσουν οι άνθρωποι να διαδηλώνουν τη διαμαρτυρία τους. Είναι επίσης σύνηθες το φαινόμενο οι οργανωτές/τριες να προσφέρουν ορισμένες εκδηλώσεις χαράς και ενθουσιασμού στους συμμετέχοντες ώστε να νοιώθουν ότι συμμετέχουν σε ένα κίνημα ανθρώπων που εκτός από την καθαρή λογική διαθέτουν και ευαισθησία.

Ένα ακόμη χαρακτηριστικό της έρευνας για τα κοινωνικά κινήματα είναι ότι οι μελετητές τους δεν μένουν ανεπηρέαστοι από όσα βλέπουν να συμβαίνουν γύρω τους. Οι ταραχές στις πόλεις του 19ου αιώνα έστρεψαν την προσοχή των ερευνητών στο χαρακτήρα του πλήθους. Στη δεκαετία του 1950 μεγάλο μέρος της έρευνας στάθηκε στη «μαζική κοινωνία» και στο πώς υποτάχθηκε στους ναζιστές, στους φασίστες και τους σταλινικούς (αυτό δεν σημαίνει ότι ο τελευταίος ταυτίζεται με τους πρώτους). Οι αγώνες για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα και την κρατική-συνταγματική κατοχύρωσή τους έστρεψαν πολλούς ερευνητές στην πολιτική διαδικασία. Οι ερευνητές της δεκαετίας του 1960 ήταν σε πολλές περιπτώσεις οι ίδιοι συμμετέχοντες στα κοινωνικά κινήματα και ήταν πολύ λογικό να παρουσιάζουν τα μέλη των κινημάτων ως ορθολογικά και όχι ως παράλογα όντα. Όμως, πολλοί αγώνες στη δεκαετία του 1960 και μετέπειτα αφορούσαν τον τρόπο ζωής, τα πολιτισμικά νοήματα και έτσι αργά ή γρήγορα οι ερευνητές θα ερευνούσαν τα κινήματα της νεολαίας, των γυναικών, των ομοφυλοφίλων, του πολιτισμού, των γραμμάτων και των τεχνών, του αθλητισμού κ.ο.κ. Έτσι καθώς σήμερα βιώνουμε την εποχή της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης μελετάμε τα κινήματα της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης ή/και αντιπαγκοσμιοποίησης, τα φονταμενταλιστικά θρησκευτικά ή εθνοτικά/αποσχιστικά κινήματα , τα κινήματα ταυτότητας. Η 11η Σεπτεμβρίου και οι παρόμοιες τρομοκρατικές ενέργειες που ακολούθησαν, το κίνημα των φονταμενταλιστών ευαγγελιστών στις ΗΠΑ, τα αντιπολεμικά κινήματα σε Ευρώπη και Αμερική είναι επίσης μια ομάδα ενδιαφερουσών ερευνών έστω και αν ενδεχομένως θέτουμε σε κίνδυνο ακόμη και την ίδια μας τη ζωή ως ερευνητές. Η κοινωνική και πολιτική έρευνα μας θέλει να είμαστε συμμετοχικοί παρατηρητές και όχι αποστειρωμένοι επιστήμονες κλεισμένοι στους τέσσερις τοίχους ενός εργαστηρίου ή ενός γραφείου. Πρέπει να είμαστε ενεργό κομμάτι των κινημάτων.

Γι’ αυτό, θα ήθελα να κλείσω την παρέμβασή μου, στο σημείο, αυτό, τονίζοντας ότι αν θέλουμε να συμβάλλουμε αποτελεσματικά στη συγκρότηση, την οργάνωση και την επιτυχή δράση των κοινωνικών κινημάτων, είναι χρέος μας να έχουμε διαρκώς υπόψη μας τα στοιχεία που σύμφωνα με τον θεωρητικό των κοινωνικών κινημάτων και ακτιβιστή Τσαρλς Τίλλυ χαρακτηρίζουν τα επιτυχημένα κινήματα: Αξιοσύνη, Ενότητα, Πολυάριθμο και Δέσμευση των συμμετεχόντων. Με άλλα λόγια, εναλλακτικό και αξιόπιστο σύστημα αξιών, ενότητα όσον αφορά τη δράση στηριγμένη πάνω σε βασικές αρχές, μαζικότητα και υπευθυνότητα των συμμετεχόντων. Αλλιώς, η κατάληξή τους θα είναι άλλη μια ταινία του Κουέντιν Ταραντίνο τύπου Pulp Fiction.

No comments:

Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)

 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)                                                                    του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...