Το ουσιαστικό ερώτημα είναι «κατά πόσον μπορούν να συνυπάρξουν τα εργατικά συνδικάτα και το οικολογικό κίνημα σε μια κατεύθυνση πολιτικής και κοινωνικής αλλαγής». Η απάντηση στο ερώτημα δεν είναι καθόλου αυτονόητη ούτε μπορεί να είναι ένα «ναι» ή ένα «όχι». Αλλά ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Αναφερόμαστε κατ’ αρχάς σε «συλλογική δράση», δηλαδή σε οποιαδήποτε δραστηριότητα δύο ή περισσοτέρων ανθρώπων για την επίτευξη ενός στόχου. Η συλλογική δράση ενδέχεται να είναι θεσμοποιημένη ή μπορεί να λαμβάνει χώρα εκτός των θεσμών. Τα κοινωνικά κινήματα είναι η βασική κοινωνική μορφή που παίρνουν οι διαδικασίες συλλογικής δράσης με τις οποίες ομάδες και συλλογικότητες ανθρώπων διατυπώνουν τα παράπονά τους και τα αιτήματά του και εκφράζουν ενδιαφέρον και ανησυχίες για τα δικαιώματά τους και την ευημερία τους. Θα θεωρήσουμε επίσης, ότι κοινωνικό κίνημα είναι μια ομάδα ανθρώπων που εμπλέκονται με «μη θεσμοποιημένο στην αλλαγή της τρέχουσας κατάστασης και τροχιάς της κοινωνίας» . Στο βαθμό που η συλλογική δράση λαμβάνει χώρα και εκτός των θεσμών προσιδιάζει στα χαρακτηριστικά του κοινωνικού κινήματος. Μέσα από την κριτική των παλαιότερων θεωριών για τα κοινωνικά κινήματα αναδείχθηκε ένας συνθετικός ορισμός που τονίζει το δικτυακό χαρακτήρα του κοινωνικού κινήματος ως «ένα κίνημα άτυπων αλληλεπιδράσεων μεταξύ μιας πλειάδας ατόμων, ομάδων και/ή οργανώσεων που εμπλέκονται σε μια πολιτική ή πολιτισμική σύγκρουση στη βάση μιας κοινής συλλογικής ταυτότητας». Ο εργατικός συνδικαλισμός είναι έννοια είδους ενώ το εργατικό κίνημα έννοια γένους, συνεπώς τα εργατικά συνδικάτα αποτελούν μέρος του γενικότερου εργατικού κοινωνικού κινήματος. Στο εργατικό κίνημα εντάσσονται οι εργάτες, τα εργατικά, σοσιαλιστικά, κομμουνιστικά κόμματα, οι αναρχικές οργανώσεις, τα συνδικάτα, οι εργατικές λέσχες, οι σχολές συνδικαλιστικής επιμόρφωσης κ.ο.κ. Τι είναι, όμως, το συνδικάτο; Εργατική ένωση ή συνδικάτο είναι η οργάνωση των εργατών για την προστασία των εργατικών δικαιωμάτων και τη βελτίωση της θέσης του σε μια δεδομένη κοινωνία, κατά τέτοιο τρόπο ώστε η οργάνωση των εργατών να επιβιώνει ανεξαρτήτως κοινωνικο-οικονομικού συστήματος. Συνεπώς, ένα εργατικό συνδικάτο είναι μια μορφή συλλογικής δράσης εργαζομένων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που τους απασχολούν κατά κύριο λόγο με την ιδιότητά τους ως μισθωτών εργαζομένων. Με διαφορετικούς όρους, συνδικάτο είναι μια οργάνωση μισθωτών εργαζομένων που ιδρύεται με σκοπό την αντικατάσταση της ατομικής διαπραγμάτευσης στην αγορά εργασίας από τη συλλογική διαπραγμάτευση, τη διασφάλιση ότι οι αμοιβές και οι συνθήκες εργασίας θα διέπονται από κανόνες που θα εφαρμόζονται με συνέπεια για όλο το συνδικαλισμένο προσωπικό. Επομένως, το συνδικάτο είναι ένας θεσμός, δηλαδή σύνολο κοινωνικών κανόνων που ρυθμίζουν και προσανατολίζουν τη συμπεριφορά και που βασίζονται σε κυρώσεις σκοπός των οποίων είναι να εγγυηθούν τη συναίνεση από την πλευρά των υποκειμένων. Η διαφορά μεταξύ μιας οργάνωσης και ενός θεσμού έγκειται στο ότι η οργάνωση δρα σε αντίθεση με το θεσμό. Αυτή η διφυής φύση του συνδικάτου ως οργάνωσης και θεσμού βρίσκεται στο επίκεντρο της μεγάλης θεωρητικής και μεθοδολογικής συζήτησης σχετικά με το πώς μελετάμε τα συνδικάτα.
Η δεύτερη συνιστώσα του θέματός μας είναι το οικολογικό κίνημα, δηλαδή εκείνο το κοινωνικό κίνημα, οι ιδέες, αγώνες και οι προτάσεις που αναπτύσσουν οι πολίτες που ενδιαφέρονται για το μέλλον της σχέσης ανθρώπου και φυσικού περιβάλλοντος. Είναι κοινωνικό κίνημα γιατί αφορά συλλογικοί αγώνες από ανθρώπους «που έχουν κοινούς σκοπούς και αλληλεγγύη μεταξύ τους και βρίσκονται σε κατάσταση παρατεταμένης αλληλεπίδρασης με το κράτος, τις δημόσιες και ιδιωτικές αρχές και τις σχετικές ελίτ» Το οικολογικό κίνημα κάνει την εμφάνιση του με ριζοσπαστικό λόγο, περιεχόμενο και οργανωτική μορφή στη διάρκεια της δεκαετίας του ’60. Στο παρελθόν το περιβάλλον είχε χαρακτηριστεί από νεοκλασσικούς οικονομολόγους αλλά και από ορισμένους κεϊνσιανούς ως «εξωτερική επιβάρυνση» για την επιχείρηση.
Η δεκαετία του 1960 βρήκε τον καπιταλιστικό κόσμο αλλά και την εκβιομηχανισμένη «σοσιαλιστική Ευρώπη» στην πιο «ευτυχισμένη» οικονομικά εποχή. Οι δείκτες της ανάπτυξης ανέβαιναν σταθερά στη Δυτική Ευρώπη, το κράτος πρόνοιας λειτουργούσε με ελάχιστες τριβές και τα εργατικά συνδικάτα είτε συνδιαχειρίζονταν την καπιταλιστική επιχείρηση σε μεγάλο βαθμό είτε ασκούσαν ένα είδος ελέγχου στις επενδυτικές αποφάσεις (ΟΔΓερμανίας, Σκανδιναβικές χώρες), η αγροτική οικονομία εκμηχανιζόταν και, ταυτόχρονα, η εμπορευματική καπιταλιστική παραγωγή κάλυπτε, σε μεγάλο βαθμό, τις ανάγκες των ανθρώπων. Όμως, κάποιοι άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι αυτή η βιομηχανική ανάπτυξη έχει και αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Ακόμη χειρότερα, η ατομική ενέργεια και οι πυρηνικές δοκιμές των δύο υπερδυνάμεων, δηλαδή των ΗΠΑ και τη ΕΣΣΔ, θα ξεσήκωναν επιστήμονες ολκής όπως ο Albert Einstein και ο Bertrand Russel οι οποίοι θα συνέγειραν τις συνειδήσεις των διανοουμένων και των κριτικά σκεπτόμενων πολιτών απαιτώντας να σταματήσει η καταστροφή της ανθρωπότητας με τη διάχυση της ραδιενέργειας. Είχαν ήδη προηγηθεί περιστατικά όπως η έκρηξη του σταθμού δοκιμών των ΗΠΑ στην Ατόλη Μπικίνι στον Ειρηνικό Ωκεανό που προκαλούσε το θάνατο πολλών Ιαπώνων και άλλων ψαράδων για πολλούς μήνες. Η βιολόγος Rachel Carson με το έργο της Silent Spring έδινε έμφαση «στην ευπάθεια των οικολογικών σχέσεων» προσπαθώντας «να θέσει βαθιά τα ανθρώπινα όντα στις σχέσεις αυτές κι όχι στην άκρη τους, και να θέσει υπό αμφισβήτηση τις παραδοσιακές έννοιες της επιστημονικής προόδου» . Λίγο πριν ένας πρώην νέος κομμουνιστής και συνδικαλιστής στην αυτοκινητοβιομηχανία, ο Murray Bookchin, έγραφε την πρώτη πραγματεία περί «κοινωνικής οικολογίας» με τίτλο Our Synthetic Environment (με το ψευδώνυμο Lewis Herber). Σύμφωνα με την ιδέα αυτή τα οικολογικά προβλήματα έχουν τις ρίζες τους βαθιά στα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα και ιδιαίτερα στα κυριαρχικά ιεραρχικά πολιτικά και κοινωνικά συστήματα που επιβάλλουν τη λογική μιας φιλοσοφίας του ανοιχτού ανταγωνισμού με κυρίαρχο το δίλημμα «η ζωή μου ο θάνατός σου». Αυτή η φιλοσοφία δεν ακυρώνεται με την φιλοσοφία του ηθικού καταναλωτισμού που είναι ατομική στάση μόνο αλλά με την συλλογική δράση στη βάση των ριζοσπαστικών δημοκρατικών ιδανικών. Στα μέσα της ίδιας δεκαετίας άρχισαν να προβληματίζονται πολλοί επιστήμονες -κυρίως βιολόγοι και μελετητές του οικοσυστήματος- με την επίπτωση των βιομηχανικών μονάδων παραγωγής στην ατμόσφαιρα, στους ανανεώσιμους και μη ανανεώσιμους πόρους του πλανήτη, στην αύξηση του πληθυσμού της γης και την ικανότητά της να τρέφει τον πλεονάζοντα πληθυσμό.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 μια σειρά από εκδόσεις βιβλίων και δημοσιεύσεις επιστημονικών άρθρων σε επιθεωρήσεις και περιοδικά αρχίζουν να «ανοίγουν τα μάτια» ολοένα και περισσότερων ανθρώπων. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης της εποχής «μυρίστηκαν» την ένταξη στις δημόσιες αντιπαραθέσεις μιας νέας θεματολογίας και ενός νέου κοινού που ξεχώριζε από τις παλιότερες γενιές, Έτσι έστρεψαν τους φακούς του στην ανάλυση του νέου φαινομένου, που αρχικά ονομαζόταν «περιβαλλοντικό κίνημα». Το 1972 η έκθεση της Λέσχης της Ρώμης, με τίτλο Τα όρια της ανάπτυξης, τόνιζε ότι «η απεριόριστη ανάπτυξη σ’ ένα πεπερασμένο σύστημα είναι μια απραγματοποίητη φαντασίωση», αντανακλώντας ένα είδος «πεφωτισμένου νέο-μαλθουσιανισμού». Επιπλέον, το ίδιο έτος, το περιοδικό Ecologist με το άρθρο «Προσχέδιο για την Επιβίωση» πρότεινε «μια στρατηγική για την αλλαγή και υπογράμμιζε ότι οι αποκεντρωμένες κοινωνικές δομές ταιριάζουν σε μια (αυτό)διατηρούμενη κοινωνία». Μέχρι τη δεκαετία του ’80 οι στρατηγικές του οικολογικού κινήματος ήταν ανθρωποκεντρικές, δηλαδή αποσκοπούσαν στη σωτηρία του περιβάλλοντος χάριν των ανθρώπων. Αυτή η μεγάλη τάση του οικολογικού κινήματος αποκλήθηκε «ρηχή οικολογία» σε αντίθεση με την μη ανθρωποκεντρική «βαθιά οικολογία» που υποστήριζε τις αρχές του βιοσφαιρικού εξισωτισμού, της πολυποικιλότητας, της συμβίωσης και της αποκέντρωσης.
Θανάσης Τσακίρης
Στίχοι: Νίκος Ζούδιαρης
Μουσική: Νίκος Ζούδιαρης
Ερμηνεία: Απόστολος Ρίζος
Πάνω στις λάμπες των ματιών σου
Σαν πεταλούδα θα καώ
Χαμήλωσε για να μπορώ
Να έρχομαι στον πυρετό σου
Μ’ ένα φιλί να στον ρουφώ
Να σβήνεις μια, ν’ ανάβω δυο
Μέσα στους δρόμους των χεριών σου
Σα μολυβάκι να γυρνώ
Ας τα ανοιχτά για να μπορώ
Να γράφω μες το ριζικό σου
Κάθε στιγμή πως σ’ αγαπώ
Κι αν γράφει μια, να γράφω δυο
Μέσα στους δρόμους των ματιών σου
Πάνω στην κόψη των χειλιών σου
Σα μια λεξούλα να κοπώ
Στο στήθος σου να γκρεμιστώ
Να ξαγρυπνάω στο σφυγμό σου
Να `μαι καρδούλα σου κι εγώ
Κι αν έχω μια, να έχεις δυο
Μέσα στους δρόμους των ματιών σου