Sunday, June 10, 2018

Tsakthan Weekly 11/6/18 -- Μια ουτοπία την έχουμε

ΣΤΟΝ ΣΥΜΠΟΛΙΤΗ ΜΑΣ ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΗ ΔΙΑΝΟΟΥΜΕΝΟ ΣΤΕΛΙΟ ΜΠΑΜΠΑ




Ο Άνθρωπος είναι ένα ον που ζει σε δυο κόσμους, τον εξωτερικό και τον εσωτερικό. Ο πρώτος είναι ο πραγματικός φυσικός κόσμος, ενώ ο δεύτερος είναι ο κόσμος του μυαλού και των ιδεών, ή ο υποκειμενικός κόσμος των φιλοσόφων και ο πνευματικός των θεολόγων. Είναι οι φιλοσοφίες, οι φαντασιοκοπίες, οι προβολές, οι εικόνες και οι δοξασίες που έχουν αποτέλεσμα την διαμόρφωση της συμπεριφοράς των ανθρωπίνων όντων.
Στο φυσικό κόσμο ο άνθρωπος υπάρχει και ζει «υποχρεωτικά» και μόνο αν αφαιρέσει τη ζωή του αποκόπτεται από αυτόν. Το υλικό φυσικό περιβάλλον αποτελεί το υπόστρωμα της καθημερινής μας ζωής, η Γη. Ο κόσμος του μυαλού και των ιδεών αντιστοιχεί στον Ουρανό. Μια ιδέα, μια θεωρία, μια δεισιδαιμονία είναι γεγονότα στέρεα όσο οι άνθρωποι συνεχίζουν να ρυθμίζουν τις πράξεις τους βάσει αυτών.
Δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια τάση ή προδιάθεση να δημιουργούν και να κατασκευάζουν νοητές ιδεώδεις καταστάσεις είτε επιστροφής σε μυθικά παρελθόντα χρόνια ούτε φυγής στο μέλλον. Οι ουτοπίες δεν ταιριάζουν σε εκείνους τους ανθρώπους οι οποίοι με βάση τους περιορισμούς τους έχουν επεξεργαστεί μιαν «επαρκή» απάντηση σε ένα περιβάλλον και με αυτή πορεύονται στην τρέχουσα φυσική πραγματική ζωή. Όμως, αυτή η ζωή τους είναι μισή γιατί δεν σκοτίζονται για ο,τιδήποτε κι οποιονδήποτε δε σχετίζεται και δεν ανήκει στον πολύ στενό κύκλο τους. Δεν έχουν ποτέ αντικρίσει κατάματα τα «φωτεινά μάτια του κινδύνου».
Υπάρχουν τρεις τρόποι αντιμετώπισης των διαρκών δυσκολιών και παρεμποδίσεων. O άνθρωπος:
Α. το βάζει στα πόδια,
Β. θα προσπαθήσει να τα βγάλει πέρα,
Γ. θα επιτεθεί
Στην τρίτη περίπτωση θα μπορούσαμε να εντάξουμε την περίπτωση της «ουτοπίας».
Ποια είναι η μικρότερης εμβέλειας «ουτοπία»; Ο Λούις Μάμφορντ παρατήρησε ότι ένας εργάτης σε ένα εργοστάσιο χάρτου πίσω από την βρόμικη και άχαρη μηχανή του είχε κολλήσει τη φωτογραφία μιας ηθοποιού. Μερικές δεκαετίες αργότερα ένας μηχανικός αυτοκινήτων σ’ ένα συνεργείο θα έβαζε στον τοίχο του τη φωτογραφία μιας ημίγυμνης στάρλετ που θα ήταν ενδεχομένως η Μις Καλοκαίρι του ημερολογίου τοίχου. Σήμερα ένας κομπιουτεράς δημιουργός λογισμικού φτιάνει άπειρες φανταστικές ψηφιακές γυναίκες για screen saver της οθόνης του. Αυτή είναι η επιθυμία που ξορκίζουν ορισμένες θρησκείες και τις εξορίζουν στην μεταθανάτια ζωή. Παλιά οι κινηματογράφοι κάθε βράδυ γέμιζαν με άνδρες και γυναίκες που ήθελαν να ονειρευτούν ότι κάποιος/α όμορφος/η ηθοποιός μπορούσε να τους/τις αγαπήσει και να γλιτώσουν από την πεζότητα των καθημερινών τους συνηθειών και περιορισμών. Τώρα άδειασαν οι κινηματογράφοι και γέμισαν οι τσάντες των ανθρώπων με iPad και iPhone κι οι τσέπες των κατασκευαστών, των εταιριών online προβολής ταινιών και των δημιουργών του Σουλεϊμάν που καθηλώνει τον /την τηλεθεατή/τρια ,καθώς και με την μικροουτοπία του Surviver.
Σύμφωνα με τον Ανατόλ Φρανς, «δίχως τους ουτοπικούς των άλλων καιρών οι άνθρωποι θα εξακολουθούσαν να ζουν άθλιοι και γυμνοί στα σπήλαια. Ουτοπικοί χάραξαν τις γραμμές της πρώτης πόλης. …Από γενναιόδωρα όνειρα έρχονται ευεργετικές πραγματικότητες. Η ουτοπία είναι η βασική αρχή κάθε προόδου, και η απόπειρα για ένα καλύτερο μέλλον».
Οι ουτοπικοί χωρίζονται σε δυο κατηγορίες: πρακτικοί και ιδεαλιστές. Αυτό που κάνει υποφερτό τον πραγματικό είναι οι ουτοπίες μας. Εν τέλει οι άνθρωποι ζουν στις πόλεις και τα μέγαρα των ονείρων τους.Μπορούμε να πούμε ότι στην ιστορία της ανθρωπότητας διατυπώθηκαν πολλές ουτοπικές θεωρίες για τις κοινωνίες και όχι μόνο πολιτικές. Τι άλλο παρά ουτοπία είναι η Καινή Διαθήκη παρά ένα σύνολο προφητειών που στηρίζονταν σε φαντασίωση μιας σειρά ουτοπικών αλλόκοτων πολιτειών με αρχές την ευλάβεια και την αρετή;
Ο πιο παλιός ουτοπιστής στοχαστής ήταν ο βοσκός και φρουτοσυλλέκτης Άμος, ο οποίος τον 8ο αιώνα π.Χ. αγωνίστηκε εναντίον της διαφθοράς των αρχουσών ελίτ του Ισραήλ και εναντίον της άγριες εκμετάλλευσης των τιμίων εργατών. Οι πρώτοι προφήτες άνοιξαν το δρόμο για μια παράδοση θρησκευτικών στοχαστών που περιγράφουν ουτοπίες που χαρακτηρίζονται από αγάπη, τελετουργίες, υπηρεσία, ταπεινότητα, και η λατρεία της κοινής θεότητας. Στον πρώτο μ.Χ. αιώνα, σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη ο Ιησούς μίλησε για την Βασιλεία του Θεού στη Γη. Ο Αυγουστίνος (354-430 μ.Χ.) έγραψε για την πόλη του Θεού και ο Σαβοναρόλα (1452-1498) κήρυττε την ουτοπία ενός ιδανικού θεοκρατικού κράτους. Μερικοί από αυτούς τους ιουδαιο-χριστιανούς στοχαστές πίστευαν ότι οι τέλειοι κόσμοι που περιέγραφαν τελικά θα γίνονταν πραγματικότητα. Άλλοι περιέγραψαν ιδανικούς κόσμους για να ασκήσουν πίεση για την μεταρρύθμιση των πραγματικών συστημάτων στην παρούσα φάση. Άλλες πνευματικές παραδόσεις, όπως ο Ταοϊσμός, ο Θεραβεδαϊστικός (Theraveda) Βουδισμός και το μεσαιωνικό Ισλάμ είχαν επίσης τους δικούς τους προδρόμους ουτοπιστικών κοινωνιών και πολιτειών. Και τα δύο είδη στοχαστών, τόσο εκείνοι οι οποίοι προέβλεπαν κυριολεκτικά έναν παράδεισο όσο και εκείνοι που χρησιμοποιούσαν τις ουτοπίες ως πρόγραμμα δράσης για τη δική τους εποχή, άνοιξαν το δρόμο για μεταγενέστερες μορφές θρησκευτικής ουτοπικής σκέψης και πράξης.

Τι άλλο παρά ουτοπικές καταστάσεις ήταν στον Μεσαίωνα οι φαντασιώσεις της Βασιλείας των Ουρανών ως μοναδικό δυνατό πρότυπο; Ο Άγιος Αυγουστίνος στο έργο του Η Πολιτεία του Θεού, λέει πως ο άνθρωπος είναι πολίτης δύο πόλεων, της πόλης όπου γεννήθηκε και της πόλης του Θεού κι αυτό επειδή ο άνθρωπος είναι διφυής, αποτελούμενος από σώμα και πνεύμα. Οι δύο αυτές κοινωνίες διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη φύση, την προέλευση και το σκοπό τους. Έτσι έχουμε το Ουράνιο κράτος του Θεού και το επίγειο κράτος του Σατανά. Αμφότερα ανάγονται στην εποχή που ακόμα ο άνθρωπος δεν υπήρχε. Η πρώτη εγκαθιδρύθηκε από τους αγγέλους και η δεύτερη, η επίγεια, από τους αποστάτες και τιμωρημένους αγγέλους. Η επίγεια πόλη και η πόλη του Θεού δεν έπρεπε να ταυτιστούν με υφιστάμενους ανθρώπινους θεσμούς: με την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και εξουσία και με τις Εκκλησιαστικές δομές εκείνης της περιόδου. Οι δύο πόλεις δεν ήταν αισθητά χωρισμένες, σε όλη την επίγεια ζωή, αλλά ανακατεμένες και θα χωρίζονταν μόνο στη Δευτέρα παρουσία. Το κράτος έπρεπε να είναι ένα χριστιανικό κράτος, να εξυπηρετεί τη χριστιανική κοινότητα και να συμβάλει στην ανθρώπινη σωτηρία διατηρώντας την αγνότητα της πίστης. Ένα κράτος είναι δίκαιο μόνο αν είναι χριστιανικό.
Στην περίοδο της Αναγέννησης (15-17 αιώνες μΧ) διατυπώθηκαν νέες ουτοπίες ενός «εξευγενισμένου Παραδείσου» μέσα από τα «χαλάσματα» της μεσαιωνικής εκκλησίας, για να φτάσουμε στο 18ο αιώνα κατά τον οποίο μια νέα «γη της επαγγελίας» χαράζεται καθώς καταρρέει από τα χτυπήματα του Διαφωτισμού η πνευματική και υλική χιλιετής κυριαρχία των παπάδων και γκρεμίζεται η βλακεία και η δεισιδαιμονία. Παρ’ όλα αυτά, «ο κόσμος», λέει ο Μάμφορντ, «χρειάζεται τις ουτοπίες και τα παραμύθια» και ότι «δεν έχει σημασία το πού πηγαίνουμε φτάνει να οδεύουμε συνειδητά προς έναν συγκεκριμένο στόχο».



Η εμπορευματικοποίηση της κοινωνικότητας

Μετά τις περίφρακτες κοινότητες (gated communities) των πλουσίων, στη Νέα Υόρκη εμφανίστηκαν οι πολυκατοικίες-διασκεδαστήρια. Πανάκριβα διαμερίσματα ενοικιάζονται σε νέους και νέες με καλές δουλειές και υψηλά εισοδήματα που ζουν για να δουλεύουν μόνο έχοντας ξεχάσει να επικοινωνούν με τους γύρω τους. Μαζί με τα ενοίκια και τα κοινόχρηστα πληρώνουν και ένα ποσό για την πρόσληψη ενός «μάνατζερ ζωής». Αυτός ο τύπος αναλαμβάνει να ψυχαγωγεί και να δημιουργεί χώρους ανάπτυξης κοινωνικότητας μέσα στα οικιστικά αυτά συγκροτήματα. Αξιοποιούνται οι πισίνες, δημιουργείται αίθουσα μπιλιάρδων, αίθουσες προβολής ταινιών, θεατρικές σκηνές και παλκοσένικο καθώς και αίθουσες υποδοχής με καφέ-μπαρ. Ένας διευθυντής από μια «εταιρεία διαχείρισης ζωής» παρομοίασε τις υπηρεσίες που προσφέρει με αυτές του θρυλικού τηλεοπτικού «Πλοίου της Αγάπης».


Ο οικιακός βίος μας γίνεται μια ατέλειωτη κρουαζιέρα. Πρόκειται για μια «μαλακή περίφρακτη κοινότητα» που απευθύνεται στους νέους και τις νέες, όπως είπαμε, που όχι μόνο δουλεύουν πολύ αλλά και που παρ’ όλα αυτά δεν ξέρουν αν θα έχουν αύριο δουλειά λόγω οικονομικής κρίσης, απαξίωσης των δεξιοτήτων τους, τεχνολογικών εκσυγχρονισμών ή στρατηγικών και οργανωτικών αλλαγών των επιχειρήσεων. Οι κοινωνικές σχέσεις τους είναι, ως εκ τούτου, εφήμερες. Με μια καλή προμήθεια, όμως, στο «διαχειριστή ζωής» όλα γίνονται. Ακόμη και η κοινωνικότητα των ανθρώπων στο χρηματιστήριο, λοιπόν. Κι έχουμε πολλά ακόμα να ακούσουμε στο σύγχρονο καπιταλισμό.

Θανάσης Τσακίρης


Ω! δεσποινίς μου ουτοπία - 2005      
 
Στίχοι:   Γιάννης Αγγελάκας
Μουσική:   Γιάννης Αγγελάκας

Ερμηνεία: Γιάννης Αγγελάκας


Φαρμάκι απ’ τον ουρανό,
νύχτα στην πολιτεία,
μέσα σε όνειρο πικρό
ξυπνάει μια μελωδία.

Ω! δεσποινίς μου ουτοπία,
δεν έχει εδώ άλλες καρδιές να κάψεις.
Φύγε για άλλο αστερισμό,
κι αν σου βρεθεί κάτι καλό,

να μας φωνάξεις.


https://www.youtube.com/watch?v=MJSIG6ppA60




ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΉ ΛΕΣΧΗ ΗΛΙΟΥΠΟΛΗΣ

ΤΖΙΜ ΤΖΑΡΜΟΥΣ - ΕΜΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ

ΤΕΤΑΡΤΗ   13/06/2018       MYSTERY TRAIN         
του Τζιμ Τζάρμους (ΗΠΑ/ΙΑΠΩΝΙΑ, 1989, έγχρωμη, 110΄)



Ο Τζιμ Τζάρμους, εμβληματική μορφή του ανεξάρτητου αμερικανικού κινηματογράφου, έχει γυρίσει δεκατέσσερις ταινίες μεγάλου μήκους στη διάρκεια της τριανταοκτάχρονης δημιουργικής του πορείας. Στην ταινία του Mystery Train αφηγείται τρεις αλληλοεπικαλυπτόμενες αλλά ανεξάρτητες μεταξύ τους ιστορίες που εκτυλίσσονται κατά τη διάρκεια μιας βραδιάς στο φτηνό ξενοδοχείο «Arcade» του Μέμφις: Ένα ζευγάρι Γιαπωνέζων σε ένα ταξίδι-προσκύνημα στη γενέτειρα του Έλβις Πρίσλεϊ Μέμφις, μια νεαρή Ιταλίδα που αντικρίζει εκστασιασμένη το φάντασμα του «Βασιλιά» Έλβις αυτοπροσώπως, ένας κυνηγημένος Άγγλος που τον αποκαλούν κοροϊδευτικά «Έλβις». Μαύρο, ανατρεπτικό χιούμορ, ποιητική διάθεση, ροκ αναφορές. 



 Κριτική

Γκοντάρ, Αγάπη μου 
Από  Χρήστο Μήτση
http://www.athinorama.gr/cinema/article/gkontar_agapi_mou-2528959.html

Στα 88 του χρόνια και περισσότερο από μισό αιώνα μετά την ταινία που άλλαξε ριζικότερα από οποιαδήποτε άλλη­ την πορεία του σύγχρονου σινεμά­ («Με Κομμένη την Ανάσα»), ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ παραμένει μέγα κινηματογραφικό μυστήριο. Απόδειξη πως σχεδόν όλοι στέκουν ακόμη εκστατικοί, όσο και αμήχανοι, απέναντι στο έργο του είναι ότι τα πρώτα βραβεία που κέρδισε ο ίδιος­ στις Κάνες ήταν μόλις το 2014 το (μικρό) Βραβείο της Επιτροπής για τον «Αποχαιρετισμό στη Γλώσσα» και τον προηγούμενο μήνα έναν ειδικό Χρυσό Φοίνικα (;) για το «Βιβλίο των Εικόνων». Ο Γκοντάρ όμως επιστρέφει διαρκώς στο σινεμά με περισσότερους από έναν τρόπους: από την αφίσα του τελευταίου Φεστιβάλ Κανών και το «Πρόσωπα και Ιστορίες», όπου η Ανιές Βαρντά τού αφιέρωσε το τελευταίο, συγκινητικά πικρό μέρος του ντοκιμαντέρ της, μέχρι το «Γκοντάρ, Αγάπη μου» του Μισέλ Χαζαναβίσιους.

 
Το «Le Redoutable», ο «Φοβερός» στα ελληνικά, είναι ένας γεμάτος ειρωνεία τίτλος, που αποδίδει από την αρχή τη διάθεση με την οποία ο βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης του «Artist» επιχειρεί να βιογραφήσει τον σπουδαιότερο εν ζωή συνάδελφό του. Τον συναντά μερικούς μήνες πριν από τον Μάη του ’68, όταν ο 37χρονος auteur νιώθει βασιλιάς του κόσμου. Με 13 ταινίες μόλις σε οκτώ χρόνια θεωρείται ο αναμφισβήτητος πάπας της νουβέλ βαγκ και ο ιδιοφυής ανανεωτής της κινηματογραφικής γλώσσας. Χωρισμένος από την Άννα Καρίνα, είναι πλέον ζευγάρι με τη νεαρότατη εγγονή του νομπελίστα Φρανσουά Μοριάκ και ηθοποιό, την Αν Βιαζεμσκί, με την οποία ετοιμάζει την «Κινέζα». Μια μαοϊκή ταινία πάνω στον ένοπλο επαναστατικό αγώνα και στη σχέση του με τη φλύαρη διανόηση. Κάτι που αφορά και τον ίδιο, ο οποίος –εγωιστικά και ματαιόδοξα– από τη μία βάζει το πρωτοποριακό έργο του πάνω από κάθε ανθρώπινη σχέση και –θαρραλέα και αυτοκριτικά– από την άλλη νιώθει να εγκλωβίζεται σε ένα καλλιτεχνικό αλλά και πολιτικό αδιέξοδο. Και ο Μάης του ’68 θα σπρώξει όλες τις αντιθέσεις στα άκρα...

Βασισμένος στο αυτοβιογραφικό­ μυθιστόρημα «Un an après» της Βιαζεμσκί, η οποία πέθανε πέρυσι έχοντας αποσπάσει, ως συγγραφέας, το Μεγάλο Βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας αλλά και Γκονκούρ, ο Χαζαναβίσιους προσεγγίζει με απολαυστικά ιερόσυλη διάθεση έναν ζωντανό κινηματογραφικό μύθο. Αντιγράφει σκηνοθετικά τρικ του, παίζει με την υπονομευτική αποστασιοποίηση –γκονταρικό σήμα κατατεθέν– και αναπλάθει γραφικά, πάντα με τους κανόνες της ελαφριάς κομεντί, τα ταραγμένα ’60s. Έτσι κι αλλιώς, δεν φιλοδοξεί να καταθέσει μια ουσιαστική ή περίπλοκη κινηματογραφική σπουδή, χάνοντας την ευκαιρία για ένα ενδιαφέρον σχόλιο πάνω στη σχέση του καλλιτέχνη με τα πιστεύω του, απλώς διασκεδάζει αφηγούμενος ένα πικάντικο σινεφίλ ανέκδοτο.

Γαλλία. 2017. Διάρκεια: 107΄. Διανομή: FEELGOOD ENT.








No comments:

Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)

 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)                                                                    του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...