Sunday, December 20, 2020

Τι πρέπει να ξέρουμε για την Πρωτομαγιά --Του Λήο Πάνιτς

 




Τι πρέπει να ξέρουμε για την Πρωτομαγιά

 

Του Λήο Πάνιτς*


Πάνω από 100 χρόνια η Πρωτομαγιά συμβολίζει τους κοινούς αγώνες των εργατών σε ολόκληρο τον πλανήτη. Γιατί αγνοείται κατά κύριο λόγο στη Βόρεια Αμερική; Η απάντηση βρίσκεται εν μέρει στην επί μακρόν απώθηση από την ίδια την αμερικανική εργατική τάξη του ριζοσπαστικού παρελθόντος της, από το οποίο ουσιαστικά προήλθε η διεθνής Πρωτομαγιά.

 

Οι σπόροι ρίχτηκαν κατά τον αγώνα για το 8ωρο.  Την 1η Μαΐου 1886, εκατοντάδες χιλιάδες Βορειοαμερικανοί εργάτες κατέβηκαν σε απεργία.  Στο Σικάγο, η διαδήλωση εξελίχθηκε σε εκστρατεία υποστήριξης των εργατών ενός μεγάλου εργοστασίου κατασκευής αγροτικών εργαλείων, όπου η εργοδοσία είχε κηρύξει  λοκ-άουτ κατά των εργατών λόγω συνδικαλιστικής τους δράσης.  Στις 3 Μαΐου κατά τη διάρκεια μιας σκληρής μάχης ανάμεσα σε ομάδα απεργιακής περιφρούρησης και απεργοσπαστών η αστυνομία πυροβόλησε εναντίον δύο εργατών.  Σε πορεία διαμαρτυρίας την επόμενη ημέρα στην Πλατεία Χέιμαρκετ, πετάχτηκε μια βόμβα ενάντια στους αστυνομικούς, που, με τη σειρά τους, απάντησαν πυροβολώντας αδιάκριτα κατά του πλήθους.  Οχτώ αναρχικοί ηγέτες συνελήφθησαν, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο (αργότερα δόθηκε χάρη σε τρεις από αυτούς).

 

Αυτά τα γεγονότα προκάλεσαν διεθνείς διαμαρτυρίες και το 1889 το πρώτο συνέδριο των νέων σοσιαλιστικών κομμάτων που συνδέονταν με την Δεύτερη Διεθνή (διάδοχος της Πρώτης Διεθνούς που οργανώθηκε από τον Καρλ Μαρξ στη δεκαετία 1860-1870) κάλεσε τους απανταχού εργάτες σε μια ετήσια ημερήσια απεργία την 1η Μαΐου – όχι τόσο για τη διεκδίκηση συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων αλλά ως ετήσια επίδειξη της εργατικής αλληλεγγύης και δύναμης της εργατικής τάξης. 

 

Η Πρωτομαγιά ήταν ταυτόχρονα προϊόν και στοιχείο της ραγδαίας ανάπτυξης των νέων μαζικών εργατικών κομμάτων της Ευρώπης – που σύντομα επέβαλαν την επίσημη αναγνώριση αυτής της «εργατικής γιορτής» από εργοδότες και κυβερνήσεις. Όμως, η Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας (AFL) τρομοκρατημένη από την φιλολογία περί «ερυθράς απειλής» που ακολούθησε τα γεγονότα του Χέιμαρκετ συμβάδισε με αυτούς που αντιτάσσονταν στον εορτασμό της Πρωτομαγιάς. Αντιθέτως, το 1894, αποδέχθηκε το διάταγμα του προέδρου Γκρόβερ Κλήβελαντ που όριζε ως ετήσια Ημέρα της Εργατικής Τάξης την πρώτη Δευτέρα του Σεπτεμβρίου. Ένα μήνα αργότερα, η Καναδική κυβέρνηση του Σερ Ρόμπερτ Τόμπσον έθεσε σε εφαρμογή παρόμοιο νόμο περί Ημέρας της Εργατικής Τάξης.

 

Από τότε κι ύστερα, η Πρωτομαγιά και η Ημέρα της Εργατικής Τάξης εκφράζουν στη Βόρεια Αμερική τα δύο πρόσωπα της πολιτικής παράδοσης της εργατικής τάξης, από τα οποία το ένα συμβολίζει την επαναστατική προοπτική της και το άλλο τη μακρόχρονη επιδίωξή της για μεταρρυθμίσεις και αξιοπρέπεια. Με την υποστήριξη του κράτους και του επιχειρηματικού κόσμου κυριάρχησε το δεύτερο – όμως, ποτέ δεν κατεστάλη εντελώς η ριζοσπαστική της παράδοση.

 

Αυτή η ριζοσπαστική Πρωτομαγιάτικη παράδοση πουθενά δεν περιγράφεται με τόσο εξαίσιο τρόπο όσο στο μνημειώδες βιβλίο του Μπράιαν Πάλμερ με τίτλο Cultures of Darkness: Night Travels in the Histories of Transgression [From Medieval to Modern] Monthly Review Press, 2000, [Κουλτούρες του σκότους, Μετ. Τρισεύγενη Παπαϊωάννου, Σαββάλας, υπό έκδοση].

 

Ο Πάλμερ, ένας από τους σημαντικότερους Καναδούς ιστορικούς της εργατικής τάξης, έχει  κάνει τα περισσότερα απ’ όλους για την ανακάλυψη και την ανάλυση της κουλτούρας αντίστασης που ανέπτυξαν οι εργαζόμενοι στην ταξική τους πάλη από τα κάτω.  Ασκεί έντονη κριτική στους ηγέτες του εργατικού κινήματος που απευθύνονται σ’ εκείνα τα στοιχεία της κουλτούρας της εργατικής τάξης που επιδιώκουν την τεχνητή αστική αξιοπρέπεια.

 

Ανάμεσα στα κεφάλαια για τους χωρικούς και τις μάγισσες της ύστερης φεουδαρχίας, για τους πειρατές και τους σκλάβους κατά την άνοδο του εμπορικού ιμπεριαλισμού, για τα μέλη των αδελφοτήτων και τους αναρχικούς των νέων πόλεων του βιομηχανικού καπιταλισμού, για τις λεσβίες, τους ομοφυλόφιλους και τους κομμουνιστές επί φασισμού, και για τη μαφία, τις νεανικές συμμορίες και τις φυλετικές ταραχές, τη τζαζ, τους μπήτνικς και τους μποέμ στο σύγχρονο καπιταλισμό των ΗΠΑ, υπάρχουν δύο κεφάλαια που αφηγούνται με τρόπο έξοχο την ιστορία της Πρωτομαγιάς.

 

Το πρώτο τοποθετεί το Χέιμαρκετ στο πλαίσιο των φόβων της Βικτοριανής αστικής τάξης για εκείνο που αποκαλούσε «επικίνδυνες τάξεις». Η αφήγηση αυτή επιβεβαιώνει τον κεντρικό ρόλο «του αναρχο-κομμουνιστικού κινήματος στο Σικάγο που ευλογήθηκε να έχει ταλαντούχους ηγέτες, αφοσιωμένα μέλη και τον πιο ενεργό αριστερό τύπο της χώρας. Οι επικίνδυνες τάξεις εξελίσσονταν σε πραγματικές επικίνδυνες τάξεις.»

 

Το άλλο κεφάλαιο, μια έρευνα για τις «Γιορτές της Επανάστασης» τοποθετεί «την εορταστική Πρωτομαγιά, μια γιορτινή σύλληψη της πρωτοβουλίας της εργατικής τάξης που συμπεριέλαβε τα αιτήματα για λιγότερες ώρες εργασίας, βελτίωση των συνθηκών εργασίας και τη σοσιαλιστική κινητοποίηση και οργάνωση» στο πλαίσιο της παραδοσιακής ατζέντας του κινήματος της ταξικής σύγκρουσης.

 

Κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, έλαβαν χώρα κομμουνιστικές επαναστάσεις στο όνομα της εργατικής τάξης και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα συχνά αναδεικνύονταν στην κυβέρνηση με εκλογές. Με τους δικούς τους διαφορετικούς τρόπους, και οι δύο χρησιμοποίησαν την Πρωτομαγιά για τους σκοπούς του κράτους. Προτού λήξει ο 20ός αιώνας τα κομμουνιστικά καθεστώτα κατέρρευσαν εν μέσω εσωτερικών αντιφάσεων ανάμεσα στον αυταρχισμό και το δημοκρατικό περιεχόμενο του σοσιαλισμού ενώ τα σοσιαλδημοκρατικά, παγιδεύτηκαν στις εσωτερικές αντιφάσεις ανάμεσα στο κράτος πρόνοιας και τις ολοένα και πιο ισχυρές αγορές κεφαλαίου και προσαρμόστηκαν στο νεοφιλελευθερισμό και αποκήρυξαν ανοιχτά την παλιά «εργατική τάξη» και το κίνημά της.

 

Όσον αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες, η τραγική κληρονομιά της καταστολής του ριζοσπαστικού παρελθόντος της εργατικής τάξης τους είναι μια ολοένα και πιο αποσυνδικαλιστικοποιούμενη εργατική τάξη που κινητοποιείται από φονταμενταλιστικές χριστιανικές εκκλησίες.  Συγκριτικά ο Καναδάς τα πάει καλύτερα με το Νέο Δημοκρατικό Κόμμα [ΣτΜ. Πρόκειται για το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα του Καναδά] και με συνδικαλιστική πυκνότητα γύρω στο 30%.

 

Οι εργατικές τάξεις έχουν υποστεί τη μία ήττα μετά την άλλη σ’ αυτή την εποχή της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης. Από την άλλη όμως βρίσκονται σε διαδικασία μετασχηματισμού τους. Το αποδεκατισμένο βιομηχανικό προλεταριάτο του Βορρά αντικαθίσταται από ένα μεγαλύτερο βιομηχανικό προλεταριάτο στον Νότο.  Και στις δύο περιοχές, μια νέα εργατική τάξη βρίσκεται ακόμη υπό διαμόρφωση στους νέους τομείς των υπηρεσιών και της επικοινωνίας που αυγατίζουν με τον παγκόσμιο καπιταλισμό (κι όπου η οκτάωρη εργασία είναι συχνά άγνωστη). Εδώ και 20 χρόνια πληθαίνουν τα συνδικαλιστικά κινήματα και τα κόμματα εργατών από την Πολωνία ως την Κορέα και από τη Νότια Αφρική ως τη Βραζιλία. 

 

Ακόμη δύο βιβλία του εκδοτικού οίκου Monthly Review Press – της Ursula Huw με τίτλο The Making of a Cybertariat (2003) και του  Daniel Singer με τίτλο Whose Millennium? Theirs or Ours? (1999) – δεν ασχολούνται με την Πρωτομαγιά αυτή καθαυτή αλλά συλλαμβάνουν πολύ καλά αυτόν τον παγκόσμιο οικονομικό και πολιτικό μετασχηματισμό.  Με ψυχραιμία αλλά και με έμπνευση αναλύουν τους λόγους για τους οποίους η Πρωτομαγιά ακόμη συμβολίζει τον αγώνα για ένα μέλλον πέρα από τον καπιταλισμό και δεν μένουν απλώς σ’ ένα φόρο τιμής στους αγώνες του παρελθόντος.

 

   Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στις 30.4.2005 στην εφημερίδα Globe and Mail του Καναδά. Μετάφραση: Θανάσης Τσακίρης

 

 


No comments:

Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)

 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)                                                                    του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...